Η σπουδαία ιστορία της 82χρονης γιαγιάς-σέρφερ Αναστασίας και η αγάπη στην Κύπρο
06:59 - 28 Ιουλίου 2020
Δεν είναι τυχαία, όμως, τα λόγια της. Η ιστορία της Αναστασίας Γερολυμάτου, της διάσημης 82χρονης σούπερ γιαγιάς-σέρφερ από το Αργοστόλι της Κεφαλονιάς, είναι μια ιστορία δυναμικότητας, τόλμης και επιμονής. Κι όχι επειδή στα 41 της αποφάσισε να αρχίσει windsurfing ή επειδή πετά με παραπέντε και κάνει extreme sports. Ούτε επειδή έσπασε πολλά ρεκόρ και διεκδικεί μια θέση στο Γκίνες, ως η γηραιότερης σέρφερ στον κόσμο. Το πιο μεγάλο της επίτευγμα είναι ότι δεν τα έβαλε ποτέ κάτω και δεν έπαψε να ποτέ να αναζητά τρόπους να νιώθει ζωντανή.
Της έτυχαν δυσκολίες, που κάποιοι θα θεωρούσαν ανυπέρβλητες. Όχι όμως αυτή… Τόλμησε σε μια εποχή που η θέση της γυναίκας ήταν στα τάρταρα, να ορθώσει ανάστημα, να το σκάσει από το σπίτι της και να μετακομίσει στην Ελβετία το 1958, όπου έγινε μαγείρισσα και μεγάλωσε μόνη τα δύο παιδιά της. «Νιώθω ότι έχω δύναμη μέσα μου… Δεν πήγα σχολείο, δεν σπούδασα δυστυχώς, αλλά όμως ενικήσαμε. Το να γίνουμε νικητές της ζωή, είναι πολύ όμορφο», λέει περήφανα. Και πιστέψτε με, έχει κάθε λόγο για να νιώθει περήφανη για όσα πέτυχε.
Ζωή βγαλμένη από βιβλίο
«Γεννήθηκα στην Κεφαλονιά στις 16 Οκτωβρίου του 1938. Έζησα και το β’ παγκόσμιο πόλεμο, όταν το 1943 βομβάρδισαν το Αργοστόλι. Θυμάμαι φοβερές εικόνες. Έχω μνήμες. Ήμουν 5 χρονών. Με φόβιζε πολύ, όταν οι μεγάλοι άνθρωποι μιλούσαν μετά για τον πόλεμο. Είχα πολύ φόβο μέσα μου.
Ήμασταν 14 αδέλφια. Τα δύο ήταν του πατέρα μου από την πρώτη του γυναίκα που πέθανε στη γέννα. Ήταν έγκυος δίδυμα, η καημένη. Μετά παντρεύτηκε τη μητέρα μου και απέκτησαν 12 παιδιά. Εγώ ήμουν το τέταρτο. Πέρασα πολλές κακουχίες. Δέκα χρονών με πήγε η μητέρα μου στην Αθήνα, σε ένα σπίτι για να δουλέψω ως παραδουλεύτρα. Τα λεφτά της τα έστελνα όλα. Κάθισα εκεί μέχρι τα 15 μου. Δεν έζησα το φοβερό σεισμό του 1953 στην Κεφαλονιά.
«Διαβάζοντας μία εφημερίδα βρήκα μια αγγελία, ότι ζητούνται κορίτσια και αγόρια για διάφορες δουλειές στην Ελβετία. Έτσι γράφτηκα. Μετά από ενάμιση μήνα, ήταν έτοιμα τα χαρτιά μου και έπρεπε να φύγω. Εγώ μετάνιωσα όμως, επειδή γνώρισα κάποιον τον οποίο μετά παντρεύτηκα. Ήταν ο πρώτος μου σύζυγος, με τον οποίο απέκτησα τα δύο μου παιδιά. Τελικά, είπα να πάω στην Ελβετία για έξι μήνες. Ήμουν 20 χρονών. Δούλευα σε μία πανσιόν κοντά στη Ζυρίχη. Εκεί έμαθα να μαγειρεύω και άνοιξα τα φτερά μου για πιο πέρα. Μετά ήρθε και ο άντρας μου με τον οποίο, απέκτησα δύο παιδιά. Δεν περνούσα καθόλου καλά μαζί του κι έτσι πήρα την απόφαση να χωρίσω, όταν ήταν πολύ μικρά τα παιδιά μου.
Μπόρεσα όμως και αγόρασα και διαμέρισμα στην Ελβετία και σπούδασα και τα παιδιά μου, που τα μεγάλωσα μόνη μου. Ο Ανδρέας μου είναι μηχανολόγος και η Άρτεμις μου, είναι γραμματέας σε μια πολύ μεγάλη εταιρεία. Στην πορεία γνώρισα τον δεύτερο μου σύζυγο, που είναι Ελβετός με τον οποίο είμαστε 37 χρόνια τώρα παντρεμένοι. Περάσαμε πολύ όμορφα.
Νιώθω ότι έχω δύναμη μέσα μου… Το να γίνουμε νικητές της ζωή, είναι πολύ όμορφο. Δεν πήγα σχολείο, δεν σπούδασα δυστυχώς, αλλά όμως ενικήσαμε.
Ήμουν μαγείρισσα στην Ελβετία. Δούλεψα σε αρκετά μέρη. Σε ένα tea room ετοίμαζα φαγητό για 40 άτομα. Μετά πήγα και δούλεψα σαν μαγείρισσα στα Αγγελικά βουνά στις Άλπεις σε ένα μεγαλύτερο μέρος. Ήμασταν 60 άτομα προσωπικό. Είχαμε 41 βαθμούς υπό το μηδέν, εκεί πάνω. Δεν είχε ρεύμα και με φωτιά, λιώναμε τους πάγους για να μπούμε μέσα.
«Είχα πάει με τον σύντροφό μου και τα δύο μου παιδάκια στο Λας Πάλμας στις Κανάριες νήσους στην Ισπανία. Εκείνος ήταν 40 και εγώ 42 χρόνων. Ξαφνικά βλέπω έναν να κάνει windsurfing. Μόλις τον είδα είπα “θεέ μου.. Αυτό είναι…”. Βάλθηκα να βρω από πού το πήρε και βρήκα κάποιον που νοίκιαζε. Ήταν ένας Γερμανός και μιλήσαμε στα Γερμανικά, αφού Ισπανικά δεν ξέρω πολύ καλά. Οι Γερμανοί είναι πολύ ευθείς. Μου είπε “δεν μπορείς να κάνεις εσύ. Πρέπει να κάνεις δέκα ημέρες μαθήματα”. Του λέω, “αύριο φεύγω και θέλω τώρα”. Με έβαλε να ανεβώ σε ένα εξομοιωτή. Ήταν ένα σανίδι με πανί που ήταν στηριγμένο σε μία μπάλα. Ανέβηκα και έγειρα πίσω, για να μην με πετάξει με τα μούτρα μπροστά. “Ρε διάολε”, μου λέει βάζοντας τα γέλια ο Γερμανός, “δεν το περίμενα από σένα” και μου έδωσε μια σανίδα. Την έριξα στο νερό, ανέβηκα πάνω και σήκωσα το πανί. Μόλις το σήκωσα άρχισε να κινείται, “Λούης έγινα”. Εννοείται πως έπεσα στο νερό πολλές φορές.
Βάζω το σανίδι σε μια λίμνη της Ελβετίας, σηκώνω το πανί και γίνομαι άφαντη. Δεν ήξερα να γυρίσω. Βλέπω ένα νεαρό που έκανε κι αυτός τα ίδια και του λέω “ρε παιδάκι μου, δείξε μου να γυρίσω πίσω”. Μου είπε να παρατηρώ ότι κάνει. Γύρισα πίσω αλλά δεν είχαμε αέρα. Έτσι του είπα να “ψαρέψουμε” στην άπνοια, να πιάσουμε οτιδήποτε από αέρα. Κι έτσι ρυθμικά, ρυθμικά βγήκαμε έξω.
Ήμουν 45 χρονών, τότε. Πήγαινα σποραδικά για windsurfing. Δεν ευκαιρούσαμε επειδή ήταν μικρά τα παιδιά και φτιάχναμε το σπίτι. Πάντως όταν βγήκα με σύνταξη το κατάευχαριστήθηκα».
«Μένω στην Ελβετία και τα καλοκαίρια στην Κεφαλονιά. Έκανα windsurfing και στη λίμνη Σεντ Μόριτζ, που είναι πολύ δύσκολο. Εκεί έχει πολλούς ανέμους. Όταν κάνω windsurfing νιώθω απεραντοσύνη. Δίνει πολύ χαρά το νερό και ο αέρας της θάλασσας. Είναι θεϊκό…
Όταν είμαι στη θάλασσα στην Κεφαλονιά βλέπω έξω ποιοι παίζουν ρακέτες. Όταν βγω παίζω μαζί τους. Μου λένε “ρε παιδάκι μου είσαι τόσες ώρες μέσα και βγαίνεις έξω και παίζεις ρακέτες;”. Δεν μπορώ να κάθομαι, όμως».
Μου έχουν ζητήσει και μεγάλες γυναίκες να τις μάθω. Σε ένα χωριό μου έχει ζητήσει μία κυρία, γύρω στα 55 και τη μαθαίνω».
«Διένυσα απόσταση 18 μιλίων, από την Σκάλα της Κεφαλονιάς στην Κυλλήνη της Ηλείας. Η μεγαλύτερη απόσταση ήταν όταν ξεκίνησα από τα Κανατάδικα στη Βόρεια Εύβοια και έφτασα απέναντι στο Τρίκερι Μαγνησίας και πάλι πίσω. Ήμουν έξι ώρες στη θάλασσα. Ήταν πολύ σημαντικό για μένα αυτό. Δεν υπάρχει άλλη γυναίκα τόσο μεγάλη στον κόσμο που να κάνει windsurfing.
Μαγειρεύω και τρώω πολύ υγιεινά. Πάντα πρόσεχα τη διατροφή μου. Τρώω πολλά χορταρικά και φρούτα και πίνω πολύ νερό».
«Να μην τα παρατάνε ποτέ, ότι ηλικία κι αν έχουν. Κάποιοι τα παρατάνε γύρω στα σαράντα τους. Λένε ότι έχουν μεγαλώσει. Είναι κρίμα να τα παρατάνε.
Εγώ όσο μπορώ θα συνεχίζω να κάνω windsurfing. Μου αρέσει πάρα πολύ. Το πανί μου είναι πάντα στημένο και έτοιμο…».
Μιλούσαμε περίπου μία ώρα… Αν δεν τέλειωνε η μπαταρία του κινητού μου, θα μιλούσαμε ακόμη. Δεν χορταίνεις να την ακούς. «Μην ξεχάσεις να μεταφέρεις την αγάπη μου για την Κύπρο και το μεγάλο μπράβο σε όλους τους ανθρώπους της. Μπράβο, μπράβο, μπράβο σε όλους», ήταν η τελευταία της κουβέντα.
- Οι γιαγιάδες που ενώθηκαν και κάνουν θαύματα-«Πρώτα δίνουμε και μετά παίρνουμε»
- ΒΙΝΤΕΟ: Η γιαγιά Μαρούλλα ετών…101-Τρίγλωσση και από τις πρώτες τηλεφωνήτριες
- Ο πατέρας στην Οδού που όργωσε βουνά για να σπουδάσει τα 10 παιδιά του
- Η ζωή μου με το Γιάννη-«Τι θα γίνει, εάν πάθω κάτι; Τι θα γίνει όταν πεθάνω;»