Η στέψη της Ελισάβετ, η επανάσταση του Βαγορή και η εκδίκηση τέσσερα χρόνια μετά
06:43 - 14 Μαρτίου 2021
Στα δεκαπέντε του χρόνια, με μια ενέργεια του ξεσήκωσε όλη την Πάφο, στα δεκαοκτώ του βύθισε στο πένθος όλη την Κύπρο και κατάφερε να ταξιδέψει το όνομα του απ΄ άκρη σε άκρη του πλανήτη και να μείνει για πάντα με χρυσά γράμματα στην πιο ένδοξη στιγμή που γνώρισε ποτέ η Κύπρος, κατά τη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Η επιχείρηση προς τη νίκη, η σύλληψη του Βαγορή και η απόφαση να βγει στο βουνό
Την ίδια ώρα στη Βρετανία, η μόλις 27 ετών Βασίλισσα Ελισάβετ, μετρούσε τις πρώτες ημέρες στον θρόνο. Στις 2 Ιουνίου του 1953 πραγματοποιήθηκε η στέψη της στο ανώτατο αξίωμα του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο διατηρεί μέχρι σήμερα, 68 χρόνια μετά. Στην Κύπρο τις προηγούμενες ημέρες οι αποικιοκράτες φρόντισαν να σημαιοστολίσουν όλες τις πόλεις, ενώ ετοίμασαν αναμνηστικά φλιτζάνια τσαγιού με την εικόνα της Βασίλισσας και την επιγραφή God save the Queen. Μάλιστα, ο τότε κυβερνήτης της Κύπρου Ραίτ, έδωσε εντολές ώστε να γίνουν ταυτόχρονες παρελάσεις σε όλες τις πόλεις.
Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης εκείνη την εποχή φοιτούσε στο Γυμνάσιο Πάφου και εξοργίστηκε με το γεγονός ότι στη θέση της ελληνικής σημαίας μπήκε η βρετανική στο Ιακώβειο Γυμναστήριο. Οι μαθητές του Γυμνασίου, από το πρωί της 1ης Ιουνίου ξεκίνησαν να οργανώνουν εκδήλωση διαμαρτυρίας, με αίτημα να κατεβεί η βρετανική σημαία και να δοθεί προς χρήση το γυμναστήριο. Αφού αρνήθηκαν να μπουν στις τάξεις, με πρωτοστάτη τον τότε Δήμαρχο της Πάφου Γαλατόπουλο, συγκεντρώθηκαν προς το διοικητήριο της πόλης, όπου φώναζαν συνθήματα.
Στη συνέχεια, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης και άλλοι συμμαθητές του, κατευθύνονται προς την πλατεία της 28ης Οκτωβρίου. Εκεί, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης ανεβαίνει στον ιστό και κατεβάζει τη σημαία, με το πλήθος να τον καταχειροκροτεί. Αυτή η ενέργεια του, αποτέλεσε και την πρώτη επαναστατική πράξη του Ευαγόρα Παλληκαρίδη.
Ο ενθουσιασμός που επικράτησε μετά από αυτή του την πράξη, μεταφράστηκε με σοβαρά επεισόδια που εξελίχθηκαν στη συνέχεια, με τον μαθητόκοσμο της Πάφου να ξηλώνει στην κυριολεξία όλα όσα οι Βρετανοί έστησαν, με αφορμή τη στέψη της Βασίλισσας Ελισάβετ.
Οι αστυνομικοί και ο βρετανικός στρατός είχαν εντολές να μην επέμβουν, ώστε η στέψη της Βασίλισσας να μην σημαδευτεί από τα επεισόδια. Αυτό έδωσε το δικαίωμα στη νεολαία της Πάφου, να δράσει ανενόχλητη και να κατεβάσει όλες τις επιγραφές και τις φωτογραφίες της νέας Βασίλισσας από τους δρόμους της πόλης. Μάλιστα, ο διοικητής των Βρετανών έδωσε οδηγία όπως να μην πραγματοποιηθούν εορτασμοί την επόμενη ημέρα στην πόλη υπό το φόβο νέων επεισοδίων.
Σύμφωνα με τον πατέρα του Βαγορή, εκείνη την ημέρα ο γιος του επέστρεψε στο σπίτι αργά το βράδυ. «Ήτο κουρασμένος και στενοχωρημένος τόσον όσον ουδέποτε τον είδα ξανά. Θεώρησα καλό να τον συμβουλεύσω σχετικά με όσα είχαν γίνει εκείνη την ημέρα. Επί 10 λεπτά του μιλούσα και άκουε χωρίς να μιλά. Στο τέλος με θυμό και ορμή κτύπησε τη γροθιά του στο τραπέζι και είπε μια χυδαία ύβρη για τη Βασίλισσα. ‘’Να πιάσει τα κατουρημένα της η …. Και να φύγει’’, είπε ο Ευαγόρας».
Εκείνα τα επεισόδια έφτασαν μέχρι και το Λονδίνο, ενώ δόθηκε εκτενής δημοσιότητα σε αρκετές ξένες πρωτεύουσες. Οι αποικιοκράτες μετά από έρευνες συνέλαβαν αρκετούς μαθητές, μεταξύ των οποίων και τον Παλληκαρίδη, επιβάλλοντάς μικρές ή καθόλου ποινές. Από τις κατηγορίες απαλλάχθηκε και ο δήμαρχος Πάφου Γαλατόπουλος.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: «Μας άφησε άναυδους, εντυπωσίασε τους πάντες»
Η απόφαση να βγει αντάρτης στα βουνά
Σχεδόν δύο χρόνια μετά από τα επεισόδια στην Πάφο, ξεκινά η ένοπλη δράση της ΕΟΚΑ και του Ευαγόρα Παλληκαρίδη. Στο μεσοδιάστημα, ο Βαγορής συμμετέχει ενεργά, με όποιο τρόπο μπορεί, στις διαμαρτυρίες που διοργανώνονται, ενώ κάνει και ένα ταξίδι με το σχολείο του στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια του οποίου αγοράζει και ένα πιστόλι. Η σύλληψη του λίγες εβδομάδες αργότερα και ο τρόπος με τον οποίο οι Βρετανοί διαχειρίζονται τα μέλη της ΕΟΚΑ που πέφτουν στα χέρια τους, τον οδηγεί να λάβει, τον Δεκέμβριο του 1955, την απόφαση να βγει αντάρτης στα βουνά, αφού αποχαιρετά την οικογένεια και τους συμμαθητές του, με το κορυφαίο του ποίημα «θα πάρω μια ανηφοριά».
Στις 5 Ιανουαρίου 1957 και δεκαπέντε μέρες μετά την σύλληψη του, χωρίς ένταλμα, μεταφέρεται στις Κεντρικές Φυλακές. Μετά από μια δίκη παρωδία, με τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη να καταγγέλλει μεταξύ άλλων βασανιστήρια κατά την ανάκριση και ότι του αποσπάστηκε ομολογία με τη χρήση ένεσης, η απόφαση εκδόθηκε στις 25 Φεβρουαρίου του 1957 από το ειδικό Δικαστήριο της Λευκωσίας και δεν ήταν άλλη από την ποινή του θανάτου.
Σύμφωνα με την απόφαση Αρ 666/67 Βασίλισσα εναντίον Ευαγόρα Μιλτιάδου Παλληκαρίδη, ο 18χρονος αγωνιστής παραδέχθηκε ότι είναι ένοχος για την κατηγορία ότι έφερε οπλισμό και συγκεκριμένα ένα μπρεν κοντά στη Λυσό της Επαρχίας Πάφου.
Παρά τις αλλεπάλληλες εκκλήσεις των δικηγόρων του, Φοίβου Κληρίδη και Λέλλου Δημητριάδη, ο Παλληκαρίδης επέμενε να παραδεχθεί την ενοχή του στην κατηγορία. Η απάντηση που δόθηκε από αρκετούς και καταγράφεται στον Τόμο 7 του βιβλίου «Πεθαίνοντας για τη Λευτεριά», ο Παλληκαρίδης ήταν πολύ περήφανος άνθρωπος κι αφού παραδέχθηκε εξαρχής ότι ήταν μέλος της ΕΟΚΑ και ότι έκανε το έκανε για τι ήταν καθήκον του ως ένας Έλληνας που θέλει την ελευθερία του, αν αρνείτο σημαίνει ότι αρνείτο το καθήκον του προς την πατρίδα και τον όρκο που έδωσε προς την ΕΟΚΑ. Επίσης, ενδεχομένως να θεωρούσε πως με τη θυσία του θα πρόσφερε ακόμη περισσότερα στον αγώνα της ΕΟΚΑ.
Μετά την απόρριψη και της αίτησης χάριτος που κατέθεσαν οι δικηγόροι του, χρησιμοποίησαν το τελευταίο όπλο που είχαν στα χέρια τους. Λέλλος Δημητριάδης και Φοίβος Κληρίδης, απέστειλαν τηλεγράφημα στην Βασίλισσα Ελισάβετ, με ο οποίο ζητούσαν να απονέμει εκείνη χάρη στον Ευαγόρα Παλληκαρίδη.
«Από μέρους του Ευαγόρα Παλληκαρίδη και του πατέρα του, ο οποίος υπηρέτησε την Κυβέρνηση για πολλά χρόνια ως αστυνομικός και της μητέρας του, κάνουμε ύστατη έκκληση προς την υμετέραν μεγαλειότητα όπως μετατραπεί η ποινή θανάτου που η εκτέλεση αναμένεται να γίνει στις Κεντρικές φυλακές της Λευκωσίας στις 14/3/1957. Βρέθηκε ένοχος μόνο για μεταφορά όπλου, χωρίς σφαίρες και παραδόθηκε χωρίς αντίσταση. Παρακαλούμε τη Μεγαλειότητά σας να συστήσει ευσπλαχνία».
Το συγκεκριμένο τηλεγράφημα, όπως και πολλά άλλα που έφτασαν στα ανάκτορα της Ελισάβετ και στα γραφεία της βρετανικής κυβέρνησης από κάθε γωνιά του πλανήτη, παραμένουν μέχρι σήμερα αναπάντητα.
Ο Παπάντωνης Ερωτοκρίτου ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που είδε ζωντανό τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη. Ήταν ο ιερέας των Κεντρικών Φυλακών και είχε το θλιβερό προνόμιο να είναι ο μοναδικός που νεκροφίλησε και να τον κηδεύσει στον χώρο των Κεντρικών Φυλακών.
«Το βράδυ με πήγαν κοντά στον Ευαγόρα Παλληκαρίδη. Τον βρήκα απολύτως ήρεμο χωρίς την παραμικρή εκδήλωση ταραχής η λιποψυχίας. Τα λόγια του ήταν κοφτά και μετρημένα. Καθόταν στο κρεβάτι του και εγώ σε ένα σκαμνί. Τον ρώτησα αν ήθελε να μου αφήσει τον σταυρό του για να τον έχουμε ως ενθύμιο αλλά μου είπε, όχι πάτερ θέλω να τον πάρω μαζί μου. Του συνέστησα να έχει θάρρος μέχρι τέλους και να μην αφήσει την εντύπωση στους Άγγλους δήμιους ότι δείλιασε. ''Έχω θάρρος και δεν θα δειλιάσω, εύχομαι δε να είμαι ο τελευταίος''. Τα τελευταία του λόγια ήταν. ''Τους χαιρετισμούς μου εις όλους και εύχομαι σύντομα την ελευθερία της Κύπρου».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Βασανιστήρια στα χρόνια της ΕΟΚΑ-Βγαλμένα νύχια, τεχνητός πνιγμός και ηλεκτροσόκ