Οι αμέμπτου ηθικής παιδοκτόνοι, η στρατηγική τους και το σύνδρομο Μινχάουζεν
06:56 - 10 Απριλίου 2022

Αποσβολωμένη παρακολουθεί η κοινή γνώμη τις εξελίξεις γύρω από την υπόθεση θανάτου της εννιάχρονης Τζωρτζίνας, περιμένοντας τα καινούργια στοιχεία, που θα αποδείξουν αν είναι ή όχι ένοχη η μητέρα, η οποία τελεί ήδη υπό προσωρινή κράτηση. Την ίδια ώρα, πλανάται ένα μυστήριο γύρω από τους θανάτους των άλλων δύο παιδιών, κατά πόσο ή όχι είναι έγκλημα, με το ερώτημα που τριβελίζει το μυαλό όλων να είναι «πώς είναι δυνατό μία μάνα να βλάψει τα παιδιά της;».
Η υπόθεση έχει συγκλονίσει, τόσο την Κύπρο, όσο και την Ελλάδα, με τις λεπτομέρειες που αποκαλύπτονται καθημερινά να είναι σοκαριστικές, αφού ενδεχομένως να υπήρχε προμελετημένο έγκλημα πίσω από το θάνατο της εννιάχρονης, ενώ οι ειδικοί δεν αποκλείουν και το ενδεχόμενο η μητέρα να έπασχε και από κάποιο σύνδρομο.
Πάντως, αυτό που προκαλεί τη μεγαλύτερη εντύπωση είναι η ψυχρότητα που φαίνεται να υπήρξε πίσω από το έγκλημα, όπως μαρτυρούν οι λεπτομέρειες για την υπόθεση, ενώ μία πρώτη εκτίμηση από την εγκληματολόγο Δήμητρα Τσίτση, η οποία μίλησε στον REPORTER, αναφέρει αυτό που έχει σημασία στην υπόθεση είναι ο τρόπος δράσης.
«Αυτό που θεωρώ ότι ταρακούνησε την κοινή γνώμη, είναι ο χρόνος και ο τρόπος διάπραξης του εγκλήματος. Ήταν ένα προμελετημένο έγκλημα, σωστά σχεδιασμένο, το οποίο προμελετούσε το θάνατο, τουλάχιστον του τρίτου παιδιού. Είναι ένα έγκλημα, το οποίο το προμελέτησε χρόνια πριν και αυτό θα φανεί από τα άλλα παιδιά. Υπάρχει, με βάση τα στοιχεία, βασανιστικός τρόπος θανάτου του παιδιού και εννέα απόπειρες εντός 13 ωρών».
Οι ενέργειες που έγιναν, ώστε να επιτευχθεί το αποτέλεσμα, που δυστυχώς ήταν ο θάνατος της εννιάχρονης Τζωρτζίνας, δείχνουν ότι επρόκειτο για ένα οργανωμένο έγκλημα, με την κα. Τσίτση να κάνει λόγο για το σύνδρομο Μινχάουζεν.
«Στο σύνδρομο Μινχάουζεν μπορεί να είναι θύτης ένας ενήλικος και θύμα ένας ηλικιωμένος, με αναπηρία ή εξαρτάται από τον θύτη. Συνήθως θύματα είναι τα άτομα που χρειάζονται βοήθεια. Συνήθως είναι μητέρες, που δρουν λες και το παιδί τους είναι άρρωστο και το στέλνουν συνεχώς στο γιατρό ή του δίνουν φάρμακα, θέλουν με νύχια και με δόντια να έχει κάτι το παιδί τους για να κερδίζουν την κοινωνική εύνοια, να κερδίσουν το μπράβο ή να καταφέρουν κάποιο άτομο να έρθει πίσω στη ζωή τους με τον οίκτο. Στην προκειμένη περίπτωση, με βάση τα δημοσιεύματα, είδαμε ότι κάθε φορά που έφευγε ο σύζυγός της, χανόταν ένα παιδί. Όταν επέστρεφε ήταν εντάξει και πάλι όταν έφευγε χανόταν ένα παιδί».
Δεν κατάλαβε κανείς τίποτα
Το ερώτημα που υπάρχει, γύρω από το ενδεχόμενο να πάσχει η μητέρα από το σύνδρομο Μινχάουζεν, είναι πώς και δεν κατάλαβε κανείς τίποτα, με την απάντηση να είναι απλή. «Δεν είναι εύκολο να αποδειχθεί. Δεν είναι εύκολο να το καταλάβει κάποιος, επειδή όταν κάποιος κλείνει τις πόρτες του σπιτιού του, δεν μπορεί κανείς να ξέρει τι γίνεται μέσα. Αυτό που έβλεπε η γειτονιά ήταν μία ταλαιπωρημένη γυναίκα, που έχασε τα δύο της παιδιά και η οποία παλεύει για το τρίτο της παιδί, το οποίο είχε και θέματα αναπηρίας».
Την ίδια ώρα, οι ενέργειες της μητέρας, στην προκειμένη περίπτωση, θα έπρεπε να είχαν προκαλέσει προβληματισμό στους αρμόδιους και να κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου στους ειδικούς.
«Γιατί συνεχώς μία μητέρα παίρνει τα παιδιά της στους γιατρούς; Πρώτο το κρατούμενο, αφού είναι καλά. Οι μητέρες-θύτες, σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι διατεθειμένες να κάνουν τα πάντα. Μπορεί να αλλάξουν συνταγές γιατρού, τα φάρμακα που έδωσε ο γιατρός, την γνωμάτευση του γιατρού, μπορεί να ασκήσουν βία στα παιδιά, για να δείξουν ότι το παιδί πονά. Φτάνουμε στο σήμερα, που βλέπουμε μία γυναίκα ψυχρή, που μετά το θάνατο των παιδιών τοποθετείτο στα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πήγαινε σε καφετέριες και σε διακοπές, χωρίς ενδοιασμούς και κάποιο πόνο να φαίνεται. Αντίθετα, όταν βγήκε σε συγκεκριμένη εκπομπή, αυτό που είπε ήταν “με κατηγορούν και δεν ξέρω τον λόγο”. Μία μάνα, η οποία έχασε τρία παιδιά, η έννοια της είναι τι θα πει ο κόσμος;», ανέφερε η εγκληματολόγος.
Όταν ένας γονιός αφαιρεί τη ζωή του παιδιού του…
Αυτό που δεν χωρά ο ανθρώπινος νους, με αφορμή και τη συγκεκριμένη υπόθεση, είναι πώς μπορεί ένας γονιός, ο οποίος δεν πάσχει από κάποια ασθένεια, να φτάσει στο σημείο να αφαιρέσει τη ζωή από το παιδί του και μάλιστα προμελετημένα. Μία ζωή την οποία ο ίδιος χάρισε σε κάποιον άλλο.
«Δεν υπάρχει κανένα κίνητρο, για κανένα να σκοτώσει κανένα, δεν έχουμε δικαίωμα να αφαιρέσει κάποιος τη ζωή του άλλου. Ταυτόχρονα όμως, με βάση όλα αυτά που συμβαίνουν και με βάση την παγκόσμια βιβλιογραφία της εγκληματολογίας, βλέπουμε ότι τα κίνητρα ενός παιδοκτόνου θα είναι ο/η σύζυγος, συνήθως».
Οι αμέμπτου ηθικής θύτες και ο ρόλος των ιατροδικαστών
Σε ένα οργανωμένο, προμελετημένο έγκλημα με θύμα ένα παιδί, οι γονείς είναι αμέμπτου ηθικής, ειδικά αν πριν έχουν δείξει σημάδια ότι όλα ήταν καλά μεταξύ τους. Όμως, όλα αυτά χρησιμοποιούνται ως μία βιτρίνα, για να καλύψουν το έγκλημά τους.
«Όταν είναι προμελετημένο το έγκλημα, ο θύτης θα δείχνει ότι ήταν δίπλα στο παιδί του, για να δείξει στην κοινωνία, στον/στην σύντροφο ότι το λατρεύει, ενώ την ίδια στιγμή θα κατασκευάζει το σχέδιο δράσης. Είναι αυτό που λέμε ότι ο δράστης φτάνει πάντα πρώτος στη σκηνή του εγκλήματος. Όταν ένας γονιός έχει σκοπό να σκοτώσει το παιδί του, το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να βρίσκεται πολύ κοντά σε αυτό. Να του αγοράζει πράγματα, να το πηγαίνει βόλτες, να του δείχνει την αγάπη του, να του μιλά, για να φύγουν οι υποψίες από πάνω του. Ακόμη και μετά το θάνατο, συνήθως δεν μπορούμε να αντιληφθούμε ότι είναι ο γονιός ο θύτης. Θα είναι το άτομο που θα εκτίθεται πολύ στα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, θα είναι το άτομο που θα θέλει να ακούει πολύ τα συλλυπητήρια, το άτομο που θα δέχεται κόσμο στο σπίτι για συλλυπητήρια. Θα είναι το άτομο του σόου, για να το πω απλά».
Σε μία υπόθεση, το σημαντικότερο ρόλο δεν διαδραματίζει ούτε η Αστυνομία, ούτε οι εγκληματολόγοι. Στην εξιχνίαση μίας παιδοκτονίας, το Α και το Ω είναι οι ιατροδικαστές.
«Σε οποιονδήποτε θάνατο, είτε προμελετημένος είτε εν βρασμώ ψυχής, είτε εξ αμελείας, πρέπει να γίνονται σωστές ιατροδικαστικές εξετάσεις. Αντιλαμβάνομαι ότι ακόμη και μετά θάνατο χρειάζεται υπογραφή κηδεμόνα για ιστολογικές και τοξικολογικές εξετάσεις. Αν ο γονιός είναι ο δράστης, πώς θα υπογράψει; Άρα, κλείνει η υπόθεση ότι είναι αιφνίδιος θάνατος. Υπό αυτές τις περιστάσεις, δεν φταίνε οι ιατροδικαστές, ούτε οι γιατροί. Φταίει το σύστημα. Και στην Κύπρο έχουμε πολλά κενά. Πόσους θανάτους κλείσαμε αιφνίδιους και στην Κύπρο και στην Ελλάδα και παντού;».
Υπάρχει τελικά το τέλειο έγκλημα;
«Ποτέ δεν θα υπάρξει το τέλειο έγκλημα. Πάντα υπάρχει το καλοσχεδιασμένο έγκλημα, το οργανωμένο έγκλημα, ένα έγκλημα που θα καθυστερήσει τις υποψίες των αρχών, αλλά δεν υπάρχει το τέλειο έγκλημα. Ο εγκληματίας αφήνει πάντα κάτι πίσω. Δεν υπάρχει το τέλειο έγκλημα και δεν θα υπάρξει ποτέ. Το μόνο που μπορεί να γίνει είναι να καθυστερήσει η διαλεύκανση της υπόθεσης», κατέληξε η Δήμητρα Τσίτση.