Πού το πάει η Τουρκία
08:46 - 12 Μαΐου 2019
Η Τουρκία αποφάσισε να αλλάξει επίπεδο στην προκλητικότητά της στην Ανατολική Μεσόγειο. Με την παρουσία ενός πλωτού γεωτρύπανου ΒΔ της Κύπρου και προετοιμάζοντας τη μεταφορά της δεύτερης πλατφόρμας σε κάποιο από τα τεμάχια νοτίως της Κύπρου ή σε έσχατη περίπτωση πλησίον του Καστελλορίζου, θέλει να βρει τον αδύναμο κρίκο που θα «σπάσει» πρώτος και θα επιδιώξει συνομιλίες μαζί της. Η Aγκυρα διαμηνύει ότι το στρατηγικού χαρακτήρα σόου θα συνεχιστεί μέχρι να προκύψει κάποιος συμβιβασμός στα μέτρα της.
Είναι σαφές ότι δεν απευθύνεται μόνο σε Κύπρο και Ελλάδα αλλά και στους υπόλοιπους περιφερειακούς δρώντες, όπως βέβαια και σε ΕΕ και ΗΠΑ. Ειδικότερα ως προς τις τελευταίες, ας συγκρατήσουμε τα εξής: α) η ομπρέλα που απλώνουν στις συμπράξεις μεταξύ των κρατών της περιοχής «ερεθίζει» τα τουρκικά αντανακλαστικά, εφόσον επιβεβαιώνει την απομόνωσή της, β) η ταύτιση της αμερικανικής ηγεσίας με το Ισραήλ εντείνει τη δυσπιστία του Ερντογάν απέναντί της (είναι χαρακτηριστικό ότι ο Τραμπ τάχθηκε 100% υπέρ του Ισραήλ για τους βομβαρδισμούς στη Γάζα, χωρίς καν να καταδικάσει την επίθεση στο κρατικό πρακτορείο Αναντολού), γ) η Αγκυρα δεν μπορεί ακόμη να κατανοήσει πόσο πραγματικά έχουν εμβαθυνθεί οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις και αν η Αθήνα αποτελεί ενεργούμενο της Ουάσιγκτον, με αποτέλεσμα να θέλει να τεστάρει εξίσου και τις δύο, και δ) στην πολυδιάσταστη ατζέντα των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, η τουρκική ηγεσία προσθέτει μία ακόμη πτυχή, ώστε κατά το πάγιο ανατολίτικο παζάρι, να κερδίσει κάτι περισσότερο απ’ ό,τι κατέχει σήμερα.
Η Αγκυρα έκανε πράξη τις απειλές της (τουλάχιστον εν μέρει), καταδεικνύοντας ότι είναι αρκούντως αποφασισμένη να πάει μέχρι τέλους και τώρα περιμένει τις αντιδράσεις, τις οποίες θα «μετρήσει» προτού κάνει το επόμενο βήμα. Αν όσοι καταδικάζουν τις ενέργειές της, όσο σκληρές και να είναι οι ανακοινώσεις τους, μείνουν στα λόγια, η Τουρκία θα συνεχίσει απτόητη. Πολύ περισσότερο δεδομένης της εσωτερικής πίεσης που αισθάνεται ο Ερντογάν ενόψει και των επαναληπτικών εκλογών στην Κωνσταντινούπολη, που πρέπει να κερδηθούν πάση θυσία. Αν η ΕΕ πρόκρινε την επιβολή κυρώσεων (η διακοπή των προενταξιακών κονδυλίων δεν είναι ισχυρός μοχλός πίεσης) ή η Γερμανία εννοούσε σοβαρά την αναστολή οικονομικών projects, τότε πιθανόν η Τουρκία να αναδιπλωνόταν. Δεδομένης, όμως, της σημασίας της σε ζητήματα που «καίνε» την ΕΕ, όπως οι προσφυγομεταναστευτικές ροές και η αναχαίτιση ευρωπαίων τζιχαντιστών, καθώς και των στενών οικονομικών/εμπορικών σχέσεων που διατηρεί με συγκεκριμένα κράτη – μέλη, η παραπάνω προοπτική δεν συγκεντρώνει μεγάλες πιθανότητες.
Η αμερικανική ηγεσία από την άλλη, έχει λιγότερες αναστολές στην άσκηση πίεσης, ωστόσο, λογικά δεν επιθυμεί να προσθέσει ένα ακόμη αγκάθι στις κλονισμένες σχέσεις τους. Τουλάχιστον μέχρι να κατασταλάξει στο πού αυτές θα οδηγηθούν, αντιλαμβανόμενη μεν την αξία της, εντούτοις, διαπιστώνοντας και την αναξιοπιστία ενός εταίρου που συν τοις άλλοις λοξοκοιτάζει προς την Ανατολή, με σαφείς τάσεις αμφισβήτησης της Δύσης. Η ισχυρή αεροναυτική της παρουσία, πάντως, στέλνει αποφασιστικό μήνυμα στην Αγκυρα.
Η κατάσταση γίνεται σοβαρότερη από το γεγονός ότι Ελλάδα και Τουρκία βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο, με τον Ερντογάν να παίζει ένα από τα τελευταία του χαρτιά για να καταστεί υποχρεωτική η συνεννόηση μαζί του, σε ένα πλαίσιο διαπραγμάτευσης που δεν θα τον περιφρονεί. Και αυτό δεν αφορά μόνο την Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και την ευρύτερη περιοχή, στην οποία οι ηγεμονικές του προσδοκίες διαψεύδονται συνεχώς.
Ο δρ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι γενικός διευθυντής ΙΔΙΣ και συγγραφέας του βιβλίου «Τουρκία, Ισλάμ, Ερντογάν»