Ζητούνται κόμματα, όραμα και πολιτικοί-Αναζήτηση ρόλου με επιλεκτικά αντανακλαστικά
07:08 - 11 Ιουνίου 2023
Με ποδοσφαιριστή που μετά από μια κακή χρονιά, παίρνει μεταγραφή, ως μια τελευταία ευκαιρία και πρόκληση στην καριέρα του, και πάει σε ένα ξένο πρωτάθλημα, όπου όλα του είναι καινούρια, άγνωστα και περίεργα και που δεν ξέρει ακόμα, ούτε τα κατατόπια, ούτε πως θα πρέπει να συμπεριφέρεται για να γίνει αποδεκτός, μοιάζουν τα κόμματα.
Η νέες πραγματικότητες που δημιούργησε η εκλογή Νίκου Χριστοδουλίδη πριν από 100 ημέρες, μοιάζουν αυτή τη στιγμή να βρίσκονται ακόμη υπό επεξεργασία. Το αντιλαμβάνεται κανείς αυτό, ειδικά στα δύο μεγάλα κόμματα, τον Δημοκρατικό Συναγερμό και το ΑΚΕΛ, τα οποία παρά το γεγονός ότι έχουν μια τεράστια εμπειρία, διαθέτουν ικανότατα στελέχη που μπορούν να επεξεργάζονται και να αναλύουν δεδομένα, εδώ και κάποιους μήνες λειτουργούν άτολμα, αδέξια και σπασμωδικά.
Μέχρι σήμερα τα δύο συγκεκριμένα πράγματα ήξεραν να κάνουν από ένα πράγμα καλά. Ο μεν Δημοκρατικός Συναγερμός να κυβερνά και το δε ΑΚΕΛ να αντιπολιτεύεται. Το γεγονός ότι σήμερα βρίσκονται στο ίδιο μετερίζι τους δημιούργησε αμηχανία. Ο ΔΗΣΥ προσπαθεί να μάθει πώς γίνεται η αντιπολίτευση και μάλιστα επιχειρεί και πιο βαθιά βήματα για να τη διανθίσει με διάφορα επίθετα, όπως υπεύθυνη, εποικοδομητική κτλ., το μεν ΑΚΕΛ, στην προσπάθεια του να μην ταυτιστεί με τον ΔΗΣΥ από τη μια και να διατηρήσει τους όποιους διαύλους επικοινωνίας με τα κόμματα του κέντρου από την άλλη, ενόψει και των εκλογών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δεν κάνει τίποτα.
Σίγουρα, προσπαθεί να αντιπολιτευτεί, αλλά λειτουργεί μέχρι στιγμής πολύ σπασμωδικά. Κι αυτό διότι εκεί και όπου υπάρχει πεδίον δόξης λαμπρό για σωστή αντιπολίτευση, παραμένει θεατής των γεγονότων και αναγάγει σε μείζον θέμα, δευτερεύοντα ζητήματα που καλώς ή κακώς είναι αντιδημοφιλή, ενίοτε και εντελώς άκυρα, πράγμα που διατηρεί εντός της κοινωνίας απόψεις όπως αυτές που ακούγονται για το κόμμα της αριστεράς, ότι δεν μπορεί να αντιληφθεί τις ανάγκες της κοινωνίας και να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα της εποχής.
Στο πρόσφατο Ευρωβαρόμετρο που δημοσιεύτηκε την περασμένη Τρίτη, μεταξύ των ερωτήσεων που κλήθηκαν να απαντήσουν οι συμμετέχοντες, είναι πόσο ικανοποιημένοι είναι από τον τρόπο λειτουργίας των κομμάτων στην χώρα τους. Έχει σημασία το γεγονός, ότι ανάμεσα στους Κύπριους ερωτηθέντες, η συντριπτική πλειοψηφία απάντησε με αρνητική διάθεση για τα κόμματα.
Συγκεκριμένα, στο ερώτημα εάν είναι ικανοποιημένοι με τη μέριμνα των πολιτικών κομμάτων για τα συμφέροντα «ανθρώπων σαν εσάς», το 71% των Κυπρίων απάντησε ότι δεν είναι ικανοποιημένο. Την ίδια ώρα έχει τη σημασία του το γεγονός πως ο μέσος όρος των 27 Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αντίστοιχη ερώτηση, απάντησε μη ικανοποιημένο το 52%.
Αυτό το εύρημα ουσιαστικά επιβεβαιώνει όλους όσους επιμένουν πως τα κόμματα στην Κύπρο έχασαν τον προσανατολισμό τους. Αντί να αποτελούν σωσίβιο για την κοινωνία που διασφαλίζουν, τα δικαιώματά της, την πρόοδο και την ευημερία, έχουν καταλήξει σήμερα να αποτελούν μια επέκταση της δημοσιοϋπαλληλικής νοοτροπίας εντός ιδιωτικών εταιρειών, που εξυπηρετούν συμφέροντα των λίγων, λειτουργούν α λα καρτ και κατά το δοκούν, φωνάζουν και λαϊκίζουν όταν θίγονται τα συμφέροντα τους και σιωπούν και εξαφανίζονται όταν καλούνται να λάβουν κρίσιμες για τον τόπο αποφάσεις. Και σιωπούν και κρύβονται, όχι γιατί φοβούνται, αλλά επειδή θέλουν όταν εκ των πραγμάτων θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου, να μπορούν να εμφανιστούν και να πουν, «εμείς δεν συναινέσαμε σε αυτό», για να την βγάλουν καθαρή.
Επιχειρώντας κανείς να απαριθμήσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα κόμματα, ένα εξ αυτών είναι η εσωστρέφεια. Όχι μόνο αυτή που προκλήθηκε επειδή βρισκόμαστε σε μια καμπή, ύστερα από μια σκληρή προεκλογική περίοδο, αλλά γιατί το κάθε κόμμα εσωτερικά, αντιμετωπίζει τα δικά του προβλήματα. Αλλού η έλλειψη στελεχών πρώτης γραμμής, αλλού η περιθωριοποίηση στελεχών σε μια προσπάθεια να αποτύχει κάθε προσπάθειας αμφισβήτησης της ηγεσίας, στα κόμματα που ανήκουν στους κερδισμένους των εκλογών, ο διαμοιρασμός οφίκιων, παντού υπάρχουν μικρά και μεγάλα προβλήματα, που εντέχνως κρύβονται κάτω από το χαλί, όμως εντός των κομμάτων απασχολούν και σε πολλές περιπτώσεις μονοπωλούν το ενδιαφέρον, εις βάρος άλλων σοβαρών για τον τόπο ζητημάτων.
Το πιο σημαντικό, όμως πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα κόμματα σήμερα, είναι η έλλειψη οράματος. Η έλλειψη οράματος για την παιδεία, την υγεία, τον αθλητισμό, το Κυπριακό, την ενέργεια, τον τόπο γενικά. Τα κόμματα είναι ο ορισμός του αναλυτή των εξελίξεων και αδιαμφισβήτητα αποτελούν τον ουραγό των εξελίξεων. Γίνονται επεισόδια στα γήπεδα, για τις επόμενες τρεις μέρες ασχολούνται με τη βία στα γήπεδα, υπάρχει μια σοβαρή καταγγελία για ένα Νοσοκομείο, για την επόμενη εβδομάδα βγάζουν ανακοινώσεις για την υγεία. Έχουμε μια ανακάλυψη ή την υπογραφή μιας συμφωνίας για την ΑΟΖ, το γυρίζουν στις γεωπολιτικές αναλύσεις και την υψηλή πολιτική.
Σχεδόν πάντα, δηλαδή είναι ουραγοί και πάντα πανέτοιμοι να σχολιάσουν κάτι που έγινε και ποτέ κάτι που θα ήθελαν αυτοί να αλλάξει. Αυτό μπορεί να το αντιληφθεί κανείς κι από τον τρόπο που λειτουργούν οι Επιτροπές της Βουλής. Βλέποντας κανείς τις εβδομαδιαίες ατζέντες των επιτροπών, στην πλειοψηφία τους, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, αναλώνονται σε πράγματα που έγιναν και περιορίζονται στην κατάθεση προτάσεων για να διορθώσουν κάτι που έγινε λάθος.
Σπάνια ξεδιπλώνουν ένα όραμα για να δημιουργήσουν κάτι νέο, να συνεισφέρουν στην πρόοδο, την ανάπτυξη και την ευημερία των πολιτών με τολμηρές ή εναλλακτικές προτάσεις. Δεν είναι έτοιμοι να σπάσουν αυγά και όσο κι αν κάποιοι βουλευτές μεμονωμένα το επιδιώκουν, συχνά πέφτουν πάνω στον τοίχο ή τον οδοστρωτήρα, ακόμα και των ίδιων τους των κομμάτων.
Υπάρχει έλλειψη οράματος δηλαδή, έλλειψη διάθεσης, αλλά και έλλειψη πολιτικής βούλησης που θα επέτρεπε στα κόμματα να λειτουργήσουν ως πραγματικά κύτταρα παραγωγής πολιτικών που σε μια χώρα όπως η Κύπρος, θα μπορούσαν να συμβούν σοβαρές, δομημένες και οργανωμένες Μεταρρυθμίσεις, σε ελάχιστο χρόνο με ελάχιστο ρίσκο.