Καταδίκη νονού που κακοποιούσε την βαφτιστικιά του-«Απέχθεια και αποτροπιασμός»
13:45 - 03 Αυγούστου 2022
Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας επέβαλε ποινή εννέα ετών σε 43χρονο νονό, ο οποίος κρίθηκε ένοχος σε επτά κατηγορίες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 6(4)(α)(7) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου, Ν. 91(Ι)/2014. H έβδομη κατηγορία περιλάμβανε και το υπoεδάφιο (γ) του άρθρου 6(4) του Νόμου.
Τα αδικήματα στρέφονταν κατά της ανήλικης παραπονούμενης, η οποία κατέθεσε ως μάρτυρας και λάμβαναν χώρα στην οικία της. Σύμφωνα με τα ευρήματα του Δικαστηρίου, η οικογένεια της ανήλικης, τότε δέκα ετών, είχε πολύ καλές σχέσεις με την οικογένεια του κατηγορουμένου, ο οποίος είναι νονός της.
Στα πλαίσια των απογευματινών φροντιστηρίων των παιδιών του κατηγορούμενου και των αδελφών της παραπονούμενης, σε κάποιο διάστημα από τον Σεπτέμβριο του 2019, ο κατηγορούμενος απασχολούσε, στην οικία της παραπονούμενης, την ανήλικη και τον ένα του γιο, είτε με παιχνίδια είτε με παρακολούθηση τηλεόρασης. Κατά τον ίδιο χρόνο, η παραπονούμενη άρχισε να αντιλαμβάνεται παράξενες ενέργειες από πλευράς του κατηγορουμένου με διάφορες αναφορές του και παρακλήσεις του για να καθίσει πάνω του.
Κατά το χρόνο αυτό, σε μία περίπτωση, ο κατηγορούμενος ζήτησε από την ανήλικη να βγάλει τα ρούχα της και αυτή, αρχικά έπραξε τούτο, όμως όταν παρέμεινε με τα εσώρουχα της, άλλαξε γνώμη και έφυγε. Με την πάροδο του χρόνου, ο κατηγορούμενος, με την πρόφαση παιχνιδιών, κάθισε την παραπονούμενη στα πόδια του και προέβη σε αποτρόπαιες πράξεις, οι οποίες επαναλήφθηκαν σε πέντε διαφορετικές περιπτώσεις, δύο από τις οποίες εντός της περιόδου Σεπτεμβρίου 2019 – Δεκεμβρίου 2019 και τρεις εντός της περιόδου Δεκεμβρίου 2019 – Μαρτίου 2020.
Τέτοια περιστατικά έτυχε να συμβούν στην παρουσία του γιου του κατηγορουμένου, χωρίς να γίνουν αντιληπτά από αυτόν λόγω ενασχόλησης του με τηλεπαιχνίδι ή θέαση στην τηλεόραση.
Υπό τις συνθήκες που αναφέρονται στη μαρτυρία της η ανήλικη και εξ αφορμής ενός βιβλίου που της έδωσε η μητέρα της σε σχέση με την εφηβεία και την προστασία του σώματος, επιβεβαίωσε το μεμπτό των ενεργειών του κατηγορουμένου εις βάρος της και αποκάλυψε αυτές στην μητέρα της, αρχικά μέσω ενός σημειώματος που ετοίμασε και ακολούθως με παράθεση λεπτομερειών.
Στην απόφαση του το Κακουργιοδικείο αναφέρει πως «αδικήματα σεξουαλικής φύσης, από μόνα τους, προκαλούν απέχθεια και αποτροπιασμό. Στις περιπτώσεις, όμως, στις οποίες παραβιάζονται φυσικοί, ηθικοί και κοινωνικοί κανόνες και που θύμα είναι ανήλικο πρόσωπο, τα πιο πάνω συναισθήματα επαυξάνονται στο μέγιστο βαθμό», ενώ τόνισε τη σοβαρότητα των αδικημάτων, η οποία προκύπτει τόσο από τη φύση τους όσο και από την ποινή που προβλέπεται από τον Νόμο.
Όπως επίσης προκύπτει από τη νομολογία στην οποία αναφέρθηκε το Δικαστήριο, σε υποθέσεις σεξουαλικών αδικημάτων, οι ποινές που επιβάλλονται θα πρέπει να είναι αυστηρές και αποτρεπτικές, ενόψει της ιδιαίτερης σοβαρότητας τους ως εγκλήματα τα οποία στρέφονται κατά των ηθών αλλά προσβάλλουν, παράλληλα, και καταρρακώνουν την προσωπικότητα του θύματος.
Είναι διαπίστωση του Κακουργιοδικείου ότι, δυστυχώς, τα αδικήματα σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών βρίσκονται, τελευταία, σε έξαρση, παρά τις αυστηρές ποινές που επιβάλλονται από τα Δικαστήρια μας. Το στοιχείο αυτό καταδεικνύει την ανάγκη για επιβολή ακόμη πιο αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών.
Σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου, «από τα γεγονότα της υπόθεσης, προβάλλεται η δράση του κατηγορούμενου, ηλικίας 43 ετών επί της παραπονούμενης, της οποίας ήταν ο νονός, σύζυγος της νονάς της, την οποία αυτή υπεραγαπούσε, αδελφικός φίλος του πατέρα της και γενικά αδελφικές οικογένειες και ήταν ο άνθρωπος ο οποίος κατά τον επίδικο χρόνο παρέμενε στο σπίτι της κάποια απογεύματα για να την προσέχει μαζί με άλλα παιδιά. Τη θέση αυτή ο κατηγορούμενος σαφώς καταχράστηκε όταν, αντί προστάτης και νονός, κατέστη, με την επαναλαμβανόμενη δράση του, για να ικανοποιήσει τις αρρωστημένες ορέξεις του, ένας πραγματικός εφιάλτης γι’ αυτήν».
Επίσης, στην απόφαση αναφέρεται πως οι «δε συνθήκες τέλεσης των αδικημάτων μέσω της κατάχρησης εμπιστοσύνης, επιρροής ή εξουσίας στοιχειοθετούν επιβαρυντικό στοιχείο σύμφωνα με το άρθρο 19(γ) του Ν.91(Ι)/2014. Απαξία και αποτροπιασμό είναι το τι προκαλούν οι ενέργειες του κατηγορουμένου».
Το Δικαστήριο σημείωσε περαιτέρω πως αν και από την μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου δεν εντοπίστηκε μετατραυματική διαταραχή στο πρόσωπο της παραπονούμενης, τα όσα υπέστηκε η παραπονούμενη δεν άφησαν ανεπηρέαστο τον ψυχικό της κόσμο. Από ψυχολογική αξιολόγηση της παραπονούμενης, διαπιστώθηκε μερική συμπτωματολογία διαταραχής μετατραυματικού στρες, χωρίς να πληροί όλα τα κριτήρια διάγνωσης οποιασδήποτε ψυχικής διαταραχής, ενώ η ψυχική της ισορροπία παραμένει ευάλωτη και εύκολα μπορεί να ανατραπεί σε περίπτωση που δεν λάβει στήριξη, αφού εκτιμάται ως παιδί υψηλού κινδύνου για ανάπτυξη ψυχικής διαταραχής.
Προς όφελος του κατηγορούμενου, λήφθηκαν υπόψη το λευκό ποινικό μητρώο του και η απουσία βιαιότητας στις πράξεις του. Προσμέτρησαν, επίσης, στον επιτρεπτό βαθμό, οι προσωπικές του περιστάσεις και συνυπολογίστηκαν οι επιπτώσεις που η ποινή φυλάκισης θα έχει στην οικογένεια του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
- Η εγκύκλιος που εκθέτει Αστυνομία για Αριστοτέλους-Δεν είναι απόρρητα τα email
- Ποινή φυλάκισης σε 52χρονη που παρέσυρε στον θάνατο 60χρονη