«Θα απολυόταν στις 20 Ιουλίου... Οι γονείς μας πέθαναν με τον καημό να βρεθεί»
13:54 - 20 Ιουλίου 2022
Παλικάρι, λεβέντης, φιλόπατρις, αγωνιστής... Ένας 19χρονος, ο οποίος ανέμενε καρτερικά το χαρτί απόλυσής του από την Εθνική Φρουρά που υπηρετούσε, στις 20 Ιουλίου του 1974. Μα η αποφράδα ημέρα της Τουρκικής εισβολής, επεφύλασσε τον πιο σκληρό αγώνα της ζωής του, όπως και σε κάθε αγωνιστή φυσικά, αφού αντίκρυσε ιδίοις όμμασι τους κατακτητές. Πάλεψε, πολέμησε και το πιο ηρωικό μάλιστα, δεν τα παράτησε ούτε μια στιγμή. Η πίστη και η αγάπη του Ρογήρου Κουμέττου προς την πατρίδα του, ήταν και ο λόγος που μέχρι σήμερα παραμένει αγνοούμενος και η οικογένειά του διατηρεί άσβεστη τη φλόγα της ελπίδας για την ανεύρεση του μοναδικού Μαρωνίτη αγνοούμενου.
Εδώ και σαρανταοκτώ ολόκληρα χρόνια, τα αδέλφια του Ρογήρου Κουμέττου, ψάχνουν ένα σημάδι ή κάποια πληροφορία που θα τους οδηγήσει στα ίχνη του αγωνιστή της οικογένειας. Μα όσο περνούν τα χρόνια, οι ελπίδες εξανεμίζονται. Εξάλλου, οι γονείς του Ρογήρου, έφυγαν από τη ζωή με αυτόν τον καημό. Τον καημό, για να δουν τον γιο τους ζωντανό και να μάθουν τι απέγινε μετά τις 6 Αυγούστου του 1974, όπου ήταν και η τελευταία πληροφόρηση που είχαν για τον γιό τους. «Οι γονείς μου πέθαναν με τον καημό να βρεθεί ο γιος τους και ύστερα να πεθάνουν, με αυτή τη φράση μεγαλώσαμε και εμείς», λέει συγκινημένος στον REPORTER, ο μικρότερος αδελφός του Ρογήρου, Κουμέττος Κουμέττου.
Σήμερα, ο αδελφός του μοναδικού Μαρωνίτη αγνοούμενου, γυρίζει τον χρόνο πίσω και εξιστορεί την ιστορία του Ροηγήρου Κουμέττου. «Ο Ρογήρος, γεννήθηκε την 1η Μαρτίου του 1955 στο χωριό Κορμακίτης και ήταν το τρίτο στη σειρά παιδί της οικογένειας μας, αφού είμαστε επτά παιδιά. Είχε ως μεγάλη του αγάπη το ποδόσφαιρο και αγωνίστηκε ως τερματοφύλακας αρχικά στον Λίβανο Κορμακίτη και αργότερα στον Κέδρο. Έχοντας φοιτήσει μέχρι την τρίτη τάξη στο Κολλέγιο Τέρρα Σάντα, αποφάσισε μετά να σταματήσει το σχολείο και να δουλέψει στις οικοδομές, όπου παρέμεινε μέχρι την κατάταξη του στον στρατό. Ήταν ένας δραστήριος νέος και συμμετείχε στα κοινά του χωριού και στις εκδηλώσεις των οργανωμένων συνόλων του Κορμακίτη».
Οι παροτρύνσεις στον Ρογήρο για να φύγει και η άρνησή του για την πατρίδα...
Τον Ιανουάριο του 1972, όντας σχεδόν δεκαοκτώ χρονών, ο Ρογήρος κατατάγηκε στην Εθνική Φρουρά για να εκπληρώσει τη στρατιωτική του θητεία. «Ήταν στο 256 Τάγμα Πεζικού στο Διόριος και θα απολυόταν στις 20 Ιουλίου του 1974, την ημέρα της Τουρκικής εισβολής. Στις 15 Ιουλίου του 1974, πήγε για να παρακαθίσει εξετάσεις ο Ρογήρος για την Πυροσβεστική Υπηρεσία παρά την πύλη Πάφου, αλλά διακόπηκε η εξέταση καθώς ήταν την ημέρα του πραξικοπήματος. Εκεί τον συνάντησαν οι γονείς μου και μετά επέστρεψαν στο χωριό, αφού εκεί στην Πύλη Πάφου, ήταν ο χώρος στάθμευσης των λεωφορείων του χωριού. Οι γονείς μου τον παρότρυναν να πάει μαζί τους στον Κορμακίτη και ο ίδιος αρνήθηκε, αναφέροντάς τους ότι έπρεπε να παρουσιαστεί στη μονάδα του».
Στη συνέχεια ο Ρογήρος, λέει ο αδελφός του, «πήγε στο Τάγμα του, το οποίο δεν ενεπλάκη στο πραξικόπημα. Κατά την πρώτη φάση της Τουρκικής εισβολής της 20 Ιουλίου όμως, ο Ρογήρος πολέμησε στη Λεύκα και κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας το Τάγμα μεταφέρθηκε στο χωριό Ασώματος της Επαρχίας Κερύνειας για ξεκούραση. Το μάθαμε εμείς και εκεί είχαμε πολλούς συγγενείς, οι οποίοι τον παρότρυναν να εγκαταλείψει, αλλά αρνήθηκε κατ’ επανάληψη.
Στις 4 Αυγούστου του 1974, μάθαμε ότι το Τάγμα ήταν στον Ασώματο και εκεί μετέβησαν το πρωί με το λεωφορείο τα δυο πιο μεγάλα μου αδέλφια, ο Μάριος και ο Αντώνης. Τον συνάντησαν εκεί και είναι η αλήθεια ότι τον παρότρυναν να πάει μαζί τους στο χωριό, αλλά και πάλι αρνήθηκε. Επέστρεψαν το μεσημέρι στο χωριό και την ίδια μέρα το απόγευμα πήγε και ο πατέρας μου στον Ασώματο να τον δει για να τον φέρει μαζί του στο χωριό, αλλά δεν τον πρόλαβε, γιατί τον είχε πάρει το Τάγμα μεταξύ Λαπήθου και Καραβά στην πρώτη γραμμή. Αξίζει να πούμε ότι ο Ρογήρος είχε και ένα τραύμα στο πόδι από σφαίρα που δέχθηκε κατά τη διάρκεια της πρώτης εισβολής».
Η μοιραία επίθεση των Τούρκων και η τελευταία κουβέντα του πατέρα του...
Την επόμενη ημέρα, δηλαδή στις 5 Αυγούστου, συνεχίζει να λέει ο κ. Κουμέττου, «τον συνάντησε συγγενικό μας πρόσωπο που ήταν έφεδρος στο Τάγμα και τον παρότρυνε να εγκαταλείψουν μαζί, αλλά ο αδελφός μου αρνήθηκε, παραθέτοντας ότι δεν είναι λιποτάκτης. Το άλλο πρόσωπο έφυγε και ήρθε στο χωριό, ενώ ο αδελφός μου παρέμεινε. Έτσι, στις 6 Αυγούστου περί ώρα 04:40 το πρωί δέχθηκαν επίθεση κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας, από τους Τούρκους για να καταλάβουν τον Καραβά και την Λάπηθο και εκ τότε αγνοείται η τύχη του Ρογήρου. Μέχρι και σήμερα δεν έχουμε καμία επίσημη ενημέρωση, εάν είναι ζωντανός ή νεκρός. Η ελπίδα όμως πάντα ζει…».
Οι επόμενες ημέρες που ακολούθησαν, ήταν οι πιο σημαδιακές για την οικογένεια του Μαρωνίτη αγωνιστή, αφού η οικογένειά του, έψαχνε τα ίχνη του, χωρίς κανένα αποτέλεσμα...
«Το σπίτι μας ήταν για πάρα πολλές ημέρες πάντα γεμάτο από συγγενείς και φίλους, οι οποίοι έρχονταν να ρωτήσουν και να μάθουν αν έχουμε οποιοδήποτε νεότερο για τον Ρογήρο. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης εισβολής και ενώ τα αεροπλάνα των Τούρκων βομβάρδιζαν, ο πατέρας μου μαζί με τον παιδικό φίλο του αδελφού μου, Μιχάλη Τομάζου άλλος Σπίρτα, γύριζαν με το αυτοκίνητο στα πεδία των μαχών, για να βρουν τον αδελφό μου ή να μάθουν οποιοδήποτε νεότερο. Κάλυψαν σχεδόν όλη την Κύπρο για να μάθουν πληροφορίες και που βρίσκεται το Τάγμα, αλλά δυστυχώς δεν είχαμε κανένα νεότερο. Είχαμε πληροφορίες και μαρτυρίες από πρόσωπα, ότι τον είδαν ζωντανό και ότι ήταν αιχμάλωτος. Είχαμε αρκετές, οι οποίες διαβιβάστηκαν σε αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους, χωρίς οποιοδήποτε όμως θετικό αποτέλεσμα μέχρι τώρα».
Ο Κουμέττος Κουμέττου, ήταν μόλις έντεκα χρόνων όταν χάθηκε ο αδελφός του και όπως ο ίδιος αναφέρει με συγκίνηση, «βεβαίως τον θυμάμαι και πολύ καλά μάλιστα. Ήταν εκείνες οι επισκέψεις μας στα στρατόπεδα και στα φυλάκια που υπηρετούσε για να τον δούμε με τους γονείς μου και με τα αδέλφια μου. Επίσης κάθε βδομάδα που έπαιζε η ομάδα του χωριού μας ποδόσφαιρο και πήγαιναν με λεωφορείο, με έπαιρνε μαζί του γιατί ήμουν ο πιο μικρός αδελφός του».
Μάλιστα, από το 1975 μέχρι και το 2014 που απεβίωσε ο πατέρας τους, κάθε 2 Σεπτεμβρίου, γινόταν λειτουργία από τον πατέρα τους για τον αγνοούμενο Ρογήρο Κουμέττου στην Παναγία των Χαρίτων στην Πύλη Πάφου. «Δυο μέρες πριν να πεθάνει ο πατέρας μου, δεν ξέρω αν το είχε προαίσθηση, μου είχε πει χαρακτηριστικά, 'εγώ θα πεθάνω, αλλά τη λειτουργία για ανεύρεση του αδελφού σας, μην την αφήσετε'. Σήμερα εμείς είμαστε περήφανοι για τον Ρογήρο, διότι σύμφωνα με τα λεγόμενα ανθρώπων οι οποίοι ζουν ακόμη, που τον παρότρυναν να εγκαταλείψει, ποτέ δεν εγκατέλειψε γιατί ένιωθε ότι δεν ήταν λιποτάκτης. Αυτό και μόνο μας κάνει περήφανους, σαν οικογένεια αλλά και σαν κοινότητα των Μαρωνιτών».
Οι γονείς του Ρογήρου, Γιώργος και Μαριάννα Κουμέττου