Ο τελευταίος χαλκουργός της Κύπρου-«Ερχόμαστε δουλειά και δεν μπαίνει κανένας»
13:20 - 24 Οκτωβρίου 2021
Την ώρα που τα πλείστα παραδοσιακά επαγγέλματα στην Κύπρο έδωσαν τη θέση τους στις νέες τεχνολογίες και πλέον τελούν υπό εξαφάνιση, υπάρχουν οι λίγοι ρομαντικοί, που κρατούν… Θερμοπύλες.
Ένας απ’ αυτούς, είναι ο Γιάγκος Χριστοδούλου από τη Λευκωσία, ο οποίος είναι μόλις 46 ετών και αποφάσισε πριν από τριάντα χρόνια, να υπηρετήσει το επάγγελμα που έκανε πατέρας του, αντί να στραφεί σε μια άλλη δουλειά πιο εύκολη και με περισσότερα χρήματα.
Σήμερα, είναι ο τελευταίος χαλκουργός-γανωμάτης στην Κύπρο και όσο τον βαστούν τα χέρια και τα πόδια του, θα κρατά ζωντανό το επάγγελμα, με την ελπίδα ότι κάποτε θα βρει κάποιον να τον διαδεχθεί, για να συνεχίσει την παράδοση.
Από τον παππού στον εγγονό
Τον συναντήσαμε στο κατάστημα που διατηρεί, στην πλατεία του δημαρχείου, στην Παλιά Λευκωσία, απέναντι από το παλιό παντοπωλείο. Εκεί είναι ο μικρός του παράδεισος, όπου περνά τις περισσότερες ώρες τις μέρας, δημιουργώντας χειροποίητα αντικείμενα από χαλκό και μπρούντζο ή γανώνει αντικείμενα που του φέρνουν πελάτες για συντήρηση.
«Το επάγγελμα αυτό το ξεκίνησε ο παππούς μου, το συνέχισε ο πατέρας μου και τώρα το συνεχίζω εγώ. Αυτό το επάγγελμα υπολογίζεται ότι υπάρχει από το 1870 και το κατάστημα εδώ στην παλιά Λευκωσία το έχουμε από πριν τον πόλεμο. Προηγουμένως ήμασταν στην κατεχόμενη Λευκωσία, όπου είχαμε τα τρία μεγαλύτερα καταστήματα χαλκουργού. Παλαιότερα υπήρχαν πολλοί χαλκουργοί και γανωματήες στην Παλιά Λευκωσία.
Σήμερα, είμαι ο τελευταίος κατασκευαστής χαλκουργός στην Κύπρο. Δεν υπάρχει άλλος σε όλο το νησί. Γανωματήες είχε αρκετούς στη Λάρνακα, οι περισσότεροι από αυτούς είτε σταμάτησαν, είτε έφυγαν από τη ζωή».
Η τέχνη του χαλκουργού-γανωμάτη
Πολλοί ή καλύτερα οι πλείστοι, δεν γνωρίζουν την τέχνη του χαλκουργού-γανωμάτη, η οποία μόνο απλή δεν είναι. Χρειάζεται υπομονή και πολλή τεχνική, για να καταφέρει κάποιος να δημιουργήσει τα αντικείμενα, η αξία των οποίων είναι υψηλή, λόγω της δυσκολίας που υπάρχει, αλλά και του γεγονότος ότι είναι χειροποίητα. Στο μαγαζί μπορείς να δεις για παράδειγμα από ένα απλό μπρίκι, μέχρι καζάνια ζιβανίας και κολυμβήθρες.
«Για να σας εξηγήσω πως λειτουργεί αυτό το επάγγελμα, πρέπει να ξεκινήσουμε από τις κατασκευές. Θέλει κάποιος για παράδειγμα να αγοράσει ένα καζάνι για να παράγει ζιβανία. Εγώ για να το κατασκευάσω, χρειάζομαι τρεις πλάκες χαλκού και με το χέρι να το κάνω καζάνι. Είναι όλα χειροποίητα, είτε από χαλκό, είτε από μπρούτζο.
Η δεύτερη βασική μας δουλειά, είναι στις επιδιορθώσεις και στις συντηρήσεις. Μας φέρνει για παράδειγμα ένας πελάτης ένα χαρτζί μαύρο και εμείς το γυαλίζουμε, για διακόσμηση.
Επίσης, στην Πάφο, χρησιμοποιούν τα χαρτζιά για να κάνουν γλυκά. Εμείς παίρνουμε τα χαρτζιά και τα γανώνουμε με καθαρό καλάι, κασσίτερο, όπως το λέμε. Είναι ένα πάρα πολύ δύσκολο επάγγελμα, αφού πρόκειται για χειρωνακτική δουλειά, άσχημες οσμές όταν γανώνεις, όταν γυαλίζεις.
Για να φτιάξω ένα καζάνι ζιβανίας από την αρχή, χρειάζομαι δέκα μέρες. Αν είναι κάτι που θα το συντηρήσω, χρειάζουμε περίπου τρεις μέρες. Για να τελειώσω ένα αντικείμενο σε μια μέρα, πρέπει να είναι κάτι μικρό. Μια κουταλούα, ένα τηγάνι γίνονται αυθημερόν, αλλά τα μεγάλα πράματα χρειάζονται μέρες».
«Αγάπησα τούντο μαγαζί, εσυνδέθηκα μαζί του»
Όταν πριν από τριάντα χρόνια έπαιρνε την απόφαση να ασχοληθεί με αυτή τη δουλειά, δεν ήξερε ότι το 2021 θα ήταν ο μοναδικός που θα συνέχιζε την ιστορία της. Το 1981, όταν μπήκε στο μαγαζί του πατέρα του για να δουλέψει, στα τρία διπλανά καταστήματα υπήρχαν άλλοι τρεις χαλκουργοί, οι οποίοι στην πορεία εγκατέλειψαν το επάγγελμα.
«Ήταν τα καταστήματα που είναι εδώ δίπλα μας. Είχαμε εξαιρετικές σχέσεις, πίναμε τον καφέ μας μαζί, συνεργαζόμασταν με τους άλλους χαλκουργούς.
Έβλεπα ότι ήταν ένα επάγγελμα που έφθινε, αλλά από μικρή ηλικία ασχολούμουν με αυτό, λόγω και του πατέρα μου. Ακόμα κι όταν έφευγα από το σχολείο, ερχόταν ο πατέρας μου και με έπαιρνε και ερχόμουν εδώ και διάβαζα. Αγάπησα τούντο μαγαζί, εσυνδέθηκα μαζί του και δεν ήθελα να ασχοληθώ με τίποτε άλλο. Όταν πέθανε ο παπάς μου πριν 12 με 13 χρόνια ανέλαβα εγώ την επιχείρηση.
Εγώ με τη σειρά μου έκανα δύο κόρες, αλλά δεν θα συνεχίσουν αυτή την επιχείρηση. Και γιο να είχα, δεν υπήρχε περίπτωση να το κάνει. Μακάρι να βρεθεί άτομο να συνεχίσει αυτό το επάγγελμα. Έχει δουλειά, αλλά πρέπει να τη βουράς. Εγώ για να καταλάβετε ψάχνω ένα υπάλληλο και δεν βρίσκω. Κύπριο, δεν υπάρχει περίπτωση να βρεις. Έκανα αιτήσεις να φέρω ένα ξένο και πήγα και τον είδα στη Συρία, αλλά δεν πήρα ποτέ απάντηση. Έμεινα μόνος μου. Ότι κάνω είναι με τα δύο μου χέρια».
«Ερχόμαστε δουλειά και δεν μπαίνει κανένας στο μαγαζί»
Η δουλειά του, μέχρι πριν από λίγα χρόνια είχε πολύ μεγάλα κέρδη, όμως κάποιοι παράγοντες όπως η κρίση, ο κορωνοϊός, αλλά και οι εργασίες που κάνει ο δήμος στην Παλιά Λευκωσία, μείωσαν τον κύκλο εργασιών του.
«Μέχρι πριν λίγα χρόνια, υπήρχε αρκετός κόσμος εδώ στην Παλιά Λευκωσία, δεν είχαμε κανένα παράπονο. Όταν άρχισαν τα έργα από το δημαρχείο στην περιοχή, δηλαδή τα τελευταία περίπου οκτώ χρόνια, δεν μπορεί να πλησιάσει κάποιος την περιοχή. Μέχρι το 2012, είχαμε πολύ μεγάλο κέρδος. Από το 2012 και μετά, η δουλειά πέφτει κάθε χρόνο. Είναι και η κρίση, είναι και ο κορωνοϊός, αλλά κάθε μήνα πάμε κάτω κάτω.
Αναγκαζόμαστε να κάνουμε διαφήμιση μέσω του διαδικτύου για να δει τι δουλειά μας ο πελάτης. Δυστυχώς, το δημαρχείο δεν μας βοηθά, δεν μας στηρίζει.
Ερχόμαστε δουλειά και δεν μπαίνει κανένας στο μαγαζί. Προκαλώ οποιοδήποτε να έρθει να κάτσει μια εβδομάδα εδώ στο μαγαζί και αν δει άνθρωπο να μπει και να αγοράσει κάτι να έρθει και να μου πει είσαι ψεύτης.
Πλέον εργαζόμαστε μέσω της ιστοσελίδας. Μας παίρνουν τηλέφωνο οι πελάτες, πηγαίνουμε και τα παίρνουμε, τα φέρνουμε εδώ και τους τα παίρνουμε πίσω».
«Όταν έχει ένα φεστιβάλ θέλουν να πηγαίνω να κάνω τον καραγκιόζη»
Τα παράπονά του για την αντιμετώπιση που τυγχάνει από το κράτος είναι πολύ μεγάλα, αφού όπως υποστηρίζει, δεν έχει στήριξη από κανένα. Ακόμα και τα κονδύλια που λαμβάνει η Κυβέρνηση από την Ε.Ε. για τα παραδοσιακά επαγγέλματα, ώστε να τα στηρίξει, δεν τους τα δίνει, όπως καταγγέλλει.
«Πιστεύω ότι μπορούσαμε να εκσυγχρονίσουμε τη δουλειά μας, ωστόσο δεν μας στηρίζει η Κυβέρνηση. Να το πω έτσι στα χωρκάτικα. Δεν δικλά να μας δει. Δεν το λαλώ ούτε για να φουμιστώ, ούτε για τίποτε άλλο. Το θέμα είναι ότι εδώ και τριάντα χρόνια, που είμαι εγώ σε αυτό το κατάστημα, το μόνο που ενδιαφέρει την εκάστοτε Κυβέρνηση, είναι όταν έχουν ένα φεστιβάλ, μια εκδήλωση να πηγαίνω να κάνω τον καραγκίοζη. Να κάθομαι να γανώνω και να κάθονται δύο χιλιάδες άτομα από πάνω μου να με βλέπουν. Απλά για να δείξει στον κόσμο ότι υπάρχει αυτό το επάγγελμα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δίνει ένα πολύ μεγάλο κονδύλι για τα παραδοσιακά επαγγέλματα και ιδίως στην Κύπρο είναι πάρα πολύ μεγάλο το ποσό. Απ’ ότι ξέρω, στην Κύπρο υπάρχουν το μέγιστο τέσσερις παραδοσιακοί τεχνίτες. Το πιο παραδοσιακό επάγγελμα είναι ο χαλκουργός-γανωματής. Μετά είναι ο στρατουράς, που δεν υπάρχει σήμερα, ένας που κάμνει καλάθκια, ένας που κάμνει τσέστους. Αυτοί είναι. Διά η Ευρωπαϊκή Ένωση ένα κονδύλι που πέφτει του καθενός 300 χιλιάδες ευρώ. Δεν είναι ούτε για να αγοράσεις αυτοκίνητο, ούτε για να αγοράσεις ρούχα αυτά τα λεφτά. Είναι για να επενδύσεις στη δουλειά σου, να αγοράσεις σύγχρονα μηχανήματα και λοιπά.
Εγώ 30 χρόνια δεν πήρα ένα ευρώ. Μου είπαν ότι θα πρέπει να κάνω αιτήσεις. Πήγα σε δύο γραφεία, ένα στη Λεμεσό, όπου πλήρωσα 500 ευρώ και ένα στη Λευκωσία που πλήρωσα άλλα 200 ευρώ και δεν πήρα τίποτα. Όταν με θέλουν, ξέρουν με, όταν δεν με θέλουν, δεν με ξέρει κανένας.
Δεν έχουμε βοήθεια, είμαι ένας ξαπόλυτος μέσα στο παζάρι. Εν το παράπονο μου. Κάθε μέρα βλέπουν ότι χάνονται παραδοσιακά επαγγέλματα. Μπορεί να υπάρχει ενδιαφέρον για τα παραδοσιακά επαγγέλματα, αλλά δεν υπάρχει βοήθεια για να ασχοληθεί κάποιος».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
- «Να σας κάνω μια αγκαλίτσα;, ρώτησε τις νοσοκόμες πριν το χειρουργείο και έφυγε»
- Ο Κυριάκος με σύνδρομο Down που σπάει στερεότυπα και παραδίδει μαθήματα ζωής
- «Πολλές νύκτες έκλαια και έλεα πώς θα τα καταφέρω… Εμαράζωνα που άφηκα τα μωρά»
- Η 27χρονη που μεγάλωσε σε Γραφείο Κηδειών και το έκανε επάγγελμα