Επιτροπή Δεοντολογίας και Προστασίας του Αθλητισμού
13:43 - 24 Νοεμβρίου 2020
Είναι φρονώ προσόν κυπριακό, κάθε τι χρήσιμο και ωφέλιμο να βρίσκουμε τρόπο να το «παγιδεύουμε», να το καλουπώνουμε και εν τέλει μέσα από ατέρμονες διαδικασίες να το περιορίζουμε ή να το αχρηστεύουμε. Κάτι τέτοιο ισχύει και για την περιβόητη Επιτροπή Δεοντολογίας, που θεσπίστηκε μετά βαΐων και κλάδων και έχει σήμερα φτάσει να θεωρείται το «μαύρο πρόβατο» (ή ένα από αυτά) στο κυπριακό αθλητικό στερέωμα και στη φίλαθλη κοινή γνώμη. Λανθασμένα φυσικά και έστω και σήμερα έχουμε ακόμη την ευκαιρία να διορθώσουμε την κατάσταση και να την επαναφέρουμε στη σωστή της διάσταση.
Οι αρμοδιότητες της επιτροπής, όπως σαφώς αναφέρονται στο άρθρο 4 του περί της Καταπολέμησης της Χειραγώγησης Αθλητικών Γεγονότων Νόμου, έχουν ως προμετωπίδα την θέσπιση αποτρεπτικών μέτρων. Σημείο πρώτο που θίγω είναι ότι η Επιτροπή δεν επένδυσε τις δέουσες προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση και θα εξηγήσω πιο κάτω. Σημείο δεύτερο που θέλω να θίξω είναι μια άλλη αρμοδιότητα που δόθηκε στην Επιτροπή, κακώς κατ’ εμένα, που αφορά τη διερεύνηση καταγγελιών, αξιολόγηση στοιχείων και τη λήψη μέτρων για θέματα χειραγώγησης αθλητικών γεγονότων. Αυτά είναι αρμοδιότητες των διωκτικών και εισαγγελικών αρχών του κράτους και όχι μιας Επιτροπής που ασχολείται με θέματα δεοντολογίας. Σημείο τρίτον, δυστύχημα για τον αθλητισμό της χώρας μας, η ανάγκη για δεοντολογία και προστασία δεν υφίσταται μόνο στο ποδόσφαιρο. Ο αθλητισμός της χώρας μας δεν εξαντλείται στο ποδόσφαιρο.
Σημειώνω παρενθετικά ότι η προστασία του αθλητισμού και η δεοντολογία δεν εξαντλούνται σε θέματα χειραγώγησης αποτελεσμάτων. Υπάρχει το μεγάλο φαινόμενο του ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος, που η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω της 5ης οδηγίας για το θέμα έχει καθορίσει ως μείζον πρόβλημα της κοινωνίας γενικότερα. Υπάρχει στον αθλητισμό γενικά, επιπλέον, το θέμα της φαρμακοδιέγερσης. Υπάρχει η διαπλοκή και σύγκρουση συμφερόντων σε όργανα και συμβούλια που λαμβάνουν αποφάσεις για τον αθλητισμό. Υπάρχει η αξιοποίηση κρατικής χορηγίας, που στη χώρα μας ειδικά αφορά σχεδόν εξ’ ολοκλήρου τα έσοδα των αθλητικών ομοσπονδιών. Υπάρχει, περαιτέρω, η συμμόρφωση στη χρηστή διοίκηση, την εταιρική διακυβέρνηση, την πιστή ακολουθία των ίδιων των νόμων και κανονισμών αυτού του κράτους, που πρέπει να τηρούνται και στον αθλητισμό και ενίοτε δεν συμβαίνει.
Κοντολογίς, τείνω να συμπεράνω ότι η Επιτροπή Δεοντολογίας, αν και έχει πληθώρα σημαντικών υποχρεώσεων έναντι στο αθλητικό κίνημα, καταπιάστηκε με μια και μόνο πτυχή η οποία θα έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο και αρμοδιότητα άλλων και όχι της συγκεκριμένης Επιτροπής. Ειδικά εφόσον ούτε εργαλεία και εχέγγυα της δόθησαν από την Πολιτεία, ούτε μηχανισμούς διερεύνησης δεν είχε και φυσικά ούτε την απαιτούμενη υπό τις περιστάσεις πείρα για να φέρει εις πέρας ένα τέτοιο έργο. Δεν είναι μομφή αλλά πραγματικότητα. Εδώ ολόκληρο εξειδικευμένο, πλουσιοπάροχα επιχορηγημένο και πολυπληθές τμήμα της Γιούροπολ παλεύει για χρόνια να φέρει εις πέρας μια τέτοια αποστολή, χωρίς να μπορεί κάποιος να μπορεί να ισχυριστεί ότι το πέτυχε.
Εν κατακλείδι, θα ήταν μια καλή εισήγηση προς τη Νομοθετική και Εκτελεστική εξουσία της χώρας, όπως φυσικά και προς την ίδια την Επιτροπή, να εγκύψει στα πραγματικά αίτια της διαφθοράς στον αθλητισμό και να ενδιατρίψει σε συγκεκριμένα και χειροπιαστά μέτρα αποτροπής. Ο αθλητισμός μας χρειάζεται ένα Κώδικα Ηθικής και Δεοντολογίας, που να συμπεριλαμβάνει αυστηρές και αποτρεπτικές ποινές. Χρειάζεται τη δημιουργία μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου, που είναι παράγοντας πρόληψης και αποτροπής. Χρειάζεται τη δημιουργία ενός εγχειριδίου λειτουργίας σε θέματα χρηστής διοίκησης και εταιρικής διακυβέρνησης. Χρειάζεται μηχανισμούς παρακολούθησης και αξιολόγησης των οικονομικών πεπραγμένων των αθλητικών οργανισμών και οικονομικού ελέγχου εφόσον μιλούμε πάντοτε για κρατικές χορηγίες και λεφτά του μέσου κύπριου φορολογούμενου. Χρειάζεται περαιτέρω ο αθλητισμός μας τη δημιουργία παιδείας και κουλτούρας στις νεαρές ηλικίες και εντός του φάσματος που παράγει εθελοντές αθλητικούς παράγοντες. Χρειάζεται συνεχή επικοινωνία και επιμόρφωση ακόμη και της ίδιας της φίλαθλης κοινής γνώμης που πρέπει να γίνει πιο απαιτητική από τον ίδιο τον αθλητισμό, όχι για τη νίκη και την ήττα αλλά για την παραγωγή αθλητικού προϊόντος και αθλητικού θεάματος, εφάμιλλου με τις απαιτήσεις της.
Το σίγουρο είναι ότι η Πολιτεία πρέπει να επανακαθορίσει την αποστολή της Επιτροπής Δεοντολογίας και Προστασίας του Αθλητισμού. Πρέπει να αναγνωρίσει τον πολύπλευρο ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει και την προπαρασκευαστική δουλειά που πρέπει να γίνει, αντί να δημιουργήσει άλλο ένα όργανο που τρέχει πίσω από εξελίξεις και συμβάντα. Αν χρειάζονται τεχνοκράτες από πολλά επαγγελματικά φάσματα (νομικοί, λογιστές, αθλητικοί διοικούντες, ακαδημαϊκοί, κοινωνιολόγοι κτλ. κτλ.) αυτό νομίζω απορρέει ξεκάθαρα από τα όσα εν συντομία περιέγραψα πιο πάνω. Ας κρίνει η Πολιτεία ποιοι είναι οι κατάλληλοι για ένα τέτοιο εγχείρημα, αλλά ας επέμβει άμεσα αφού όσα διαδραματίζονται ουδόλως εξυπηρετούν τα καλώς νοούμενα συμφέροντα της δεοντολογίας στον αθλητισμό και της προστασίας του αθλητισμού.
Όταν ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, πρώτος, είχε μιλήσει για Σταύλο του Αυγεία σίγουρα δεν το είχε πράξει ελαφρά τι καρδία. Η θεραπεία, άρα, ενός τέτοιου σημαντικού προβλήματος πρέπει να αντανακλά την ίδια βαρύτητα.
Ο Ανδρέας Θεμιστοκλέους είναι στέλεχος της Δημοκρατικής Παράταξης