Το καταστροφικό αλαλούμ, οι «ξεχασμένοι» αγνοούμενοι και 55 km²... γιατί
15:29 - 05 Ιουλίου 2021
Έχει μείνει η θλίψη, ο πόνος και η απέραντη καταστροφή… Σε κάθε ένα από 55 χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα που χάθηκαν υπάρχει και ένα γιατί… Το πιο μεγάλο στην Οδού, όπου χάθηκαν τέσσερις ζωές.
Οι κάτοικοι του πολύπαθου τούτου τόπου, έγιναν το Σάββατο το απόγευμα μάρτυρες, μιας από τις πιο μεγάλες τραγωδίες του, με νεκρούς, άστεγους και εκατοντάδες άλλους που έχασαν το βιός τους... Τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής...
Οι πύρινες γλώσσες από τον Αρακαπά, επεκτάθηκαν στα γύρω χωριά λόγω των δυνατών ανέμων, με τους κατοίκους να αναγκάζονται σε πολλές περιπτώσεις να τα εγκαταλείψουν, χωρίς να έρθει ποτέ, εντολή εκκένωσης.
Ουδείς μπορεί να παραγνωρίσει τις ασύμμετρες διαστάσεις που έλαβε η φωτιά, κάτι που έκανε κάποιες περιοχές απροσπέλαστες. Ωστόσο, τις τελευταίες ώρες έχουν πληθύνει οι καταγγελίες κατοίκων, πως υπήρξε μεγάλη ασυνεννοησία μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών, δηλαδή του Τμήματος Δασών, της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και της Αστυνομίας.
«Δεν ξέρουμε που να πάμε»
Οι μαρτυρίες απελπισίας των κατοίκων, που ζητούσαν απεγνωσμένα να μεταβούν μονάδες Πυρόσβεσης στα χωριά τους, με κάποιους να δηλώνουν την τοποθεσία τους σε συγγενείς τους ή σε ΜΜΕ, επειδή δεν μπορούσαν να έρθουν με κανένα αρμόδιο σε επαφή, καταδεικνύει ότι όντως κάτι δεν πήγε καλά. Η Οδού, αποτελεί ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.
«Οι πλείστοι κάτοικοι είμαστε στο εκκλησάκι του προφήτη Ηλία, περίπου 100 άτομα. Θέλουμε βοήθεια. Ήρθε φωτιά και από την άλλη μεριά του βουνού όμως και πρέπει να φύουμε που δαμέ να πάμε προς Μαχαιρά, δεν ξέρουμε που να πάμε. Να μας πουν τι να κάνουμε. Δεν έχει ούτε έναν πυροσβέστη στην Οδού», ανέφερε στον REPORTER λίγο μετά τις 16:30 του Σαββάτου ο πάτερ Ανδρέας, εφημέριος περιοχής ζητώντας να μεταφερθεί η έκκλησή του. Κι αυτό τρεις και πλέον ώρες, αφότου ξεκίνησε η φωτιά από τον Αρακαπά.
Ακολούθησαν και άλλες μαρτυρίες κατοίκων πως η μία υπηρεσία, τους παρέπεμπε στην άλλη. «Υπήρχε τεράστια καθυστέρηση, όταν έφτασαν οι πυροσβέστες έδωσαν τα πάντα και οι εθελοντές το ίδιο. Το θέμα είναι στην ηγεσία της Πυροσβεστικής και του Τμήματος Δασών. Υπήρχε μία μεγάλη ασυνεννοησία μεταξύ τους. Για να καταλάβετε τους έπαιρνα τηλέφωνο και φώναζα ότι κρούζει το χωρκόν και ελέαν μου στην Πυροσβεστική ότι εν ευθύνη του Τμήματος Δασών. Μιλούμε για τεράστια λάθη. Δεν φταιν οι απλοί Πυροσβέστες. Είναι θέμα ηγεσίας», ανέφερε την επομένη του μεγάλου κακού ο Μενέλαος Φιλίππου, κοινοτάρχης της Οδού.
Το γεγονός ότι σε αυτό το χωριό συντελέστηκε μία ασύλληπτη τραγωδία, όταν τέσσερις συνάνθρωποί μας κάηκαν ζωντανοί στην προσπάθεια τους να σωθούν, κάνει την ανάγκη για έρευνα αναφορικά με το επιχειρησιακό πλάνο, ακόμα πιο επιτακτική.
Σημειώνεται πως οι τέσσερις εργάτες είχαν δηλωθεί από το απόγευμα του Σαββάτου ως ελλείποντα πρόσωπα από τον εργοδότη τους. Το αυτοκίνητό τους, βρέθηκε καμένο στις εννέα το βράδυ από την Πυροσβεστική Υπηρεσία. Κατά τη διάρκεια της νύκτας και μέχρι τις 2:30 το πρωί, αναζητήθηκαν από φίλους τους που συνέχισαν τις αγωνιώδεις έρευνές με το πρώτο φως της Κυριακής. Οι έρευνες των σωστικών συνεργείων άρχισαν, λίγο πριν εντοπιστούν απανθρακωμένοι από τους φίλους τους οι Αιγύπτιοι εργάτες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Οι δύο καταλείπουν παιδιά, ο ένας ορφανός και ο άλλος ήρθε Κύπρο με το θείο του
Στις μαρτυρίες από την Οδού για καθυστέρηση στην ανταπόκριση πυροσβεστικών ήρθαν να προσθέσουν και άλλες από την ορεινή Λάρνακας. «Αν μας βοηθούσαν η ώρα 16:30 που ζητούσαμε μια βοήθεια σε μια κορυφογραμμή, τούτο δεν θα συνέβαινε στην ορεινή Λάρνακας. Η καθυστέρηση τα πληρώνει τούτα ούλλα», ανέφερε σε δηλώσεις του το βράδυ του Σαββάτου, σε δραματικούς τόνους ο κοινοτάρχης Ανδρέας Γαβριήλ.
Δεν είχε νερό στον Αρακαπά
Πολύ σοβαρές είναι και οι καταγγελίες από τον Αρακαπά, απ’ όπου ξεκίνησε η φωτιά. Σύμφωνα με πληροφορίες, στα πρώτα στάδια της φωτιάς λόγω της διακοπής ρεύματος, τέθηκε εκτός λειτουργίας τουρπίνα νερού, που βρίσκεται δίπλα από το γήπεδο της κοινότητας με αποτέλεσμα να σταματήσει η τροφοδοσία των πυροσβεστικών οχημάτων. Έτσι ανέμεναν υδροφόρες και βυτιοφόρα νερού της Εθνικής Φρουράς και ιδιωτών να σπεύσουν από τη Λεμεσό.
Σημειώνεται πως όταν η φωτιά έφτασε στην Επταγώνια, όπου κάηκε ο Πυροσβεστικός Σταθμός, το πυροσβεστικό όχημα της κοινότητας βρισκόταν σε άλλη φωτιά στην Παρεκκλησία. «Έφύγαν το από την Επταγώνια και μετά καταστράφηκε το χωριό… Είδαμε τη φωτιά να έρχεται, για όνομα του Θεού», ανέφερε το βράδυ του Σαββάτου, ο κοινοτάρχης της περιοχής Παναγιώτης Τσολάκης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Θύματα ασυνεννοησίας και ολιγωρίας οι τέσσερις εργάτες-Σήμερα οι νεκροτομές
Τα αμείλικτα ερωτήματα
Αυτές είναι ελάχιστες, από τις πάρα πολλές μαρτυρίες κατοίκων της περιοχής, που καταδεικνύουν, αν μη τι άλλο, πως πρέπει να μπει στο μικροσκόπιο έρευνας ο τρόπος δράσης και οι εντολές που δόθηκαν, για την κατάσβεση του πύρινου εφιάλτη. Όπως πρέπει να διερευνηθεί και η συνεργασία των διαφόρων υπηρεσιών πυρόσβεσης, κυρίως της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και του Τμήματος Δασών.
Πρέπει άμεσα να απαντηθεί:
1. Γιατί υπήρξε καθυστέρηση στην άφιξη πυροσβεστικών δυνάμεων σε κάποιες περιοχές;
2. Ποιος είχε το γενικό πρόσταγμα για το σχέδιο που ακολουθήθηκε και πώς αυτό επηρεάστηκε από την «άτυπη» κόντρα μεταξύ Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και Τμήματος Δασών;
3. Γιατί δεν άρχισαν ενωρίτερα οι έρευνες για τους 4 εργάτες; Και εάν η περιοχή θεωρήθηκε επικίνδυνη, πώς μπόρεσαν να την προσεγγίσουν οι φίλοι τους;
4. Για ποιο λόγο η Αστυνομία δεν προχώρησε με μπλόκα σε άμεσο κλείσιμο των δρόμων που οδηγούσαν στις πληγείσες περιοχές, την ώρα της φωτιάς;
Όλα αυτά βεβαίως, δεν αφορούν στους απλούς πυροσβέστες, τα μέλη της Πολιτικής Άμυνας και τους δεκάδες εθελοντές που με αυτοθυσία εργάστηκαν, δίνοντας πολύωρες και άνισες μάχες με τις αδηφάγες φλόγες. Σε αυτούς, που διέσωσαν πολλούς ανθρώπους και περιουσίες, θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή τους, αξίζει υπόκλιση και τιμή…
Για τα υπόλοιπα πρέπει να γίνει άμεσα έρευνα, και όχι από αυτές που μπαίνουν στα συρτάρια, για να επέλθουν αλλαγές και να εκσυγχρονιστούν τα σχέδια δράσης, για να μην θρηνήσουμε άλλα θύματα. Όπως γίνεται αντιληπτό, εάν δεν λειτουργούσαν τα αντανακλαστικά των ψυχραιμότερων κατοίκων, τότε ενδεχομένως να μιλούσαμε τώρα για ακόμα μεγαλύτερη τραγωδία.