Το οικολογικό χωριό που δίνει ευκαιρίες σε νέους να παράγουν δικά τους προϊόντα

Ένα χωριό, μέσα στο πράσινο, το οποίο προσελκύει τους ντόπιους. Τα γεφύρια και τα μονοπάτια του έγιναν hotspot και αρκετοί είναι αυτοί που τρέχουν να τα επισκεφτούν κάθε Σαββατοκύριακο. Οι Τρεις Ελιές, ένα χωριό μετά τον Πρόδρομο, μόνο μία ώρα μακριά από τη Λεμεσό και ανάμεσα στα άτυπα σύνορα της επαρχίας με την πρωτεύουσα, που πολλοί γνωρίζουν, ίσως για το ιδιόμορφο όνομά τους, το οποίο συνδέουν με το γνωστό κυπριακό τραγούδι και ίσως για τα όμορφα τοπία του. Λίγοι, όμως, ξέρουν μία μικρή λεπτομέρεια για το χωριό, που το κάνει να ξεχωρίζει από τα άλλα. Ότι είναι το πρώτο οικολογικό χωριό της Κύπρου.

Οι Τρεις Ελιές είναι ένα από τα μικρότερα χωριά της Κύπρου και μετρά μόλις 35 κάτοικους, ενήλικες και παιδιά, όμως οι κάτοικοι δεν το βάζουν κάτω. Δεν θέλουν να ξεχαστούν στο πέρασμα του χρόνου, να αφανιστούν και να το μαθαίνουν οι νέες γενιές ως ένα από τα χωριά που κάποτε μεσουρανούσε, αλλά πλέον έμειναν μόνο τα σπίτια και η ιστορία του. Εδώ και μία δεκαετία, περίπου, προσπαθεί να μείνει στην ιστορία ως το χωριό που έδωσε στους νέους το χώρο, όπου θα δραστηριοποιηθούν, θα παράξουν τα δικά τους προϊόντα και θα μεγαλουργήσουν οι ίδιοι.

Αυτό μας τράβηξε το ενδιαφέρον και μία Κυριακή ανηφορήσαμε προς το Τρόοδος και βρεθήκαμε εκεί, ανάμεσα στο πράσινο, που περιβάλλει το χωριό και μιλήσαμε με τον κοινοτάρχη, κ. Χριστόφορο Ιωαννίδη, για το πώς ξεκίνησε αυτή η ιδέα, αλλά και με νέους που άφησαν την πόλη πίσω τους και μετακόμισαν μόνιμα στο χωριό, για να κάνουν μία νέα αρχή.

Μία ιδέα που έφτασε από τη Γερμανία

Όλα ξεκίνησαν πριν από δέκα περίπου χρόνια, τότε το 2011-2012, όταν η Antje Παπαγεωργίου, η οποία είναι παντρεμένη στην Κύπρο, επισκέφτηκε το χωριό. Η φίλη τους, όπως την αποκάλεσε ο κ. Χριστόφορος, τους έδωσε την ιδέα να προσφέρουν σε νέους ανθρώπους τη γη, για να παράγουν δικά τους βιολογικά προϊόντα.

«Ξεκινήσαμε δειλά-δειλά πώς θα οργανωθούμε. Αυτή η κοπέλα είχε και τις πρωτοβουλίες, είχε και τις διασυνδέσεις και καταφέραμε να προσελκύσουμε πάνω από 20 άτομα. Αλλά λόγω της νοοτροπίας των χωριανών να μην δέχονται την αλλαγή, είχαμε κάποιες δυσκολίες. Τελικά πείσαμε ορισμένους από τους χωριανούς να δώσουν από τα περβόλια που ήταν εγκαταλελειμμένα. Τους είπα “γιατί να έχεις εκείνα τα περβόλια εγκαταλελειμμένα; Δώσε τα στο νέο, χωρίς ενοίκιο στην αρχή, να σου το καλλιεργήσει να γίνει περβόλι, να μπορέσει και εκείνος να πάρει κάτι από εκείνο το περβόλι, για να μπορέσει να προχωρήσει και μετά κανονίζετε ένα λογικό ενοίκιο”. Στην αρχή είχαμε κάπου στα 10-12 ζευγάρια, Κύπριους και ξένους. Κάποιοι άντεξαν γύρω στα 2-3 χρόνια, είδαν τις δυσκολίες και επέστρεψαν στον τόπο τους.

Τα άλλα παιδιά που έμειναν εδώ, έκαναν μία ανακοίνωση μέσω του διαδικτύου και καταφέραμε και φέραμε στις Τρεις Ελιές, γύρω στους 20 επιστήμονες, από Αμερική, Γερμανία, Ισπανία, Ιαπωνία, Φιλανδία, από πάρα πολλές χώρες. Παρόλο που δεν είχαμε την υποδομή να τους φιλοξενήσουμε, οι επιστήμονες προτίμησαν να μείνουν μέσα σε τέντες και ήταν κατενθουσιασμένοι. Είπαν στα παιδιά που διαμένουν εδώ, να βρουν από τους παλιούς τους πόρους, επειδή εκείνοι δεν ήταν μεταλλαγμένοι και να ξεκινήσουν από εκεί. Τους είπαν ότι “όπως επιβιώνει το δάσος, μπορείτε να επιβιώσετε και εσείς με αυτό τον τρόπο”. Οι επιστήμονες έμειναν μία εβδομάδα και νιώσαμε κι εμείς ότι αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε, ήταν καλό.

Η κ.Antje κατάφερε και μας έστελνε και χιλιάδες τουρίστες τον χρόνο. Πήραμε ένα παραδοσιακό καφενείο και είπαμε ότι εδώ θα τους προσφέρουμε προς 5 ευρώ ένα πρόγευμα, το οποίο ήταν οικολογικό, δηλαδή το ψωμί το χωριάτικο, η ντομάτα, το αγγουράκι, το χαλλούμι, ο καφές ο κυπριακός και το τσάι του βουνού. Μας έδωσε ένα έναυσμα ότι θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε. Στο ξεκίνημά μας, πήραμε και ένα βραβείο».

Οι δυσκολίες και η μη στήριξη από την κοινωνία

Όμως, ο δρόμος δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα. Όπως κάθε νέο εγχείρημα, έτσι και αυτό, ήρθε αντιμέτωπο με τη δυσπιστία των κατοίκων, που αντιμετώπισαν με δυσκολία την αλλαγή, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν πολλοί. Ωστόσο, με το πέρασμα του χρόνου, οι νέοι κάτοικοι του χωριού υπερπήδησαν τις δυσκολίες και έγιναν μέρος της κοινωνίας.

Οι δυσκολίες, όμως, δεν σταμάτησαν εκεί. Μία τέτοια πρωτοβουλία, που στοχεύει στην ανάπτυξη της υπαίθρου και την παραγωγή ντόπιων προϊόντων, θα πίστευε κανείς ότι θα είχε τη στήριξη των αρμοδίων. Αντ’ αυτού, ο κοινοτάρχης εξηγεί ότι δεν έτυχαν καμίας στήριξης.

«Δεν βρήκαμε στήριξη από την πολιτεία. Εμείς τους είπαμε να τους στηρίξει, αλλά το Τμήμα Γεωργίας έλεγε ότι έπρεπε να έχουν τουλάχιστον ένα εκτάριο. Ζουν εκτός πραγματικότητας, όμως. Πού θα έβρισκαν το εκτάριο; Εκείνοι που είχαν μεγάλα κτήματα δεν τα έδιναν. Ο πολυτεμαχισμός είναι αυτό που σκοτώνει την ύπαιθρο, επειδή άλλο να έχεις πέντε στρέμματα και να μπορέσεις να κάνεις καλλιέργεια και να μπορέσεις να επιζήσεις και άλλο να έχεις μισή σκάλα.

Παρά τις αντίξοες συνθήκες, που προσπαθήσαμε να κάνουμε αυτό το όραμα, βρήκαμε συνεχόμενες δυσκολίες και εκεί που είχαμε 25 άτομα, ξένους και δικούς μας, τώρα έχουμε τρία ζευγάρια και ένα μονήρη. Ασχολούνται με τα οικολογικά προϊόντα, δηλαδή αρωματικά φυτά, ό,τι μπορούν να παράγουν ή μπορούν να πάρουν από τους χωριανούς που δεν ψεκάζουν. Τους βοηθήσαμε και σε ό,τι μας επέτρεπαν οι δικές μας δυνάμεις. Ξέραμε ότι είναι δύσκολο να απορροφήσεις και τα κονδύλια, τα οποία παρόλο που υπάρχουν, ο τρόπος που διατίθενται δεν βοηθούν ένα μικροεπιχειρηματία. Δεν έχουν κάτι δικό τους, το οποίο να μπορούν να το βάλουν υποθήκη και να το δεχθεί η τράπεζα, για να τους δώσει ένα έναυσμα για να ξεκινήσουν. Προσπαθούν με τα “μιλλοσφοτζίσματα να κάμουν πίττες”. Επιβιώνουν, όμως.

Το ένα ζευγάρι που έχουμε, αποφάσισε να ανοίξει ένα παραδοσιακό φούρνο. Πάει καλά, ζυμώνουν δύο φορές την εβδομάδα, αλλά κατά παραγγελία. Δηλαδή, αν περάσεις από εκεί την ώρα που βγάζει το ψωμί και τους ζητήσεις να σου δώσει, θα σου πει “λυπούμαι δεν έχω να σου δώσω”. Κάνει διανομή στη Λεμεσό κάθε Τρίτη και κάθε Σάββατο στην περιοχή εδώ. Έχουν και κτήματα που τους δώσαμε εδώ και βάζει φρούτα.

Ένα άλλο ζευγάρι που μένει εδώ, έχει δύο παιδάκια. Το ένα παιδάκι φέτος πηγαίνει σχολείο. Κινήσαμε Γη και ουρανό, επειδή το πλησιέστερο Δημοτικό και προσβάσιμο είναι η Τριμίκλινη, είχαν την απαίτηση να στείλουν το παιδάκι στην Ευρύχου. Είναι μακριά, αλλά η δυσκολία είναι τους χειμερινούς μήνες. Η μόνη πρόσβαση για να πάει κάποιος στην Ευρύχου είναι να περάσει μέσω Προδρόμου, Pinewood, Κακοπετριά και μετά Ευρύχου. Το χειμώνα, εκείνο το κομμάτι του δρόμου είναι πάντα χιονισμένο. Άρα με αυτό το τρόπο μας λένε να αναγκάσουμε την οικογένεια να πάρουν όχημα με τετρακίνηση. Κάναμε τα πάντα για να δεχτούν να πάει το παιδί στην Τριμίκλινη. Χτυπήσαμε όλες τις πόρτες, Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του παιδιού, Ένωση Συντακτών, Υπουργείο Εσωτερικών, Υπουργείο Μεταφορών, Υπουργείο Παιδείας, Ένωση Κοινοτήτων. Χτυπήσαμε όλες τις πόρτες και στηρίξαμε την επιστολή μας με επιχειρήματα. Δεν μπορείς να κάθεσαι πίσω από ένα γραφείο και να λαμβάνεις αποφάσεις ότι τα παιδιά από εδώ θα πηγαίνουν στην Ευρύχου. Τα παιδιά επιβιώνουν, αγαπούν το χωριό, έχουν την οποιαδήποτε βοήθεια που μας ζητούν.

Είμαστε ένα χωριό απομακρυσμένο, με λιγοστούς κατοίκους και προσπαθούμε με εκδηλώσεις να υπάρχει κίνηση στο χωριό. Πριν τον κορωνοϊό κάναμε ένα φεστιβάλ κερασιού, έχουμε ένα μονοπάτι της φύσης, το οποίο έχει αρκετή επισκεψιμότητα. Θέλουμε να κάνουμε και ένα μονοπάτι της φύσης που είναι για άτομα με ειδικές ανάγκες. Το έχουμε χορομετρήσει και τώρα μένει να μας το κοστολογίσει ο πολιτικός μηχανικός. Δεν είναι μεγάλο μονοπάτι, είναι 350 με 400 μέτρα και καταλήγει στις σπηλιές των θειούχων νερών. Θα τα εκμεταλλευτώ και θα κάνω μία πισίνα που δεν θα θέλει χημικά. Γιατί να μην δώσουμε και σε αυτά τα άτομα αυτή την ευχαρίστηση; Προσκρούουμε όμως στη γραφειοκρατία. Από το 2018 βασανιζόμαστε για να εξασφαλίσουμε άδεια για να χτίσουμε δημόσιες τουαλέτες για αυτά τα άτομα. Πιέσαμε μέσω του κ. Χαμπιαούρη να το κάνουμε, αλλά ακόμη δεν έχουμε απάντηση».

Μετά την κουβέντα μας με τον κοινοτάρχη, πήγαμε μία βόλτα στο χωριό. Εκείνη την ημέρα, συμπτωματικά είχε εκδήλωση για την οικολογία. Συγκεκριμένα, η Μαρία Πυθαρά, η οποία μετακόμισε με το σύζυγό της στο χωριό, όταν επέστρεψαν από την Αμερική, είχε αναλάβει την πρωτοβουλία να καλέσει στο χωριό νηπιαγωγεία από τη Λεμεσό, για να δείξουν στα παιδιά του νηπιαγωγείου την ιστορία των φυσικών βαφών.

Καταφέραμε να της ξεκλέψουμε λίγα λεπτά από το χρόνο της και αν και δεν μας είπε πολλά πράγματα, μας εξήγησε ένα μέρος της ιστορίας της. «Είμαι στο χωριό έξι χρόνια. Είχαμε έρθει από την Αμερική με τον άντρα μου και ψάχναμε να ζήσουμε κάπου στην ύπαιθρο και ήρθαμε στις Τρεις Ελιές και μας άρεσε. Με τις βιολογικές καλλιέργειες ο άντρας μου ασχολείτο εδώ και δέκα χρόνια περίπου και ο τρόπος ζωής μας είναι φιλικός προς το περιβάλλον. Εγώ ασχολούμαι και με τις φυσικές βαφές και κάνω εργαστήρια για μικρούς και μεγάλους. Θέλω να την προωθώ προς τον κόσμο και βλέπω ότι προσπαθούν και θέλουν να έρθουν κοντά στη φύση και το περιβάλλον».

 

 

 

 

«Έψαχνα κάπου να ζήσω εκτός πόλης»

Συνεχίσαμε την πορεία μας με τον κ. Χριστόφορο και καταλήξαμε στο κέντρο μεταποίησης, το οποίο είναι νεοσύστατο και λειτουργεί για πρώτη χρονιά φέτος. Εκεί γνωρίσαμε το Νικόλα Κωνσταντινίδη, ο οποίος είναι 27 ετών και τον Κώστα Κυπριανού, ο οποίος είναι 33 ετών και οι δύο μόνιμοι κάτοικοι του χωριού, εδώ και πέντε χρόνια.

Πρώτα μιλήσαμε με τον Νικόλα, ο οποίος εκείνη τη στιγμή είχε επισκεφτεί τον Κώστα, μαζί με τη γυναίκα του και το νεογέννητο παιδί τους. Μας εξήγησε πως πήραν την απόφαση να μετακομίσουν στο χωριό και πόσο εύκολο ήταν να παρατήσουν τις ανέσεις της πόλης.

«Έψαχνα κάπου να ζήσω εκτός πόλης, κάπου που θα ήταν σε βουνό και πιο κοντά στην φύση. Τον καιρό που έψαχνα είχαν έρθει ήδη νεαρά άτομα στις Τρεις Ελιές και ήταν μεγάλο κίνητρο να έχει νέους ανθρώπους εδώ και να μην είσαι μόνος με τους συνταξιούχους. Αυτό και σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι η ζωή είναι πιο εύκολη από οικονομική πλευρά, αφού τα έξοδα είναι πιο λίγα, με οδήγησαν εδώ. Ασχολούμαστε με τα βιολογικά προϊόντα, πρώτα από όλα επειδή είναι καλύτερα για την υγεία τη δική μας και του τόπου μας. Μία πόλη είναι πιο βρώμικη, όσον αφορά στον αέρα κλπ, ενώ εδώ είναι πιο καθαρό το περιβάλλον και σε ένα τέτοιο τόπο νομίζω οφείλουμε να ασχολούμαστε με βιολογικές καλλιέργειες και να προσέχουμε τι χρησιμοποιούμε στα περβόλια μας, τι καταλήγει στους ποταμούς μας, τα οποία μετά καταλήγουν στους φράκτες μας.

Στην αρχή ξεκίνησα με το να έχω ένα περβόλι με πολλά φρούτα μέσα. Στη συνέχεια το άφησα και βρέθηκε ένα άλλο περβόλι το οποίο έχει κερασιές. Είναι ένα παλιό περβόλι, 40-50 ετών και πάνω, το οποίο τώρα σάζουμε με ένα φίλο και το ανανεώνουμε. Βγάζουμε τα παλιά τα δέντρα, βάζουμε καινούργια και το κεράσι είναι από τα φρούτα που αξίζει τον κόπο να τα μαζέψεις και πόσο μάλλον όταν είναι και βιολογικής καλλιέργειας. Μετά σε πολύ πιο μικρή κλίμακα, ασχολούμαι και με το δικό μου περβόλι, με λαχανικά, για δική μας χρήση προσωπική. Εξάλλου, είναι και ο φούρνος που είναι η κύρια πηγή των εσόδων μας. Για μένα ήταν σχετικά εύκολο να αφήσω τον τρόπο ζωής και να έρθω σε ένα χωριό που είναι λίγο απομονωμένο, δεν υπάρχει τόσος θόρυβος. Θα το έβρισκα πιο δύσκολο να έμενα στη Λεμεσό».

Όταν η σύντομη κουβέντα μας έφτασε στις δυσκολίες που αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν, το σημαντικότερο που είχε σημειώσει ο Νικόλας ήταν το θέμα του σχολείου και της απόστασης.

«Οι δυσκολίες που αντιμετώπισα έχουν να κάνουν κυρίως με την απόσταση από όλα όσα έχει η πόλη. Δηλαδή στην υπεραγορά πας μόνο μια φορά την εβδομάδα και αν ξέχασες κάτι δεν θα πας πίσω, μια ώρα δρόμο για ένα πράγμα. Μετά είναι και το θέμα της υγείας, σε φάση νοσοκομείου. Δεν έχει κάτι εδώ κοντά μας, είναι όλα μακριά. Όσον αφορά τα γραφειοκρατικά πράγματα το πιο κοντινό είναι το Πελέντρι, που είναι 45 λεπτά απόσταση.

Το κυριότερο πρόβλημα, τώρα που κάναμε και μωρό είναι ότι όταν έρθει η ώρα για να πάει σχολείο, θα είναι δύσκολο. Από τη μία το κράτος λέει ότι θέλει να βοηθήσει τις ορεινές κοινότητες για να μεγαλώσουν, μιλά για αναπτύξεις στις ορεινές κοινότητες, αλλά δεν έχει καμία υποδομή όσον αφορά στα σχολεία, που αυτό το πράγμα είναι το σημαντικότερο κίνητρο για να μετακομίσει σε ορεινή κοινότητα και σε ένα χώρο όπως εδώ. Για μένα η πιο μεγάλη δυσκολία είναι αυτή, ότι δεν υπάρχει σχολείο. Το πιο κοντινό Δημοτικό είναι 45 λεπτά μακριά, δηλαδή πρέπει να ξυπνήσει το μωρό από τις 5:30, για να φάει πρόγευμα, να πάει στο Φοινί για να πιάσει λεωφορείο για να πάει στην Τριμίκλινη. Είναι μία διαδικασία που το παιδί σπαταλά μέσα στο δρόμο δύο ώρες καθημερινά, απλά για να πάει στο σχολείο του, που το κράτος θα μπορούσε να κάνει κάτι πολύ διαφορετικό. Το κάθε χωριό έχει σχολείο από παλιά, αλλά πολλά δεν λειτουργούν. Από τη μία το καταλαβαίνω, επειδή δεν έχει μωρά και δεν μπορεί να έρχεται ο δάσκαλος αν δεν υπάρχουν μωρά, από την άλλη όμως για να γίνει κάτι πρέπει να βοηθήσεις κάπως.

Δεν σκέφτηκα ποτέ να τα παρατήσουμε και να φύγουμε, επειδή παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν, μας κάνει καλό να είμαστε σε ένα τέτοιο περιβάλλον, παρά οπουδήποτε αλλού. Η σκέψη δηλαδή να τα παρατήσω και να φύγω, μπορεί να πέρασε από το μυαλό μου, αλλά ποτέ δεν ήταν σοβαρή και μέχρι στιγμής δεν την σκέφτηκα».

«Δεν ήταν εύκολο, αλλά ήταν μία απόφαση»

Στη συνέχεια μιλήσαμε με τον Κώστα, ο οποίος μας εξήγησε ότι ξεκίνησε να έρχεται στο χωριό παροδικά και έμενε εκεί εθελοντικά μαζί με κάποιους φίλους του, μέχρι που πήρε τη μεγάλη απόφαση να μετακομίσει εκεί.

«Είμαι εδώ πέντε χρόνια. Ήταν πολλά πράγματα που συνέβαιναν και με έκαναν να πάρω την απόφαση και κοινωνικά και προσωπικά. Πάντα ήθελα να κάνω αυτό το πράγμα, αλλά όπως μου έλεγαν οι φίλοι μου, μόνο το έλεγα αλλά δεν το άκουγα. Μία καλή ημέρα, η απόφαση πάρθηκε και μετακόμισα πάνω. Γνώρισα κάποια άτομα που ζούσαν και ασχολούνταν με βιολογικές καλλιέργειες και αμέσως μετά τους επισκέφτηκα και έμεινα μαζί τους ως εθελοντής, για να δω κατά πόσο μου άρεσε, επειδή πολλές φορές εκείνο που θέλουμε, με εκείνο που μπορούμε, είναι εντελώς διαφορετικό. Το έζησα, το είδα και αποφάσισα ότι στην αρχή ήθελα να το κάνω μισό-μισό, να πηγαινοέρχομαι στην πόλη, αλλά στο τέλος πήρα την απόφαση να μετακομίσω.

Δεν ήταν εύκολο, αλλά ήταν μία απόφαση. Το είχα δοκιμάσει ως εθελοντής, αλλά όταν είδα ότι αυτό ήταν και είδα τη ζωή στο χωριό, αποφάσισα ότι αυτό ήταν. Κάνω ό,τι χρειάζεται για να επιβιώσω. Μέσα σε αυτά τα πέντε χρόνια έκανα πολλά πράγματα και αποφάσισα στο τέλος να κρατήσω αυτά που με εκφράζουν και μου αρέσουν, αλλά η βιολογική καλλιέργεια ήταν εκείνο που μου άρεσε και με έφερε πάνω και είναι ένα κομμάτι που πάντα θα είναι μαζί μου, επειδή έχει να κάνει με τις πρώτες ύλες και τη ζωή μας, δηλαδή λαχανικά, φρούτα, κρασί, λάδι, ζιβανία, ό,τι μπορούμε να παράξουμε και να το έχουμε στο σπίτι μας.

Φτιάξαμε ένα κέντρο μεταποίησης, επειδή από τη στιγμή που έχουμε την πρώτη ύλη, μπορούμε να την κάνουμε ό,τι θέλουμε. Στην αρχή το κάναμε στα σπίτια μας και στην πορεία είδαμε ότι χρειαζόμασταν κάτι πιο εξειδικευμένο για να μπορούμε να το πάρουμε σε ένα άλλο επίπεδο. Αυτή τη στιγμή είμαστε στην περίοδο του τρύγου και της μεταποίησης του σταφυλιού, το οποίο έχει πολλές μεταποιήσεις, κρασί, ξύδι, ζιβανία κλπ. Μόλις άνοιξε το κέντρο μεταποίησης, είναι η πρώτη χρονιά που είμαστε στο εργαστήρι. Ακόμη δεν έχει τελειώσει αλλά ευελπιστούμε ότι μέχρι να έρθει ο χειμώνας θα είμαστε καλυμμένοι από βροχές, χιόνια και θα μπορούμε να δουλέψουμε το χειμώνα».

Όταν τον ρώτησα για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει, αναπόφευκτα μου είπε το ίδιο με το Νικόλα και τον κ. Χριστόφορο. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η απόσταση από το κοντινότερο σχολείο.  

«Οι δυσκολίες είναι γενικά στη ζωή μας. Το τι συμβαίνει εδώ, ακόμη και μία δυσκολία, μπορείς να την αλλάξεις δεχτικά. Αν ήσουν αλλού, μπορεί να το αντιμετωπίσεις διαφορετικά. Είναι θέμα προτεραιοτήτων. Ένα κύριο πρόβλημα είναι το θέμα του σχολείου. Πριν πέντε χρόνια, πριν τέσσερα, πριν τρία ακόμα χρόνια είχαμε περισσότερα παιδιά, περισσότερες οικογένειες, με την προϋπόθεση ότι άνοιγε ένα σχολείο στο χωριό. Το πράγμα πήρε πάρα πολύ καιρό για να γίνει, οπότε κάποιοι έφυγαν, κάποιοι άλλοι ήρθαν. Αυτό το κομμάτι, είναι δύσκολο και για το μωρό και για τους γονείς, ειδικά όταν το λεωφορείο δεν περνά από το χωριό και πρέπει να πάει ο γονιός στο Φοινί για να πάρει το παιδί. Αυτό ήταν πάντα το πρώτο θέμα συζήτησης, είτε από ανθρώπους που είχαν οικογένεια, είτε ήθελαν να κάνουν οικογένεια, είτε από αυτούς που είχαν οικογένεια στην πόλη και σκέφτονταν να μετακομίσουν στο χωριό και έβαζαν στη ζυγαριά την εκπαίδευση των παιδιών τους και πόσο εύκολο θα ήταν να αντιμετωπίσουν αυτές τις δυσκολίες.

Πάμε στην πόλη αραιά και που, πουλούμε τα προϊόντα μας στην πόλη, αλλά προσωπικά η βάση μου είναι εδώ στο χωριό. Εδώ ζω, εδώ δουλεύω, εδώ δημιουργώ και δεν πέρασε από το μυαλό μου να τα παρατήσω και να φύγω. Αντιθέτως πρόσθετα σε αυτό το κομμάτι».

  

  

 

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Δειτε Επισης

Αυτοί είναι οι μαγικοί αριθμοί που χαρίζουν πάνω από 1 εκ. ευρώ στο Τζόκερ
Ανοίγει ξανά η πλατφόρμα Post2Santa για αποστολή γραμμάτων στον Άγιο Βασίλη
Τον θεμέλιο λίθο για τη Μονάδα Κυκλοτρονίου στο Ογκολογικό κατέθεσε ο Πρόεδρος
Λίγοι μήνες στο διάστημα δεν προκαλούν μόνιμη γνωστική εξασθένηση
Υπερψηφίστηκε νομοθεσία που ενισχύει πλαίσιο καταπολέμησης εταιρικής φοροδιαφυγής
Ψηφίστηκε νόμος για κύρωση συμφωνίας ΚΔ-Ελλάδας για φυσικές καταστροφές
Ανακαλούνται τα επιβληθέντα πρόστιμα για πραγματικούς δικαιούχους εταιρειών
Δεν αλλάζει το νομοσχέδιο για Συνήγορο του Ασθενή το Υπ. Υγείας-Μπήκε στο τελικό στάδιο στη Βουλή
«Μαθητές καπνίζουν, σπάζουν παράθυρα, κρέμονται από τα παράθυρα»-Αρκετές καταγγελίες για λεωφορεία
Αποσύρθηκαν από την κυπριακή αγορά παιδικά προϊόντα