Αντί να διερευνούν ρατσιστική επίθεση, ασχολούνταν αν είναι ΛΟΑΤΙ το θύμα
14:37 - 05 Απριλίου 2022
Την ανάγκη για εξειδικευμένη, συνεχή εκπαίδευση των αστυνομικών και την έκδοση κατευθυντήριων οδηγιών για τον χειρισμό περιπτώσεων ομοφοβικών/τρανσοφοβικών αδικημάτων, εντοπίζει σε έκθεσή της η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με αφορμή τον χειρισμό σχετικής υπόθεσης από μέλος της Αστυνομίας. Η Μαρία Στυλιανού-Λοττίδη μετά την εξέταση παραπόνου που της υπέβαλε συγκεκριμένο πρόσωπο, κατέληξε στο συμπέρασμα πως χρειάζεται περισσότερη ευαισθητοποίηση και γνώση χειρισμού τέτοιων περιστατικών.
Όπως προκύπτει από την έκθεση της Επιτρόπου, ουσιαστικά η Αστυνομία, αντί να επικεντρωθεί στην ομοφοβική φύση των αδικημάτων που καταγγέλθηκαν, γεγονός που θα άλλαζε τη σημασία τους καθώς θα καθιστούσαν την επίθεση ρατσιστική, επικεντρώθηκε στο σεξουαλικό προσανατολισμό του παραπονούμενου. Μάλιστα, σε ένα μικρό απόσπασμα από την κατάθεση του εμπλεκόμενου αστυνομικού, μόλις μερικών γραμμών, που παρατίθεται, αναφέρεται μία φορά σε «παραπονούμενο ΛΟΑΤΙ άνθρωπο» και δύο φορές σε «ΛΟΑΤΙ παραπονούμενο».
Σημειώνεται ότι ο παραπονούμενος ανέφερε στην κ. Λοττίδη ότι κατήγγειλε στην Αστυνομία ότι, κατά τη διάρκεια νυχτερινού περπατήματος στην περιοχή του Δημοτικού Κήπου Λευκωσίας, δέχθηκε ομοφοβική επίθεση (ξυλοδαρμός) από αγνώστους. Τα τρία άτομα, όπως κατήγγειλε, φέρονται να θεώρησαν ότι ήταν ομοφυλόφιλος και, για τον λόγο αυτό, να του επιτέθηκαν. Ο παραπονούμενος, ωστόσο, θεωρούσε ότι η συμπεριφορά του εμπλεκόμενου αστυνομικού χαρακτηριζόταν από ομοφοβική διάθεση, σε σημείο που αισθάνθηκε ότι υφίστατο εκφοβισμό και περαιτέρω θυματοποίηση. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως, σύμφωνα με το παράπονό του, όταν πήγε στον αστυνομικό σταθμό για να προβεί σε καταγγελία, ο επί καθήκοντι αστυνομικός τον ρώτησε «τι γύρευε στον κήπο έτσι ώρα», ενώ ήταν γενικότερα ειρωνικός και απαξιωτικός τόσο έναντι του, όσο και έναντι του φιλικού προσώπου που τον συνόδευε.
Ο παραπονούμενος πιστεύει ότι η υπόθεσή του δεν διερευνήθηκε επαρκώς, ενώ η Αστυνομία υποστήριξε πως ο παραπονούμενος αρνήθηκε να συνεργαστεί μαζί της.
«Παρά την απολύτως θεμιτή έννοια του ακρωνυμίου «ΛΟΑΤΙ», εντούτοις η γενικευμένη χρήση του από τον εμπλεκόμενο αστυνομικό στην κατάθεσή του δεν ήταν η ενδεδειγμένη υπό τις περιστάσεις, αφού πουθενά ο παραπονούμενος δεν αναφέρει στο παράπονό του ότι είναι άνθρωπος που ανήκει στην ΛΟΑΤΙ κοινότητα, εκτός αν ο λόγος αναφοράς ήταν η διεύρυνση του ρατσιστικού κινήτρου, το οποίο όμως δεν διεφάνη ότι διερευνήθηκε στην παρούσα περίπτωση», εξηγεί στην έκθεσή της η Επίτροπος Διοικήσεως.
Είναι, δε, σχεδόν βέβαιο, τονίζει, ότι, σε περίπτωση που ο παραπονούμενος θεωρούνταν ετεροφυλόφιλος, καμία αναφορά δεν θα γινόταν στον σεξουαλικό του προσανατολισμό με την αντίστοιχη αναφορά σε αυτόν, ως «ο ετεροφυλόφιλος Άνθρωπος».
«Ταυτόχρονα, πουθενά στην κατάθεσή του ο εμπλεκόμενος αστυνομικός, δεν αναφέρει ότι η επίθεση που δέχθηκε ο παραπονούμενος είχε, σύμφωνα με την κατάθεσή του, ομοφοβικό κίνητρο. Το ίδιο ισχύει και σε ότι αφορά τη σχετική καταχώρηση στο Ημερολόγιο Ενέργειας του Σταθμού. Η παράλειψη αυτή είναι άκρως σημαντική, δεδομένου ότι το κίνητρο μιας τέτοιας επίθεσης αποτελεί, σύμφωνα με το ποινικό δίκαιο, επιβαρυντικό παράγοντα σε ότι αφορά την ποινή, σε περίπτωση καταδίκης των δραστών», αναφέρει περαιτέρω η κ. Λοττίδη. Σημείωσε, περαιτέρω, ότι το να μην λαμβάνει υπόψη της η Αστυνονμία το ρατσιστικό κίνητρο κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης, ενδεχομένως να αποτρέπει ΛΟΑΤΙ άτομα από το να καταγγέλλουν ομοφοβικές συμπεριφορές, φοβούμενα περαιτέρω θυματοποίηση και χλευασμό.
Σύμφωνα με την Επίτροπο, παρά τις βελτιώσεις που σημειώθηκαν, τα φαινόμενα βίας και μίσους εναντίον μελών της ΛΟΑΤΙ κοινότητας συνεχίζουν να υφίστανται και γι’ αυτό τα σχετικά περιστατικά θα πρέπει να αναγνωρίζονται και να αξιολογούνται ως ομοφοβικά/τρανσοφοβικά αδικήματα, χωρίς να υποτιμάται η σοβαρότητα και η βιαιότητά τους. Υπογραμμίζει, μάλιστα, πως «η παράλειψη ουσιαστικής αντιμετώπισής τους δεν μπορεί παρά να συνιστά ένα σοβαρό πλήγμα στο κράτος δικαίου».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: «Έβγαλα για μία στιγμή το χέρι, το ακούμπησα στο έδαφος… Οι πέτρες το διέλυσαν»