«Άμεση ανάγκη διαχωρισμού εξουσιών Εισαγγελέα, ξεδοντιασμένη η Αρχή κατά της Διαφθοράς»
06:00 - 16 Απριλίου 2023
Την ανάγκη ριζικών αλλαγών και τολμηρών αποφάσεων για να διορθωθούν μια σειρά κακώς εχόντων πραγμάτων που πλήττουν τη Δικαιοσύνη και προκαλούν παρατεταμένη κρίση θεσμών, εκφράζει ο γνωστός νομικός, Αχιλλέας Δημητριάδης, ο οποίος τονίζει ότι η απονομή Δικαιοσύνης έχει τεράστια σημασία για ένα κράτος και σίγουρα η ανυπαρξία επαρκούς αιτιολογίας κάνει τα πράγματα χειρότερα.
Ο κ. Δημητριάδης, μιλώντας στον REPORTER, αναφέρεται στην κρίση της Εισαγγελίας, εκφράζοντας την άποψη πως η θέση που καταγράφηκε προεκλογικά από όλους σχεδόν τους υποψηφίους για διαχωρισμό των εξουσιών, θα πρέπει να τροχιοδρομηθεί, ενώ κρατά μικρό καλάθι σε σχέση με το που μπορεί να φτάσει η Αρχή κατά της Διαφθοράς, λόγω του ξεδοντιάσματος όπως το χαρακτηρίζει που προηγήθηκε στη Βουλή. Την ίδια ώρα αναφέρεται στη σημασία του ΕΔΑΔ, το οποίο χαρακτηρίζει ως την τελευταία διέξοδο για να βρει κάποιος το δίκαιο του, ενώ απαντά και στο ερώτημα σε σχέση με τις προσωπικές του προθέσεις και τα επόμενα πολιτικά βήματά του.
Ο κ. Δημητριάδης, αφού εξέφρασε την άποψη ότι η Δικαιοσύνη στην Κύπρο περνά από κρίση, υπενθύμισε πως ο ίδιος συμπεριέλαβε και το θέμα του Τίμιου Κράτους, στο οποίο επικέντρωσε τις προσπάθειες του. «Ήθελα να δώσω μια διαφορετική οπτική στα πράγματα με σκοπό την αύξηση της διαφάνειας και τη μείωση της διαφθοράς. Η απονομή δικαιοσύνης έχει τεράστια σημασία για ένα Τίμιο κράτος και σίγουρα η ανυπαρξία επαρκούς αιτιολογίας κάνει τα πράγματα χειρότερα».
Μάλιστα κατέγραψε τα μεγαλύτερα προβλήματα, που συνθέτουν το σύννεφο της αμφισβήτησης που διακατέχει τους πολίτες για το σύστημα. Σύμφωνα με τον κ. Δημητριάδη αυτά είναι, η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνη, η σύγκρουση συμφέροντος, το αναποτελεσματικό «Πόθεν Έσχες» η υπερσυγκέντρωση εξουσιών στον Γενικό Εισαγγελέα και η ανυπαρξία συστήματος ελέγχου των διορισμών ανεξάρτητων αξιωματούχων. Όπως εξήγησε, αυτά, «είναι τα κύρια ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν αν πράγματι η πρόθεση και η προσπάθειά μας αποσκοπεί στη δημιουργία Κράτους Δικαίου».
Σε σχέση με τον θεσμό του Γενικού Εισαγγελέα, και την ομογνωμία που καταγράφηκε προεκλογικά μεταξύ των υποψηφίων για την Προεδρία της Δημοκρατίας, έτσι ώστε να υπάρξει διαχωρισμός εξουσιών, ο κ. Δημητριάδης, υπέδειξε πως αυτό μπορεί να συμβεί με μια απλή τροποποίηση του Άρθρου 113 του Συντάγματος.
«Δυστυχώς», συνέχισε, «παρ’ όλες τις προεκλογικές δεσμεύσεις δεν έχω δει την τροποποίηση να προωθείται ή έστω να έχει αρχίσει μια συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα. Αυτό είναι ένα δεύτερο ζήτημα που πρέπει να μας απασχολήσει ως πολίτες. Ο έλεγχος αυτών που ασκούν εξουσία, ούτως ώστε οι προεκλογικές υποσχέσεις και δεσμεύσεις να μην εγκαταλείπονται ή ξεχνιούνται την επομένη των εκλογών».
Ως προς τα αίτια που δημιούργησαν την κρίση γύρω από τον θεσμό του Γενικού Εισαγγελέα, ο κ. Δημητριάδης, αφού σημείωσε πως το 1960 ο διπλός αυτός ρόλος ήταν θεμιτός. εξήγησε πως, «με την πάροδο του χρόνου διαφάνηκε (σε χώρες της Κοινοπολιτείας και στην Αγγλία ειδικά) ότι ο θεσμός θα λειτουργούσε ορθότερα εάν διαχωρίζονταν οι δύο αρμοδιότητες».
Και πρόσθεσε: «Φαίνεται, δυστυχώς, ότι για πολλά χρόνια στη χώρα μας δεν ήταν προτεραιότητα ο εκσυγχρονισμός των θεσμών και φτάσαμε στην κατάσταση που είμαστε σήμερα. Ίσως αυτό να βολεύει κάποιους. Πέραν της σύγκρουσης συμφέροντος όμως, ο τρόπος επιλογής του ΓΕ (όπως και άλλων ανεξάρτητων θεσμών) δεν διασφαλίζει την ανεξαρτησία του, η οποία θα έπρεπε να είναι ένα από τα κύρια ζητούμενα».
Στο ερώτημα εάν πρέπει οι αποφάσεις που έφεραν ρωγμές ως προς τον τρόπο της απονομής Δικαιοσύνης, με βάση και το ποιοι εμπλέκονται, να ελεγχθούν ξανά, ο κ. Δημητριάδης σχολίασε πως πρόκειται για το φιλοσοφικό ερώτημα για το ποιος θα δικάσει τους Δικαστές. «Αυτή η ισορροπία πρέπει να υπάρχει στο σύστημα. Δυστυχώς όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα και η σύγκρουση συμφέροντος όπως και η ανεξαρτησία πρέπει να ελεγχθούν. Ευτυχώς που υπάρχει και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που παρέχει διέξοδο, για να μην ξεφεύγουμε εντελώς. Μετά την καταδικαστική του απόφαση μπορεί να επανανοίξει μια υπόθεση», είπε ο κ. Δημητριάδης.
Σε σχέση με την Αρχή κατά της Διαφθοράς και στο ερώτημα εάν οι έρευνες που διεξάγει και θα διεξάγει θα συμβάλουν στην πάταξη της Διαφθοράς και θα δημιουργήσουν νέα δεδομένα, ο κ. Δημητριάδη, τη χαρακτήρισε ως μια διέξοδο, ωστόσο επεσήμανε το ξεδόντιασμά της στο στάδιο της Νομοθετικής Ρύθμισης των εξουσιών της. «Η Αρχή», εξήγησε, «δεν έχει βασικές δικαιοδοσίες διότι έτσι την σχεδίασε ο Νομοθέτης. Η Αρχή δεν έχει δόντια στην καθομιλουμένη. Και ακόμα χειρότερα, με παρέμβασή του ο Γενικός Εισαγγελέας μπορεί να σταματά τη διαδικασία. Αυτά δεν είναι ορθολογιστικά πράγματα. Είτε θα είναι ανεξάρτητη και αποτελεσματική η Αρχή, είτε δεν έχει λόγο ύπαρξης».
Προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω, ερωτηθείς για το θέμα της διαχείρισης των πορισμάτων της Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς για τις υποθέσεις που εμπλέκονται οι επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας, όπως για παράδειγμα τα διαβατήρια και κληθείς να απαντήσει στο ερώτημα, ποιος θα πρέπει να εξετάσει τις εισηγήσεις. ο κ. Δημητριάδης εξέφρασε τον προβληματισμό του για τις πρόνοιες της Νομοθεσίας. «Υπάρχει ακριβώς ένα θεσμικό πρόβλημα το οποίο κατά τη νομοθετική διαδικασία αγνοήθηκε παρ’ όλο που είχε τεθεί. Μόνο με νομοθετική ρύθμιση λύνεται το πρόβλημα και πρέπει να γίνει άμεσα. Επίσης το ζήτημα της σύγκρουσης συμφέροντος είναι τεράστιο και πρέπει και αυτό να τύχει σωστής διαχείρισης διότι διαβρώνει το σύστημα».
Ερωτηθείς για το θέμα των παρεμβάσεων της Εισαγγελίας και την αναστολή ιδιωτικών διώξεων που ενδεχομένως να παραβιάζονται Συνταγματικά δικαιώματα των πολιτών, ο κ. Δημητριάδης εξέφρασε την άποψη πως, «υπάρχει μια κατάχρηση του συνταγματικού αυτού δικαιώματος και θα πρέπει να υπάρχει έλεγχος. Δεν μπορεί με μια γενική αναφορά στο δημόσιο συμφέρον να υπάρχουν αυτές οι αναστολές ποινικών διώξεων, χωρίς μάλιστα αιτιολογία».
Μάλιστα χαρακτήρισε το ΕΔΑΔ, ως την τελευταία ελπίδα για να βρει κάποιος το δίκαιο του. Όπως εξήγησε, κληθείς να απαντήσει για την αύξηση των προσφυγών στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και το γεγονός ότι στο σκαμνί κάθεται η Κύπρος και όχι οι άμεσα εμπλεκόμενοι, ακόμη κι έτσι λειτουργεί και αναγκάζει τα Κράτη (περιλαμβανόμενης της Κυπριακής Δημοκρατίας) να επανέρχονται στον σωστό δρόμο δηλαδή αυτόν του σεβασμού των Ευρωπαϊκών Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. «Βέβαια την πληρώνει ο φορολογούμενος, όμως έτσι τουλάχιστον διορθώνεται η παραβίαση και δεν επαναλαμβάνεται στο μέλλον. Κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να υπάρχουν και επιπτώσεις πέρα από τις πολιτικές ευθύνες», εξήγησε.
Ως προς τα επόμενα βήματα που θα πρέπει να γίνουν, ώστε οι πολίτες να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη τους έναντι των θεσμών, ο κ. Δημητριάδης, εξέφρασε την άποψη πως το πρώτο είναι να επιταχυνθεί ο χρόνος απονομής της δικαιοσύνης για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη του κόσμου στο Δικαστικό Σύστημα. Το δεύτερο, πρόσθεσε, είναι να διαχωριστούν οι αρμοδιότητες του Γενικού Εισαγγελέα. Το τρίτο να γίνει αποτελεσματικό «Πόθεν Έσχες». Το τέταρτο να υπάρχει διαφανής τρόπος επιλογής των ανεξάρτητων αξιωματούχων, π.χ. με δημόσιες ακροάσεις στην Βουλή. Και πέμπτο να ενδυναμωθεί και να ανεξαρτητοποιηθεί σωστά η Αρχή κατά της Διαφθοράς.
Εξάλλου σε ότι αφορά τα δικα΄του προσωπικά επόμενα βήματα και ερωτηθείς εάν πρόκειται να προχωρήσει με την ίδρυση ενός νέου πολιτικού κόμματος, ο κ. Δημητριάδης, επανέλαβε πως πρόθεση του είναι να παραμείνει ενεργός στην πολιτική ζωή. «Ο σκοπός είναι να συνεχίσω την κριτική ενασχόληση μου με τα κοινά, με προτεραιότητες το «Τίμιο Κράτος», το Κυπριακό και τα περιβαλλοντικά ζητήματα. Νομίζω είναι λάθος να ταυτίζουμε τη συμμετοχή στην πολιτική και τα κοινά αποκλειστικά με την ίδρυση κόμματος. Δεν είναι αυτός ο μόνος δρόμος. Συνεπώς, η ίδρυση κόμματος δεν είναι κατι που με απασχολεί ως προτεραιότητα», επεσήμανε ο κ. Δημητριάδης.