Η 98χρονη ντίβα που έφερε το μπαλέτο στην Κύπρο και η υιοθεσία της από ξενοδόχο

Η άγνωστη ιστορία της θα μπορούσε να γίνει βιβλίο. Κι όχι μόνο επειδή είναι η αυτή που έφερε τα μαθήματα μπαλέτου στην Κύπρο, επιλέγοντας να ζήσει μόνη της σε μία ξένη χώρα τη δεκαετία του 1960, αλλά επειδή, η 98χρονη σήμερα, "περιπλανώμενη" Ελβετίδα μπαλαρίνα, η “gypsy lady” (τσιγγάνα κυρία), όπως πολύ εύστοχα αναφέρθηκε σε δημοσίευμα αγγλόφωνης εφημερίδας, δεν μπήκε ποτέ σε καλούπια. 

Αναλόγως από το ποια οπτική βλέπει κάποιος την πορεία της ζωής της, μέρος της οποίας θα πάρει μαζί της, αφού παρά τη διαύγεια πνεύματος που διαθέτει η μνήμη της έχει αδυνατίσει, μπορεί να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Κάποιος θα μπορούσε να πει πως είναι τραγικό το γεγονός ότι δεν έχει κανένα εν ζωή συγγενή και φίλο, πως έμεινε άστεγη και πως περνά τα τελευταία χρόνια της ζωής της σ’ ένα ξενοδοχείο στη Λάρνακα, χάρη στην ευσπλαχνία ξενοδόχου που τη φιλοξενεί. Κάποιος άλλος, θα μπορούσε να πει πως είναι πολύ τυχερή που βρέθηκε αυτός ο άνθρωπος στον δρόμο της, τα τελευταία 12 χρόνια.

Αφηγούμενη και άλλες πτυχές της ιστορίας της, οι πλείστες βγαλμένες από τη χώρα, στην οποία στο τέλος πάντα επέστρεφε, την Κύπρο, θα διαπιστώσετε ότι με κάποιο μαγικό τρόπο, που μάλλον οφείλεται στην πίστη της στους ανθρώπους αυτού του τόπου, πάντα στις δύσκολες της στιγμές, βρισκόταν κάποιος να την βοηθήσει.

Βρήκαμε τη Γιολάντα Λανγκ, να κάθεται στο λόμπι του ξενοδοχείου όπου διαμένει. Η αριστοκατική της αύρα και οι γεμάτες χάρη κινήσεις της, είναι το πρώτο που κάνει εντύπωση σε αυτή τη γυναίκα, που σχεδόν έφτασε τα 100. Πριν ακόμα αρχίσει η ηχογράφηση λέει, πως ήταν η πρώτη δασκάλα μπαλέτου στην Κύπρο, κάτι που αποτέλεσε άλλωστε, την αφορμή γι’ αυτή τη συνέντευξη στον REPORTER.

«Ήρθα όταν η Κύπρος ήταν αποικία της Αγγλίας, πριν την ανεξαρτησία της, αλλά δεν θυμάμαι την χρονολογία. Ήμουν στο θέατρο στην Ελβετία και πήγαμε για παραστάσεις στο Ισραήλ. Μετά ήρθα μόνη μου στην Κύπρο. Η αλήθεια είναι ότι δεν σκόπευα να έρθω για τόσο καιρό, αλλά είπαν ότι χρειάζονται μια δασκάλα μπαλέτου και έτσι έγινα η πρώτη στην Κύπρο. Κάποιοι δεν είχαν ιδέα τι είναι αυτό το μπαλέτο. Είχε πολύ ενδιαφέρον…», λέει γελώντας.

Πολλά από τα προσωπικά της αντικείμενα, καθώς και δημοσιεύματα εφημερίδων που αναφέρονταν σε αυτήν, χάθηκαν στις πολλές μετακομίσεις που έκανε τα τελευταία χρόνια. Ευτυχώς όμως, κράτησε κάποιες φωτογραφίες και ένα δημοσίευμα γι’ αυτήν στην αγγλόφωνη εφημερίδα “Times of Cyprus”, που γράφει πως έφτασε στην Κύπρο το 1959.

«Μια από τις πιο ωραίες γυναίκες του νησιού...»

Η εφημερίδα έκανε ρεπορτάζ για τα πρωτότυπα στην Κύπρο, μαθήματα μπαλέτου στο Ωδείο Λευκωσίας τον Ιούνιο του 1960. Τα μαθήματα παρέδιδε η πρώτη δασκάλα του είδους στην Κύπρο, η 38χρονη, τότε, Yolanda Lang, η οποία όπως γράφει η συντάκτρια του άρθρου «είναι μία από τις ωραίες γυναίκες του νησιού, σε μία ηλικία που οι πιο πολλές από μας τα έχουν παρατήσει».

Αφότου αναφέρεται στον πολύ αυστηρό τρόπο διδασκαλίας, η συντάκτρια του άρθρου, παραθέτει κάποια στοιχεία από τη σπουδαία εκπαίδευση που έλαβε η δεσποινίδα Λανγκ, που πριν έρθει στην Κύπρο, έκανε διεθνή καριέρα ως μπαλαρίνα. 

«Αφότου πέρασε τα παιδικά της χρόνια σε αίθουσες γυμναστικής, έτυχε αυστηρής εκπαίδευσης, από τον Ρώσο ballet master, Mikhail Savitsky… Στη συνέχεια συνέχισε την καριέρα της ως μπαλαρίνα με ευρωπαϊκές εταιρείες, αλλά τώρα βρίσκει τη διδασκαλία προτιμότερη. Ήρθε στην Κύπρο πέρσι (σ.σ 1959), στο δρόμο της επιστροφής από το Ισραήλ στην Ευρώπη, με στόχο να μείνει μόνο μερικές μέρες. Οι φίλοι της όμως, την έπεισαν πως η Κύπρος χρειαζόταν μία σχολή μπαλέτου. Το πρώτο της εγχείρημα ήταν μία μικρή τάξη στο Franklin House School στην Αμμόχωστο, όπου ακόμη διδάσκει παιδιά από τρεισήμισι ετών και άνω. Αργότερα κι όταν εξαπλώθηκε η φήμη της άνοιξε τάξεις και στη Λευκωσία».

«Πλήρωνα ενοίκιο 10 λίρες τον μήνα»

Τελικά η δεσποινίδα Λανγκ, παρέμεινε στην Κύπρο, η οποία αποτέλεσε και τη βάση της, αφού έγινε περιζήτητη σε όλο το νησί.  

«Απέκτησα διασυνδέσεις επειδή τις εξετάσεις μου, τις έκανα στο Royal Academy στο Λονδίνο. Όταν ρώτησαν κάποιοι Άγγλοι εάν υπάρχει δασκάλα μπαλέτου στην Κύπρο, τους είπαν ποια είμαι και δημιούργησαν τάξεις στο Ακρωτήρι, τη Σκουριώτισσα και τη Δεκέλεια. Πήγαινα και εκεί και δίδασκα παιδιά.

Αγόρασα ένα αυτοκίνητο για να πηγαίνω. Πριν 60 χρόνια δεν υπήρχε τόση κίνηση. Ήταν πολύ διαφορετικά όλα. Για να καταλάβεις από τη Λάρνακα μέχρι τη Δεκέλεια, υπήρχε μόνο ένα εστιατόριο. Ήταν μόνο χωράφια.

Πήρα ένα σπίτι με κήπο στη Λευκωσία και ένα σκύλο. Πλήρωνα ενοίκιο 10 λίρες τον μήνα, ήταν πολύ φθηνά. Τα παιδιά που δίδασκα πλήρωναν 2 λίρες το μήνα. Τώρα όταν πηγαίνουν σε σχολές μπαλέτου τα παιδιά, θέλουν πολλά χρήματα».

Η αγάπη για τον κόσμο της Κύπρου

Παρά το γεγονός πως τα περισσότερα της χρόνια τα έζησε στην Κύπρο, δεν έμαθε ποτέ Ελληνικά και είναι κάτι που μετανοιώνει, όπως λέει. Ο λόγος είναι ότι οι περισσότεροι πελάτες της ήταν Άγγλοι και το γεγονός πως o περισσότερος κόσμος που συναναστρεφόταν, μιλούσε αγγλικά.

Όταν κάνεις εικόνα μία ανεξάρτητη γυναίκα και μάλιστα στα 40 της, σε μια πατριαρχική κοινωνία τη δεκαετία του 1960, φαντάζεσαι πως πέρασε δύσκολα... Όταν όμως την ρωτώ πώς ήταν για μια γυναίκα να ζει μόνη της στην Κύπρο εκείνη την εποχή, η αβίαστη και ενθουσιώδης απάντηση, δεν άφησε περιθώρια αμφιβολίας για πώς πέρασε. 

«Ήταν υπέροχα, υπέροχα. Μου φέρθηκαν πολύ καλά. Εμπιστευόσουν τους πάντες και οι πάντες σε βοηθούσαν να βρεις δουλειά, σε ρωτούσαν εάν χρειάζεσαι κάτι και σε έφερναν σε επαφή με ανθρώπους. Ήταν διαφορετικοί οι άνθρωποι τότε από τώρα, ήταν διαφορετική γενιά. Στην Κύπρο ήταν εύκολη η ζωή.

Θυμάμαι μία φορά πήγα σε ένα γκαράζ και ήθελα να μου πουλήσουν ένα αυτοκίνητο. Είχα δει ένα μεταχειρισμένο Toyota και ο άνδρας που ήταν να μου το πουλήσει, μου είπε να μην το πάρω, επειδή δεν είναι καλό. Ήταν πολύ τίμιος ο κόσμος, ξέρεις… Υπήρχαν βέβαια άνθρωποι που ήθελαν να βγάλουν εύκολα λεφτά, αλλά ήταν η μειονότητα».

«Είναι όλα ωραία όσο είσαι νέος...»

Ως ανήσυχο πνεύμα και επειδή δεν άντεχε τη ζέστη της Κύπρου, κάθε καλοκαίρι αλλά και κατά τη διάρκεια άλλων περιόδων, εγκατέλειπε το νησί και πήγαινε σε διάφορες χώρες. Κάποιες φορές μάλιστα, έφευγε με στόχο να μην επιστρέψει. Κάπως έτσι η Κύπρος έγινε η πατριδα της. 

«Πήγα στην Αγγλία για τέσσερις μήνες, αλλά φοβόμουν και έφυγα. Επέστρεψα στην Κύπρο... Κατά καιρούς πήγαινα πίσω στη χώρα μου, την Ελβετία και ερχόμουν στην Κύπρο μετά. Μια φορά πήγα για να διδάξω και στην Ιταλία σε σχολή μπαλέτου, αλλά δεν μου άρεσε επειδή είχε πολλά αδέσποτα ζώα στους δρόμους. Ήταν φοβερό...

Ήμουν χαρούμενη στην Κύπρο, είχα φίλους, το αυτοκίνητό μου, ήμουν νέα. Είναι όλα ωραία όσο είσαι νέος. Τα καλοκαίρια συνήθιζα να φεύγω από την Κύπρο επειδή είναι πολλή ζέστη. Παλιά μπορούσα να φεύγω, τώρα απλά χρειάζομαι κάποιον να μου δώσει ένα νεαρό σώμα και ένα αυτοκίνητο και τα άλλα θα έρθουν… Δεν μου λείπει να χορεύω πλέον. Αυτό που θέλω είναι να μπορώ να πάω σε καταφύγια ζώων. Αν είχα λεφτά θα τα έδινα όλα για να βοηθήσω τα ζώα. Αγαπώ πολύ τα σκυλιά».

Η αγάπη της για τα ζώα είναι τεράστια. Οι σχέσεις της με τα ζώα, ήταν ανέκαθεν πιο στενές από αυτές με τους ανθρώπους. Ακόμη και τώρα, που δυσκολεύεται να περπατήσει, όταν της προσφέρουν φαγητό στο ξενοδοχείο, φυλάει πάντα λίγο για να δώσει στις γάτες.

«Οι πιο ευτυχισμένες μου στιγμές ήταν με τον σκύλο μου, ένα λαμπρατόρ που ήταν εδώ στο ξενοδοχείο. Tο πρόσεχα, πηγαίναμε βόλτες στη θάλασσα στη Δεκέλεια και ήταν πάντα κόσμος εκεί και μιλούσαμε. Πέθανε πριν από πέντε χρόνια».

Εργένισσα εκ πεποιθήσεως...
Δεν παντρεύτηκε ποτέ, παρά το γεγονός ότι είχε δεσμό με κάποιους Κύπριους τις τελευταίες δεκαετίες. Ήταν ανέκαθεν, όπως τονίζει εκ πεποιθήσεως εργένισσα, μη πολιτικοποιημένη και κατά της ιδιοκτησίας. 

«Δεν παντρεύτηκα ποτέ… Δεν ήθελα. Σημασία έχει να έχεις φίλους. Κάποιοι ήθελαν να με παντρευτούν εδώ στην Κύπρο, αλλά εγώ δεν ήθελα να παντρευτώ. Δεν με ενδιέφερε ποτέ η οικογενειακή ζωή. Επίσης δεν ήμουν ποτέ πολιτικοποιημένη και δεν είχα ποτέ δικό μου σπίτι. Δεν ήθελα περιουσία».

H μόνη ημερομηνία που ξέχασε, είναι αυτή της γέννησής της. «Γεννήθηκα στις 15 Δεκεμβρίου του 1923. Είμαι σχεδόν 100 χρόνων. Κανένας στην οικογένεια μου δεν έφτασε σε τέτοια ηλικία. Δεν ξέρω πως και έφτασα σε έτσι ηλικία, μπορεί να βοήθησε και το μπαλέτο. Είμαι και χορτοφάγος, πήγα μία φορά σε ένα σφαγείο και από τότε σταμάτησα να τρώω κρέας. Όταν το μπαλέτο είναι το επάγγελμά σου, ποτέ δεν τρως πολύ. Δεν πεινάς και δεν μπορείς να είσαι λαίμαργος. Εγώ βέβαια έχω λίγη αδυναμία στα γλυκά επειδή ο πατέρας μου ήταν ζαχαροπλάστης».

Πλέον ακόμη και οι λιγοστοί συγγενείς που είχε στην Ελβετία, έχουν πεθάνει, όπως και όλοι τις οι φίλοι στην Κύπρο.

«Είχα ένα αδελφό ένα χρόνο μεγαλύτερο. Πέθανε πριν αρκετά χρόνια. Ήμασταν εκ διαμέτρου αντίθετοι. Εγώ ενδιαφερόμουν μόνο για το μπαλέτο και ο ίδιος για τη μηχανική. Έχω να πάω πάρα πολλά χρόνια στη χώρα μου. Σίγουρα πάνω από 15 χρόνια. Δεν έχω πλέον συγγενείς εκεί, έχουν πεθάνει».

Η ζωή στο ξενοδοχείο

Πριν καταλήξει στο ξενοδοχείο στη Λάρνακα, πριν από περίπου 12 χρόνια, όταν ήταν δηλαδή 86 χρόνων, διέμενε σ' ένα ετοιμόρροπο σπίτι στη Λευκωσία.

«Ήταν ετοιμόρροπο. Έβρεχε και έτρεχαν νερά μέσα στο σπίτι. Ήρθαν από την Πρεσβεία της Ελβετίας και είπαν “ω Θεέ μου θα καταρρεύσει”. Είχα όμως ένα γείτονα και μπορούσα να μένω εκεί, να τρώω εκεί και να κάνω μπάνιο. Πέθανε κι αυτός…». 

Αυτό ήταν που την ανάγκασε να εγκαταλείψει το σπίτι της και να αναζητήσει νέα στέγη. Έτσι κατέληξε στη Λάρνακα. Όπως λέει ο ίδιος ο Κύπριος ξενοδόχος, η κα. Γιολάντα ζήτησε μέσω επιστολής της να μείνει για τρεις μήνες.  

«Όταν ήρθε και την είδα, της είπα “ θα σου κοστίσει πολλά λεφτά να μείνεις εδώ για τόσο καιρό, καλύτερα να πας να ενοικιάσεις ένα διαμέρισμα, θα είναι πιο φτηνά”. Έφυγε από εδώ και πήγε σε ένα hotel apartment. Κάθε απόγευμα, συνήθιζε όμως να έρχεται εδώ στις 6 ακριβώς, για να δει τις ειδήσεις στην Αγγλική γλώσσα στην τηλεόραση. Έτσι όποτε ερχόταν της μιλούσα. Την ρωτούσα εάν ήθελε καφέ και έλεγε ναι. Μετά ρωτούσα τι θα ήθελε να φάει και της το έκανα. Μετά έφυγε και την Αγγλία.

Πριν πάει μου είπε “όταν έρθω πίσω, δεν θα επιστρέψω στο ξενοδοχείο μου θα έρθω εδώ”. Και από τότε ήρθε εδώ… Δεν μπορεί να φύγει από δω, που να την αφήσω να πάει… Δεν θέλει να φύγει. Κάθε μέρα θα πάω στο δωμάτιο της να τη δω. Της αρέσουν οι μηλόπιτες και κάθε μέρα της δίνουμε μία. Τρώει πάντα υγιεινά και λίγο. Κάθε μέρα θα φάει γιαούρτι με μέλι και δύο αυγά».

Η κ. Γιολάντα εκφράζεται με τα καλύτερα λόγια γι’ αυτόν. «Πάντα με βοηθά, είναι ο πιο καλός φίλος που έχω. Είναι υπέροχος. Και όταν έπεσα κάτω με βοήθησε. Όταν πεθάνω θέλω να αποτεφρωθώ και του έδωσα εξουσιοδότηση γι’ αυτό».

Μόλις τελείωσε η συνέντευξη, δείχνει παλιές φωτογραφίες της από διάφορες χρονικές περιόδους της ζωής της, χωρίς να ξέρει ωστόσο τις χρονολογίες. Οι πλείστες είναι από τη Λευκωσία. «Ήμουν χαζή όταν ήμουν νέα, έπρεπε να καταγράφω τα πάντα, τις ημερομηνίες αλλά δεν το έκανα», λέει.

Μία από αυτές απεικονίζει ένα γλυπτό μιας νεαρής γυναίκας, που κοσμεί κεντρικό σημείο της πόλης Basel στην Ελβετία. «Είμαι εγώ αυτή. Ήμουν στο θέατρο στο Basel. Το θέατρο έκλεινε το καλοκαίρι και δεν είχα δουλειά. Έτσι δούλευα ως μοντέλο και πόζαρα και σε γλύπτες. Και έτσι έκανα αυτό το γλυπτό που είναι στην πόλη»...

Αυτή είναι η μπαλαρίνα Γιολάντα Λανγκ... Μία γυναίκα, με πλούσιο παρελθόν και προσφορά στα πολιτιστικά δρώμενα της Κύπρου, σε πολύ δύσκολες εποχές. Μιας γυναίκα η ιστορία της οποίας πρέπει να ακουστεί... 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δειτε Επισης

Με στόχο τον Σεπτέμβριο του 2025 η επαναλειτουργία του Δασικού Κολλεγίου
Στα σκαριά κρατική εταιρεία ιδιωτικού δικαίου για την εμπορία κυπριακών πατατών
Βασικός πυλώνας η Ανώτατη Εκπαίδευση-Μελετά σιερά αιτημάτων το ΥΠΑΝ
Διακοπή νερού στη περιοχή Κτηματολογίου στη Λάρνακα
Στόχος η προβολή του Πεδιαίου ως πολύτιμου οικοσυστήματος
Πιο συχνά τα ακραία καιρικά φαινόμενα λόγω κλιματικής αλλαγής-Δύσκολο να προβλεφθούν με ακρίβεια
Ο Οκτώβρης ήταν ο πιο άνομβρος μήνας στην καταγεγραμμένη ιστορία
Απελευθέρωσε λαγούς με ενώτιο και GPS η Υπηρεσία Θήρας-Οι οδηγίες προς τους κυνηγούς
Βραβεύεται από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Οργανώσεων για τον Καρκίνο η Στέλλα Κυριακίδου
Υφυπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας: Υπάρχει προσωπικό μαζί με τα ασυνόδευτα παιδιά στην Πάφο