Τι πρέπει να γίνει με τα αγάλματα;
09:08 - 12 Ιουνίου 2020
Το ξήλωμα ενός αγάλματος ισοδυναμεί με ξήλωμα της ιστορίας; Το γκρέμισμα του αγάλματος κάποιου Εντουαρντ Κόλστον στο Μπρίστολ, ο αποκεφαλισμός δύο αγαλμάτων του Χριστόφορου Κολόμβου στις Ηνωμένες Πολιτείες, διαγράφουν, με μια οργουελιανή κίνηση, το παρελθόν ενός λαού; Αυτό υποστηρίζει ένα μέρος της Δεξιάς, που θεωρεί κάθε επανεξέταση του παρελθόντος, κάθε έκφραση ιστορικής μετάνοιας, έναν αναχρονιστικό μαζοχισμό τον οποίο επιβάλλουν μειοψηφίες που θέλουν να ενοχοποιήσουν μια χώρα για παλιά εγκλήματα.
Δεν είναι τόσο απλό. Πρώτα απ’όλα γιατί τα αγάλματα που στήνονται σε πλατείες, όπως και τα ονόματα που δίνονται σε δρόμους και λεωφόρους, δεν αποτελούν πράξεις ιστορίας, αλλά μνήμης. Είναι μικρή η σχέση τους με το έργο των ιστορικών, αλλά μεγάλη με την εικόνα μιας χώρας σε μια δεδομένη στιγμή. Τα αγάλματα, οι αναμνηστικές πλάκες, δεν αποτελούν ιστορικές υπενθυμίσεις, αλλά φόρους τιμής. Όταν στήνεις ένα άγαλμα στη μνήμη κάποιου, σημαίνει ότι εγκρίνεις, αν όχι θαυμάζεις, τις πράξεις του. Αυτός ο θαυμασμός όμως είναι κυμαινόμενος.
Ένα απλό παράδειγμα: ο Ναπολέων Α΄ έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Γαλλίας, θετικό ή αρνητικό, αυτό το κρίνει ο καθένας. Κι όμως, κανείς δρόμος δεν έχει το όνομά του και στο Παρίσι υπάρχουν μόνο δύο αγάλματα. Γιατί; Επειδή οι Ρεπουμπλικανοί θεώρησαν ότι ο αυτοκράτορας ήταν ένας εχθρός της ελευθερίας και άρα αξίζει έναν διακριτικό μόνο φόρο τιμής. Το ίδιο συνέβη και με τον Πετέν, που το όνομά του ήταν παντού από το 1940 ως το 1944 και στη συνέχεια εξαφανίστηκε.
Είναι κατανοητό λοιπόν ότι οι απόγονοι των σκλάβων, ή των θυμάτων της αποικιοκρατίας, έχουν μια ιδιαίτερη ευαισθησία σε αυτό το ζήτημα. Στο Παρίσι, έτσι, η rue Richepanse άλλαξε όνομα επειδή ο στρατηγός αυτός ήταν υπεύθυνος για μια σφαγή στη Γουαδελούπη. Το ίδιο συνέβη και με τα ονόματα ορισμένων δουλεμπόρων που πλούτισαν από τη δουλειά τους στη Νάντη ή στο Μπορντό.
Ο εθνικός φόρος τιμής είναι σχετικός και εξαρτάται από τις ευαισθησίες της εποχής. Είναι δύσκολο να αποδεχθούμε σήμερα ότι μπορεί να τιμώνται οι έμποροι σκλάβων...
Πού βρίσκεται όμως το όριο στην επανεξέταση των τοπωνυμίων και των αγαλμάτων; Ορισμένοι ακτιβιστές ζητούν τη μετακίνηση ή την καταστροφή ενός αγάλματος του Κολμπέρ που βρίσκεται μπροστά στο κτίριο της Εθνοσυνέλευσης. Το επιχείρημά τους είναι ότι αυτός ο υπουργός του Λουδοβίκου ΙΔ’ συνέταξε τον Μαύρο Κώδικα, που επικύρωνε με νόμο τη λειτουργία φυτειών σκλάβων στις Αντίλλες. Αν όμως ξηλωθεί ο Κολμπέρ, τι πρέπει να γίνει με τα αγάλματα του ανθρώπου που διέταξε τη σύνταξη του Κώδικα, δηλαδή του ίδιου του Λουδοβίκου; Και ποια τύχη πρέπει να επιφυλαχθεί στο παλάτι των Βερσαλλιών, που χτίστηκε προς τιμήν του «Βασιλιά Ηλιου»;
Πρέπει άραγε να γκρεμιστεί το άγαλμα του Φράνσις Ντρέικ, που κυριαρχεί στο λιμάνι του Πλίμουθ, επειδή αυτός ο ήρωας της βρετανικής ανεξαρτησίας έλαβε μέρος στο δουλεμπόριο; Πρέπει να διαγραφούν τα ίχνη του Τζορτζ Ουάσινγκτον, που ήταν ιδιοκτήτης σκλάβων; Η συζήτηση επεκτείνεται στην αποικιοκρατία: ένας από τους πρωταγωνιστές της, στα τέλη του 19ου αιώνα, ήταν ο Ζιλ Φερί, ιδρυτής του δημόσιου ρεπουμπλικανικού σχολείου. Τι πρέπει να γίνει με τους εκατοντάδες δρόμους και σχολεία που φέρουν το όνομά του;
Υπάρχει μια λύση σε αυτό το δίλημμα που αντιπαραβάλλει μνήμη και ιστορία: η διόρθωση της μνήμης από την ιστορία. Πριν από λίγο καιρό, η κομμουνιστική ομάδα του δημοτικού συμβουλίου του Παρισιού ζήτησε να αφαιρεθεί η επιγραφή «Στον χαρούμενο νέγρο» από μια παλιά σοκολατοποιία του 5ου Διαμερίσματος. Ο δήμος, απρόθυμα, δέχθηκε. Πολλοί σοσιαλιστές και οικολόγοι δημοτικοί σύμβουλοι όμως, μαζί με τη Δεξιά, αντέδρασαν. Θα ήταν καλύτερα, είπαν, να τοποθετηθεί μια δεύτερη επιγραφή που θυμίζει το πλαίσιο της εποχής.
Σοφή πρόταση. Ετσι θα παρέμενε το άγαλμα του Κολμπέρ στη θέση του, αλλά μια επιγραφή θα υπενθύμιζε τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο όνομά του. Κι έτσι η μνήμη και η ιστορία θα συναντιούνταν και το άγαλμα θα μετατρεπόταν σε παιδαγωγικό εργαλείο.
Ο Λοράν Ζοφρέν είναι διευθυντής της Libération