Το πρόγραμμα κατάρτισης, η προσέγγιση με τις ΗΠΑ και η ενόχληση της Τουρκίας
06:45 - 10 Ιουλίου 2020
Την έντονη ενόχληση των Τούρκων προκάλεσε η αμερικανική ανακοίνωση της συμπερίληψης της Κύπρου στο πρόγραμμα Διεθνούς Στρατιωτικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΙΜΕΤ), οι οποίοι, με το γνωστό θράσος που τους χαρακτηρίζει, αξιώνουν από τις ΗΠΑ ίση μεταχείριση ενός διεθνώς αναγνωρισμένου κράτους και ενός κατοχικού μορφώματος.
Όπως ανέφερε η Αμερικανική Πρεσβεία, το πρόγραμμα αποτελεί βασικό στοιχείο της αμερικανικής βοήθειας για θέματα ασφάλειας, προωθώντας περιφερειακή σταθερότητα και αμυντικές δυνατότητες, μέσω επαγγελματικής στρατιωτικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. «Η ΙΜΕΤ χρησιμεύει ως αποτελεσματικό μέσο για την ενίσχυση των στρατιωτικών συμμαχιών και των διεθνών συνασπισμών που προστατεύουν τα συμφέροντά μας για την εθνική ασφάλεια και διευκολύνει την ανάπτυξη σημαντικών επαγγελματικών και προσωπικών σχέσεων μεταξύ ηγετών στον τομέα της άμυνας», σημείωσαν, μεταξύ άλλων, οι Αμερικανοί.
Στην περίπτωση της Κύπρου, όπως ανέφεραν οι ΗΠΑ, συνάδει με την στρατηγική του Υπουργείου Εξωτερικών για την Ανατολική Μεσόγειο και την πολιτική πρόθεση του νόμου για την Ασφάλεια και την Ενεργειακή Συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο του 2019.
Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, αποστολή του ΙΜΕΤ είναι να ενισχύσει την περιφερειακή σταθερότητα μέσα από αμοιβαία επωφελείς στρατιωτικές σχέσεις.
Τα πρότζεκτ του προγράμματος περιλαμβάνουν (αλλά δεν περιορίζονται) τις προσκλήσεις προς αξιωματικούς από ξένες χώρες για στρατιωτικές σχολές στις ΗΠΑ, όπως είναι το U.S. Army War College και το National Defence University, όπως επίσης την προσφορά χρηματοδότησης η για να ταξιδεύουν εκπαιδευτές σε ξένες χώρες και να προσφέρουν συγκεκριμένη, τοπική κατάρτιση.
Τα θέματα εκπαίδευσης διαφέρουν από περίπτωση σε περίπτωση και είναι αρκετά ευρεία. Εκτείνονται από την εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας, μέχρι την εκπαίδευση για ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δικαίου του πολέμου. Το 2019 εκπαιδεύτηκαν στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος πάνω από 5,000 άτομα.
Στην περίπτωση της Κύπρου εναπόκειται, ουσιαστικά, στο Υπουργείο Άμυνας να επιλέξει πώς θα ανταποκριθεί και με ποιους τρόπους θα ήθελε να αξιοποιήσει το ΙΜΕΤ για τους σκοπούς της Εθνικής Φρουράς.
Σε πολιτικό επίπεδο, η συμπερίληψη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο πρόγραμμα κατάρτισης εντάσσεται στο πλαίσιο της Δήλωσης Προθέσεων μεταξύ των δύο χωρών, η οποία είχε υπογραφεί μεταξύ των Υπουργών Εξωτερικών το 2018. Η δήλωση αφορούσε την ενίσχυση και την ανάπτυξη των διμερών σχέσεων ασφάλειας Λευκωσίας-Ουάσιγκτον και την προώθηση των κοινών συμφερόντων ΗΠΑ-Κύπρου, σε ζητήματα όπως η καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η ενίσχυση της ασφάλειας στη θάλασσα και στα σύνορα και η περιφερειακή ασφάλεια.
Η μορφή που θα λάβει η συνεργασία στο πλαίσιο του ΙΜΕΤ δεν έχει γίνει ακόμη γνωστή, αλλά δυνητικά θα μπορούσε να προσφέρει στην Εθνική Φρουρά προσβάσεις σε εκπαίδευση, τις οποίες δεν είχε προηγουμένως. Όποια, όμως, κι αν είναι τελικά η εξέλιξη, είναι κοινώς αποδεκτό πως κάθε συνεργασία με μία υπερδύναμη έχει να δώσει πολλά θετικά στοιχεία, εάν, βεβαίως, τα αξιοποιήσουμε κατάλληλα.
Το τελευταίο διάστημα οι ΗΠΑ σταδιακά αλλάζουν στάση έναντι της Λευκωσίας, με αποκορύφωμα την άρση του εμπάργκο όπλων, που είχε επιβληθεί το 1987 και παρέμενε έκτοτε σε ισχύ. Πρόκειται για μία ευρύτερη αναβάθμιση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, η οποία εκδηλώνεται με διαφορετικές μορφές.
Αναπόφευκτα αυτού του είδους οι ενέργειες ενοχλούν την Τουρκία, παρόλο που δεν παραγράφουν και δεν αντικαθιστούν την στρατηγική σχέση που η κατοχική χώρα έχει αναπτύξει εδώ και πολλά χρόνια με τις ΗΠΑ, ούτε και την κοινή στρατιωτική πορεία που προκύπτει από την συμμετοχή τους στο ΝΑΤΟ. Αποτελούν, ωστόσο, μία ένδειξη της προσέγγισης που υπάρχει μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας και ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, την οποία σαφώς και δεν ευνοεί η Άγκυρα, που δεν θέλει να αναβαθμίζεται η Κύπρος από τους δικούς της συμμάχους ή να προβαίνει σε συνεργασίες οι οποίες θα μπορούσαν να υποβαθμίσουν τον δικό της στρατηγικό ρόλο στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Όπως ανέφερε η Αμερικανική Πρεσβεία, το πρόγραμμα αποτελεί βασικό στοιχείο της αμερικανικής βοήθειας για θέματα ασφάλειας, προωθώντας περιφερειακή σταθερότητα και αμυντικές δυνατότητες, μέσω επαγγελματικής στρατιωτικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. «Η ΙΜΕΤ χρησιμεύει ως αποτελεσματικό μέσο για την ενίσχυση των στρατιωτικών συμμαχιών και των διεθνών συνασπισμών που προστατεύουν τα συμφέροντά μας για την εθνική ασφάλεια και διευκολύνει την ανάπτυξη σημαντικών επαγγελματικών και προσωπικών σχέσεων μεταξύ ηγετών στον τομέα της άμυνας», σημείωσαν, μεταξύ άλλων, οι Αμερικανοί.
Στην περίπτωση της Κύπρου, όπως ανέφεραν οι ΗΠΑ, συνάδει με την στρατηγική του Υπουργείου Εξωτερικών για την Ανατολική Μεσόγειο και την πολιτική πρόθεση του νόμου για την Ασφάλεια και την Ενεργειακή Συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο του 2019.
Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, αποστολή του ΙΜΕΤ είναι να ενισχύσει την περιφερειακή σταθερότητα μέσα από αμοιβαία επωφελείς στρατιωτικές σχέσεις.
Τα πρότζεκτ του προγράμματος περιλαμβάνουν (αλλά δεν περιορίζονται) τις προσκλήσεις προς αξιωματικούς από ξένες χώρες για στρατιωτικές σχολές στις ΗΠΑ, όπως είναι το U.S. Army War College και το National Defence University, όπως επίσης την προσφορά χρηματοδότησης η για να ταξιδεύουν εκπαιδευτές σε ξένες χώρες και να προσφέρουν συγκεκριμένη, τοπική κατάρτιση.
Τα θέματα εκπαίδευσης διαφέρουν από περίπτωση σε περίπτωση και είναι αρκετά ευρεία. Εκτείνονται από την εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας, μέχρι την εκπαίδευση για ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δικαίου του πολέμου. Το 2019 εκπαιδεύτηκαν στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος πάνω από 5,000 άτομα.
Στην περίπτωση της Κύπρου εναπόκειται, ουσιαστικά, στο Υπουργείο Άμυνας να επιλέξει πώς θα ανταποκριθεί και με ποιους τρόπους θα ήθελε να αξιοποιήσει το ΙΜΕΤ για τους σκοπούς της Εθνικής Φρουράς.
Σε πολιτικό επίπεδο, η συμπερίληψη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο πρόγραμμα κατάρτισης εντάσσεται στο πλαίσιο της Δήλωσης Προθέσεων μεταξύ των δύο χωρών, η οποία είχε υπογραφεί μεταξύ των Υπουργών Εξωτερικών το 2018. Η δήλωση αφορούσε την ενίσχυση και την ανάπτυξη των διμερών σχέσεων ασφάλειας Λευκωσίας-Ουάσιγκτον και την προώθηση των κοινών συμφερόντων ΗΠΑ-Κύπρου, σε ζητήματα όπως η καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η ενίσχυση της ασφάλειας στη θάλασσα και στα σύνορα και η περιφερειακή ασφάλεια.
Η μορφή που θα λάβει η συνεργασία στο πλαίσιο του ΙΜΕΤ δεν έχει γίνει ακόμη γνωστή, αλλά δυνητικά θα μπορούσε να προσφέρει στην Εθνική Φρουρά προσβάσεις σε εκπαίδευση, τις οποίες δεν είχε προηγουμένως. Όποια, όμως, κι αν είναι τελικά η εξέλιξη, είναι κοινώς αποδεκτό πως κάθε συνεργασία με μία υπερδύναμη έχει να δώσει πολλά θετικά στοιχεία, εάν, βεβαίως, τα αξιοποιήσουμε κατάλληλα.
Το τελευταίο διάστημα οι ΗΠΑ σταδιακά αλλάζουν στάση έναντι της Λευκωσίας, με αποκορύφωμα την άρση του εμπάργκο όπλων, που είχε επιβληθεί το 1987 και παρέμενε έκτοτε σε ισχύ. Πρόκειται για μία ευρύτερη αναβάθμιση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, η οποία εκδηλώνεται με διαφορετικές μορφές.
Αναπόφευκτα αυτού του είδους οι ενέργειες ενοχλούν την Τουρκία, παρόλο που δεν παραγράφουν και δεν αντικαθιστούν την στρατηγική σχέση που η κατοχική χώρα έχει αναπτύξει εδώ και πολλά χρόνια με τις ΗΠΑ, ούτε και την κοινή στρατιωτική πορεία που προκύπτει από την συμμετοχή τους στο ΝΑΤΟ. Αποτελούν, ωστόσο, μία ένδειξη της προσέγγισης που υπάρχει μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας και ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, την οποία σαφώς και δεν ευνοεί η Άγκυρα, που δεν θέλει να αναβαθμίζεται η Κύπρος από τους δικούς της συμμάχους ή να προβαίνει σε συνεργασίες οι οποίες θα μπορούσαν να υποβαθμίσουν τον δικό της στρατηγικό ρόλο στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
- Φωνάζει ο Ακιντζί, ξεκαθαρίζει η Λευκωσία για τη στρατιωτική συνεργασία με ΗΠΑ
- Πομπέο για παροχή στρατιωτικής εκπαίδευσης στην Κύπρο-«Επέκταση της σχέσης ασφάλειας»
- Διασκεδάζει τις ανησυχίες για τη στρατιωτική συνεργασία ο Πρόεδρος
- Ανησυχία ΗΠΑ για εξελίξεις ανοικτά της Κύπρου-Οργή Τουρκίας για στρατιωτική εκπαίδευση