Η μάχη της συσπείρωσης, οι δυσκολίες και ο αντίκτυπος διαρκείας
14:19 - 13 Μαΐου 2022
Με την προσοχή να παραμένει στραμμένη στη δημιουργία συμμαχιών και στην εξεύρεση υποψηφίων για τις Προεδρικές Εκλογές, ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα των κομμάτων παραμένει, ακόμη, στο παρασκήνιο, αν και αναμένεται να απασχολεί πολύ περισσότερο όσο πλησιάζει ο Φεβρουάριος του 2023. Πρόκειται για τη μάχη για την συσπείρωση, η οποία συχνά έχει διαστάσεις και επιπτώσεις που εκτείνονται χρονικά και πολιτικά πέραν της εκλογικής διαδικασίας.
Μπορεί η συζήτηση για τις συσπειρώσεις να μην βρίσκεται στο δημόσιο διάλογο αυτή τη στιγμή, βρίσκεται όμως σίγουρα στο μυαλό των κομμάτων, αφού από αυτές θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό η επίτευξη των εκλογικών τους στόχων. Ως συσπείρωση γίνεται αντιληπτή η δυνατότητα μίας πολιτικής δύναμης να συγκεντρώσει τους υφιστάμενους ψηφοφόρους της γύρω από τον νέο της στόχο και να μην έχει απώλειες προς άλλες πλευρές. Για παράδειγμα, το ποσοστό αυτών που ψήφισαν ΔΗΣΥ στις Βουλευτικές Εκλογές και θα ψηφίσουν στις Προεδρικές Εκλογές τον Αβέρωφ Νεοφύτου, θα είναι η συσπείρωση του ΔΗΣΥ, δεδομένου ότι ο πρόεδρος του κόμματος είναι ο επίσημος υποψήφιός του.
Στην πραγματικότητα, ουδείς θέτει ως στόχο συσπείρωσης το 100%, καθώς κάτι τέτοιο δεν είναι ούτε πιθανό ούτε ρεαλιστικό και δεν συνέβαινε καν στις παλιές, καλές εποχές για τα κόμματα, όταν υπήρχε υψηλότερος κομματικός πατριωτισμός και χαμηλότερες αντιστάσεις. Και η εποχή που το κόμμα ήταν ταυτότητα και σπίτι σιγά σιγά περνά στην πολιτική αιωνιότητα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις νεότερες γενιές ψηφοφόρων και μαζί της περνούν και οι απολύτως προβλέψιμες εκλογικές συμπεριφορές.
Δεν υπάρχει κανένας τρόπος να πείσεις όλους όσοι σε επέλεξαν σε μία εκλογική αναμέτρηση να σε επιλέξουν ξανά, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για διαφορετικής φύσεως εκλογικές αναμετρήσεις. Άλλωστε, πολλές φορές μία ψήφος δεν συνιστά ένδειξη εμπιστοσύνης στο κόμμα αλλά σε κάποιο πρόσωπο, συνθήκη ή θέση και δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία διασύνδεσης με τον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, όπως η ιδεολογία, οι κοινοί αγώνες κτλ. Είναι γι’ αυτό που οι πολιτικές δυνάμεις συχνά επιλέγουν ονόματα-κράχτες για τα ψηφοδέλτιά τους, χωρίς απαραίτητα να έχουν κάποια σχέση μαζί τους, καθώς ποντάρουν στις προσωπικές ψήφους που φέρνουν, οι οποίες, όμως, παραμένουν προσωπικές. Ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατή η συσπείρωση ούτε καν μεταξύ ίδιων εκλογών, αφού αλλάζουν τα πρόσωπα, οι συνθήκες, οι προγραμματικές θέσεις και οι άλλοι παράγοντες που ενδεχομένως να ωθήσουν κάποιον ψηφοφόρο προς μία κατεύθυνση αλλά προς μία διαφορετική πέντε χρόνια αργότερα.
Συνεπώς, γνωρίζοντας τις πρακτικές δυσκολίες, το στοίχημα είναι να καταφέρει ένα κόμμα να συσπειρώσει στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την εκλογική του βάση, δηλαδή τους παραδοσιακούς του ψηφοφόρους, που το στηρίζουν σχεδόν σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις, χωρίς να έχει απώλειες. Και είναι πιο δύσκολο από όσο φαντάζει. Γιατί, ακόμη κι ανάμεσα στους πιο πιστούς οπαδούς υπάρχουν δυσαρέσκειες και αντιπάθειες. Υπάρχουν προσωπικές και ομαδικές ατζέντες. Υπάρχουν διαφορετικές απόψεις ως προς τον τρόπο που θα πρέπει το κόμμα να πορευθεί. Και είναι αδύνατο μία πολιτική δύναμη ή ένας υποψήφιος να μπορεί να ικανοποιήσει τους πάντες ταυτόχρονα. Να κατευνάσει την πικρία των μεν, να ενστερνιστεί τις ανησυχίες των δε. Όσο πιστοί ψηφοφόροι κι αν είναι, πάντα κάποιοι θα είναι απογοητευμένοι για κάποιο λόγο.
Είναι, όμως, πάντοτε ευκολότερο για ένα κόμμα να πείσει τους διαχρονικούς ή έστω περιστασιακούς του ψηφοφόρους, από ό,τι να αποκτήσει καινούριους, καθώς οι μετακινούμενοι ψηφοφόροι είναι πάντα προς διεκδίκηση και αντίπαλος δεν είναι η προσωπική απογοήτευση αλλά οι θέσεις, οι υποσχέσεις και η πειστικότητα των άλλων κομμάτων. Και είναι σαφώς πιο περίπλοκο να αντικαταστήσεις χαμένες ψήφους παρά να τις διατηρήσεις. Γι’ αυτό και πιθανή αποτυχία στον τομέα αυτό, μεταφράζεται σχεδόν πάντοτε σε εκλογική ήττα. Και εάν η απώλεια είναι πολύ μεγάλη, τότε υπάρχει και η επόμενη ημέρα των εκλογών, όταν η αποτυχία συσπείρωσης συνήθως διαβαθμίζεται ως ένας σοβαρότατος λόγος της εκλογικής αποτυχίας και αναζητούνται ευθύνες γι’ αυτήν. Γι’ αυτό και το ζήτημα τελειώνει την ημέρα των εκλογών, μόνο για τους νικητές τους.
Με δεδομένο ότι πλέον δεν βρισκόμαστε σε εποχή που οι υποψήφιοι περνούν στον δεύτερο γύρο με τεράστια ποσοστά, κάθε ψήφος μετρά για επίτευξη του πρώτου στόχου. Και κάθε απώλεια από την εκλογική βάση, η οποία δεν μπορεί να αντικατασταθεί επιτυχώς, συνοδεύεται από επιπτώσεις τις οποίες η εκάστοτε κομματική ηγεσία θα πρέπει να αντιμετωπίσει. Γιατί αναζητούνται οι δικές της ευθύνες ως προς τις επιλογές προσώπων, θέσεων, προσεγγίσεων, διαχείρισης, επικοινωνιακών τακτικών και μιας σειράς άλλων ζητημάτων, που μπορεί να επηρεάσουν την κομματική συσπείρωση, αφού στην ουσία αποτελεί έναν από τους πιο ισχυρούς δείκτες της ορθότητας των αποφάσεών της. Και ηγεσίες που δεν μπορούν να συσπειρώσουν το κόμμα, ιδιαίτερα κατ’ επανάληψη, συχνά μπαίνουν μετεκλογικά σε μπελάδες…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
- Η στροφή των πολιτών, το προεκλογικό παζλ και στο βάθος... λίγο Κυπριακό
- Οι μεγάλοι ηγέτες, οι πολιτικοί αστέρες και η σύγχρονη πραγματικότητα
- Η εποχή που… δεν πάει το χέρι μόνο του και οι ανυπάκουες κομματικές βάσεις
- Η αλλαγή τους, η αλλαγή μας, η αλλαγή στον τόπο μας