Ποιος είναι ο Ελληνοαμερικανός που κερδίζει συνεχώς Πούλιτζερ
18:00 - 12 Μαΐου 2019
«Advocate» είναι η μεγαλύτερη εφημερίδα στη Λουιζιάνα και η αρχή της έκδοσής της φθάνει πίσω στο 1842. Πριν από λίγες ημέρες κέρδισε το πρώτο Πούλιτζερ στην ιστορία της για ένα εκτενές ρεπορτάζ σχετικά με τις φυλετικές επιπτώσεις που έχουν κάποιοι νόμοι της πολιτείας, οι οποίοι επιτρέπουν στους ενόρκους να καταδικάζουν υπόπτους χωρίς ομόφωνη ετυμηγορία.
Τα ρεπορτάζ είχαν μεγάλη απήχηση σε μια πολιτεία που οι αφροαμερικανοί αποτελούν το 1/3 του πληθυσμού, όμως και τα 2/3 των φυλακισμένων. Έτσι το θέμα τέθηκε σε δημοψήφισμα στους πολίτες της Λουιζιάνα επτά μήνες αργότερα και εκείνοι πήραν απόφαση να αλλάξει ο νόμος.
Το Πούλιτζερ αυτό ήταν το πρώτο που απονεμήθηκε σε μέσο της Λουιζιάνα από το 2006, όταν μια άλλη εφημερίδα, η «Times-Picayune», είχε τιμηθεί με άλλα δύο Πούλιτζερ για τη θαρραλέα κάλυψη του καταστροφικού τυφώνα Κατρίνα. Οι δύο εφημερίδες ήταν επί δεκαετίες μεγάλοι αντίπαλοι. Το ενδιαφέρον είναι πως και τα δύο έντυπα ανήκουν πλέον σ' έναν ελληνοαμερικανό επιχειρηματία, τον John Georges.
Ελληνική συνείδηση
Ο Γιάννης Γεωργούντζος, επί το ελληνικότερον, είναι ένας 59χρονος επιχειρηματίας με έντονη ελληνική συνείδηση. Ο παππούς του από τη μεριά της μητέρας του ήταν από την Τρίπολη και η σύζυγός του από την Κεφαλονιά. Πήγε στην Αμερική στις αρχές του 20ου αιώνα και ξεκίνησε μια επιxείρηση με τρόφιμα, την Imperial Trading Company. Ο πατέρας του από τον Αρφαρά Μεσσηνίας πολέμησε τους Γερμανούς, κατόπιν πήρε μέρος στον πόλεμο της Κορέας και έπειτα μετανάστευσε στην Αμερική όπου έπιασε δουλειά στην Imperial Trading Company.
Σήμερα αυτή η εταιρεία διανομής προϊόντων είναι η τρίτη μεγαλύτερη στις ΗΠΑ, προμηθεύει 6.000 καταστήματα και έχει τζίρο δισεκατομμυρίων. Πλέον εμπλέκεται και στον ναυτιλιακό και τον πετρελαϊκό τομέα. Ιδιοκτησίας του John Georges είναι και ένα από τα πιο διάσημα και παλαιά εστιατόρια της Λουιζιάνα, το Galatoire στην Bourbon Street. Ο Τένεσι Ουίλιαμς ήταν τακτικός πελάτης και ανέφερε το εστιατόριο στο «Λεωφορείον ο Πόθος».
Η ψηφιακή εποχή
Πώς μπορεί να συνδέονται λοιπόν μια εταιρεία διανομής, εφημερίδες και εστιατόρια; «Όλα έχουν μεγάλη ιστορία», μας λέει ο Γιάννης Γεωργούντζος. «Πάνω από έναν αιώνα ζωής το καθένα. Αποφάσισα ότι θέλω να στηρίξω παλαιές επιχειρήσεις που χρειάζονται ανανέωση». Αυτό σίγουρα ισχύει για τις εφημερίδες στην ψηφιακή εποχή.
«Αγόρασα την "Advocate" πριν από έξι χρόνια. Μέσα σε αυτά έκανα πολλές προσλήψεις, έδωσα μεγάλη προσοχή στην ανάπτυξη της εφημερίδας. Σήμερα η αναγνωσιμότητα έχει αυξηθεί κατά 300%. Όσο για την "Times-Picayune" ανήκε στον όμιλο Conde Nast και ήταν από τις 29 εφημερίδες που ο όμιλος αποφάσισε να σταματήσει την έντυπη έκδοση, μειώνοντας αρχικά τις εβδομαδιαίες εκδόσεις σε τρεις. Την αγόρασα και επέστρεψα στις επτά εκδόσεις. Όσο για την ιστοσελίδα μας τη nola.com έχει συνολικά 60.000.000 μοναδικούς επισκέπτες τον χρόνο. Περισσότερους και από το αεροδρόμιο του Ντουμπάι. Και προσβλέπουμε σε περαιτέρω ανάπτυξη».
Παρά τις πολλές επιχειρήσεις του ασχολείται με τις εφημερίδες. «Περνάω χρόνο γι' αυτές. Επένδυσα σε καλούς δημοσιογράφους, σε γραφεία, σε διαφήμιση». Επεμβαίνει; «Το μόνο που λέω στους δημοσιογράφους μου είναι ότι θέλω να παρουσιάζουν όλες τις πλευρές. Να υπάρχει αλήθεια και εκπροσώπηση όλων των απόψεων. Ο ιδιοκτήτης μιας ομάδας δεν παίζει στο γήπεδο, δεν βάζει γκολ. Όμως την επόμενη ημέρα ξέρει το σωστό και το λάθος». Πού αποδίδει την επιτυχία; «Πολλές εφημερίδες ασχολούνται σε μεγάλο βαθμό με τον Τραμπ. Ολοι μπορούν να γράψουν για τον πρόεδρο. Εμείς ασχοληθήκαμε κυρίως με την κοινωνική αδικία και την προστασία των αφροαμερικανών».
Ο τυφώνας Κατρίνα που χτύπησε τη Λουιζιάνα το 2005 άλλαξε τα πάντα στην πολιτεία. Εκτός από τους 1.833 θανάτους, κατέστρεψε υποδομές και επιχειρήσεις. «Εμείς χάσαμε σχεδόν τα πάντα», λέει ο John Georges. «Από τζίρο 400 εκατομμυρίων πέσαμε στο μηδέν. Χάσαμε υπαλλήλους, πελάτες, προϊόντα. Ξαναχτίσαμε τη δουλειά μας από την αρχή. Έπρεπε να πάρουμε σημαντικές αποφάσεις. Για το εάν θα μείνουμε εδώ ή θα φύγουμε. Η μόνη σύγκριση με την οικονομική καταστροφή που βιώσαμε είναι αυτή με την κρίση στην Ελλάδα. Και εκεί πολλοί άνθρωποι πρέπει να πάρουν αυτή την απόφαση».
Θα επένδυε στην Ελλάδα; «Ναι, εάν αντιμετωπίσουν το θέμα της διαφθοράς. Και εδώ υπάρχει διαφθορά όμως το σύστημα την αντιμετωπίζει. Εμείς μετά την Κατρίνα βάλαμε πολλούς στη φυλακή - τον τοπικό γερουσιαστή, τον δήμαρχο. Έτσι αντιμετωπίσαμε τη διαφθορά. Εκείνο που χρειάζεται είναι μηδενική ανοχή».
Από το μηδέν
Ήταν η ενασχόλησή του με την πολιτική, μετά την καταστροφή από τον τυφώνα Κατρίνα, εκείνη που τον έστρεψε στον χώρο των media. «Αποφάσισα να στηρίξω την πόλη μου». To 2007 ήταν υποψήφιος για τη θέση του κυβερνήτη της Λουιζιάνα. Δεν εξελέγη, όμως χαίρεται για το ότι εκείνοι που τον ψήφισαν ήταν από τα χαμηλά οικονομικά στρώματα. «Είμαι ένας πλούσιος που πήρε τις ψήφους των φτωχών. Και η δική μου οικογένεια ξεκίνησε από το μηδέν».
Έρχεται συχνά στην Ελλάδα και φυσικά πηγαίνει και στην Καλαμάτα να δει τους συγγενείς του, μεταξύ των οποίων είναι και ο Σωτήρης Γεωργούντζος, ο αθλητικός ρεπόρτερ που έγινε γνωστός από τον χαρακτηριστικό τρόπο μετάδοσης αγώνων. Ο John Georges ασχολείται με τα θέματα της ελληνικής κοινότητας στις ΗΠΑ και συμμετέχει στο ΔΣ του Hellenic Initiative. «Όσο πιο μακριά ζεις από την Ελλάδα», λέει, «τόσο πιο πολύ την αγαπάς. Τα παιδιά μου είναι τόσο ελληνάκια όσο και τα παιδιά που ζουν στην Ελλάδα».
Πηγή: Τα Νέα
Τα ρεπορτάζ είχαν μεγάλη απήχηση σε μια πολιτεία που οι αφροαμερικανοί αποτελούν το 1/3 του πληθυσμού, όμως και τα 2/3 των φυλακισμένων. Έτσι το θέμα τέθηκε σε δημοψήφισμα στους πολίτες της Λουιζιάνα επτά μήνες αργότερα και εκείνοι πήραν απόφαση να αλλάξει ο νόμος.
Το Πούλιτζερ αυτό ήταν το πρώτο που απονεμήθηκε σε μέσο της Λουιζιάνα από το 2006, όταν μια άλλη εφημερίδα, η «Times-Picayune», είχε τιμηθεί με άλλα δύο Πούλιτζερ για τη θαρραλέα κάλυψη του καταστροφικού τυφώνα Κατρίνα. Οι δύο εφημερίδες ήταν επί δεκαετίες μεγάλοι αντίπαλοι. Το ενδιαφέρον είναι πως και τα δύο έντυπα ανήκουν πλέον σ' έναν ελληνοαμερικανό επιχειρηματία, τον John Georges.
Ελληνική συνείδηση
Ο Γιάννης Γεωργούντζος, επί το ελληνικότερον, είναι ένας 59χρονος επιχειρηματίας με έντονη ελληνική συνείδηση. Ο παππούς του από τη μεριά της μητέρας του ήταν από την Τρίπολη και η σύζυγός του από την Κεφαλονιά. Πήγε στην Αμερική στις αρχές του 20ου αιώνα και ξεκίνησε μια επιxείρηση με τρόφιμα, την Imperial Trading Company. Ο πατέρας του από τον Αρφαρά Μεσσηνίας πολέμησε τους Γερμανούς, κατόπιν πήρε μέρος στον πόλεμο της Κορέας και έπειτα μετανάστευσε στην Αμερική όπου έπιασε δουλειά στην Imperial Trading Company.
Σήμερα αυτή η εταιρεία διανομής προϊόντων είναι η τρίτη μεγαλύτερη στις ΗΠΑ, προμηθεύει 6.000 καταστήματα και έχει τζίρο δισεκατομμυρίων. Πλέον εμπλέκεται και στον ναυτιλιακό και τον πετρελαϊκό τομέα. Ιδιοκτησίας του John Georges είναι και ένα από τα πιο διάσημα και παλαιά εστιατόρια της Λουιζιάνα, το Galatoire στην Bourbon Street. Ο Τένεσι Ουίλιαμς ήταν τακτικός πελάτης και ανέφερε το εστιατόριο στο «Λεωφορείον ο Πόθος».
Η ψηφιακή εποχή
Πώς μπορεί να συνδέονται λοιπόν μια εταιρεία διανομής, εφημερίδες και εστιατόρια; «Όλα έχουν μεγάλη ιστορία», μας λέει ο Γιάννης Γεωργούντζος. «Πάνω από έναν αιώνα ζωής το καθένα. Αποφάσισα ότι θέλω να στηρίξω παλαιές επιχειρήσεις που χρειάζονται ανανέωση». Αυτό σίγουρα ισχύει για τις εφημερίδες στην ψηφιακή εποχή.
«Αγόρασα την "Advocate" πριν από έξι χρόνια. Μέσα σε αυτά έκανα πολλές προσλήψεις, έδωσα μεγάλη προσοχή στην ανάπτυξη της εφημερίδας. Σήμερα η αναγνωσιμότητα έχει αυξηθεί κατά 300%. Όσο για την "Times-Picayune" ανήκε στον όμιλο Conde Nast και ήταν από τις 29 εφημερίδες που ο όμιλος αποφάσισε να σταματήσει την έντυπη έκδοση, μειώνοντας αρχικά τις εβδομαδιαίες εκδόσεις σε τρεις. Την αγόρασα και επέστρεψα στις επτά εκδόσεις. Όσο για την ιστοσελίδα μας τη nola.com έχει συνολικά 60.000.000 μοναδικούς επισκέπτες τον χρόνο. Περισσότερους και από το αεροδρόμιο του Ντουμπάι. Και προσβλέπουμε σε περαιτέρω ανάπτυξη».
Παρά τις πολλές επιχειρήσεις του ασχολείται με τις εφημερίδες. «Περνάω χρόνο γι' αυτές. Επένδυσα σε καλούς δημοσιογράφους, σε γραφεία, σε διαφήμιση». Επεμβαίνει; «Το μόνο που λέω στους δημοσιογράφους μου είναι ότι θέλω να παρουσιάζουν όλες τις πλευρές. Να υπάρχει αλήθεια και εκπροσώπηση όλων των απόψεων. Ο ιδιοκτήτης μιας ομάδας δεν παίζει στο γήπεδο, δεν βάζει γκολ. Όμως την επόμενη ημέρα ξέρει το σωστό και το λάθος». Πού αποδίδει την επιτυχία; «Πολλές εφημερίδες ασχολούνται σε μεγάλο βαθμό με τον Τραμπ. Ολοι μπορούν να γράψουν για τον πρόεδρο. Εμείς ασχοληθήκαμε κυρίως με την κοινωνική αδικία και την προστασία των αφροαμερικανών».
Ο τυφώνας Κατρίνα που χτύπησε τη Λουιζιάνα το 2005 άλλαξε τα πάντα στην πολιτεία. Εκτός από τους 1.833 θανάτους, κατέστρεψε υποδομές και επιχειρήσεις. «Εμείς χάσαμε σχεδόν τα πάντα», λέει ο John Georges. «Από τζίρο 400 εκατομμυρίων πέσαμε στο μηδέν. Χάσαμε υπαλλήλους, πελάτες, προϊόντα. Ξαναχτίσαμε τη δουλειά μας από την αρχή. Έπρεπε να πάρουμε σημαντικές αποφάσεις. Για το εάν θα μείνουμε εδώ ή θα φύγουμε. Η μόνη σύγκριση με την οικονομική καταστροφή που βιώσαμε είναι αυτή με την κρίση στην Ελλάδα. Και εκεί πολλοί άνθρωποι πρέπει να πάρουν αυτή την απόφαση».
Θα επένδυε στην Ελλάδα; «Ναι, εάν αντιμετωπίσουν το θέμα της διαφθοράς. Και εδώ υπάρχει διαφθορά όμως το σύστημα την αντιμετωπίζει. Εμείς μετά την Κατρίνα βάλαμε πολλούς στη φυλακή - τον τοπικό γερουσιαστή, τον δήμαρχο. Έτσι αντιμετωπίσαμε τη διαφθορά. Εκείνο που χρειάζεται είναι μηδενική ανοχή».
Από το μηδέν
Ήταν η ενασχόλησή του με την πολιτική, μετά την καταστροφή από τον τυφώνα Κατρίνα, εκείνη που τον έστρεψε στον χώρο των media. «Αποφάσισα να στηρίξω την πόλη μου». To 2007 ήταν υποψήφιος για τη θέση του κυβερνήτη της Λουιζιάνα. Δεν εξελέγη, όμως χαίρεται για το ότι εκείνοι που τον ψήφισαν ήταν από τα χαμηλά οικονομικά στρώματα. «Είμαι ένας πλούσιος που πήρε τις ψήφους των φτωχών. Και η δική μου οικογένεια ξεκίνησε από το μηδέν».
Έρχεται συχνά στην Ελλάδα και φυσικά πηγαίνει και στην Καλαμάτα να δει τους συγγενείς του, μεταξύ των οποίων είναι και ο Σωτήρης Γεωργούντζος, ο αθλητικός ρεπόρτερ που έγινε γνωστός από τον χαρακτηριστικό τρόπο μετάδοσης αγώνων. Ο John Georges ασχολείται με τα θέματα της ελληνικής κοινότητας στις ΗΠΑ και συμμετέχει στο ΔΣ του Hellenic Initiative. «Όσο πιο μακριά ζεις από την Ελλάδα», λέει, «τόσο πιο πολύ την αγαπάς. Τα παιδιά μου είναι τόσο ελληνάκια όσο και τα παιδιά που ζουν στην Ελλάδα».
Πηγή: Τα Νέα