Βίασε υπό την απειλή μαχαιριού ανήλικη, την ξυλοκόπησε γιατί του είπε θα μιλήσει
12:03 - 15 Απριλίου 2022
Ποινή φυλάκισης δεκατριών ετών σε πατριό που βίασε την ανήλικη κόρη της συμβίας του, επέβαλε το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας, το οποίο έκρινε ένοχο τον κατηγορούμενο στις κατηγορίες που αφορούν βιασμό, απόπειρα βιασμού, σεξουαλική κακοποίηση παιδιού και επίθεση προκαλούσα πραγματική σωματική βλάβη.
Τα αδικήματα, διαπράχθηκαν το καλοκαίρι του 2020 στη Λευκωσία, με θύμα 16χρονη. Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, ο κατηγορούμενος ήταν ο σύντροφος της μητέρας της 16χρονης, ο πατέρας της οποίας απεβίωσε, ενώ όλοι μαζί διέμεναν στο ίδιο σπίτι.
Κατά την επίδικη μέρα, η 16χρονη βρισκόταν στο σπίτι και συγύριζε, όταν ο κατηγορούμενος, τον οποίο αποκαλούσε πατέρα της, πήγε στο σπίτι μαζί με έναν άλλο άνδρα. Εκεί, ο κατηγορούμενος την έβαλε να συγυρίσει το δωμάτιο του και ακολούθως, υπό τις περιστάσεις που η ανήλικη περιέγραψε στη μαρτυρία της, την υπέβαλε στα όσα αναφέρονται στις υπό κρίση κατηγορίες.
Συγκεκριμένα, ο κατηγορούμενος έχοντας λάβει κατοχή μαχαιριού και χρησιμοποιώντας απειλές, αρχικά ότι θα της σπάσει το τηλέφωνό της και, μετέπειτα, ότι αν σηκωθεί δεν θα ξαναδεί τους γονείς της, κακοποίησε σεξουαλικά την ανήλικη. Ακολούθως, διέταξε την ανήλικη να του φέρει τις παντόφλες του και λόγο λάθους της, γρονθοκόπησε την 16χρονη στη μύτη, προκαλώντας της αιμορραγία.
Όταν δε, αυτή του είπε ότι δεν μπορεί να κρύψει αυτά από τη μητέρα της, αυτός την κτύπησε με την πόρτα στο κεφάλι. Ο κατηγορούμενος της είπε να μην πει αυτά που έγιναν σε οποιονδήποτε διότι, αν πει, θα πάνε στη φυλακή ο αδελφός, ο πατέρας και η μητέρα της επειδή δεν την πρόσεχαν. Της αγόρασε, επίσης, μια τούρτα παγωτού, της άφησε δύο τσιγάρα και έφυγε.
Όταν η μητέρα της (αρχικά) και ο φίλος αυτής επέστρεψαν στο σπίτι, η 16χρονη τους αποκάλυψε τι είχε συμβεί και τότε αυτοί, τηλεφωνικά, κάλεσαν τον κατηγορούμενο να επιστρέψει στο σπίτι, όπου εξελίχθηκε καβγάς. Το εν λόγω περιστατικό, το οποίο βίωσε η 16χρονη, της έχει προκαλέσει έντονη ψυχική αναστάτωση και δυσκολία διαχείρισης του ψυχικού τραύματος.
Στην απόφαση του το Κακουργιοδικείο, αναφέρει πως αδικήματα σεξουαλικής φύσης, από μόνα τους, προκαλούν απέχθεια και αποτροπιασμό, ενώ υπέδειξε πως «στις περιπτώσεις, όμως, στις οποίες παραβιάζονται φυσικοί, ηθικοί και κοινωνικοί κανόνες και που θύμα είναι ανήλικο πρόσωπο, τα πιο πάνω συναισθήματα επαυξάνονται στο μέγιστο βαθμό», τονίζοντας την σοβαρότητα των αδικημάτων, η οποία προκύπτει τόσο από την φύση τους όσο και από την ποινή που προβλέπεται από τον Νόμο.
Όπως επίσης προκύπτει από τη νομολογία στην οποία αναφέρθηκε το Δικαστήριο, σε υποθέσεις σεξουαλικών αδικημάτων, οι ποινές που επιβάλλονται θα πρέπει να είναι αυστηρές και αποτρεπτικές, ενόψει της ιδιαίτερης σοβαρότητας τους ως εγκλήματα τα οποία στρέφονται κατά των ηθών αλλά προσβάλλουν, παράλληλα, και καταρρακώνουν την προσωπικότητα του θύματος.
Είναι διαπίστωση του Κακουργιοδικείου ότι δυστυχώς τα αδικήματα σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών βρίσκονται, τελευταία, σε έξαρση, παρά τις αυστηρές ποινές που επιβάλλονται από τα Δικαστήρια μας, ενώ το στοιχείο αυτό επίσης καταδεικνύει την ανάγκη για επιβολή ακόμη πιο αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών.
Με δεδομένη τη σοβαρότητα των αδικημάτων για τα οποία κρίθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος, κατά την επιβολή της ποινής, το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη του ότι ο κατηγορούμενος «εκμεταλλεύτηκε τον ευάλωτο και αθώο χαρακτήρα της νεαρής, ανήλικης παραπονούμενης, απειλώντας αρχικά ότι θα της σπάσει το τηλέφωνο και μετά ότι αν σηκωθεί, δεν θα ξαναδεί τους γονείς της, και απειλώντας για τη χρήση μαχαιριού, δημιούργησε μια κατάσταση τρόμου και εξαναγκασμού, ώστε, με βίαιο, ως εξελίσσονταν τα γεγονότα, τρόπο, να υλοποιήσει τις σεξουαλικές κακοποιήσεις του. Στο χώρο στον οποίο η παραπονούμενη διέμενε και που θα έπρεπε να αποτελεί χώρο ηρεμίας και ασφάλειας γι’ αυτήν».
Παράλληλα, το Κακουργιοδικείο υπέδειξε πως ο κατηγορούμενος προκάλεσε με τις ενέργειες του, σοβαρές επιπτώσεις στον ψυχικό κόσμο της παραπονούμενης.