Η μακροβιότερη μπυραρία της Λευκωσίας-Η αυθόρμητη ιδέα που έγινε ιστορία (pics)
07:00 - 10 Απριλίου 2022
Πέρασαν 34 χρόνια από τότε που μια παρέα κάθισε στο ίδιο τραπέζι και, πίνοντας ποτά, αποφάσισε το όνομα για το μαγαζί που θα άνοιγε ο κολλητός τους φίλος, στη Λευκωσία. Έγραψαν χιλιάδες ονόματα, ένα όμως κέρδισε: To Reckless.
Η Reckless, άνοιξε δύο χρόνια πριν το τέλος της δεκαετίας του ΄80. Μηχανόβιοι, νεαροί με μακριά μαλλιά, μούσια και τατουάζ σύχναζαν καθημερινά εκεί. Κάποιες φορές χαρακτηρίστηκαν ως αλήτες… πέρασαν χρόνια μέχρι η κυπριακή κοινωνία να αποδεχτεί τη ροκ μουσική, τη ροκ κουλτούρα και το πνεύμα που πρέσβευε και συνεχίζει να πρεσβεύει μια από τις μακροβιότερες μπυραρίες της Λευκωσίας.
Από το 1988 η Reckless καθιερώθηκε. Μέσα από το πέρασμα των χρόνων, των αλλαγών, των λανθασμένων και των ορθών επιλογών. Ο κ. Γιάννος, ο ιδιοκτήτης της μπυραρίας, θεωρεί ως επίτευγμά του το γεγονός πως κάθονται στο μπαρ του μαγαζιού όλων των λογιών άνθρωποι για να απολαύσουν τις παγωμένες μπύρες που προσφέρει. «Στο ένα τραπέζι κάθεται ο πατέρας με τους φίλους του και στο άλλο ο γιος του. Αυτό είναι κάτι που με τιμά», είπε ο μιλώντας στον REPORTER.
Όλα άρχισαν το 1988, μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στη δημοσιογραφία και την επιστροφή του στην Κύπρο. Ήταν ένα πάθος που άφησε στην άκρη, όταν εντελώς αυθόρμητα αποφάσισε να ανοίξει την μπυραρία, σε ηλικία 21 ετών.
«Δεν είχα κάποιο κίνητρο, ήταν μια αυθόρμητη κίνηση. Αν και πολλές φορές απογοητεύτηκα δεν θα την άλλαζα ποτέ. Όλος ο ισόγειος χώρος, ήταν χώρος στάθμευσης και εκείνη την χρονιά οι ιδιόκτητες τον έκλεισαν για να φτιάξουν μαγαζιά. Έτσι αποφάσισα να ενοικιάσω το μαγαζί και να ανοίξω την μπυραρία που ονειρευόμουν».
Παρά τις εν μέρει αντιρρήσεις των γονιών του, αφού μόλις είχε ολοκληρώσει τις σπουδές του, ο Γιάννος ακολούθησε το ένστικτό του και τα κατάφερε… «Στην αρχή μου έλεγαν οι γονείς μου “πήγες σπούδασες και θα ανοίξεις μαγαζί;”. Αργότερα, ο πατέρας μου έλεγε “ άμα κάνεις αυτό που σου αρέσει με επιτυχία, δεν έχει κάτι άλλο σημασία στη ζωή”, και αυτό κράτησα».
Το όνομα της μπυραρίας αποφασίστηκε σ΄ ένα βράδυ, όταν με την παρέα του, ενώ έπιναν, έγραφαν σε ένα χαρτί ονόματα. Επηρεασμένη από την ταινία Reckless του 1984, μια κοπέλα από την παρέα το προτείνει ως όνομα. «Είχαμε γράψει πολλά ονόματα, συμφωνήσαμε όμως όλοι ότι ήταν το ιδανικό, επηρεασμένοι βέβαια και από το soundtrack της ταινίας και έτσι έμεινε. Μπορεί στο λεξιλόγιο να σημαίνει ριψοκίνδυνος, αλλά στην καθομιλουμένη όπως λέμε στα κυπριακά είναι ο “σικκημετζιής”».
Η μπυραρία θεωρήθηκε για κάποιους ως το στέκι των περιθωριακών. Των «αλητών» όπως τους χαρακτήριζαν την τότε εποχή, που η κυπριακή κοινωνία δεν ήταν ακόμη έτοιμη να δεχθεί το διαφορετικό. Άτομα που λάτρευαν να ακούν τη δυνατή ροκ μουσική, μηχανόβιοι, μακρυμάλληδες με μούσια και τατουάζ, ήταν καθημερινοί θαμώνες, κάποιοι μέχρι και σήμερα.
«Στην αρχή όταν ξεκίνησα με πείραζε που μας θεωρούσαν αλήτες, γιατί δεν υπήρχαν ανάμεσά μας αλήτες με την έννοια που λεγόταν. Όταν κάποιος άκουγε μόνο ροκ ήταν αλήτης. Η αναφορά τότε καθοριζόταν με το εάν κάποιος είχε μούσι, ενώ τώρα αν δεν έχει μούσι, δεν σου μιλούν. Αυτό που είναι τώρα μόδα, τότε ήταν περίεργο. Ακόμη και όσοι άκουγαν ροκ μουσική ήταν απομονωμένοι. Ήταν πολύ δύσκολο για κάποιον τότε να ακούσει αυτό το είδος μουσικής».
Τα χρόνια άλλαξαν. Χρειάστηκε τουλάχιστον μια δεκαετία για να συνηθίσει ο κόσμος αυτό το είδος μουσικής, τον τρόπο ζωής των ροκάδων. Με την έλευση του 2000 ο κόσμος έγινε πιο ανεκτικός στο περίεργο, στο μοναδικό, στο διαφορετικό. Όπως πιστεύει ο Γιάννος, αυτό άλλαξε γιατί ο κόσμος άρχισε να ταξιδεύει περισσότερο.
«Μετά το 2000 ο κόσμος έκανε στροφή. Επέστρεψαν πολλοί άνθρωποι από το εξωτερικό, είδαν άλλες παραστάσεις. Είδαν πως μαγαζιά όπως η Reckless υπήρχαν παντού. Έγινε πιο οικείο στα μάτια τους. Δεν ήταν οι ίδιοι απλοί, αλλά απλοποίησαν τις καταστάσεις».
Έτσι, όλο και περισσότερος κόσμος ερχόταν είτε για να ακούσει τη μουσική που του αρέσει, είτε για να πιει μια μπύρα στο μπαρ με την παρέα του. Το μαγαζί πέρασε διάφορες φάσεις μέχρι να καθιερωθεί στη νυχτερινή ζωή της Λευκωσίας. Χωρίς να παρασυρθεί από τους καιρούς και τα νέα δεδομένα, κράτησε το ύφος του, μέχρι και σήμερα.
«Χωρίζεται στην πρώτη περίοδο, από το 1988 μέχρι το 2000 και από το 2000 μέχρι σήμερα. Από το 1888 μέχρι το 2000 ο κόσμος ήταν απλός αλλά με σύνθετες καταστάσεις. Μετά το 2000 είχε να αντιμετωπίσει σύνθετες καταστάσεις, αλλά ο κόσμος έγινε πιο απλός. Θεωρώ ότι ο κόσμος άλλαξε, όχι το μαγαζί», ανέφερε ο κ. Γιάννος.
Ο Γιάννος θυμάται τις δύσκολες και τις εύκολες στιγμές που υπήρξαν στο μαγαζί κατά τη διάρκεια των 34 χρόνων ζωής του. Επίσης θυμάται και την ιστορική μέρα, όταν το μαγαζί γιόρτασε τα 30χρονά του, αλλά και βραδιές που υπήρξαν τραγελαφικές καταστάσεις.
«Μια πολύ δύσκολη περίοδος, ήταν η επιβολή της απαγόρευσης τσιγάρου σε κλειστούς χώρους. Ο κόσμος είχε συνηθίσει διαφορετικά και φυσικά παρατηρήθηκε μείωση στην πελατεία. Είχαν επηρεαστεί σχεδόν όλα τα μαγαζιά τότε. Η Πολιτεία εφάρμοσε άμεσα το νόμο, χωρίς να προσπαθήσει αρχικά να διαπαιδαγωγήσει τους πολίτες της. Ήταν αναμενόμενο να προκαλέσει αντιδράσεις», θυμάται.
Είναι πολλές οι στιγμές που δεν μπορούν να ξεχαστούν. Τα 34 χρόνια είναι αρκετά ώστε να μπορεί να θυμηθεί τα πάντα, ωστόσο για τον κ. Γιάννο τα τριαντάχρονα ήταν η πιο ιστορική στιγμή για το μαγαζί αλλά και τον ίδιο ως ιδιοκτήτη. Μουσικοί, dj και άφθονη μπύρα σηματοδότησαν μια θρυλική βραδιά.
«Ήταν ένα από τα πράγματα που είμαι πολύ περήφανος. Θεωρώ πως ήταν η πρώτη φορά που ιδιωτική επιχείρηση καταφέρνει και κάνει κάτι τέτοιο. Το προετοίμαζα για τέσσερα ολόκληρα χρόνια, ώστε να γίνουν όλα όπως τα είχα στο μυαλό μου».
Στα καθημερινά και ασυνήθιστα γεγονότα που είδε όλα αυτά τα χρόνια, θυμάται και γελά με ένα περιστατικό που αφορούσε φίλο του που ήρθε συνοδευόμενος στο μαγαζί από μια κοπέλα. «Ήταν Αγγλοκύπρια η κοπέλα. Ο φίλος μου είπε να βάζω συνέχεια μπύρες. Αυτός μέθυσε, έγινε χάλια και την έβγαλε στην τουαλέτα. Η κοπέλα ενώ είχε πιει το ίδιο ήταν μια χαρά. Τον πήρε σπίτι και μετά επέστρεψε για να πληρώσει τον λογαριασμό. Μου είπε πως ο πατέρας της είχε μπυραρία στην Αγγλία και έχει συνηθίσει να πίνει αρκετά ποτήρια μπύρας», μας εξιστόρησε.
Ήταν και αυτές οι βραδιές που αναγκάστηκε να διώξει πελάτη από το μαγαζί, αλλά και πολλές άλλες που έκανε τον «ψυχολόγο» στο μπαρ. «Οι χώροι συνάθροισης είναι σαν μοντέρνοι καφενέδες και η αποφόρτιση του κόσμου, κυρίως η ψυχολογική, που γίνεται είναι σημαντική. Ο καθένας εναποθέτει στο μπαρ όλη την εκτόνωσή του. Πολλές φορές κάποιοι πελάτες ξεπέρασαν τα όρια και τους κανόνες που έχω στο μαγαζί και αναγκάστηκα να τους διώξω, επειδή ενοχλούσαν επίμονα άλλους θαμώνες».
Τον ρωτήσαμε εάν θα άλλαζε κάποιες από τις επιλογές που έκανε παλαιότερα αλλά το μόνο που θα άλλαζε θα ήταν την απαισιοδοξία που ένιωσε τα πρώτα δύσκολα χρόνια, επειδή, όπως μας αποκάλυψε, το πείσμα του ήταν αυτό που τον έκανε να παραμείνει.
«Ένα μεγάλο μέρος της προσωπικότητάς μου διαμορφώθηκε στο μαγαζί. Έκανα λάθη, όπως για παράδειγμα ένα από τα πιο μεγάλα μου ήταν ότι καθόριζα τους ανθρώπους από τα μουσικά τους ακούσματα. Ήταν λάθος αυτό, γιατί αντιλήφθηκα ότι στο μαγαζί έρχονται άτομα που δεν ακούνε αυτή τη μουσική. Για παράδειγμα, έχω πελάτη που έρχεται 25 χρόνια εδώ. Ένα βράδυ έπαιζα μουσική και του μιλούσα για διάφορα τραγούδια που έβαζα, μέχρι που μου είπε πως δεν του αρέσει αυτή η μουσική. Νόμιζα πως με κορόιδευε, όμως ήταν αλήθεια. Εγώ κέρδισα από αυτό το χώρο, υπομονή και ανεκτικότητα».
Τώρα, ο κ. Γιάννος προχώρησε με το δεύτερο εγχείρημά του. Το σουπερμάρκετ μπύρας. Ήταν ένα εγχείρημα που άρχισε να υλοποιείται δειλά, πριν από περίπου δέκα χρόνια στο πατάρι της Reckless αλλά δεν ήταν εύκολα προσβάσιμο. Το σουπερμάρκετ μπύρας προσφέρει εκατοντάδες είδη βελγικής μπύρας και βρίσκεται λίγα μέτρα πιο κάτω από την μπυραρία.
Ο κ. Γιάννος προσδοκεί πως με επιμονή, το σουπερμάρκετ μπύρας θα έχει επιτυχία όπως η Reckless, αφού, όπως ανέφερε, πλέον γνωρίζει πως, «όσα γίνονται στη ζωή, πολύ λίγα έχουν άμεσα επιτυχία».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
- Οι θρυλικοί «Isadoras» και η νυχτερινή ζωή του ΄70, από το Βαρωσί στη Λευκωσία
- «Ο Ντίνος της Manchester»-Η χρυσή εποχή της πιο γνωστής μπυραρίας στη Λευκωσία