Η ανατομία των σκανδάλων στην Κύπρο, η παγίδα και τι άλλαξε τα τελευταία χρόνια
07:57 - 24 Απριλίου 2022

Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, κυρίως σε Προεδρικές ή Βουλευτικές εκλογές και ειδικά τις δύο τελευταίες δεκαετίες γίνεται μια μεγάλη κουβέντα, σε σχέση με μικρά και μεγάλα σκάνδαλα που κατά καιρούς απασχόλησαν την κοινή γνώμη. Σύμφωνα με το λεξικό ο όρος σκάνδαλο χρησιμοποιείται κατά κόρον στην πολιτική ζωή και στην ουσία περιγράφει οποιοδήποτε γεγονός παρεκκλίνει από το νομικά ή ηθικά σωστό ή και συνδυασμό αυτών.
Με άλλα λόγια σκάνδαλο είναι ότι σκανδαλίζει την κοινή γνώμη, δηλαδή οτιδήποτε προκαλεί το κοινό αίσθημα. Σκάνδαλο μπορεί να θεωρηθεί οτιδήποτε αποδοκιμάζει ο κόσμος και ταυτόχρονα προκαλεί το έντονο ενδιαφέρον του. Στα σκάνδαλα συνήθως συμμετέχουν γνωστά πρόσωπα, όπως πολιτικοί ή κρατικοί αξιωματούχοι. Μπορεί να αφορούν ένα απλό ρουσφέτι, μια μεγάλη κομπίνα, μια υπεξαίρεση ή ακόμα και μια απλή διευκόλυνση.
Αναμφίβολα, τα σκάνδαλα πάντα υπήρχαν στη ζωή μας. Στα πρώτα χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας, αφενός λόγω της βρεφικής ηλικίας του κράτους και αφετέρου λόγω των μεγάλων πολιτικών αλλαγών ίσως και να μην έγιναν ποτέ γνωστά.
Μεταπολεμικά και πάλι υπήρχαν στη δημόσια ζωή. Όμως λίγο ο έλεγχος των ΜΜΕ και λίγο η αδυναμία των πολιτών να τα φιλτράρουν και ζητήσουν εξηγήσεις από τους κρατούντες τα κράτησε και πάλι σε δεύτερη μοίρα. Μετά την είσοδο της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εξ αρχής διαφάνηκε σε πρώτο επίπεδο η χαμηλού επιπέδου αντίληψη που είχαν οι πολίτες για το τι ορίζεται ως σκάνδαλο και σε δεύτερο επίπεδο τα δυσθεώρητα ποσοστά διαφθοράς που καταδυνάστευαν το κυπριακό κράτος.
Στην κυπριακή κοινωνία την πρώτη δεκαετία του 2000 δεν άλλαξε τίποτα. Αντιθέτως η αδυναμία αντίληψης της διαφθοράς, που είχε να κάνει ξεκάθαρα με την έλλειψη παιδείας, εδραίωσε τέτοιες συμπεριφορές. Καμία κυβέρνηση και κανένα κόμμα δεν έδειχνε να ενοχλείται με την κατάσταση, αφού όπως αργότερα αποδείχθηκε, τουλάχιστον σε επίπεδο κοινής γνώμης είναι πως όλοι ανεξαιρέτως κάποια στιγμή είχαν βουτήξει το δάχτυλο στην πίττα με το μέλι.
Πότε άλλαξε η κατάσταση ή καλύτερα πότε ο απλός πολίτης άρχισε να αντιλαμβάνεται τι ακριβώς συμβαίνει γύρω του και άρχισε να αντιδρά; Όταν φυσικά η οικονομική κρίση χτύπησε και τη δικιά του πόρτα και όταν άρχισε να αντιλαμβάνεται πως ήταν συμμέτοχος σε ένα πάρτι που είχε στηθεί στην πλάτη του. Κάπου εκεί, στην ανατολή της δεύτερης δεκαετίας της χιλιετίας ξεκίνησαν να υπάρχουν αντιδράσεις, οι οποίες κορυφώθηκαν με το κούρεμα και το κλείσιμο των τραπεζών.
Τότε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο και ο πιο ανίδεος αντιλήφθηκε πως η πάλαι ποτέ κυπριακή οικονομία δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένας γίγαντας με πήλινα πόδια. Τότε ξεκίνησαν να βγαίνουν προς τα έξω πολύ πιο εύκολα και τα σκάνδαλα, άλλα σημαντικά και άλλα ασήμαντα, άλλα μεγάλα και άλλα μικρά που επιβεβαίωσαν όμως τον κανόνα. Ότι δηλαδή η Κυπριακή Δημοκρατία, πίσω από τη βιτρίνα έκρυβε και ακόμα κρύβει την δυσωδία που για δεκαετίες διατήρησαν οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ.
Τι συνέβη την τελευταία δεκαετία; Πολλά σκάνδαλα βγήκαν στην επιφάνεια, οικονομικές απάτες, ξέπλυμα, υπεξαιρέσεις, χρηματισμοί και άλλα τόσα. Κάποιες εξ αυτών έφτασαν στα Δικαστήρια, άλλες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο οι υποθέσεις έκλεισαν. Επώνυμοι και ανώνυμοι βρέθηκαν πίσω από τα σίδερα, ισχυροί άνδρες του τόπου, είδαν την φήμη τους να εξαϋλώνεται. Στόματα άρχισαν δειλά δειλά να μιλούν και σιγά σιγά άρχισε να ξετυλίγεται το καρούλι της διαφθοράς.
Στο τέλος ωστόσο αυτό που μένει είναι οι εντυπώσεις. Αν εξετάσει κανείς μια μια τις υποθέσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας, θα διαπιστώσει πως όντως έγιναν βήματα, όχι κατ΄ ανάγκην λόγω της της πολιτικής βούλησης που υπήρξε, αλλά κυρίως ως πρωτοβουλία μερικών ανεξάρτητων θεσμών που λειτούργησαν όπως θα έπρεπε εξ αρχής να λειτουργούν.
Σε πολιτικό επίπεδο πάντως, δίνονται δύο διαφορετικές ερμηνείες σε σχέση με το τι ήταν αυτό που συνέβη τα τελευταία δέκα χρόνια. Από τη μια η Κυβέρνηση έχει να λέει πως επί των ημερών της σοβαρά σκάνδαλα έφτασαν ενώπιον της Δικαιοσύνης. Από τη Δρομολαξιά, μέχρι τις ποινικές υποθέσεις της οικονομίας, ακόμα και υποθέσεις των δικών της, όπως αυτή του Ρίκκου Ερωτοκρίτου, δεν συγκαλύφθηκαν και υπήρξε για πρώτη φορά απόδοση της Δικαιοσύνης.
Από την άλλη η αντιπολίτευση, έχει κάνει σύνθημα ότι η κυβέρνηση Αναστασιάδη είναι μια διεφθαρμένη Κυβέρνηση και οι απόδειξη είναι τα σκάνδαλα που βγήκαν στην επιφάνεια με αποκορύφωμα αυτό των χρυσών διαβατηρίων.
Στο ερώτημα, ποιο από τα δύο ισχύει, δεν υπάρχει απόλυτη απάντηση. Κι αυτό διότι πολύ απλά αυτό που συνέβη ήταν ότι επιτέλους τα σκάνδαλα άρχισαν να βγαίνουν προς τα έξω, ενώ με την ανάπτυξη και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, πλέον κανένας δεν μπορούσε ούτε να ελέγξει ούτε να φιλτράρει τι και πώς θα βγει. Εξάλλου σε μια σειρά από σκάνδαλα από τον ΣΑΠΑ μέχρι και τα πιο πρόσφατα, εάν είναι κάτι που εξελίσσεται σε κανόνα, είναι πως είναι διακομματικά.
Δηλαδή, μπορεί τα κόμματα στα τηλεοπτικά παράθυρα ή στις Ολομέλειες της Βουλής για τα μάτια του κόσμου να εκφράζουν διαφωνίες και μέσα μέσα να ανεβάζουν και τους τόνους, αλλά όταν πρόκειται για φαγοπότι, τότε το θέμα είναι υπερκομματικό και κανείς δεν απέχει.
Όμως μιλώντας για τον ρόλο των social media, κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει πως έχουν παίξει το δικό τους ρόλο, ο οποίος πάντως δεν είναι πάντα θετικός. Κι αυτό διότι, θα πει κάποιος πως πλέον οι πολίτες απόκτησαν ένα βήμα το οποίο δεν φιλτράρεται και τα μηνύματά τους μεταφέρονται ακέραια στους υπόλοιπους δέκτες, ωστόσο δεν είναι λίγες οι φορές που μια καταγγελία, δεν γίνεται με τα πιο αγνά κίνητρα και μετατρέπεται σε λίβελλο.
Επίσης τα social media σε ουκ ολίγες περιπτώσεις λειτούργησαν ως δικαστές και επιχείρησαν να ενοχοποιήσουν και να τιμωρήσουν πρόσωπα και καταστάσεις που εκ των υστέρων αποδείχθηκε πως ήταν άδικο.
Εδώ είναι όμως η λεπτή γραμμή που στην Κύπρο έχουμε υπερβεί. Διότι αφενός τα social media λειτουργούν πλήρως ανεξέλεγκτα και ασύδοτα, παίρνουν τη θέση των Δικαστηρίων και στήνουν δημόσιες δίκες, ενώ δημιουργού και ένα τεράστιο θόρυβο που στο τέλος περιπλέκει ψέματα και αλήθειες. Από την άλλη υπάρχει το διαχρονικό πρόβλημα της αδυναμίας της πολιτείας να αποδώσει τη δικαιοσύνη που επιζητούν οι πολίτες, μέσω των θεσμοθετημένων διαδικασιών, που ειδικά τα τελευταία χρόνια την ζήσαμε ουκ ολίγες φορές, από τις υποθέσεις της οικονομίας, μέχρι τις υποθέσεις που ακόμα εκκρεμούν, όπως αυτή του Γιάννη Γιαννάκη και των διαβατηρίων. Συνεπώς στο τέλος αυτό που μένει, δεν είναι τίποτα άλλο από τις δημόσιες δίκες στα social media που αργά η γρήγορα ξεχνιόνται και παράλληλα την ατιμωρησία από τη Δικαιοσύνη