Έφτασε στην Μόσχα ο Ρώσος δημοσιογράφος που απελάθηκε-Τι ισχυρίζεται
14:00 - 07 Οκτωβρίου 2023
Στη Μόσχα επέστρεψε ο Ρώσος δημοσιογράφος, που απελάθηκε από τις κυπριακές αρχές μετά από ανάκληση της άδειας παραμονής του για λόγους ασφαλείας, ο οποίος κατά την άφιξή του προχώρησε σε δηλώσεις στους δημοσιογράφους που τον ανάμεναν έξω από το αεροδρόμιο.
Ο δημοσιογράφος, προσέγγισε τους συναδέλφους του και έδειξε το δεμένο του χέρι, τονίζοντας ότι εξακολουθεί να τον πονάει ισχυριζόμενος ότι το κτύπημα ήταν αποτέλεσμα «των βάναυσων ενεργειών των Αστυνομικών».
Σε αυτή την κατάσταση, όπως ισχυρίστηκε, έλαβε μεγάλη βοήθεια από τον Ρώσο Πρέσβη στην Κύπρο, Μουράτ Ζυαζίκοφ, ο οποίος έλεγχε προσωπικά τη διαδικασία παροχής βοήθειας και έδινε οδηγίες στους υφισταμένους του. «Προσέφεραν πολύ αποτελεσματική βοήθεια στην κατάσταση στην οποία βρεθήκαμε εγώ και η οικογένειά μου, αφού όχι μόνο μου απαγόρευσαν να βρίσκομαι στην Κύπρο, αλλά και σε όλα τα μέλη της οικογένειάς μου», ισχυρίστηκε ο ίδιος.
«Η κατάσταση είναι ασυνήθιστη για την οικογένεια, όπως και για μένα. Δεν είναι κάθε μέρα που συναντάς κάτι τέτοιο στη ζωή, δεν θα το ευχόμουν σε κανέναν», είπε και συμπλήρωσε ότι , «αρχικά αυτό θεωρήθηκε ως παρεξήγηση, μόνο τότε έγινε σαφές ότι επρόκειτο για οργανωμένη πρόκληση εναντίον Ρώσου δημοσιογράφου, που είχε σκοπό να υπονομεύσει τις ρωσο-κυπριακές σχέσεις και οι υπαίτιοι αυτής της ενέργειας είναι πιθανότατα μακριά από την Κύπρο».
Όπως είπε «όταν επέστρεψα στην Κύπρο από τις διακοπές μου, δεν υπήρξαν προβλήματα στη διέλευση των συνόρων. Συνέχισα ήρεμα τη δημοσιογραφική μου δουλειά στην Κύπρο. Και τον Σεπτέμβριο έλαβα ειδοποίηση ότι ακυρώθηκαν οι άδειες προσωρινής διαμονής και εργασίας στην Κύπρο για λόγους ασφαλείας. Μου ζητήθηκε να φύγω αμέσως από τη χώρα χωρίς να εξηγήσω κανέναν λόγο».
Σύμφωνα με τον ίδιο, έχει επανειλημμένα επικοινωνήσει με το Υπουργείο Εσωτερικών της Κύπρου και την Υπηρεσία Μετανάστευσης με αίτημα να διευκρινιστεί ποιες αξιώσεις είχαν οι κυπριακές αρχές εναντίον του. «Δεν έλαβα απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις, απευθύνθηκα για υποστήριξη στη Ρωσική Πρεσβεία, η οποία έστειλε αρκετές σημειώσεις στο Υπουργείο Εξωτερικών της Κύπρου και στο Υπουργείο Εσωτερικών του νησιωτικού κράτους για να διευκρινίσουν Αυτές οι σημειώσεις αγνοήθηκαν επίσης», ισχυρίστηκε.
«Βρέθηκα σε μια κατάσταση όπου με υπάρχουσα και έγκυρη δημοσιογραφική διαπίστευση μου προτάθηκε να φύγω αμέσως από τη χώρα. Η διαδικασία που ξεκίνησε για την έφεση αυτής της απόφασης δεν οδήγησε σε κανένα αποτέλεσμα και ενώ περιμέναμε συνέβη αυτό που συνέβη», είπε και συνέχισε να δίνει τους ίδιους ισχυρισμούς ότι δέχθηκε επίθεση από μέλη της Αστυνομίας Κύπρου. «Ηταν με πολιτικά ρούχα, δεν παρουσιάστηκαν και χρησιμοποίησαν αμέσως βία εναντίον μου. Δεν ντρέπονταν καν από το γεγονός ότι εκεί ήταν ένα παιδί στο αυτοκίνητο μαζί μου», είπε.
«Αποτέλεσμα ήταν, μπροστά στα μάτια της κόρης μου και να με χρησιμοποιήσουν ειδικό εξοπλισμό, μου έβαλαν χειροπέδες. Φυσικά, και έπαθε ψυχολογικά τραύματα. Όσο για μένα , βρέθηκα δεμένος με την κυριολεκτική έννοια της λέξης και εγκαταλελειμμένος στο αυτοκίνητο. Οι υπάλληλοι της πρεσβείας μας, που ήταν κοντά, προσπάθησαν να με βοηθήσουν: είδαν ότι περίεργοι άνθρωποι με πολιτικά ρούχα χρησιμοποιούσαν ωμή σωματική βία σε Ρώσος πολίτης. Έμοιαζε με απαγωγή Ρώσου πολίτη», ισχυρίστηκε ο Ρώσος δημοσιογράφος.
Η κατάσταση στο αστυνομικό τμήμα, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, δεν ήταν καλύτερη. «Με κράτησαν με χειροπέδες, υποβλήθηκα σε εξευτελιστική έρευνα, χωρίς μάρτυρες, χωρίς να εξηγήσω τίποτα, χωρίς να μου απαγγείλουν κατηγορίες. Κατάσχεσαν τα προσωπικά μου αντικείμενα, κατέσχεσαν το τηλέφωνο στο οποίο καταγράφηκαν αυτές οι παράνομες ενέργειες. Και μετά με κράτησαν , παρά τα επιχειρήματα των Ρώσων προξενικών εργαζομένων που έφτασαν στο σημείο για να προστατεύσουν τα δικαιώματά μου ως Ρώσου πολίτη και δημοσιογράφου», είπε.
Αργότερα όμως κάποιοι αστυνομικοί του παραδέχθηκαν σε προσωπική συνομιλία ότι είχαν λάβει οδηγίες άνωθεν να κανονίσουν μια τέτοια πρόκληση. Και πρότειναν ότι, πιθανότατα, δόθηκε από την Πρεσβεία των ΗΠΑ.
Παράλληλα, ισχυρίστηκε ότι τον πήραν αεροδρόμιο, με ένα αυτοκίνητο και περικυκλώθηκε από άτομα με αλεξίσφαιρα γιλέκα με πολυβόλα και πως στην πτήση για το Ντουμπάι τον συνόδευαν αρκετοί Κύπριοι αξιωματούχοι ασφαλείας που έβγαλαν κρυφά φωτογραφίες και βίντεο. «Δεν έλαβα απάντηση στην ερώτησή μου γιατί το κάνουν αυτό», είπε.
«Γεννιέται το ερώτημα, γιατί και ποιος τα χρειάζεται όλα αυτά; Όλη αυτή η βλακεία που σκέφτηκαν και διέπραξαν. Υπάρχει μόνο μία απάντηση. Αυτό είναι προς το συμφέρον εκείνων που πρέπει να καταστρέψουν τις παραδοσιακά φιλικές σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Κύπρου, να χαλάσει τις σχέσεις όχι μόνο σε κυβερνητικό επίπεδο, αλλά και να προσπαθήσει να πείσει τους Κύπριους ότι η κύρια απειλή προέρχεται από τη Ρωσία»,
Επίσης επανέλαβε ότι, ακόμη και αστυνομικοί παραδέχτηκαν σε ιδιωτικές συνομιλίες ότι αναγκάζονται να εκτελέσουν αυτές τις εντολές, τη λογική της οποίας οι ίδιοι δεν καταλαβαίνουν και μετανιώνουν πολύ για αυτό που κάνουν.
Ο ίδιος εξέφρασε ικανοποίηση που τέλειωσαν όλα. «Το πιο σημαντικό είναι ότι βρίσκομαι στην πατρίδα μου, είμαι καλά. Η οικογένειά μου είναι μαζί μου, οι σύντροφοί μου είναι μαζί μου. Θα ήθελα να εκφράσω τη βαθιά μου ευγνωμοσύνη για άλλη μια φορά στο προσωπικό της ρωσικής πρεσβείας και στο προσωπικό του Υπουργείου Εξωτερικών που ανταποκρίθηκε άμεσα σε αυτό το εξωφρενικό περιστατικό, πρωτοφανές στην ιστορία των διμερών σχέσεων Ρωσίας και Κύπρου, και ζήτησε κατηγορηματικά από τη Λευκωσία μια ολοκληρωμένη εξήγηση για το τι συνέβη. Θα ήθελα πολύ να δω αυτές τις εξηγήσεις από τους Κύπριους», είπε.