Οι δύο φορές με Μαλά, η μοίρα των συνεργασιών και πώς κατέληξαν στον Μαυρογιάννη

Πριν από ακριβώς δέκα χρόνια το ΑΚΕΛ, διερχόταν μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις στην ιστορία του. Όχι τόσο σε εσωκομματικό επίπεδο, αλλά κυρίως στο κομμάτι της εικόνας και της άποψης των πολιτών για το κόμμα της αριστεράς, μετά την πενταετία Χριστόφια. Από το ίδιο το κόμμα εκείνη η πενταετία χαρακτηρίστηκε ως μια περίοδος άγριας πολεμικής που είχε ως στόχο τον κόσμο της αριστεράς και των ανθρώπων που ηγούνταν εκείνης της προσπάθειας.  

Από τους πολιτικούς αντιπάλους αλλά και από ένα κομμάτι της κοινωνίας, χαρακτηρίστηκε μια αποτυχημένη περίοδος για μια σειρά από λόγους που δεν είναι της παρούσης να συζητηθούν. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, γνωρίζοντας πως η επανάληψη της ιστορικής ανατροπής των προγνωστικών το 2008, θα είχε πολύ λίγες πιθανότητες να επαναληφθεί. 

Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο κι από τη στιγμή που η όποια προσπάθεια για δημιουργία συνεργασιών δεν μπορούσε να επιτευχθεί με κανένα κόμμα, στο ΑΚΕΛ έλαβαν την απόφαση να στηρίξουν την υποψηφιότητα του Σταύρου Μαλά, ο οποίος, κατάφερε και πέτυχε να εκπροσωπήσει με αξιοπρέπεια, αν και είχε έναν πολύ δύσβατο δρόμο να διαβεί, το κόμμα της αριστεράς, σε μια πολύ δύσκολη στιγμή για το κόμμα. 

Πέντε χρόνια μετά, στις Προεδρικές του 2018, το ΑΚΕΛ, παρά το γεγονός ότι είχε προηγηθεί μια πενταετία διακυβέρνησης Δημοκρατικού Συναγερμού, δεν κατάφερε να συσπειρώσει και να συμφωνήσει με΄ολα τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης σε ένα προεκλογικό πρόγραμμα που θα έφερνε την αλλαγή. Αφενός η απόφαση του Νικόλα Παπαδόπουλου να είναι υποψήφιος και το χάσμα που χώριζε και χωρίζει την Εζεκία Παπαϊωάννου με τα κόμματα του Ενδιάμεσου στο Κυπριακό, στον απόηχο μάλιστα του ναυαγίου του Κρανς Μοντάνα, υποχρέωσε το κόμμα να πορευθεί έναν μοναχικό δρόμο. 

Μάλιστα μετά από διάφορες παλινωδίες με διάφορα ονόματα να βρίσκονται στη λίστα της τότε ηγεσίας, κατέληξε και πάλι στην ασφαλή επιλογή του Σταύρου Μαλά, ο οποίος και πάλι ανέλαβε το βάρος να κουβαλήσει στις πλάτες του το ιστορικό κόμμα της αριστεράς. Και πάλι όμως η ιστορία επαναλήφθηκε με το ΑΚΕΛ, ναι μεν να περνά στον δεύτερο γύρο, όχι όμως να εκλέγει πρόεδρο, επιβεβαιώνοντας πως το 2008, ήταν η εξαίρεση του κανόνα. 

Εξάλλου για να συναντήσει κανείς εκλογική συνεργασία του ΑΚΕΛ με άλλα κόμματα θα πρέπει να πάει πίσω μια εικοσαετία, όταν μαζί με το ΔΗΚΟ, την ΕΔΕΚ και τους Οικολόγους εξέλεγαν από την πρώτη Κυριακή πρόεδρο τον Τάσσο Παπαδόπουλο. 

Επιστρέφοντας, πάντως, πίσω στο σήμερα, θα ανέμενε κανείς πως μετά από δέκα χρόνια διακυβέρνησης Δημοκρατικού Συναγερμού, οι συνθήκες στην αντιπολίτευση, θα είχαν ωριμάσει τόσο, όσο να καθιστούσαν εφικτή μια συνεργασία των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Άλλωστε παρόμοιες ήταν και οι συνθήκες το 2003, αφού ο Γλαύκος Κληρίδης, παρέδιδε τη σκυτάλη μετά από διακυβέρνηση δέκα ετών, όπως και ο Νίκος Αναστασιάδης. 

Η προσπάθεια για να γίνει κάτι τέτοιο εφικτό έγινε. ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ έδωσαν προτεραιότητα στον μεταξύ τους διάλογο, ο οποίος ωστόσο δεν καρποφόρησε. Οι λόγοι επίσημα δεν έγιναν γνωστοί, με αρκετούς να αποδίδουν αυτή την αποτυχία τους, σε αδυναμία εξεύρεσης κοινώς αποδεκτού υποψηφίου.  Ωστόσο εάν κάποιος αναζητήσει τους πραγματικούς λόγους, ίσως να πρέπει να μεταφερθεί έστω νοητά ακριβώς ένα χρόνο πίσω. Η Κύπρος το τελευταίο δεκαήμερο του Μαΐου του 2021, βρισκόταν σε προεκλογικό πυρετό. 

Τα κόμματα προετοιμάζονταν για την μάχη της 30ης Μαΐου όπου θα τίθονταν αντιμέτωπα στις βουλευτικές εκλογές. Το κλίμα πολωμένο και τοξικό. Προηγήθηκε μια σκληρή και ίσως πρωτοφανής για τα κυπριακά δεδομένα προεκλογική περίοδος, όπου η Κυβέρνηση και ο Δημοκρατικός Συναγερμός βρέθηκαν στο στόχαστρο των αντιπολιτευτικών πυρών. Ειδικά ΔΗΚΟ και ΑΚΕΛ, έφτασαν στο σημείο να ζητούν την παραίτηση της Κυβέρνησης. 

Οι ανακοινώσεις, οι επιθετικές δηλώσεις για μήνες αποτέλεσαν καθημερινότητα. Θα μπορούσε κάποιος να πει, πως οι επιθέσεις ήταν πλήρως συντονισμένες. Το ΑΚΕΛ άναβε το φυτίλη, το ΔΗΚΟ έριχνε το μπαρούτι. Η ανάγκη για αλλαγή και απομάκρυνση του ΔΗΣΥ από την εξουσία ήταν το επαναλαμβανόμενο μήνυμα που έστελναν τα δύο μεγάλα κόμματα. 

Και μετά ήρθαν οι εκλογές. Οι εκλογές οι οποίες δεν δικαίωσαν την τακτική που ακολουθήθηκε, αλλά αντίθετα ανέδειξαν τον ΔΗΣΥ πρώτο κόμμα και μείωσαν τόσο σε ποσοστά όσο και σε αριθμό βουλευτών τη δύναμη της αντιπολίτευσης. Μιας αντιπολίτευσης που είχε ένα τελευταίο χαρτί να παίξει, έτσι ώστε να δημιουργήσει εκείνες τις συνθήκες που θα προετοίμαζαν το έδαφος για τη μάχη των μαχών, για τις Προεδρικές δηλαδή του 2023. Και μια τέτοια συμμαχία, τέτοιες μέρες πριν από ακριβώς ένα χρόνο, φάνταζε ως φυσική εξέλιξη. 

Αυτή η τελευταία μάχη, δεν ήταν άλλη από την εκλογή του δεύτερου τη τάξει αξιωματούχου του κράτους, του προέδρου της Βουλής. Ο κανονισμός της Βουλής, έδινε το δικαίωμα στα δύο κόμματα, ακόμα και αν δεν συμφωνούσαν για το ποιον από τους 24 βουλευτές που συνολικά διαθέτουν θα πρότειναν για πρόεδρο της Βουλής, να οδηγούσαν τη διαδικασία στον τρίτο γύρο, με τις πιθανότητες εάν πρότειναν κάποιον από κοινού, να ήταν αυξημένες για να τον εκλέξουν. 

Αντ΄ αυτού την πιο κρίσιμη στιγμή της ψηφοφορίας, αφενός η κίνηση ματ του Αβέρωφ Νεοφύτου και αφετέρου η αδυναμία ελάχιστης συνεννόησης μεταξύ των δύο κομμάτων, ανέδειξαν την αντιπρόεδρο του Δημοκρατικού Συναγερμού, ως πρόεδρο στη Βουλή. Τότε κάποιοι είπαν πως το γυαλί ράγισε, ωστόσο η ανάγκη για αλλαγή ήταν πιο ισχυρή. 

Ο καιρός λειτούργησε επουλωτικά για τα δύο κόμματα. Στο ΑΚΕΛ ακολούθησε η αλλαγή σκυτάλης στην ηγεσία, ενώ στο ΔΗΚΟ, διεξήχθη εκτενής διάλογος με τη βάση, ώστε να εντοπιστούν και να επιλυθούν, όλα όσα πήγαν λάθος το προηγούμενο διάστημα. Τα δύο κόμματα επανήλθαν για μια περίοδο, ζητώντας αλλαγή, ή καλύτερα όπως τα ίδια το παρουσίαζαν, ζητώντας απαλλαγή από την Κυβέρνηση-Αναστασιάδη Συναγερμού, μπαίνοντας παράλληλα σε μια διαδικασία που πέρασε από το εύκολο φλερτ στα πιο βαθιά θέματα της συνεργασίας τους. 

Όμως κι αυτή η προσπάθεια στην κρίσιμη καμπή του όλου εγχειρήματος ξέμεινε από καύσιμα, αφού όπως διαφάνηκε, όσο κι αν δημόσια δηλωνόταν η πρόθεση για συνεργασία, όταν η συζήτηση πέρασε από το στάδιο των επιθυμιών και των ευχολογίων, στην ουσία, διαφάνηκε το χάσμα που χωρίζει τα δύο κόμματα, τα οποία, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, θα τραβήξουν διαφορετικούς δρόμους. Στο ΑΚΕΛ έχουν απομείνει τα διαδικαστικά για να εξαγγελθεί κι επίσημα η υποψηφιότητα Μαυρογιάννη, ενώ στο ΔΗΚΟ, την ώρα που διερευνούν το ενδεχόμενο συνεργασίας με τα υπόλοιπα κόμματα του Ενδιάμεσου, βλέπουν με κάτι περισσότερο από θετικά την υποψηφιότητα Χριστοδουλίδη. 

Και έτσι με αυτόν τον τρόπο ολοκληρώνεται ένας ακόμα κύκλος διεργασιών που τείνει να μετατρέψει σε κανόνα το φαινόμενο, ΔΗΚΟ και ΑΚΕΛ να λένε ότι θέλουν αλλά να μην μπορούν να συνεργαστούν, δικαιώνοντας και όσους κατά καιρούς υποδεικνύουν πως το χάσμα θέσεων σε κρίσιμα ζητήματα μεταξύ  το Κυπριακό δεν μπορεί να υπερπηδηθεί. 

Δειτε Επισης

Πολυμερή συνάντηση στις αρχές του νέου χρόνου βλέπουν στην τουρκική πλευρά
Επαναλαμβάνει τα περί «δύο κρατών» ο Τατάρ σε συνάντηση με Τούρκο στρατηγό
ΠτΒ: Η ανακήρυξη ψευδοκράτους επηρεάζει μέχρι σήμερα τις προσπάθειες λύσης
Έκατσε στο στομάχι του Τατάρ η συνεργασία ΗΠΑ και Κύπρου-«Ο καθένας πρέπει να πηδάει σύμφωνα με το μπόι του»
Στα κατεχόμενα ο Γιλμάζ για εορτασμούς ίδρυσης του ψευδοκράτους
Πηγές του Τουρκικού ΥΠΑΜ ισχυρίζονται πως παρακολουθούν τις εξελίξεις για πιθανή βάση ΗΠΑ στην Κύπρο
Καρέ-καρέ οι καταγραφές της ΚΥΠ από το πραξικόπημα μέχρι την εισβολή το 1974
Γενικός Ελεγκτής: Ιδιαιτερότητες στην περίπτωση διπλωμάτη που έλαβε επίδομα εξωτερικού για τρεις μήνες
Προκλητικό διάγγελμα Τατάρ για την ανακήρυξη ψευδοκράτους-«Το μέλλον μας δεν θα παραδοθεί στους Ε/Κ»
Ομήρου: Τα έγγραφα της ΕΥΠ φωτίζουν περαιτέρω την προδοσία του 74