Ο αφύλακτος Πεδιαίος, η ολιγωρία των τανκς και η εκδοχή με Μακάριο στο Τρόοδος
06:52 - 15 Ιουλίου 2021
Σαράντα επτά χρόνια, συμπληρώνονται φέτος από την μαύρη επέτειο του πραξικοπήματος, η οποία άνοιξε την πόρτα στον Αττίλα για την βάρβαρη τουρκική εισβολή πέντε μέρες μετά, τις συνέπειες της οποία βιώνουμε μέχρι σήμερα με την τουρκική προκλητικότητα να κορυφώνεται και τον Τούρκο Πρόεδρο, Ταγίπ Ερντογάν, να προετοιμάζεται για νέες ανακοινώσεις που θα ανατρέπουν το έτσι κι αλλιώς απαράδεκτο status quo και να δημιουργούν νέα τετελεσμένα, ειδικά σε ότι αφορά το καθεστώς της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου.
Όπως κάθε ζήτημα που αφορά την τραγωδία του 1974 και τους λόγους που οδήγησαν σε αυτή, η συζήτηση για τον τρόπο διαφυγής του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου από το Προεδρικό Μέγαρο το πρωί της 15ης Ιουλίου, για να γλιτώσει από τα όπλα των πραξικοπηματιών διίστανται. Αν και πρόκειται για ένα ιστορικό γεγονός, οι απόψεις και οι μαρτυρίες πρωταγωνιστών εκείνων των ημερών που ακόμα βρίσκονται εν ζωή, μπερδεύουν αντί να διαλευκάνουν την κατάσταση. Το πραξικόπημα παραμένει, σχεδόν μισό αιώνα μετά, μια ανοικτή πληγή στο τραυματισμένο σώμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Το ζήτημα της διαφυγής του Μακαρίου από το Προεδρικό Μέγαρο επιχείρησε να ακουμπήσει και η ad hoc κοινοβουλευτική επιτροπή για τον φάκελο της Κύπρου, που ολοκλήρωσε το πόρισμα της το 2011. Η Επιτροπή, η οποία προσκάλεσε και άκουσε τις απόψεις των εν ζωή πρωταγωνιστών των τραγικών γεγονότων εκείνων των ημερών, έλαβε σχετικές απαντήσεις τις οποίες συνοψίζει στο πόρισμα που ετοίμασε και αναλύει τις εκδοχές που είχε ενώπιών της.
Σύμφωνα με το πόρισμα της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τον Φάκελο της Κύπρου, περίπου είκοσι λεπτά μετά την εκδήλωση της επίθεσης εναντίον του Προεδρικού και της συνειδητοποίησης της κατάστασης, ο Μακάριος με προτροπή των συνεργατών του εγκατέλειψε το Προεδρικό Μέγαρο από τη δυτική πλευρά. Συνοδευόμενος από άνδρες της προεδρικής φρουράς κινήθηκε προς την οδό Προδρόμου διά μέσου της κοίτης του παρακείμενου ποταμού. Επί της Προδρόμου σταμάτησαν διερχόμενο αυτοκίνητο και σε αυτό επιβιβάσθηκαν ο Αρχιεπίσκοπος και οι συνοδοί του Ν. Θρασυβούλου, Α. Ποταμάρης και Α. Νεοφύτου.
Το αυτοκίνητο κινήθηκε δυτικά με κατεύθυνση το Μετόχι Κύκκου, όμως σε μερικές εκατοντάδες μέτρα ακινητοποιήθηκε λόγω έλλειψης καυσίμων. Ο Αρχιεπίσκοπος και η συνοδεία του, αφού διένυσαν μερικές δεκάδες μέτρα πεζοί, επιβιβάσθηκαν σε αναπηρικό αυτοκίνητο. Σε μικρή απόσταση από το Μετόχι του Κύκκου συναντήθηκαν με το Ν. Παστελλόπουλο, αξιωματικό του Εφεδρικού, ο οποίος προστέθηκε στη συνοδεία με δεύτερο αυτοκίνητο και στη συνέχεια κινήθηκαν προς το χωριό Κλήρου.
Στην Κλήρου, αφού πραγματοποίησαν ολιγόλεπτη στάση στο σπίτι του Νεοκλή Μαλέκου, επιβιβάσθηκαν σε άλλο αυτοκίνητο και κινήθηκαν προς το μοναστήρι του Κύκκου (11.30 π.μ.) και από εκεί κατέληξαν στην Πάφο (4 μ.μ.), όπου το απόγευμα (5.30 μ.μ.) ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος εκφώνησε το γνωστό λόγο από τον Ελεύθερο Ραδιοφωνικό Σταθμό Πάφου.
Ειδικότερα, η Επιτροπή για τον Φάκελο της Κύπρου, διερεύνησε δυο εκδοχές αναφορικά με τη διαφυγή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου από το Προεδρικό Μέγαρο. Η πρώτη εκδοχή αναφέρει ότι ο Αρχιεπίσκοπος, δεν βρισκόταν στο Προεδρικό Μέγαρο κατά τη στιγμή της εκδήλωσης της επίθεσης, αλλά βρισκόταν στο Τρόοδος. Προς ενίσχυση αυτής της εκδοχής, είναι το γεγονός πως κανένας δεν είδε τα παιδιά από την Αίγυπτο που φέρεται να τον είχαν επισκεφθεί εκείνο το πρωινό.
Την ίδια ώρα, αρκετοί είναι αυτοί που διαψεύδουν την παραπάνω εκδοχή, υποστηρίζοντας το αντίθετο. Δηλαδή, ότι σκόπιμα αφέθηκε αφύλακτη η δυτική πλευρά του Προεδρικού Μεγάρου, για να μπορέσει να διαφύγει ο Μακάριος. Η δεύτερη αυτή εκδοχή ωστόσο αντικρούεται με σειρά γεγονότων. Πρώτον, η σφοδρότητα με την οποία εκδηλώθηκε η επίθεση εναντίον του Προεδρικού Μεγάρου, δεύτερο, η ώρα εκδήλωσης του πραξικοπήματος, για να είναι σίγουροι οι επικεφαλής του πραξικοπήματος ότι ο Αρχιεπίσκοπος θα βρίσκεται στο γραφείο του στο Προεδρικό, τρίτο, το γεγονός ότι ο Αρχιεπίσκοπος αναχώρησε από το γραφείο του αμέσως με την εκδήλωση του πραξικοπήματος, και τέταρτο, η άφιξη των αρμάτων στη δυτική πλευρά μερικά λεπτά μετά την επιβίβαση του Αρχιεπισκόπου σε αυτοκίνητο και την αναχώρησή του.
Μάλιστα, όπως υποστηρίζεται στον Φάκελο της Κύπρου, η οδηγία που είχαν οι Γεωργίτσης και Κομπόκης από τους Ιωαννίδη και Μπονάνο ήταν να τους παραδοθεί ο Μακάριος ζωντανός ή νεκρός. Ο Γεωργίτσης στην κατάθεσή του στη Βουλή των Ελλήνων ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «αν σκοτωνόταν ο Μακάριος κατά την εμπλοκή δεν θα υπήρχε θέμα. Εάν συνελαμβάνετο, θα στέλναμε αεροπλάνο, για να τον μεταφέρουν στην Αθήνα».
Σε ερώτηση μάλιστα του βουλευτή Παπαστεφανάκη αν είχε αποδεχθεί και το φόνο, και τη δολοφονία του Μακαρίου, απάντησε, «κατόπιν εντολής του ΑΕΔ, ΝΑΙ». Τέλος, στην απάντησή του προς ερώτηση του κ. Μπλέτσα ανέφερε ότι, «εγώ μεταβίβασα την εντολή όπως ακριβώς την είχε διατυπώσει ο κ. Μπονάνος. Είπα δηλαδή στον Κομπόκη, που άλλωστε ήταν παρών και αυτός στη σύσκεψη, «σκοτώστε τον ή πιάστε τον». Ακόμη, είναι γνωστή η τηλεφωνική επικοινωνία Ιωαννίδη-Σαμψών κατά την οποία ο πρώτος ζήτησε «την κεφαλή του Μούσκου» και μάλιστα να του τη μεταφέρει ο ίδιος ο Σαμψών.
Η ασφαλής διαφυγή του Μακαρίου, σύμφωνα πάντα το πόρισμα της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τον Φάκελο της Κύπρου, έγινε κατορθωτή λόγω απρόβλεπτων γεγονότων. Όπως για παράδειγμα, της καθυστερημένης άφιξης των αρμάτων τα οποία είχαν αποστολή να καλύψουν τη δυτική πλευρά του Προεδρικού, λόγω εμπλοκής σε ολιγόλεπτη μάχη στο Μετόχι του Κύκκου με άνδρες του Εφεδρικού που στάθμευαν εκεί. Όπως, της επίθεσης τμήματος του Εφεδρικού Σώματος με επικεφαλής το λοχαγό Τ. Τσαγγάρη, το οποίο κατέλαβε με ταχύτητα το στρατόπεδο του 9ου ΤΣ και δεν επέτρεψε στις επιτιθέμενες δυνάμεις των καταδρομών να κινηθούν και να αποκλείσουν το Προεδρικό και από τη βορειοδυτική πλευρά. Ενώ και η απουσία συγχρονισμού εκδήλωσης της επίθεσης από τις δυνάμεις που είχαν εντολή να επιτεθούν εναντίον του Προεδρικού Μεγάρου.
Στη δική του επίσης εκδοχή, όπως έχει κατατεθεί στη Βουλή των Ελλήνων (2.7.1986), ο Γεωργίτσης αναφέρει ότι, «όπως ήταν το Προεδρικό Μέγαρο, ήταν ένα στρατόπεδο που το είχε καταλάβει το επικουρικό σώμα. Από κει βγήκε έξω, πήρε ένα ιδιωτικό όχημα και έφυγε. Δεν είχαμε κλείσει εκείνη τη διέξοδο, γιατί δεν υπήρχαν δυνάμεις. Τέλος, από τις καταθέσεις δεν φαίνεται να υπήρχε στο Προεδρικό Μέγαρο υπόγειος έξοδος διαφυγής, την οποία να χρησιμοποίησε ο Αρχιεπίσκοπος, όπως κατά καιρούς είχε υποστηριχθεί. Εξάλλου, μια τέτοια έξοδος διαφυγής θα ήταν εύκολο να εντοπισθεί.
Εν συνεχεία των εκδοχών, το απόγευμα της 16ης Ιουλίου ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος μεταφέρθηκε με ελικόπτερο των βρετανικών βάσεων στο Ακρωτήρι και από εκεί διαμέσου Μάλτας στο Λονδίνο. Προηγήθηκε σύσκεψη στη Μητρόπολη Πάφου, στην οποία έλαβαν μέρος μεταξύ άλλων ο τότε Μητροπολίτης Χρυσόστομος και ο Έπαρχος Πάφου Στεφανίδης. Κατά τη διάρκειά της οι παρευρισκόμενοι είχαν παροτρύνει τον Αρχιεπίσκοπο να εγκαταλείψει την Κύπρο για λόγους ασφάλειας. Έγινε επαφή με το διοικητή της ειρηνευτικής δύναμης στην Πάφο και διευθετήθηκε η αναχώρηση με ελικόπτερο. Η επιτροπή, εκτίμησε ότι η διαφυγή διάσωσης του Αρχιεπισκόπου στο εξωτερικό αξιοποιήθηκε για την ολοκλήρωση των σχεδιασμών που οδήγησαν στην ανατροπή του.
Με την απομάκρυνσή του από την Κύπρο και την ανάληψη της προεδρίας από το Ν. Σαμψών συνιστούσε συνταγματική εκτροπή και η Τουρκία μπορούσε να δικαιολογήσει την εισβολή. Όπως επίσης αναφέρεται σε έγγραφο του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, το 1964 και το 1967 υπήρξε αποτελεσματική παρέμβαση των ΗΠΑ για αποτροπή της εισβολής, γιατί στην Κύπρο υπήρχε ένας νόμιμος Πρόεδρος, ενώ το 1974 ένας πρόεδρος φονιάς. Ακόμα η συνδρομή των Βρετανών δε θα πρέπει να εκληφθεί απλά ως βοήθεια προς τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, αντίθετα θα πρέπει να θεωρηθεί και ως υποβοηθητική της εφαρμογής των σχεδίων διαίρεσης της Κύπρου. Η απομάκρυνση του Μακαρίου από την Κύπρο επιβεβαίωνε κατά απόλυτο τρόπο τη συνταγματική εκτροπή που επέφερε το πραξικόπημα και έδινε τη δικαιολογία στην Τουρκία για εισβολή.
Ακόμα, στις κρίσιμες συνομιλίες της Γενεύης απουσίαζε από αυτές ο Μακάριος. Έτσι δεν μπορούσε να αξιοποιηθεί η διεθνής αποδοχή της οποίας ετύγχανε για την αποτροπή της εισβολής ή τουλάχιστον του αττίλα. Στοιχείο προβληματισμού επίσης, αναφέρει το πόρισμα, θα πρέπει να είναι και ο χρόνος επιστροφής του Αρχιεπισκόπου στην Κύπρο. Ο Κ. Καραμανλής μετά από έντεκα χρόνια αυτοεξορίας επέστρεψε στην Ελλάδα στις 24 Ιουλίου 1974, ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος στις 7 Δεκεμβρίου 1974, όταν πια όλα είχαν ολοκληρωθεί.