Η ιστορία του Κύπριου μετανάστη στην Αυστραλία που αγόρασε με τους φίλους του το στέκι τους
Μύρια Οδυσσέως 07:01 - 02 Απριλίου 2023
Λένε πως, όταν τα γεγονότα ή η πορεία της ζωής σε απομακρύνουν από τις ρίζες σου, τις λησμονείς περισσότερο. «Πείτε και για το χωριό μου», ήταν τα λόγια του 34χρονου Ανδρέα Ρήγα, ο οποίος ζει και εργάζεται τα τελευταία χρόνια στην Αδελαΐδα της Αυστραλίας.
Γέννημα θρέμμα από το Κολλόσσι, με ρίζες από την γραφική και παραδοσιακή Λόφου, ο Ανδρέας δεν ξέχνα τον τόπο του. Άλλωστε, οι μυρωδιές της ελληνικής και κυπριακής κουζίνας, αλλά και τα λαϊκά ελληνικά τραγούδια, ήταν αυτά που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του, πριν από περίπου τρία χρόνια, να αγοράσει μαζί με ακόμη τρεις φίλους του, την παραδοσιακή ελληνική ταβέρνα «Μεζέ. Mαζί», που βρίσκεται στην καρδία της Αδελαΐδας.
Για να καταφέρει να συνεργαστεί σε μια τέτοια επιχείρηση, μόχθησε, εργάστηκε σκληρά και κοπίασε, αφού κατά τη διάρκεια των δέκα χρόνων που μετανάστευσε -κυρίως για οικονομικούς λόγους- από την Κύπρο στην μακρινή Αυστραλία, είχε στερηθεί πολλά.
Δεν χρειάστηκε ούτε μια μέρα να το σκεφτεί, όταν τότε ήταν 24 ετών. Ήταν Δευτέρα όταν το αποφάσισε. Έκλεισε αμέσως τα εισιτήρια και την Παρασκευή ξεκίνησε για το μεγάλο ταξίδι που θα άλλαζε οριστικά την ζωή του. Μακριά από την οικογένειά και τους φίλους του, κράτησε σαν φυλακτό την υπόσχεση που έδωσε στους δικούς του ανθρώπους. Θα επέστρεφε στην Κύπρο μόνο εάν τα κατάφερνε. Πέρασε μέσα από δύσκολους δρόμους και ο στόχος επιτεύχθηκε επτά χρόνια αργότερα.
Ένας σύγχρονος Οδυσσέας
Ο Ανδρέας στην Κύπρο εργαζόταν ως μηχανοδηγός σε φορτηγά. Με τον καιρό τα δεδομένα άλλαζαν, οι δουλειές λιγόστευαν και δύσκολα έβρισκε δουλειά. «Εάν ήμουν τυχερός και έβρισκα δουλειά, δεν πλήρωνε καλά. Εργαζόμουν από παιδί και είχα συνηθίσει διαφορετικά. Ήταν εκεί που αντιλήφθηκα ότι δεν είχα μέλλον στην Κύπρο και έπρεπε να δράσω άμεσα».
Απογοητευμένος, πήρε την πιο γρήγορη και σοβαρή απόφαση της ζωής του. Μέσα σε μια βδομάδα ήταν όλα έτοιμα για να αποχωρήσει από την Κύπρο. «Έφυγα εντελώς ξαφνικά και είχα δώσει έναν όρκο, πως εάν δεν πετύχαινα κάτι, δεν θα επέστρεφε ποτέ για διακοπές στην Κύπρο».
Η επιτυχία δεν ήρθε εν μια νυκτί. Ο δρόμος, ήταν γεμάτος αγκάθια και σαν ένας σύγχρονος Οδυσσέας πάλεψε με ρατσιστικές συμπεριφορές, έμαθε καλά την γλώσσα, δούλευε καθημερινά 18 ώρες και έζησε ιστορίες όπως αυτές που άκουγε μόνο από παππούδες, οι οποίοι χρειάστηκε να μεταναστεύσουν λόγω της τουρκικής εισβολής. «Έζησα τον ρατσισμό, γιατί δεν γνώριζα καλά την γλώσσα. Όταν γινόταν κάτι λάθος στη δουλειά, τα έριχναν πάνω μου γιατί γνώριζαν πως εάν τσακωνόμουν θα με έδιωχναν από την χώρα. Ακούγαμε ιστορίες από τους παππούδες μας και διερωτώμασταν εάν όντως γίνονταν αυτά. Τώρα όμως ξέρω, γιατί τα έχω ζήσει».
Ο πρώτος στόχος που είχε βάλει ήταν να αποκτήσει τις άδειες ώστε να κάνει τη δουλειά που γνώριζε καλύτερα, δηλαδή να γίνει μηχανοδηγός στην Αυστραλία. Ήταν εργάτης σε οικοδομές, εργάστηκε ο ελαιοχρωματιστής, αλλά και σε σφαγείο. Ανάμεσα σε αυτά δεν ξέχασε την αγάπη του για τη μουσική, αφού κάποιες φορές τραγουδούσε σε ελληνικές βραδιές.
Για να αποκτήσει τις άδειες χρειάστηκε να περάσουν τέσσερα χρόνια σκληρής δουλειάς. «Χρειάστηκα να κάνω πολλές δουλειές και πέρασα δύσκολα. Υπήρξε περίοδος που δεν έβρισκα δουλειά εδώ και έτρωγα ψωμί με βούτυρο για μια βδομάδα. Δεν είναι ότι δεν είχα ανθρώπους εδώ να με βοηθήσουν, αλλά ένιωθα ότι έπρεπε και όφειλα να τα καταφέρω μόνος μου».
Ο Ανδρέας, δεν είχε πολλές επιλογές και αφού εργάστηκε σκληρά απέκτησε όλες τις άδειες που χρειαζόταν. Τέσσερα χρόνια αργότερα κατάφερε να έχει δικές του εταιρείες. Είναι ιδιοκτήτης εταιρείας για κατεδαφίσεις και εταιρεία για επιδιορθώσεις σπιτιών.
Η μεγάλη οικογένεια στην Αυστραλία και το στέκι που έγινε δουλειά
Στην Αυστραλία οι ελληνικές παροικίες, μετρούν χιλιάδες Έλληνες και Κύπριους, κάτι που δίνει τη δυνατότητα όσοι ζουν εκεί να γνωρίζονται μεταξύ τους, κυρίως από τα διάσημα Greek nights. Εκεί αλλά και σε άλλες εκδηλώσεις για Έλληνες της παροικίας, γνωρίστηκε ο Ανδρέας με την μεγάλη οικογένεια που απέκτησε στην Αυστραλία, όπως και τη σύζυγό του. «Εδώ γνώρισα ανθρώπους και οικογένειες που με στήριξαν πάρα πολύ. Μου άνοιξαν το σπίτι τους, πίστεψαν σε εμένα. Στην Αυστραλία απέκτησαν μεγαλύτερη οικογένεια από αυτήν που είχα στην Κύπρο».
Η Πέμπτη, είχε καθιερωθεί από τους στενούς του φίλους ως η μέρα για μεζέ, αφού είχαν πάντα κράτηση στο αγαπημένο τους στέκι. Το «Μεζέ. Μαζί». Τα ελληνικά πιάτα και η ελληνική μουσική, τους έφερνε πιο κοντά στην χώρα τους. «Πηγαίναμε στο μαγαζί κάθε Πέμπτη. Ότι και να γινόταν θα ήμασταν εκεί. Ακόμη και η γυναίκα μου γνώριζε πως και τα γενέθλιά της να είχε την Πέμπτη θα έπρεπε να τα γιορτάζαμε την Παρασκευή. Η ημέρα είχε καθιερωθεί».
Όταν όμως ήρθε η πανδημία και η καραντίνα το μαγαζί έκλεισε. Παρόλα αυτά, η παρέα δεν πτοήθηκε και μαζί με τον ιδιοκτήτη, για το διάστημα εκείνο, μετέφεραν το στέκι στο σπίτι του Ανδρέα. Μαζεύονταν κάθε Πέμπτη, όπως συνήθιζαν για την καθιερωμένη τους μάζωξη. Ήταν εκεί που άρχισαν οι πρώτες συζητήσεις για την ιδέα να αγοράσουν το μαγαζί. Έλεγαν για αστείο, «τόσες πολλές φορές ήρθαμε στο μαγαζί, που θα ήταν καλύτερα να το αγοράζαμε».
Όμως το αστείο έγινε πραγματικότητα. Ο ιδιοκτήτης είχε κουραστεί με τη διαχείριση του μαγαζιού, έτσι ο Ανδρέας, ακόμη ένας Κύπριος και δύο Ελλαδίτες, δηλαδή η παρέα των τεσσάρων και του τραπεζιού της Πέμπτης, έγιναν οι ιδιοκτήτες. «Η παρουσία μας δεν είναι πλέον για διασκέδαση, είναι δουλειά και είναι μια δουλειά που μας ευχαριστεί γιατί αγαπάμε πάρα πολύ το στέκι μας».
Το μαγαζί, γνωρίζει μεγάλη επιτυχία και έχει αποκτήσει θαυμαστές από όλη την Αυστραλία. Τουρίστες από όλες τις χώρες, Έλληνες που ζουν σε άλλες πόλεις, κάνουν χιλιόμετρα για να δοκιμάσουν από τα ελληνικά παραδοσιακά εδέσματα. Βέβαια, δεν λείπουν και οι διασημότητες που ταξιδεύουν στην Αυστραλία για τις ελληνικές βραδιές, όπως ο Θάνος Πετρέλης, ο Πλούταρχος και ο Τριαντάφυλλος, Πρέσβεις και Έλληνες εύζωνες. «Έρχονται και οι πολιτικοί της Αυστραλίας για να δοκιμάσουν την κουζίνα μας, μας επισκέφθηκε και ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας Μακάριος».
Σε μια τέτοια ελληνική βραδιά, είχε γνωριστεί ο Ανδρέας με την Ελληνίδα γυναίκα του πριν από εννέα χρόνια, η οποία μάλιστα διατηρεί σελίδα στο YouTube με το όνομα «Thespinis Asimina» μέσα από την οποία με αστεία βίντεο δίνει το έναυσμα στα μικρά παιδιά να μάθουν την ελληνική γλώσσα.
Οι στόχοι που επιτεύχθηκαν και το παράπονο
Με τον γάμο, την επιστροφή του στην Κύπρο για διακοπές μετά από επτά χρόνια και τα νέα οικονομικά ανοίγματα, είναι προφανές πως οι στόχοι που έθεσε ο Ανδρέας έχουν επιτευχθεί και με το παραπάνω. Πλέον, είναι σίγουρος ότι τα έχει καταφέρει. «Είμαι πολύ ευχαριστημένος από την απόφαση που πήρα να φύγω από την Κύπρο. Φαίνεται ότι άξιζε να δυσκολευτώ για να γίνω αυτός που είμαι σήμερα. Το πείσμα μου για να δω τους δικούς μου μετά από επτά χρόνια με βοήθησε να τα καταφέρω».
Ο Ανδρέας, έκλεισε με ένα παράπονο προς την πολιτεία. Γνωρίζει πως δέκα χρόνια από τη δική του φυγή, η Κύπρος ακόμη δεν προσφέρει ευκαιρίες στους νέους και τους αναγκάζει είτε να εργάζονται με χαμηλούς μισθούς, είτε τους αναγκάζει να μεταναστεύσουν. «Θέλω να αναδειχθεί το πρόβλημα που υπάρχει στην Κύπρο. Λειτουργούμε πολύ λάθος σε σύγκριση με άλλες χώρες. Πρέπει να βοηθάμε πρώτα το σπίτι μας και μετά τους ξένους. Δεν μπορεί στο σπίτι μας να μην έχει χρήματα και να πεινάει και να δίνουμε χρήματα αλλού».
Με τα τελευταία του λόγια, ο Ανδρέας, θέλει να κινητοποιήσει την πολιτεία ώστε κανένας άλλος νέος να μην φύγει από την χώρα μας, αλλά του εναντίον όπως αναφέρει, να δοθούν ευκαιρίες, ώστε να ανοίξουν τα φτερά της επιτυχίας στην Κύπρο, κοντά στην οικογένεια και τους φίλους τους.