Η ανατομία ενός αδιεξόδου-Η βούληση, η αλλαγή και οι διαφορετικές προσεγγίσεις

Ο δρόμος ήταν στρωμένος με πολιτική βούληση. ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ έκαναν τα μαθηματικά τους και ήξεραν πως η συντομότερη διαδρομή για τον λόφο του Προεδρικού Μεγάρου ήταν αυτή που περνούσε από τα γραφεία των δύο κομμάτων. Οι δύο μεγαλύτερες δυνάμεις της αντιπολίτευσης, πλαισιωμένες ενδεχομένως και από μικρότερες, θα δημιουργούσαν ένα ισχυρό αντιπολιτευτικό μέτωπο, με σοβαρές αξιώσεις για διεκδίκηση της εξουσίας. Δεξιότερα του χάρτη θα υπήρχε πρόβλημα συσπείρωσης με την ύπαρξη δύο υποψηφίων κι αν οι μικροί έτρεχαν την κούρσα μόνοι τους δεν θα μπορούσαν να πάνε πολύ μακριά. Οι συνθήκες ήταν ιδανικές στα χαρτιά. Στα χαρτιά, στα οποία έμεινε τελικά το εγχείρημα.  

Παρά το γεγονός πως τα δεδομένα ήταν υπέρ τους, από την συνεργασία ΑΚΕΛ-ΔΗΚΟ έλειπε από την αρχή η κολλητική ουσία, που θα μπορούσε να κάνει τα δύο κόμματα να λειτουργήσουν ως ένα. Η ανάγκη για αλλαγή, παρόλο που είναι απολύτως θεμιτή και ως σύνθημα και ως στόχος, δεν παύει να είναι αρκετά αόριστη. Και, παρά το γεγονός πως αμφότεροι είχαν στο μυαλό τους τι εννοούσαν όταν μιλούσαν για αλλαγή, οι δύο μεγαλύτερες δυνάμεις της αντιπολίτευσης απέτυχαν να της δώσουν από την αρχή της συζήτησης περιεχόμενο με τέτοιο τρόπο που θα λειτουργούσε και ως φάρος ως προς το πρόσωπο. Η επιθυμία «να ξεφορτωθούμε τους άλλους», παρόλο που δεν είναι προβληματική σε πολιτικό πλαίσιο, δεν φέρει ποιοτικά χαρακτηριστικά που να μπορούν να αποτελέσουν στέρεα βάση για μια συνεργασία και μια υποψηφιότητα από μόνη της.

Πέραν της απουσίας αυτών των συνενωτικών στοιχείων, τα δύο κόμματα παραμέρισαν για αργότερα κι όλα αυτά που τους χωρίζουν. Η ύπαρξή τους από μόνη της δεν είναι πρόβλημα, καθώς πολλές φορές στο παρελθόν γίνονταν οι απαραίτητες υποχωρήσεις, ώστε δυνάμεις με αποκλίνουσες θέσεις να συμβιβάζονταν σε ένα κοινά αποδεκτό προεκλογικό πρόγραμμα, με γνώμονα την νίκη. Και διάθεση για συμβιβασμό υπήρχε και τώρα. Αυτές οι διαφωνίες, όμως, αποδείχθηκαν άλλο ένα αγκάθι στην προσπάθεια εξεύρεσης κοινώς αποδεκτού υποψηφίου, αφού το πρόσωπο που έψαχναν έπρεπε να πρεσβεύει τις απόψεις που η κάθε δύναμη είχε στο δικό της μυαλό ότι θα πρέπει να εκφράζει ο υποψήφιός της και όχι αυτές που από κοινού είχαν αποφασίσει μέσα από μια διαδικασία ζύμωσης.

Σε αυτή τη διαβούλευση διαφορετικά ήταν τα κριτήρια του ΑΚΕΛ και διαφορετικά του ΔΗΚΟ και σε ό,τι αφορά τις πολιτικές θέσεις που θα έπρεπε να εκφράζει ο υποψήφιος και σε ό,τι αφορά τον ρόλο του στο πολιτικό σύστημα. Σε σχέση με το δεύτερο, ήταν ξεκάθαρο από πριν καν ξεκινήσει ο διάλογος πως υπήρχε διαφωνία. Το ΑΚΕΛ ξεκίνησε σε ανύποπτο χρόνο, πολύ πριν πλησιάσουν οι Προεδρικές Εκλογές, να στέλνει το μήνυμα ότι η εποχή των κομματικών υποψηφίων έχει παρέλθει και πρέπει το πολιτικό σύστημα να στραφεί στις ανεξάρτητες προσωπικότητες. Πρόκειται για μια θέση που μπορεί να εκληφθεί και ως αντίδραση στο γεγονός πως το κόμμα αντιλαμβάνεται πως συνεχίζει να έχει αρνητικό πρόσημο ανάμεσα στους πολίτες η δική του πενταετία διακυβέρνησης, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να προωθηθεί με αξιώσεις μία υποψηφιότητα δικού του προβεβλημένου στελέχους. Εάν, συνεπώς, συνηγορούσε στην υποψηφιότητα στελέχους άλλου κόμματος, εκ των πραγμάτων θα ήταν συμβαλλόμενο μέρος σε αυτή την προεδρία και όχι το μεγαλύτερο κόμμα στην εξίσωση.

Δεν ήταν όμως αυτή η μόνη ανησυχία του ΑΚΕΛ, σε ό,τι αφορά τα κομματικά στελέχη και ίσως δεν ήταν ούτε η πιο σημαντική. Γνώριζε ότι με το ΔΗΚΟ είχε διαφωνίες σε σημαντικά πολιτικά ζητήματα. Διαφωνίες που ήταν δημόσιες και καλά γνωστές σε όλους τα τελευταία χρόνια και θα λειτουργούσαν ως πολιτικός στόχος στο κεφάλι ενός υποψηφίου που θα έπρεπε ή να διαφοροποιηθεί είτε από τον εαυτό του είτε από τους συνεργάτες και υποστηρικτές του, δημιουργώντας συνθήκες αναξιοπιστίας κατά τη διάρκεια του προεκλογικού. Αντιθέτως, θεωρούσαν πως ένα τρίτο πρόσωπο, που δεν δεσμευόταν απόλυτα από τις προηγούμενες τοποθετήσεις του ενός ή του άλλου, επικοινωνιακά θα μπορούσε να προωθήσει ευκολότερα τις κοινές θέσεις συμβιβασμού από ότι αν φαίνεται πως ο ίδιος αναθεώρησε ή υποστηρίζεται από διαφωνούντες.

Το ΔΗΚΟ, αντιθέτως, όχι μόνο δεν διαφωνούσε με το ενδεχόμενο υποστήριξης ενός πολιτικού προσώπου, αλλά θεωρούσε ότι ιδανικότερος υποψήφιος είναι ο πρόεδρός του, Νικόλας Παπαδόπουλος. Πίστευε ότι οι προεδρίες ΔΗΚΟ αντικρίζονται θετικά από τους πολίτες και ότι ο Νικόλας, παρά το γεγονός πως στο παρελθόν δεν τα κατάφερε, είναι ένα εκλέξιμο πρόσωπο. Κυρίως, όμως, πίστευε πως η αλλαγή περνά μέσα από το Κέντρο. Και επέμεινε σε αυτή του τη θέση μέχρι τέλους. Ενδεχομένως να είχε διαφορετική στάση αν τα πρόσωπα που εισηγείτο το ΑΚΕΛ το κάλυπταν πολιτικά ή ιδεολογικά. Ενόσω, όμως, οι προτάσεις που έρχονταν από την Αριστερά θα μπορούσαν να λειτουργήσουν αποσυσπειρωτικά, το ΔΗΚΟ θεωρούσε πως δεν είχε κανένα λόγο να μετακινηθεί από τη θέση του.

Με την πάροδο του χρόνου κατέστη σαφές πως για το μεγάλο κόμμα του Κέντρου υπήρχε ένας επιπλέον λόγος τακτικής για προώθηση της υποψηφιότητας του προέδρου του. Μέρα με την μέρα ήταν και πιο προφανές πως κέρδιζε στο χώρο του Κέντρου έδαφος η υποψηφιότητα Νίκου Χριστοδουλίδη. Ως εκ τούτου, στο ΔΗΚΟ αντιλαμβάνονταν ότι, αν ήθελαν η συνεργασία με το ΑΚΕΛ να πετύχει, ο κοινός υποψήφιος θα έπρεπε να ήταν κεντρώος, καθώς καμία από τις ανεξάρτητες προσωπικότητες που συζητούνταν από το ΑΚΕΛ δεν είχε στον χώρο του Κέντρου τα ερείσματα που φαινόταν να αποκτά ο κ. Χριστοδουλίδης. Αλλιώς το ίδιο το ΔΗΚΟ θα βρισκόταν αντιμέτωπο με μια διασπασμένη εκλογική βάση και θα ήταν πολύ δύσκολο να προσελκύσουν ψηφοφόρους από άλλα κόμματα του Κέντρου. Αυτό, μάλιστα, φαίνεται πως σήμερα είναι και βασικό κριτήριο για την στροφή το ΔΗΚΟ προς την κατεύθυνση του Νίκου Χριστοδουλίδη.

Το ΑΚΕΛ, όμως, δεν μπορούσε να κάνει αυτή την υπέρβαση. Τόσο για τους λόγους που αναφέρθηκαν πιο πάνω, όσο και επειδή γνώριζε ότι ο κ. Παπαδόπουλος δεν ήταν δημοφιλής ανάμεσα σε όλους τους ψηφοφόρους του και δεν θα κατάφερνε να συσπειρώσει δυνάμεις γύρω από το πρόσωπό του στον βαθμό που θα επιθυμούσε το κόμμα. Και το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε το ΑΚΕΛ, το οποίο χάνει ποσοστά σε διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις, θα ήταν νέες απώλειες, επειδή δεν άκουσε τα μηνύματα της βάσης του.

Ο χωρισμός των δύο πλευρών έγινε εγκαίρως, προτού η σχέση οδηγηθεί σε γάμο. Κι έγινε προσεκτικά. Χωρίς να εμπλακούν σε blame game, χωρίς σύγκρουση και με τρόπο που μπορεί να έκλεινε τις πόρτες, αλλά άφηνε ανοικτά πολλά παράθυρα. Γιατί είναι ξεκάθαρο πως στο μυαλό του ΑΚΕΛ και του ΔΗΚΟ υπάρχει το ενδεχόμενο αυτή η προσπάθεια συνεργασίας να χρειαστεί να αναβιώσει, όχι σε μια πενταετία αλλά σε λιγότερο από ένα χρόνο, μεταξύ πρώτης και δεύτερης Κυριακής. Και να διανοιχθεί ένας νέος δρόμος μέσα από το αδιέξοδο…

Δειτε Επισης

Σε διαχειριστικούς ελέγχους και προσφορές η επικέντρωση της η Ελεγκτικής Υπηρεσίας
Στην Σαμψούντα μετέβη ο Τατάρ
ΑΠΕ, ανταγωνιστικότητα, επενδύσεις στο Σχέδιο Δράσης 2025 του Υπ. Ενέργειας
Νέα παράνοια Τατάρ-«Η Ελλάδα παίζει παιχνίδια για να διακόψει τους δεσμούς μας με την Τουρκία»
Παραπονιούνται στους ξένους επειδή η ΚΔ εφαρμόζει το νόμο για τους σφετεριστές-Συνεχείς συσκέψεις στα κατεχόμενα
Διμερείς σχέσεις συζήτησαν Κόμπος - Πρέσβεις χωρών Συμβουλίου Συνεργασίας Κόλπου
Καταδικάζει την έξαρση ρατσιστικών περιστατικών η Λοττίδου-«Θίγουν θεμελιώδεις ανθρώπινες αξίες»
Έπεσαν οι υπογραφές για την πρώτη συλλογική σύμβαση στον ΟΚΥπΥ
Απορρίφθηκαν οι προδικαστικές ενστάσεις του Αϊκούτ-Απαντά στις κατηγορίες στις 22 Νοεμβρίου
Εκτός πλαισίου κινήθηκε και στην Αθήνα ο Φιντάν-Σε επανέναρξη των συνομιλιών ευελπιστεί ο Γεραπετρίτης