Ο μοναδικός καρεκλάς της παλιάς Λευκωσίας-«Κουράστηκα, ώσπου μπορώ θα μάχουμαι»
07:52 - 13 Δεκεμβρίου 2020
Είναι από τα επαγγέλματα που δεν τα συναντάς παντού και σιγά-σιγά σβήνουν... Με το πέρασμα των χρόνων, άλλοι τα παράτησαν και άλλοι έφυγαν από τη ζωή... Περπατώντας στην οδό Λιασίδου της παλιάς Λευκωσίας όμως, θα βρεις τον άνθρωπο που παραμένει εκεί αγέρωχος, μόνος, και να κάνει αυτό που έμαθε από πιτσιρίκι... Να δένει δηλαδή, παραδοσιακές τόνενες καρέκλες.
Αμέτρητα ξύλα, καλάμια, γόμες και πριονίδια, είναι το σκηνικό που αντικρύζει κανείς, μόλις πατήσει το πόδι του στην σκουριασμένη πόρτα του κ. Κωστάκη Κατσιαρή. Ένας 69χρονος, ο οποίος σταμάτησε τον χρόνο μέσα στο μικρό και αλλιώτικό του μαγαζάκι αναπολώντας το παρελθόν του που ήταν πολύ καλύτερο από σήμερα...
«Κάνω αυτή τη δουλειά από 13 χρονών... Τώρα είμαι 69... Έχει 56 χρόνια που δένω καρέκλες», ήταν η πρώτη κουβέντα που μας είπε ο κ. Κατσιαρής, ο οποίος περιτριγυρισμένος από ξύλα, έβγαλε από την τσέπη του τα τσιγάρα και άναψε ένα, για να μας εκμυστηρευτεί τη δική του ιστορία.
«Ήμουν στο Ψευδά αρχικά και δούλευα στον μακαρίτη τον Λευτέρη. Μετά έμαθα και έδενα καρέκλες και πήγα στην Ερμού, στον μακαρίτη πλέον τον Σάββα. Μετά πήγα στην περβολά του Μαύρου.. Μετά άνοιξα μαγαζί στη Λάρνακα στον Άγιο Λάζαρο δικό μου… Δούλεψα δεκαπέντε χρόνια εκεί περίπου.. Έφυγα πήγα στον Ψευδά μετά και ακολούθως ήρθα εδώ όπου και βρίσκομαι μέχρι σήμερα τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια…».
Η τέχνη του καρεκλά, έγινε τρόπος ζωής για τον κ. Κατσιαρή, τον οποίο αν τον ρωτήσεις αν σκέφθηκε ποτέ να τα παρατήσει, θα διακρίνεις στο πρόσωπό του την κούραση... Αλλά η ψυχή του φωνάζει και δεν λέει να αποχωριστεί τις τόνενες καρέκλες. «Για να είμαι ειλικρινής, κουράστηκα. Έχω πέντε παιδιά όμως και ένα που είναι ελεύθερος ακόμη… Ώσπου μπορώ θα μάχουμαι και θα είμαι εδώ…».
Όντας δεκατριών χρόνων έφηβος τότε, ο Κωστάκης Κατσιαρής, δεν ονειρευόταν το επάγγελμα του καρεκλά, αλλά αυτό του ηλεκτρολόγου. Μα η μητέρα του, είχε άλλα σχέδια... «Όταν ήμουν Πέμπτη δημοτικού η μάνα μου με έστελνε να μαθαίνω να δένω καρέκλες για να μην γυρίζω. Δυο χρόνια πήγαινα εκεί και αφού τέλειωσα το Δημοτικό, πήγα μόνιμα στις καρέκλες για δουλειά. Δεν μου άρεσε για να είμαι ειλικρινής… Ήθελα να πάω ηλεκτρολόγος των σπιτιών εγώ. Τόσα χρόνια όμως αγαπάς τη δουλειά σου».
Μόνος στην περιοχή, ο 69χρονος καρεκλάς εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για την κατάσταση που επικρατεί τα τελευταία χρόνια, καθώς η κάθοδος στο νησί μας κινέζικων προϊόντων, είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της δουλειάς του.
«Είμαι μόνος μου τώρα… Η παλιά Λευκωσία πριν χρόνια είχε 40 καρεκλάδες… Τώρα είμαι μόνο εγώ πλέον… Από τον καιρό που ήρθαν τα κινέζικα στην Κύπρο, κτύπησαν της δουλειάς μου, γιατί προσφέρονται στη μισή τιμή. Αλλά έχει ακόμη μερακλίες που φέρνουν 40 και 50 χρόνων καρέκλες για να τις φτιάξω. Σαν αυτές εδώ που δένω εδώ, τις έκανα πριν 34 χρόνια στην Κοφίνου. Όσα και να πληρώσεις αυτή την καρέκλα αξίζει τον κόπο. Έχει και νέους ακόμη όμως που έρχονται και παραγγέλνουν τόνενες καρέκλες… Οι περισσότεροι που έρχονται όμως, είναι της ηλικίας μου που έμαθαν με τις τόνενες καρέκλες».
Τενεκεδάκια από μπογιές, στοιβαγμένα σημειωματάρια και σακάκια κρεμασμένα στους τοίχους... Παρέμειναν εκεί για χρόνια και ο κ. Κατσιαρής τα χαρακτηρίζει σαν παραμύθια που έφυγαν στον χρόνο... «Αυτή η δουλειά του καρεκλά, παλαιότερα, είχε και τρεις-τέσσερις υπαλλήλους. Άλλοι κόβαν τα φύλλα, άλλοι έτριφαν, άλλοι κολλούσαν και έτσι γινόταν μια ομαδική παραγωγή. Πήγαν όπως τα παραμύθια όλα αυτά όμως. Πριν να έρθουν όλα αυτά από το εξωτερικό είχαμε πάρα πολλή δουλειά. Όλοι καρεκλάδες είχαν μπόλικη δουλειά. Άλλοι τα παράτησαν και άλλοι γέρασαν και οι νέοι δεν ενδιαφέρονται γι’ αυτή τη δουλειά».
Tην ιδιαίτερη τέχνη, αυτή του καρεκλά, που μεγάλωσε μαζί της για δεκαετίες ο 69χρονος, δεν πρόκειται να τη συνεχίσει κάποιος. Όπως μας είπε ο κ. Κατσιαρής, «o ένας μου ο γιος από τους πέντε πήγε να μάθει την τέχνη, μόνο με το δέμα, αλλά δεν ακολούθησε τελικά. Όλοι σπουδάζουν πλέον…».
Φανερά προβληματισμένος, ο 69χρονος καρεκλάς, δεν μπορούσε να κρύψει την ανησυχία του για το μέλλον του επαγγέλματός του αλλά και μερικών άλλων, που σιγά- σιγά σβήνουν. «Αυτά τα παλιά επαγγέλματα, όπως του καρεκλά, του σκαρπάρη και του σιδερά, πάνε σιγά σιγά. Είναι λυπητερό πράγμα. Ήταν διαφορετικά ο κόσμος παλιά… Προτιμώ τις τότε εποχές…»