Η υποεκπροσώπηση των γυναικών, η αποτυχία του συστήματος και οι κομματικές ευθύνες
Μικαέλλα Λοΐζου 06:00 - 08 Μαρτίου 2023
Σοβαρά ελλείμματα σε ό,τι αφορά την αξιοποίηση και την ανέλιξη των γυναικών παρουσιάζονται στο κομματικό σύστημα της Κύπρου, το οποίο αποτυγχάνει να παράγει γυναίκες στελέχη με την ίδια συχνότητα που παράγει άντρες στελέχη και να τις τοποθετεί στην πρώτη γραμμή, ώστε να λαμβάνουν την απαραίτητη προβολή και να μην χρειάζεται να καλύψουν πολλαπλάσια απόσταση για να καταφέρουν να βρεθούν στα κέντρα λήψεως αποφάσεων. Ως απότοκο αυτής της κατάστασης, οι γυναίκες συστηματικά υποεκπροσωπούνται σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής ζωής του τόπου.
Η πραγματικότητα είναι πως, αντί τα κόμματα να φροντίζουν να δημιουργούν γυναίκες πολιτικούς, κάθε φορά που έχουμε εκλογές βγαίνουν στο ψάξιμο για να βρουν λίγες γυναίκες για τα ψηφοδέλτιά τους από την κοινωνία των πολιτών, αφού δεν διαθέτουν αρκετά στελέχη στις τάξεις τους, επειδή δεν προνόησαν να αποτελέσουν φιλόξενα περιβάλλοντα γι’ αυτές σε προηγούμενο χρόνο. Και, κάπως έτσι, η Κύπρος διαθέτει μόνο τρεις γυναίκες υπουργούς, τρεις υφυπουργούς, οκτώ βουλεύτριες, μία ευρωβουλεύτρια και αρκετά κόμματα τα οποία, στις επόμενες εκλογές, θα παραπονιούνται ότι «ψάχνουμε για γυναίκες και δεν βρίσκουμε» ή «προτείνουμε σε γυναίκες και δεν δέχονται», επειδή δεν εντοπίζουν αρκετές γυναίκες πρόθυμες να προσγειωθούν με αλεξίπτωτο στα ψηφοδέλτιά τους και να ανταγωνιστούν τα χρόνια κομματικής ζύμωσης και προώθησης που έχουν οι άντρες στελέχη τους, ασχέτως ικανοτήτων και διάθεσης για προσφορά.
Παρόλο που ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε υποσχεθεί οι διορισμοί του θα είναι 50-50, ώστε να υπάρχει ίση εκπροσώπηση των δύο φύλων, ο στόχος δεν επιτεύχθηκε τελικά. Αν και στο ευρύτερο πλέγμα των συνεργατών του υπάρχει μεγαλύτερη γυναικεία εκπροσώπηση από ό,τι συνηθιζόταν στο παρελθόν (11 γυναίκες και 14 άντρες), είναι ξεκάθαρο πως οι περισσότερες από αυτές τις 11 γυναίκες δεν αποτελούν προϊόντα του πολιτικού συστήματος του τόπου.
Από το κυβερνητικό σχήμα και το ευρύτερο περιβάλλον του, σε ό,τι αφορά τις γυναίκες, προερχόμενες από τα κόμματα θεωρούνται μόνο η Υφυπουργός Ναυτιλίας, Μαρίνα Χατζημανώλη, η οποία ήταν στις τάξεις του ΔΗΣΥ και διετέλεσε δημοτική σύμβουλος Λεμεσού και η Επίτροπος Περιβάλλοντος Μαρία Παναγιώτου, η οποία, μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων της, ήταν η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΔΕΚ. Η Υπουργός Δικαιοσύνης Άννα Προκοπίου, αν και χρεώνεται στο ΔΗΚΟ, δεν υπήρξε ποτέ κομματικό στέλεχος, καθώς η εμπλοκή της προέκυψε μέσα από το επιτελείο του Νικόλα Παπαδόπουλου και δεν πέρασε ποτέ από τα συλλογικά όργανα και τις διαδικασίες ανέλιξης του κόμματος. Όλες οι υπόλοιπες γυναίκες στις οποίες ανέθεσε σημαντικά καθήκοντα ο Νίκος Χριστοδουλίδης θεωρούνται είτε τεχνοκρατικές επιλογές, είτε άτομα του δικού του περιβάλλοντος και δεν μπήκαν στην πολιτική διά της κομματικής οδού.
Μιλώντας στον REPORTER, η διευθύντρια του Μεσογειακού Ινστιτούτου Μελετών Κοινωνικού Φύλου (MIGS) Σουζάνα Παύλου, εξήγησε ότι «ποτέ δεν υπήρχαν ούτε σε επίπεδο κράτους, ούτε σε επίπεδο κομμάτων ουσιαστικές προτάσεις για την προώθηση των γυναικών στα κέντρα λήψεως αποφάσεων». Ακόμη και το 50-50 που είχαν ως προεκλογική δέσμευση οι βασικοί υποψήφιοι, δεν ήταν ουσιαστική πρόταση αλλά μια αυθαίρετη προεκλογική διακήρυξη χωρίς να έχει υπόβαθρο ή περιεχόμενο, πρόσθεσε.
Στην πραγματικότητα, όπως επεσήμανε, ουδέποτε στην Κύπρο δημιουργήθηκε τάση για αύξηση της πρόσβασης των γυναικών στα κέντρα λήψεως αποφάσεων. Η πρώτη γυναίκα μπήκε στη Βουλή το 1981. Μέχρι το 2006 καταφέραμε και ανεβάσαμε τον αριθμό των βουλευτριών σε οκτώ και σήμερα εξακολουθούμε να έχουμε οκτώ γυναίκες στα κοινοβουλευτικά έδρανα. Άρα δεν υπάρχει κάποια αυξητική τάση αλλά αυξομειώσεις ενός ή δύο ατόμων, πολύ ευδιάκριτες στους μικρούς αριθμούς. Αυτό, όπως τόνισε, οφείλεται στο γεγονός πως δεν υπάρχει καμία ξεκάθαρη πολιτική προώθησης των γυναικών σε αυτά τα κέντρα. Και δεν αφορά αποκλειστικά τα κόμματα, που φέρουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης, αλλά και το κράτος ευρύτερα.
Πιο έτοιμη η κοινωνία
Όπως εξήγησε η Σουζάνα Παύλου, η κοινωνία απέδειξε πως είναι πιο έτοιμη από το σύστημα σε ό,τι αφορά την τοποθέτηση γυναικών σε θέσεις εξουσίας. Το κόμματα σχεδόν ποτέ δεν υιοθετούν εσωτερικές πολιτικές για την προώθηση των γυναικών, πέραν από κάποιες ποσοστώσεις. «Δεν ξεκινάς από το ψηφοδέλτιο, υπάρχουν κανάλια που πρέπει να περάσεις για να ανελιχθείς. Ποιες εσωτερικές πολιτικές έχουν τα κόμματα γι’ αυτόν τον σκοπό; Ποιες διευκολύνσεις παρέχουν; Τι περιβάλλον καλλιεργούν στο εσωτερικό τους για να προσελκύουν νέες γυναίκες για να ασχοληθούν με την πολιτική και τη δημόσια ζωή;», διερωτήθηκε.
Συχνά τα κόμματα δικαιολογούνται, λέγοντας πως είναι στο χέρι των ψηφοφόρων η παρουσία περισσότερων γυναικών, ωστόσο, σύμφωνα με την κ. Παύλου, αυτό δεν ισχύει, καθώς «οι ψηφοφόροι έδειξαν ξεκάθαρα ότι είναι πολύ πιο μπροστά από τα κόμματα, εμπιστεύονται τις γυναίκες και ψηφίζουν τις γυναίκες». Στα ψηφοδέλτιά τους ήταν πρώτες η Ειρήνη Χαραλαμπίδου, η Αννίτα Δημητρίου, η Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, γεγονός που δείχνει πως οι ψηφοφόροι βάζουν σταυρούς προτίμησης στις γυναίκες όταν έχουν την επιλογή, αλλά τα κόμματα διαχρονικά δεν τους προσφέρουν αρκετές επιλογές.
«Είναι απαράδεκτο να ρίχνουν την ευθύνη στους ψηφοφόρους και κυρίως στις γυναίκες ψηφοφόρους. Δεν θα ψηφίζουμε γυναίκες επειδή είναι γυναίκες. Αν υπάρχουν γυναίκες στο ψηφοδέλτιο που δεν τις είδαμε ποτέ, δεν ξέρουμε καλά καλά ποιες είναι, δεν ακούσαμε σχεδόν ποτέ τον πολιτικό τους λόγο, είναι προσβολή να αναμένουν ότι θα τις ψηφίσουμε επειδή είναι γυναίκες. Κάθε πολίτης θέλει να κάνει υπεύθυνες επιλογές και όπως υπάρχουν πολλές επιλογές μεταξύ ανδρών, πρέπει να υπάρχουν και πολλές επιλογές μεταξύ γυναικών», τόνισε.
Συνεπώς, είναι τα κόμματα που συντηρούν αυτή τη σύνθεση στην εξουσία με την συμπεριφορά τους, καθώς δεν φαίνεται να επιδιώκουν την αλλαγή που θα οδηγήσει στην ισότητα. «Η απλή αλήθεια είναι ότι για να έχουν περισσότερη εξουσία οι γυναίκες, σημαίνει ότι θα αφήσουν μερίδιο της εξουσίας οι άντρες. Στην πολιτική οι θέσεις είναι πολύ περιορισμένες και περισσότερες γυναίκες σημαίνει λιγότεροι άντρες», ανέφερε η διευθύντρια του MIGS.
Το κράτος, βεβαίως, θα μπορούσε να εξαναγκάσει τα κόμματα να αλλάξουν νοοτροπία, αν δεν το κάνουν από μόνα τους, επιβάλλοντας κυρώσεις σε όσα δεν ακολουθούν πολιτικές που να δημιουργούν την κατάλληλη κουλτούρα. Για παράδειγμα, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν δείκτες σε σχέση με τις πρακτικές τους, οι οποίοι δεν είναι απαραίτητο να συνδέονται με ποσοστώσεις. Θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν σχέδια για την προώθηση της ισότητας, κώδικες για τη σεξουαλική παρενόχληση και τη σεξιστική συμπεριφορά, εσωτερικές διαδικασίες που να προωθούν ενεργά την ισότητα, την παρουσία των γυναικών στα συλλογικά όργανα και την ύπαρξη μηχανισμού ελέγχου, όπως εξήγησε. Άλλωστε, σημείωσε η κ. Παύλου, η Δημοκρατία έχει ανάγκη από standards. Σε περίπτωση που δεν ακολουθούνται αυτά, το κράτος θα μπορούσε να επιβάλει κυρώσεις, όπως αποκοπή ενός ποσοστού της κρατικής χορηγίας. Με αυτόν τον τρόπο, τα κόμματα θα αναγκαστούν να σκέφτονται συνεχώς την ανάγκη προώθησης των γυναικών και όχι όποτε ψάχνουν άτομα για να κλείσουν ψηφοδέλτια.
Παρόμοια φαινόμενα υπάρχουν, ωστόσο, και ευρύτερα, όπως στον επιχειρηματικό κόσμο, όπου η Κύπρος επίσης πατώνει στους ευρωπαϊκούς δείκτες σε ό,τι αφορά τις γυναίκες σε διευθυντικές θέσεις και Διοικητικά Συμβούλια, ενώ η πανδημία μας ξεγύμνωσε και σε ό,τι αφορά το βάρος που επωμίζονται οι περισσότερες Κύπριες σε σχέση με την φροντίδα των παιδιών και του σπιτιού, όταν τα lockdowns αφαίρεσαν από την εξίσωση τις γιαγιάδες, τις οικιακές βοηθούς, τις νηπιαγωγούς και άλλες γυναίκες που έχουν διαχρονικά αυτές τις ευθύνες.
Γι’ αυτό και, σύμφωνα με τη Σουζάνα Παύλου, χρειάζεται μια ξεκάθαρη στρατηγική που να λέει που ήμασταν, πού είμαστε, ποιος είναι ο στόχος μας και ποιοι είναι οι δείκτες παρακολούθησης, ώστε να μπορούμε να αξιολογούμε. Χρειάζονται, ταυτόχρονα, πολιτικές που να περιλαμβάνουν και θετικές δράσεις σε πολλά επίπεδα και τέτοιες δεν είναι μόνο οι ποσοστώσεις. Χρειάζεται εκπαίδευση, δομές και διευκολύνσεις. Εφαρμογή των σχετικών νόμων, όπως αυτός για τον σεξισμό. Χρειάζεται, κυρίως, αλλαγή αντιλήψεων.
Οι εργοστασιακές ρυθμίσεις
Η 8η Μαρτίου είναι όπως τις προεκλογικές περιόδους. Διαχρονικά προσφέρεται για εύηχες διακηρύξεις, χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο, που καλλιεργούν υποσχέσεις κι όχι πρόσφορο έδαφος για τις γυναίκες της Κύπρου. Που προσφέρεται για αμήχανα «θα» και «να», χωρίς σχεδιασμό, πλάνο υλοποίησης και ολοκληρωμένη στρατηγική που να περιλαμβάνει έρευνα, πολιτικές και μεθόδους εφαρμογής και ελέγχου. Που το δημοκρατικό μας έλλειμμα καθίσταται προτεραιότητα στις ανακοινώσεις και στις δηλώσεις κι ύστερα το σύστημα επιστρέφει στις εργοστασιακές του ρυθμίσεις, με λίγη πατριαρχία και πολλή αδιαφορία. Μέχρι την επόμενη φορά που κάποιος ευρωπαϊκός δείκτης θα μας κάνει να ντραπούμε και θα παραδεχθούμε πως έχουμε πρόβλημα, το οποίο το πολιτικό μας σύστημα δεν ενδιαφέρεται να λύσει.
Αυτός ο κύκλος πρέπει να σπάσει. Μέσα από πολιτική βούληση, συγκεκριμένη στρατηγική κι αλλαγή νοοτροπίας. Μέσα από ενέργειες χειροπιαστές και αποτελεσματικές. Πρέπει να σπάσει στο κεντρικό κράτος, πρέπει να σπάσει στα κόμματα. Πρέπει να σπάσει επειδή, όσο συντηρείται, διαβρώνει τα θεμέλια της ισότητας στην Κύπρο, η οποία αναπόφευκτα περνά και μέσα από την εξουσία.