Ο εσωτερικός πόλεμος των Βαρωσιωτών-«Να πάω για να δω τον στρατό σπίτι μου;»
06:51 - 08 Οκτωβρίου 2020

Με την ψυχολογία τους στα τάρταρα, ένα τεράστιο δίλημμα να βασανίζει το μυαλό και την καρδιά τους και αγανάκτηση για τη νέα δοκιμασία που καλούνται να διαχειριστούν, υποδέχθηκαν οι χιλιάδες Βαρωσιώτες τις νέες εξαγγελίες των Ερντογάν και Τατάρ, για άνοιγμα της παραλίας στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου.
Η νέα πρόκληση αν και δεν ήταν για κανένα κεραυνός εν αιθρία, αιφνιδίασε. Και αιφνιδίασε όχι μόνο την πολιτική ηγεσία του τόπου, αλλά και τους χιλιάδες Βαρωσιώτες που φεύγοντας στις 16 Αυγούστου του 1974, άφησαν σε εκείνη την παραλία που καταπατούν σήμερα οι Αττίλες, ένα κομμάτι της ψυχής του.
Για δεκαετίες ζούσαν με άσβεστη τη φλόγα της επιστροφής. Σήμερα ξέρουν πως αν δεν ανατραπούν τα τετελεσμένα που πάνε να δημιουργήσουν οι Τούρκοι, η φλόγα θα σβήσει για πάντα. Βλέποντας τις μπουλντόζες να εισβάλλουν στην περιοχή, ξεριζώθηκε η καρδιά τους. Αφαιρέθηκε η τελευταία ρίζα ελπίδας, που πότιζαν μέρα με τη μέρα, για να την κρατήσουν ζωντανή μέσα τους.
Η κ. Δέσπω Πρίγκη, σε εκείνο το ενάμιση χιλιόμετρο που ανοίγουν σήμερα οι Τούρκοι, έχει αφήσει πριν 46 χρόνια το σπίτι της. Ήταν απέναντι από το ξενοδοχείο Sandy Beach. Σε εκείνο το σπίτι, μένει σήμερα στρατός, ο οποίος προσέχει τις οικογένειες στρατιωτικών, που κάνουν διακοπές στην Αμμόχωστο.
«Απ’ ότι αντιλαμβάνομαι, μέχρι εκεί θα ανοίξουν το παραλιακό μέτωπο. Είναι κάτι καθαρά εκβιαστικό και δεν έχουν να κερδίσουν κάτι εκτός από πολιτικό όφελος. Όταν άνοιξαν την άλλη παραλία πριν από κανένα δύο χρόνια εκεί στον Άγιο Μέμνωνα, χρειαζόσουν διαβατήριο για να πας. Ήταν καθαρό ρατσιστικό, Απαρτχάιντ παραλιακό μέτωπο. Γι’ αυτό εδώ, δεν μας είπαν αν θα είναι μόνο για τουρκοκύπριους, αν θα είναι για περίπατο ή ψυχαγωγία. Όλα αυτά τα λέω με ειρωνεία και σαρκασμό. Δεν ξέρω αν θέλω να πάω με αυτά τα δεδομένα. Δεν ξέρω αν αντέχω να πάω να δω το στρατό στο σπίτι μου…»
Τα συναισθήματα την πλημμυρίζουν, από την ώρα της ανακοίνωσης των Τούρκων. Δεν έχει κοιμηθεί… Ο πόνος, έχει πλημμυρίσει την καρδιά και την ψυχή της. Θέλει τόσο πολύ να επισκεφθεί το σπίτι της, να θυμηθεί τα παιδικά της χρόνια και τα όνειρα που έκανε, μα δεν μπορεί.
«Δεν ξέρω αν μπορώ πάω, αλήθεια. Θέλω όσον τίποτα στον κόσμο. Δεν ξέρω αν θέλω να κρατήσω αυτά που έχω μέσα μου. Να τα θυμάμαι όπως ήταν ή αν θέλω να πάω και να τα πετάξω όλα αυτά που έχω μέσα μου. Νιώθω ότι με κάποιο τρόπο πετάσσω τα, αν πάω και δω αυτά τα πράγματα. Νιώθω ότι δεν ξέρω αν θα συγκρατηθώ. Το ζήτημα είναι ότι δεν είναι στατικά όλα αυτά τα αισθήματα. Είναι 46 χρόνια που μας κάνουν να νιώθουμε έτσι. Δηλαδή, τη μια νιώθουμε ότι θα ετοιμάσουμε βαλίτσες, να πάμε Βαρώσι. Την άλλη νιώθουμε ότι δεν θα τις ετοιμάσουμε. Δεν γίνεται αυτό το roller-coaster με την ψυχή των Βαρωσιωτών. Δεν γίνεται. Ή θα σπάσει ή θα δέρει. Τώρα δεν ξέρω ποιον θα δέρει, δικούς μας ή ξένους, αλλά εκτός που την ψυσιή που πονεί, πονεί και ο εγκέφαλος που τα νεύρα. Αυτή την στιγμή, εκείνη η μπουλντόζα που είδαμε, έβγαλε το τελευταίο κομμάτι της ρίζας. Αυτό πονεί. Πονεί και είναι άδικο. Γιατί μας εμπαίζαν για 46 χρόνια».
Για τους πλείστους Ελληνοκύπριους, η απόφαση των Τούρκων, είναι η τελική μαχαιριά στους Αμμοχωστιανούς, για την κ. Δέσπω όμως, η ταφόπλακα στα όνειρα της, θα είναι να ανοίξει το Βαρώσι υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση και να πουν στους Ελληνοκύπριους να πάνε εκεί όσοι θέλουν να κατοικήσουν.
«Αυτό κι αν θα είναι μαχαιριά. Τι θα κάμω αν έρθουν να μου πουν κάτι τέτοιο; Πείτε μου τι θα κάμω; Να αφήκω τον παππού μου θαμμένο εκεί; Να μεν πάρω τα κόκκαλα του παπά μου; Δεν ξέρω τι άλλο να πω.»
Λύπη, στεναχώρια, απογοήτευση και μαρασμός ψυχής
Ίδια τα συναισθήματα και για τον κ. Χρήστο Κίτσιο, ο οποίος περιγράφει την περιοχή, ως ένα παράδεισο. Θυμήθηκε την αγαπημένη του θάλασσα και την χρυσή αμμουδιά, που ο Δήμος καθάριζε καθημερινά, μόλις έφευγε ο κόσμος.
Ίδια τα συναισθήματα και για τον κ. Χρήστο Κίτσιο, ο οποίος περιγράφει την περιοχή, ως ένα παράδεισο. Θυμήθηκε την αγαπημένη του θάλασσα και την χρυσή αμμουδιά, που ο Δήμος καθάριζε καθημερινά, μόλις έφευγε ο κόσμος.
«Νιώθω λύπη, στεναχώρια, απογοήτευση και μαρασμό ψυχής. Αυτά νιώθω. Και είμαστε και οι τελευταίοι που θυμούνται. Αυτοί που είναι κάτω από 60 χρονών, δεν θυμούνται. Δεν μπορούν οι μικρότεροι να περάσουν το μήνυμα στα παιδιά τους ότι είναι Βαρωσιώτες. Δεν έχουν τα βιώματα. Δεν μπορούν να θυμηθούν τη γειτονιά τους. Το Endelweiss, το Κωνστάντια, τον Ναυτικό Όμιλο που ψαρεύαμε, το Golden Sun, το παγωτό του Ηράκλη. Εμείς που ζήσαμε θυμούμαστε. Θυμούμαστε και μας λυπεί που δεν πρόκειται να ξαναζήσουμε».
Παρότι επισκέφθηκε πολλές φορές την αγαπημένη του Αμμόχωστο, μετά την τελευταία εξέλιξη, δεν ξέρει αν θέλει να δει ξανά εκείνα τα μέρη που επισκεπτόταν ως παιδί.
«Με τη σημερινή ψυχολογία μου, δεν θέλω να ξαναπάω. Έχουμε όμως μια μικρή ελπίδα. Δεν άνοιξαν την πόλη. Άνοιξαν την τουριστική περιοχή. Έφυγα 17 χρονών και είμαστε από τους τελευταίους που έχουμε αναμνήσεις».
«Θέλω να πάω στο νεκροταφείο που είναι θαμμένος ο παπάς μου»
Στα δεκαεπτά του χρόνια, έφυγε κυνηγημένος από τους βάρβαρους και ο κ. Χριστάκης Χατζηπαναγή. Από τότε, το όνειρό του είναι να πάει στον τάφο του πατέρα του, που βρίσκεται στην κλειστή περιοχή της Αμμοχώστου. Να ανάψει γι’ άλλη μια φορά το καντήλι του. Σαράντα έξι χρόνια τώρα, περιμένει καρτερικά.
Στα δεκαεπτά του χρόνια, έφυγε κυνηγημένος από τους βάρβαρους και ο κ. Χριστάκης Χατζηπαναγή. Από τότε, το όνειρό του είναι να πάει στον τάφο του πατέρα του, που βρίσκεται στην κλειστή περιοχή της Αμμοχώστου. Να ανάψει γι’ άλλη μια φορά το καντήλι του. Σαράντα έξι χρόνια τώρα, περιμένει καρτερικά.
Το άνοιγμα του παραλιακού μετώπου τον συγκίνησε. Στην άλλη άκρη της γραμμής, τον ακούς να περιγράφει, παίρνοντας βαθιές ανάσες, τη θάλασσα της Αμμοχώστου λες και την βλέπει μπροστά του.
«Τα θυμάμαι όλα, ήταν οι τόποι μας που πηγαίναμε θάλασσα. Ήταν τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια, που ήταν κλειστά. Η περιοχή που θα ανοίξουν, είναι όλα τα ξενοδοχεία. Σε ένα από τα ξενοδοχεία, το Cypriana, δούλευα πριν τον πόλεμο. Νιώθω θυμό, απογοήτευση, στεναχώρια, γιατί εκεί που περιμέναμε να ανοίξει έστω κι ένα κομμάτι, γίνεται αυτό. Έτσι κι αλλιώς όμως, εγώ ο μόνος λόγος που θέλω να πάω είναι για να πάω στο νεκροταφείο που είναι θαμμένος ο παπάς μου».
Στα κατεχόμενα, πήγε ελάχιστες φορές, για να δει το σπίτι του και να προσκυνήσει στον Απόστολο Ανδρέα. Μετά απ’ αυτή την εξέλιξη, δεν θα περάσει ξανά το οδόφραγμα.
«Κατ’ ουδένα λόγο δεν θα ξαναπάω. Δεν ξαναπατώ το πόδι μου. Η αλήθεια είναι ότι λέω όχι, αλλά στην μετά κορωνοϊού εποχή, μπορεί να αλλάξω γνώμη. Τώρα είναι μόλις συνέβηκε και ψυχοπλακώνομαι, δεν μπορώ. Μάλλον αυτή, είναι η τελική μαχαιριά. Πιστεύω ότι θα την εποικίσουν, θα πουν όσοι θέλετε να επιστρέψτε κοπιάστε υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση και όσοι δεν θα επιστρέψουν, θα πάρουν τα σπίτια και θα τα δώσουν».
«Το σπίτι μου εμπίπτει στο ενάμιση χιλιόμετρο»
Το σπίτι της κ. Φρύνης Κωνσταντίνου, εμπίπτει στην περιοχή που θα ανοίξουν οι Τούρκοι. Ήταν ο τόπος που έκανε τα πρώτα της βήμα, που έζησε τα παιδικά της χρόνια. Η περιοχή που πήγε σχολείο.
Το σπίτι της κ. Φρύνης Κωνσταντίνου, εμπίπτει στην περιοχή που θα ανοίξουν οι Τούρκοι. Ήταν ο τόπος που έκανε τα πρώτα της βήμα, που έζησε τα παιδικά της χρόνια. Η περιοχή που πήγε σχολείο.
«Νιώθω απόγνωση, διότι τόσα χρόνια θα μπορούσαν να κάνουν τόσα πολλά οι κυβερνήσεις μας, αλλά δεν έκαναν τίποτα. Φτάσαμε στο μηδέν. Νιώθω απόγνωση, γιατί αν ανοίξουν τα ξενοδοχεία, δύσκολα θα επιστραφούν. Ήταν ένας πυρήνας που θεωρούσα πάντα ότι αν γινόταν κάτι, θα επιστρεφόταν η περίκλειστη. Τώρα τα βλέπω λίγο σκούρα».
Παρότι είναι το σπίτι της, δεν έχει σκοπό να περάσει στα κατεχόμενα, όπως δεν έκανε ποτέ μέχρι σήμερα. Προτιμά να μείνει με τις αναμνήσεις του 1974. Προτιμά να κρατήσει τις ωραίες εικόνες στο μυαλό της.
«Πιστεύω ότι έχουν πάρα πολύ καλή εξωτερική πολιτική οι Τούρκοι. Δεν γνωρίζω αν είναι θέμα πίεσης, εντυπωσιασμού ή πραγματικότητα αυτή η κίνηση που έκαναν. Αν είναι πραγματικότητα, ναι είναι η τελική μαχαιριά. Ωστόσο πάντα είμαι λίγο επιφυλακτική με τους Τούρκους».
Όπως τραγούδησε κάποτε ο Γιώργος Νταλάρας…
«Τις θύρες σου να κλείσεις θες και να μας περιμένεις.
Και μυρωδιές και ομορφιές, τους ξένους να μην ραίνεις.
Σφάλιξε κλείσε δίπλωσε, παράπονο στα χείλη.
Χώσου στην άμμο Αμμόχωστος, σαν σπάνιο κοχύλι…»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
- Φωτογραφίες από το σημείο που θα ανοίξει η παραλία της Αμμοχώστου
- Διπλωματική αντεπίθεση για να σωθεί ό,τι σώζεται από την μπότα των Αττίλων
- Στήνουν είσοδο προς την περίκλειστη πόλη οι Τούρκοι-Στις 11 το πρωί το άνοιγμα (pics&vid)
- Η αγανάκτηση, ο θυμός και η μοναδική ελπίδα των Βαρωσιωτών
- Η κίνηση για την Αμμόχωστο, οι παράνομες «εκλογές» και το Κυπριακό στο βάθος
