O... έποικος Μουφτής της Κύπρου, υποψήφιος με Ερντογάν και φίλος με Αρχιεπίσκοπο
06:51 - 16 Απριλίου 2020
Ερωτήματα που χρήζουν απαντήσεων από τους αρμοδίους, τόσο της Εκκλησίας όσο και της πολιτείας, εγείρονται αναφορικά με τη δράση του «Μουφτή» της Κύπρου. Ένας έποικος ο οποίος ήρθε στην Κύπρο ένα χρόνο μετά την τουρκική εισβολή, απολαμβάνει μια σειρά προνομίων, ενώ διατηρεί άψογες σχέσεις με τον Αρχιεπίσκοπο και την ίδια ώρα επιχειρεί με τη δράση του να αλλάξει ριζικά την ταυτότητα των Τουρκοκυπρίων.
Ο Μουφτής της Κύπρου, όπως συνηθίζεται να τον αποκαλούν, είναι ο Ταλίπ Αταλάι. Πρόκειται για Τούρκο υπήκοο που γεννήθηκε στην πόλη Ερνεμλί της επαρχίας της Μερσίνας το 1968 και ένα χρόνο μετά την τουρκική εισβολή μετακόμισε με το πρώτο κύμα των παράνομων εποικισμών στην Κύπρο με την οικογένειά του.
Ακολούθως μετά από πολύχρονη παραμονή στην Τουρκία, όπου σπούδασε σε διάφορα πανεπιστήμια, επέστρεψε στην Κύπρο, αποκτώντας μια αρκετά μεγάλη περιουσία, καταπατώντας περιουσίες προσφύγων κυρίως στην περιοχή της Αμμοχώστου.
Παρά το γεγονός ότι ο Αταλάι εμφανίζεται συνήθως ως διαλλακτικός και ως ο άνθρωπος που πιέζει τον κατοχικό στρατό ώστε να επιτρέψει στους Ελληνοκύπριους να λειτουργούνται στις εκκλησίες τους, η δράση του αλλά και τα συμφέροντα που εξυπηρετεί ελέγχονται για μια σειρά από λόγους.
Πριν αναφερθούν όμως οι συγκεκριμένοι λόγοι, είναι καλό να γνωρίζουμε τις συνθήκες που επικρατούν στα κατεχόμενα και τη σχέση των Τουρκοκυπρίων με το Ισλάμ αι τη θρησκεία γενικότερα.
Οι σχέσεις των Τουρκοκυπρίων με τη θρησκεία
Οι Τουρκοκύπριοι θεωρούνται μία από τις πιο κοσμικές κοινωνίες του κόσμου με τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις πολλές φορές να αγγίζουν τα πρόθυρα αντι-ισλαμικών αισθημάτων. Οι ιδιαίτερες αντιλήψεις τους δεν διαμορφώθηκαν ούτε υπάρχουν σε ένα ιστορικό κενό, όπως επισημαίνει ο Δρ Θεολογίας και Θρησκείας Φαίδων Παπαδόπουλος – κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στις κρυπτο-χριστιανικές ρίζες τους (Λινοβάμβακοι).
Οι Τουρκόφωνοι Κύπριοι δεν ενδιαφέρονται ή σπάνια έχουν επιδείξει ενδιαφέρον να ακολουθήσουν οποιοδήποτε είδος πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στη «θεολογία». Ως αποτέλεσμα, οι τουρκικές αρχές στις κατεχόμενες περιοχές έπρεπε να «εισάγουν» αρκετούς χότζες από την Τουρκία, καθώς κανείς στην τουρκοκυπριακή κοινότητα δεν έχει τα προσόντα ή το παραμικρό ενδιαφέρον να γίνει ιερωμένος ή να ηγηθεί όποιας θρησκευτικής αρχής.
Η πολιτισμική αλλαγή που επιχειρείται
Οι Τουρκόφωνοι Κύπριοι απορρίπτουν κάθε είδους πνευματική εξουσία. Ακόμα και το ίδιο το ψευδοκράτος (ΤΔΒΚ) είναι «συνταγματικά» και αυστηρά κοσμικό. Το αρμόδιο «Τμήμα Θρησκευτικών Υποθέσεων» στα κατεχόμενα, ενεργεί ως διαχειριστικό και διοικητικό «γραφείο» για οτιδήποτε σχετίζεται με θρησκευτικά θέματα, ενώ παίζει καθοριστικό ρόλο στις δραστηριότητες οικοδόμησης τζαμιών μέσω Τουρκικών χορηγιών καθώς επιτυγχάνει την ανάμειξη του στις εσωτερικές υποθέσεις των Τουρκοκύπριων μέσω μιας συνεχούς και αυξανόμενης κοινότητας «παράνομων Τούρκων εποίκων». Διευθυντής του «Τμήματος Θρησκευτικών Υποθέσεων», είναι ο ίδιος ο Ταλίπ Αταλάι ως «διορισμένος» των τουρκικών δυνάμεων κατοχής από το 2010.
Όπως κατά καιρούς καταγγέλλει η Ένωση των Τουρκοκύπριων εκπαιδευτικών (KTOS), στα κατεχόμενα σήμερα λειτουργούν περισσότερα τζαμιά παρά σχολεία. Πάνω από 46 τζαμιά έχουν κτιστεί τα τελευταία 17 χρόνια αλλά μόνο 15 σχολεία από το 1974.
Οι σχέσεις του Αταλάι με τον Αρχιεπίσκοπο
Η περίπτωση του Αταλάι, πάντως, γίνεται ακόμα πιο περίπλοκη εάν λάβει γνώση των γεγονότων που έλαβαν χώρα την τελευταία δεκαετία.
Ο Αταλάι διορίστηκε ως εγκάθετος της Άγκυρας στην συγκεκριμένη θέση, το 2011 όταν ο προηγούμενος «Μουφτής» του ψευδοκράτους καθαιρέθηκε από τον τότε κατοχικό ηγέτη, Ντερβίς Έρογλου, μετά από διαφωνία που προέκυψε μεταξύ των δύο.
Η διαφωνία είχε επίκεντρο την ενδεχόμενη συνάντηση του Γιουσούφ Σουισμέζ με τον Πάπα Βενέδικτο που επισκέφθηκε την Κύπρο. Ο Ποντίφικας πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Κυπριακή Δημοκρατία και ο τότε Μουφτής ζήτησε να τον συναντήσει. Αυτό εξόργισε, τόσο την Άγκυρα όσο και τον Έρογλου και ο Σουσιμέζ αποπέμφθηκε με συνοπτικές διαδικασίες.
Ο Αταλάι από την πρώτη στιγμή που διορίστηκε στην συγκεκριμένη θέση, επεδίωξε να κτίσει μια φιλία με τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο και το κατάφερε. Κέρδισε την εμπιστοσύνη του και ειδικά μέσω των πρωτοβουλιών που αναλαμβάνει κατά καιρούς η σουηδική πρεσβεία στην Κύπρο, ανέπτυξε προσωπική σχέση με τον προκαθήμενο της εκκλησίας.
Υποψήφιος με το κόμμα του Ερντογάν
Την ίδια ώρα όμως ο Αταλάι διατηρεί άριστες σχέσεις και με το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του οποίου είναι μέλος στην Τουρκία. Άλλωστε διαθέτει ταυτότητα και διαβατήριο, τόσο της Τουρκίας όσο και του ψευδοκράτους.
Μάλιστα το 2015 είχε προταθεί ως κοινοβουλευτικός υποψήφιος στις τουρκικές εκλογές, είδηση που μεταδόθηκε στην Κύπρο, τόσο από το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων όσο και από το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών. Μάλιστα πήρε άδεια από το ψευδοκράτος και μετέβη στην Τουρκία για τις ανάγκες της προεκλογικής του καμπάνιας.
Μάλιστα σε δηλώσεις του ανέφερε πως δεν θα παραιτηθεί από τη θέση του για τις ανάγκες της υποψηφιότητας του και μετά από την προεκλογική περίοδο θα επέστρεφε στα κατεχόμενα για να συνεχίσει να εκτελεί τα θρησκευτικά του καθήκοντα.
Η σύλληψη του για σχέσεις με τον Γκιουλέν
Ένα άλλο επεισόδιο που παίχθηκε με πρωταγωνιστή τον Αταλάι, ήταν όταν συνελήφθη το 2017 από την τουρκική αστυνομία, με την κατηγορία ενδεχόμενης συνεργασίας του με τον πρώην φίλο, αλλά πλέον ορκισμένο εχθρό του Ερντογάν, Φετουλάχ Γκιουλέν.
Ο Αταλάι οδηγήθηκε στην Αστυνομία, όπου τελικά δεν προέκυψε οτιδήποτε εναντίον του δόθηκε άδεια να επιστρέψει στα κατεχόμενα. Πάντως σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των Τουρκοκυπρίων που μίλησαν στον REPORTER, δεν αποκλείεται η συγκεκριμένη σύλληψη και η δημοσιότητα που δόθηκε να ήταν φιάσκο με στόχο να ξεπλύνει μια και καλή το όνομα του Αταλάι.
Ένας έποικος με υπερπρονόμια
Με απλά λόγια ένας έποικος ο οποίος καταχράται τις περιουσίες των Ελληνοκυπρίων προσφύγων στα κατεχόμενα και ο οποίος κατέχει διαβατήριο της Τουρκίας και ήταν μάλιστα υποψήφιος με το κόμμα του Ερντογάν, διατηρεί άριστες σχέσεις με τον προκαθήμενο της Κυπριακής Εκκλησίας, ενώ του δόθηκε άδεια ελευθέρας διακίνησης και στις ελεύθερες περιοχές. Την ίδια ώρα που στα κατεχόμενα οι Τουρκοκύπριοι φωνάζουν για τον σκοτεινό ρόλο που είναι μακριά από την κουλτούρα των Τουρκοκυπρίων, που έχει το ίδρυμα το οποίο διευθύνει ο Αταλάι.
Ένα άλλο σημείο που αξίζει ιδιαίτερης προσοχής είναι η χρονική περίοδος κατά την οποία ο Αταλάι με την οικογένεια του ήρθε στην Κύπρο. Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω ο Αταλάι με την οικογένεια του ήρθε στην Κύπρο το 1975, ένα χρόνο δηλαδή μετά την εισβολή.
Τότε η Τουρκία επεδίωκε σε εκείνα τα πρώτα κύματα εποίκων που έφταναν στην Κύπρο να δίνει προτεραιότητα σε πρώην στρατιωτικούς και στρατιώτες του Αττίλα για να τους «ευχαριστήσει» για τις θηριωδίες κατά των Ελληνοκυπρίων.
Αν και μέχρι σήμερα δεν επιβεβαιώθηκε η συμμετοχή του πατέρα του ή άλλου συγγενή του, δεν αποκλείεται κάποιο εκ των μελών της οικογένειας του να συμμετείχε στις επιχειρήσεις της εισβολής.
Τα ερωτήματα της Ένωσης Κυπρίων
Σε ανακοίνωση της η Ένωση Κυπρίων/ Kıbrıslılar Birliği θέτει τέσσερα ερωτήματα για τα οποία ζητά απαντήσεις από την Εκκλησία της Κύπρου και συγκεκριμένα τον Αρχιεπίσκοπο και τις σχέσεις του με τον Ταλίπ Αταλάι.
1. Σύμφωνα με ποια νομοθεσία μπορεί η Εκκλησία της Κύπρου ή ο Αρχιεπίσκοπος να αναγνωρίζουν μονομερώς έναν παράνομο Τούρκο έποικο ως «Μουφτή της Κύπρου» ή «Μουφτή των Τουρκόφωνων Κυπρίων»;
2. Τι δικαίωμα εξασκεί η Εκκλησία της Κύπρου ή ο Αρχιεπίσκοπος προβάλλοντας κάποιον ως Μουφτή, όταν ακόμη και οι ίδιοι οι Τουρκόφωνοι Κύπριοι δεν δέχονται έναν τέτοιο τίτλο ή αρχή;
3. Πώς είναι δυνατόν και ποιος ευθύνεται που επιτρέπεται σε έναν παράνομο Τούρκο έποικο που δεν είναι κάτοικος της Κυπριακής Δημοκρατίας και που εν γνώσει του κατέχει παράνομα περιουσίες Ελληνόφωνων Κυπρίων, να εισέρχεται και να κινείται σε όλη την επικράτεια της Κ. Δημοκρατίας για σχεδόν μια δεκαετία;
4. Αυτοί που ελέγχουν την Κυπριακή Δημοκρατία σήμερα αναγνωρίζουν επίσης έναν παράνομο έποικο ως «Μουφτή της Κύπρου», καθώς προωθείται ο ρόλος του από το Υπουργείο Παιδείας (Βιβλίο μαθητή) στα κείμενα που διατίθενται στους μαθητές;
«Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα είναι άγνωστες. Αυτό που γίνεται ολοένα και πιο φανερό όμως είναι το γεγονός ότι οι ενέργειες του Αρχιεπισκόπου εισάγουν ένα επιπλέον επίπεδο διαχωρισμού μεταξύ των Τουρκόφωνων και Ελληνόφωνων Κυπρίων, τη θρησκεία. Ο Αρχιεπίσκοπος δίνει ζωή σε μια ανύπαρκτη, κατασκευασμένη διαιρετική πλευρά του Κυπριακού. Οι Τουρκόφωνοι Κύπριοι δεν ζήτησαν ποτέ τζαμί. Η έλλειψη ενδιαφέροντος των Τουρκόφωνων Κυπρίων για οτιδήποτε θρησκευτικό σπρώχνει τον Αρχιεπίσκοπο να ερωτοτροπεί ακόμη περισσότερο με τον κατακτητή. Ένα επικίνδυνο φλερτ που θα προκαλέσει περισσότερο πόνο στους Κυπρίους» αναφέρεται στην ανακοίνωση.
«Ως Ένωσις Κυπρίων, θα συνεχίσουμε τις μάχες μας ενάντια στις εγχώριες και ξένες δυνάμεις που υποκινούν το διαχωρισμό του Κυπριακού Έθνους και το διαχωρισμό του Κυπριακού Κράτους. Θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας για μια ενιαία και κοσμική Κυπριακή Δημοκρατία, χωρίς ξένα στρατεύματα και παράνομους εποίκους» καταλήγει η ανακοίνωση.