Το τέλος της κομματικής ιδεολογίας ή η νέα της εποχή;
Μικαέλλα Λοΐζου 07:00 - 02 Απριλίου 2023
Το κομματικό σύστημα της Κύπρου χτίστηκε πάνω σε συγκεκριμένους πολιτικούς και ιδεολογικούς πυλώνες. Για ένα μεγάλο μέρος των κομμάτων, όμως, αυτό έγινε δεκαετίες πριν. Κατά καιρούς αυτές οι δομές χρειάζονταν συντήρηση και φρεσκάρισμα, διαδικασία που κάποτε γίνεται και κάποτε όχι. Αυτό είναι το πρώτο στοιχείο που τίθεται στο τραπέζι σε μία συζήτηση για τον ιδεολογικό προσανατολισμό στο κυπριακό πολιτικό σύστημα, μαζί με το ερώτημα κατά πόσον, στην πραγματικότητα, οι κομματικές ιδεολογίες στην Κύπρο είναι πλέον ντεμοντέ.
Το δεύτερο στοιχείο είναι πως πολλοί πλέον θεωρούν ότι η ιδεολογία δεν είναι απαραίτητη, φτάνει να υπάρχουν θέσεις με συνοχή επί συγκεκριμένων ζητημάτων. Δηλαδή ότι η παραγωγή πολιτικής δεν έχει απαραιτήτως ανάγκη να αποτελεί προέκταση του ιδεολογικού κορμού, αλλά κρίνεται πιο σημαντικό να υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές που σχετίζονται με την τρέχουσα ανάλυση των δεδομένων που επικρατούν και των αναγκών που προκύπτουν. Πολλοί από τους πιο καινούριους πολιτικούς σχηματισμούς, που κάνουν κατά καιρούς την εμφάνισή τους τα τελευταία χρόνια, φαίνεται να προτιμούν αυτό το μοντέλο, δηλαδή προτάσσουν τις θέσεις, χωρίς καν να αναζητούν κάποιο ιδεολογικό υπόβαθρο σε ορισμένες περιπτώσεις.
Ένα άλλο σημείο στη συζήτηση είναι πως οι καιροί έχουν αλλάξει τόσο πολύ που πλέον έχει αλλάξει και ο τρόπος που ερμηνεύεται η όποια ιδεολογική καταβολή, με αποτέλεσμα άτομα που θεωρητικά είναι εκπρόσωποι της ίδιας ιδεολογίας, να βρίσκονται σε σύγκρουση αναφορικά με τη σύγχρονη ερμηνεία της. Μπορεί οι πλείστοι εσωκομματικοί καβγάδες να μην είναι ιδεολογικοί και να μην είναι αυτός ο πρώτος λόγος για τις κρίσεις και τις διασπάσεις που παρατηρούνται, ωστόσο αυτές οι διαφορετικές αναγνώσεις κάνουν την εμφάνισή τους κατά καιρούς, δεδομένου ότι τα περισσότερα κόμματα συστεγάζουν άτομα με αποκλίνουσες προσεγγίσεις, ασχέτως αν καταφέρνουν και το κρύβουν πολύ καλά για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Ίσως η πιο προφανής εκδήλωση του παραμερισμού της ιδεολογίας και της πρόταξης των θέσεων, ως μέρος του κυπριακού πολιτικού κύκλου, ήταν οι Προεδρικές Εκλογές που μόλις ολοκληρώθηκαν. Σε αυτές η ιδεολογία διαδραμάτισε ελάχιστο ρόλο, ενώ βασικοί πρωταγωνιστές ήταν τα πρόσωπα και οι θέσεις, με κάποιους μάλιστα να θεωρούν ότι τα κόμματα κρύφτηκαν πίσω από αυτά. Με εξαίρεση τον ΔΗΣΥ, που είχε ιδιαίτερα ισχυρή κομματική παρουσία με κάποιες ιδεολογικές εξάρσεις, στην ουσία στην κορυφή της κούρσας σε αυτές τις εκλογές έτρεχαν τρεις προσωπικότητες, δύο εκ των οποίων δεν εξέφραζαν στην πραγματικότητα το ιδεολογικό υπόβαθρο των κομμάτων που τους υποστήριζαν αλλά η κοινή τους συνισταμένη ήταν σε προγραμματικό επίπεδο.
Τόσο ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης όσο και ο Ανδρέας Μαυρογιάννης, φρόντιζαν και οι ίδιοι να παίρνουν αποστάσεις από τις δυνάμεις που τους υποστήριζαν, καθώς ήθελαν τους ψηφοφόρους τους αλλά όχι τα βαρίδιά τους, ένα εκ των οποίων ήταν και το ιδεολογικό. Ιδιαίτερα στην περίπτωση του ευρωπαϊστή Μαυρογιάννη, οι ιδεολογικές διαφορές με το ΑΚΕΛ ήταν ξεκάθαρες, εάν κάποιος έψαχνε να τις βρει, πλην όμως σπάνια υπήρχαν αυτού του είδους οι αναζητήσεις και γινόταν κυρίως στο πλαίσιο debates, με περιορισμένο χρόνο για οποιαδήποτε ανάλυση. Για τον Νίκο Χριστοδουλίδη τα πράγματα ήταν σε αυτόν τον τομέα πιο εύκολα, δεδομένου ότι ο ίδιος ουδέποτε προερχόταν από την πιο νεοφιλελεύθερη πτέρυγα του ΔΗΣΥ και, ως εκ τούτου, προσέγγιζε πολύ περισσότερο τα κόμματα του Κέντρου. Αλλά στην περίπτωσή του ήταν ακόμη πιο σπάνιες αυτές οι συζητήσεις, καθώς προκαλείτο κυρίως να ισορροπήσει ανάμεσα στον ρόλο του στην απερχόμενη Κυβέρνηση και στον αντιπολιτευτικό φακό με τον οποίο την προσέγγιζαν οι δυνάμεις που τον υποστήριζαν.
Στον ΔΗΣΥ, η αποτυχία του Αβέρωφ Νεοφύτου όχι απλώς να εκλεγεί αλλά και να βρεθεί στον δεύτερο γύρο, άνοιξε το κουτί της Πανδώρας, οδηγώντας σε μία τεράστια κρίση, η οποία ακόμη να καταλαγιάσει. Αναπόσπαστο μέρος αυτής ήταν το γεγονός πως κάποια στελέχη που υποστήριζαν ένθερμα πριν από τον πρώτο γύρο την υποψηφιότητα Αβέρωφ Νεοφύτου, προτάσσοντας μάλιστα συχνά τις αρχές και αξίες του κόμματος, λίγες μέρες μετά να εμφανίζονταν πρόθυμοι να κάνουν την υπέρβαση και να υποστηρίξουν τον εκλεκτό του ΑΚΕΛ στον δεύτερο γύρο, με το οποίο τους χωρίζει άβυσσος στα πλείστα ζητήματα. Η πλειοψηφία της βάσης του Συναγερμού δεν τους ακολούθησε, αλλά αυτός ήταν ένας από τους κύριους παράγοντες του διχασμού που παρουσιάστηκε. Στις μέρες που ακολούθησαν και ενόψει των εσωκομματικών εκλογικών διαδικασιών, συχνά πυκνά γινόταν και γίνεται αναφορά στον ιστορικό ηγέτη του κόμματος και στην «κληριδική σχολή σκέψης», και πολλές φορές καθίσταται ξεκάθαρο πως άλλα εννοεί ο ένας και άλλα ο άλλος όταν ερμηνεύει τις ιδεολογικές παρακαταθήκες του Γλαύκου Κληρίδη. Κι αυτό, ενώ ο ΔΗΣΥ στεγάζει άτομα που ασπάζονται διαφορετικές εκδοχές της Δεξιάς.
Στην αριστερή πλευρά του πολιτικού χάρτη ίσως να υπάρχει μεγαλύτερη ιδεολογική συνοχή, πλην όμως για πολλούς επικριτές το είδος της Αριστεράς που πρεσβεύει σε ιδεολογικό επίπεδο το ΑΚΕΛ έχει σταματήσει να είναι συμβατό με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Η πρόσφατη εμπειρία με την πορεία του Ανδρέα Μαυρογιάννη στις Προεδρικές Εκλογές, ενδεχομένως να δείχνει πως το ΑΚΕΛ έχει τη δυνατότητα να συνυπάρξει με κοινά που κινούνται πέραν από τον χώρο του, όταν δεν λειτουργεί ιδεολογικά. Αν και δεν φαίνεται να υπάρχει στην παρούσα φάση η διάθεση για κάτι τέτοιο, για πολλούς, εάν θέλει το ΑΚΕΛ να παραμένει ισχυρό και στη σφαίρα της εξουσίας, η λύση είναι να κινηθεί προς τον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, σε μια μετεξέλιξη που δεν θα ξεφεύγει από τις αριστερές του ρίζες αλλά θα είναι πιο συμβατή με την σημερινή αντίληψη του ρόλου και της προσέγγισης της Αριστεράς.
Τον χώρο αυτό, πάντως, στην παρούσα φάση καταλαμβάνει σχεδόν αποκλειστικά η ΕΔΕΚ. Η αποκλειστικότητά της, ωστόσο, δεν απειλείται μόνο από μια θεωρητική μετακίνηση του ΑΚΕΛ, αλλά και από την ίδρυση ενός νέου κόμματος, ουσιαστικά μέσα από τα σπάργανά της. Αν και ο Δημήτρης Παπαδάκης δήλωσε στη συνέντευξή του στον REPORTER πως «δεν θα πάμε να δημιουργήσουμε μια νέα ΕΔΕΚ ή μια αντί-ΕΔΕΚ», ξεκαθάρισε ότι θα πρόκειται «για ένα σοσιαλδημοκρατικό κίνημα με ιδεολογική ταυτότητα, το οποίο θα συμμετέχει στην ευρωπαϊκή σοσιαλιστική οικογένεια», εκφράζοντας διαφωνία με την ερμηνεία πως ζούμε σε μια απολιτίκ εποχή. Επιδίωξη, δηλαδή, είναι πως το νέο κόμμα θα έχει μια σαφή ιδεολογική πυξίδα, για την οποία, τουλάχιστον ένας από τους πρωτεργάτες του, πιστεύει πως υπάρχει χώρος και ρόλος στις μέρες μας.
Το κατά πόσο ζούμε το τέλος της κομματικής ιδεολογίας ή εισερχόμαστε σταδιακά στη νέα εποχή της, είναι κάτι που θα φανεί στην πορεία και που θα κριθεί από τους πολιτικούς επιστήμονες και τους ιστορικούς του μέλλοντος. Το σίγουρο είναι πως η Κύπρος του σήμερα δεν είναι η ίδια με την Κύπρο της δεκαετίας του 1970, όπως ούτε και οι πολιτικές της δυνάμεις. Το ίδιο ισχύει και για την υπόλοιπη Ευρώπη, τις πολιτικές τάσεις και μετατοπίσεις της οποίας δεν ακολουθούμε απαραίτητα με τον ίδιο ρυθμό. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως τα τελευταία χρόνια βρίσκονται σε ανοδική πορεία τα πράσινα κινήματα σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ το αντίστοιχο κυπριακό κόμμα, αυτοεξαιρέθηκε στην ουσία από την διεκδίκηση της εξουσίας, καθώς δεν υποστήριζε κανένα υποψήφιο ούτε στον πρώτο ούτε στον δεύτερο γύρο των Προεδρικών Εκλογών, ενώ παραμένει το κοινοβουλευτικό κόμμα με τα χαμηλότερα ποσοστά.