Ο θόλος προστασίας Κατσουνωτού, το δημόσιο συμφέρον και οι σκιές στη Νομική Υπηρεσία
Μικαέλλα Λοΐζου 06:00 - 24 Μαρτίου 2023
Ο θόλος που χτίστηκε από την Νομική Υπηρεσία για να προστατέψει τον Μιχάλη Κατσουνωτό απέκτησε κι άλλο ύψος, καθώς, μετά την απόφαση να μην κατηγορηθεί από το κράτος για τα ποινικά αδικήματα που εντόπισε ο ποινικός ανακριτής, στο πλαίσιο της διερεύνησης των καταγγελιών της Διεύθυνσης των Κεντρικών Φυλακών εναντίον του, πλέον έχει μπλοκάρει και τις προσπάθειες να βρεθεί στις δικαστικές αίθουσες διά της ιδιωτικής οδού. Υπενθυμίζεται ότι «κολλημένη» είναι και η πειθαρχική υπόθεση εναντίον του από την Αστυνομία, η οποία, όποτε ερωτάται για το θέμα, απαντά πως μελετά τα box files, παρόλο που αυτό είναι το μοναδικό παράθυρο για πιθανές επιπτώσεις που άφησε ανοιχτό η Νομική Υπηρεσία.
Τα ερωτήματα που προκαλούνται στον απλό πολίτη είναι πλέον πολλά, καθώς η έκβαση της υπόθεσης Κατσουνωτού από τότε που πρωτοήλθε στο φως της δημοσιότητας μέχρι και σήμερα, θυμίζει σενάριο σειράς, αντί να εμπνέει σιγουριά ότι οι Αρχές αυτού του κράτους έχουν κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να διασφαλίσουν ότι δεν υπάρχει ίχνος διαφθοράς ή παρανομίας στις τάξεις της Αστυνομίας. Η αίσθηση που υπάρχει είναι πως, αν οι καταγγελίες αφορούσαν ένα «αστυνομικούι» της πρώτης γραμμής κι όχι έναν εκ των διοικητών της Δύναμης, ίσως τα πράγματα να λάμβαναν διαφορετική τροπή και οι καταγγελίες, μετά και τα ευρήματα του ποινικού ανακριτή, θα έφταναν ενώπιον Δικαστηρίου και δεν θα κρινόταν ότι κάτι τέτοιο είναι αντίθετο με το δημόσιο συμφέρον.
Αυτή η εντύπωση δεν δημιουργήθηκε τυχαία, αφού, από την πρώτη στιγμή, οι Αρχές -σε όλα τα επίπεδα- άφηναν να νοηθεί πως υπήρχε κάποιου είδους απροθυμία στη διερεύνηση καταγγελιών που στρέφονταν κατά ενός υψηλόβαθμου στελέχους της Αστυνομίας, ακόμη κι αν αυτές προέρχονταν από μία υψηλόβαθμη κρατική αξιωματούχο, διευθύντρια ενός νευραλγικού χώρου για την δημόσια ασφάλεια.
Ενώ αυτοί που έπρεπε να γνωρίζουν, έλαβαν γνώση κάποιες εβδομάδες πριν για τα όσα είχαν ανακαλύψει η Διευθύντρια των Κεντρικών Φυλακών και η Υποδιευθύντρια, δεν έγινε καμία απολύτως ενέργεια, μέχρι που το ζήτημα είδε το φως της δημοσιότητας. Ακόμη και τότε, όμως, υπήρχε η απαίτηση η κ. Αριστοτέλους να προβεί σε επίσημη καταγγελία για να υπάρξει οποιαδήποτε αντίδραση, παρόλο που οι πολίτες θα ανέμεναν πως θα δρούσαν αυτεπάγγελτα με ταχύτητα φωτός, υπό το βάρος των καταγγελιών. Αφού οι δικηγόροι της έπραξαν τα δέοντα, διορίστηκε ως ανεξάρτητος ποινικός ανακριτής ο Αχιλλέας Αιμιλιανίδης, ο οποίος ολοκλήρωσε το ανακριτικό έργο σε πολύ λιγότερο χρόνο από όσο χρειάστηκαν οι αρμόδιοι στη Νομική Υπηρεσία να μελετήσουν το πόρισμά του.
Η τότε Υπουργός Δικαιοσύνης, Στέφη Δράκου, επέδειξε επίσης απροθυμία να θέσει τον Μιχάλη Κατσουνωτό σε διαθεσιμότητα, καθώς, παρά τη σοβαρότητα των κατηγοριών και την έναρξη της ποινικής διερεύνησης, ήθελε πρώτα να ακούσει τις δικές του απόψεις, ενώ παρατηρείτο καθυστέρηση κάθε φορά που θα έπρεπε να υπάρξει ανανέωση. Παράλληλα, ουδέποτε έδειξε να θορυβείται από το περιεχόμενο των καταγγελιών, που αφορούσαν τις πρακτικές υψηλόβαθμού αξιωματικού μιας υπηρεσίας της οποίας ήταν προϊστάμενη έναντι μιας άλλης υπηρεσίας που ήταν προϊστάμενη. Αντιθέτως, όταν με αφορμή την παράδοση των πορισμάτων για την υπόθεση Κατσουνωτού και την υπόθεση του Θανάση Νικολάου ερωτήθηκε αν πρέπει να γίνουν τομές στην Αστυνομία, διερωτήθηκε «τι εννοείτε τομές;», θεωρώντας προφανώς ότι όλα λειτουργούσαν ρολόι στη Δύναμη. Όταν, πάντως, ολοκλήρωσε την έρευνά του ο κ. Αιμιλιανίδης, το πρώτο πράγμα που έσπευσε να κάνει η κ. Δράκου, επιδεικνύοντας αυτή τη φορά εξαιρετικά γρήγορα αντανακλαστικά, ήταν εντός μερικών λεπτών να ανακοινώσει την άρση της διαθεσιμότητας που έδειξε πως ποτέ δεν ήθελε να επιβάλει στον κ. Κατσουνωτό.
Στο μεσοδιάστημα, δύο φορές η κ. Αριστοτέλους από καταγγέλλουσα βρέθηκε στο στόχαστρο εκδικητικά κατά την ίδια. Την μία όταν διορίστηκαν ποινικοί ανακριτές για να διερευνήσουν το ζήτημα της ύπαρξης ναρκωτικών και κινητών στις Κεντρικές Φυλακές, κατόπιν ενός τηλεοπτικού ρεπορτάζ και χωρίς να προηγηθεί επίσημη καταγγελία (για το θέμα εκκρεμεί και καταγγελία ενώπιον της Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς, αφού υπάρχουν πληροφορίες για προσπάθεια προσέγγιση μαρτύρων στους οποίους προσφέρθηκαν ανταλλάγματα), οι οποίοι δεν κατέληξαν σε οτιδήποτε το μεμπτό κατά της Διεύθυνσης των Φυλακών. Η δεύτερη ήταν όταν διερευνήθηκε από την Αστυνομία υπόθεση για διαρροή ενός email, το οποίο σχετιζόταν με το σκάνδαλο της μη ορθής λειτουργίας του συστήματος φραγής κινητών των Φυλακών. Παρά τις πολλές ώρες που πέρασαν η Άννα Αριστοτέλους και η Αθηνά Δημητρίου να απαντούν στις αστυνομικές ερωτήσεις και πάλι δεν προέκυψε κάτι εναντίον τους.
Αυτοί εναντίον των οποίων προκύπτουν ποινικά αδικήματα ήταν ο Μιχάλης Κατσουνωτός, ο βαρυποινίτης από τον οποίο ζητούσε υλικό για «κάψει» τις Διευθύντριες των Φυλακών, και ένας ακόμη αστυνομικός. Ωστόσο μετά από μελέτη που διήρκησε πάρα πολύ καιρό, η Νομική Υπηρεσία ανακοίνωσε, πέντε μήνες μετά την αρχική καταγγελία Αριστοτέλους, πως δεν στοιχειοθετείται αδίκημα διαφθοράς εκ μέρους του κ. Κατσουνωτού, με την έννοια ότι αυτός απέβλεπε σε κέρδος, αν και το κέρδος δεν θεωρείται απαραίτητο για την στοιχειοθέτηση τέτοιου αδικήματος. Ενδεικτική είναι η νομοθεσία τόσο της Αρχής κατά της Διαφθοράς όσο και της Αστυνομίας, που αναφέρει πως η κατάχρηση εξουσίας συνιστά πράξη διαφθοράς, ανεξαρτήτως αν υπάρχει ή όχι οικονομικό όφελος.
Επίσης, παρόλο που ο κ. Αιμιλιανίδης θεωρεί ότι ο κ. Κατσουνωτός πιθανόν να διέπραξε το αδίκημα της κατάχρησης εξουσίας και της συνωμοσίας, η Νομική Υπηρεσία ανέφερε πως «δεν εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον με την προώθηση ποινικής υπόθεσης εναντίον του», ενώ περιορίστηκε απλώς να παραπέμψει στο ενδεχόμενο πειθαρχικού ελέγχου από πλευράς Αστυνομίας.
Μετά από αυτή την εξέλιξη, η Διεύθυνση των Φυλακών αποφάσισε να καταχωρήσει ιδιωτική ποινική δίωξη εναντίον του Μιχάλη Κατσουνωτού, με δύο κατηγορητήρια, παρά την άρνηση από πλευράς Εισαγγελίας να τους παραδώσει το πόρισμα Αιμιλιανίδη. Το Δικαστήριο έκανε αποδεκτή την υπόθεση και όρισε την πρώτη δικάσιμο, ωστόσο ο Γενικός και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, αφού δεν ενέκριναν το ένα εκ ων δύο κατηγορητηρίων, για το οποίο απαιτείτο η έγκρισή τους, μπλόκαραν εντελώς τη διαδικασία, αναστέλλοντας την ποινική δίωξη και για το κατηγορητήριο που δεν χρειαζόταν την άδειά τους. Η λογική, όπως ανέφερε ο Γενικός Εισαγγελέας ήταν πως «τυχόν έναρξη δίωξης για το ίδιο πλαίσιο γεγονότων για το οποίο υπήρξε πλήρης διερεύνηση και για το οποίο ήδη λήφθηκε απόφαση από τον εκ του Συντάγματος αρμόδιο να κινεί διώξεις, ενδεχομένως να αποτελούσε καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος για ποινική δίωξη». Πρόσθεσε ότι «η καταχώρηση του συγκεκριμένου κατηγορητηρίου συγκρούεται ευθέως με την ειλημμένη απόφαση μου για την μη άσκηση ποινικής δίωξης για το ίδιο πλαίσιο γεγονότων και για τους λόγους που ήδη έχουμε εξηγήσει».
Προφανώς ουδείς αμφισβητεί τα δικαιώματα του Γενικού Εισαγγελέα όπως απορρέουν από το Σύνταγμα. Όμως ο δικηγόρος Κρις Τριανταφυλλίδης στην επιστολή του στον Γιώργο Σαββίδη τονίζει πως «ο τρόπος άσκησης του εν λόγω δικαιώματος σας ταυτίζεται με την καταπάτηση των Συνταγματικών δικαιωμάτων των πελάτιδων μου αλλά και τη μη εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος το οποίο επικαλείσθε ως λόγο και όχι μόνο για την μη προώθηση των καταγγελιών των πελάτιδων μου αλλά και τον εμποδισμό των πελάτιδων μου να προωθήσουν οι ίδιες τις καταγγελίες». Ο κ. Τριανταφυλλίδης πρόσθεσε πως «το δημόσιο συμφέρον σίγουρα δεν ταυτίζεται με την «προστασία» του κου Κατσουνωτού από την Δικαστική διαδικασία και την δυνατότητα των πελάτιδων μου να ασκήσουν τα νομικά των δικαιώματα».
Το γεγονός πως ο δικηγόρος καταγγέλλει ουσιαστικά πως το δημόσιο συμφέρον κατέστη συνώνυμο με την προστασία του κ. Κατσουνωτού είναι εξαιρετικά προβληματικό, γιατί το δημόσιο συμφέρον έπρεπε να ήταν συνώνυμο με την προστασία όλων μας. Δημιουργεί σοβαρές σκιές πάνω από τη Νομική Υπηρεσία, η οποία απέτυχε μέχρι στιγμής να εξηγήσει γιατί δεν συμφέρει στο κράτος και την κοινωνία να διωχθεί η παρανομία που εντόπισε ο ποινικός ανακριτής και τα επιπλέον ζητήματα που επιχείρησαν να εγείρουν ενώπιον Δικαστηρίου οι δικηγόροι της Διεύθυνσης των Φυλακών. Η προστασία της νομιμότητας είναι σίγουρα προς το δημόσιο συμφέρον. Τα ερωτήματα και οι σκιές πάνω από τη Νομική Υπηρεσία, που αποτελεί έναν από τους βασικότερους πυλώνες της Δικαιοσύνης στον τόπο μας, δεν είναι…