Το Κυπριακό, η τουρκική εισβολή στην ΑΟΖ και μια ηγεσία τσακωμένη με την ενότητα
17:04 - 08 Οκτωβρίου 2019
Στις 11 Φεβρουάριου 2014, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης και ο τότε Τουρκοκύπριος ηγέτης Ντερβίς Έρογλου, κατέληγαν στο γνωστό κοινό ανακοινωθέν, διά του οποίου έπειτα από μια μακρά περίοδο απραξίας όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, άνοιγε ο δρόμος για επανέναρξη των συνομιλιών.
Το κοινό ανακοινωθέν της 11ης Φεβρουάριου 2014 αποτέλεσε την καλύτερη αφορμή-καθώς ήταν ούτως ή άλλως προλειμμένη η απόφαση- που έψαχνε το συγκυβερνών μέχρι την περίοδο εκείνη(σ.σ. του Νικόλα Παπαδόπουλου από τον Δεκέμβριο του 2013), ΔΗΚΟ, γι’ αποχώρηση από την Κυβέρνηση Νίκου Αναστασιάδη.
Έκτοτε, το ΔΗΚΟ αντιπολιτεύτηκε σφόδρα τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, ο οποίος σε αντίθεση με τους μήνες που προηγήθηκαν, βρήκε για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα στήριξη σε ό,τι αφορά τις πολιτικές και τις προσπάθειες του στο Κυπριακό, από το ΑΚΕΛ.
Το κόμμα της Αριστεράς στηρίζοντας-όπως το ίδιο με κάθε ευκαιρία φρόντιζε να ξεκαθαρίζει-, τη διαδικασία και όχι κατ’ ανάγκη τον Νίκο Αναστασιάδη, αληθές είναι πως «στάθηκε» του Προέδρου της Δημοκρατίας, πέραν φυσικά του ΔΗΣΥ, σε δύσκολους για τον ίδιο καιρούς στην εσωτερική πολιτική αρένα, όταν βαλλόταν κατά ρυπάς απ’ όλα τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης και οι χειρισμοί του στο Κυπριακό αμφισβητούνταν έντονα, ίσως και υπερβολικά.
Από τον Ιούλιο του 2017, αμέσως μετά την κατάρρευση της διαπραγματευτικής προσπάθειας στο Κρανς Μοντανά, το ΑΚΕΛ άλλαξε τη στάση του άρδην έναντι του Προέδρου Αναστασιάδη, θεωρώντας τον, λίγο-πολύ, υπαίτιο για την αποτυχία λύσης του Κυπριακού και προβάλλοντας, ως μέρος της επιχειρηματολογίας του, τις ίσες αποστάσεις που εν συνεχεία κράτησε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες αναφορικά με τους λόγους της αποτυχίας.
Η κριτική του ΑΚΕΛ προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας όλο αυτό το διάστημα μέχρι και σήμερα ακολούθησε αυξητική σε ό,τι αφορά την έντασή της τάση, με Προεδρικό και «Εζεκίας Παπαϊωάννου» να βρίσκονται σχεδόν καθημερινά στα χαρακώματα και να ανεβάζουν τους τόνους της μεταξύ τους αντιπαράθεσης για το Κυπριακό κατακόρυφα.
Σήμερα, ευρισκόμενοι όπως όλα δείχνουν στο παρά πέντε της πραγματοποίησης μιας τριμερούς συνάντησης ανάμεσα στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και τους δύο ηγέτες, αλλά και σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία η Τουρκία πραγματοποιεί κυριολεκτικά εισβολή στην κυπριακή ΑΟΖ, θ’ ανέμενε κανείς από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων, και ειδικά από το ΑΚΕΛ ως το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, να επιδείξουν μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση και να περιορίσουν τον αντιπολιτευτικό τους οίστρο, προσπαθώντας να κρατήσουν την ενότητα σε επίπεδα-αν μη τι άλλο-υποφερτά.
Αντ’ αυτού, παρακολουθήσαμε την περασμένη Παρασκευή άλλη μια κακόγουστη παράσταση του Εθνικού Συμβουλίου κατά την οποία-αν είναι δυνατό-η πολιτική ηγεσία δεν κατάφερε να συμφωνήσει σ’ ένα κοινό ανακοινωθέν καταδίκης των τουρκικών προκλήσεων, παρακολουθούμε να προβάλλεται από ε/κ κόμματα ο τουρκικός ισχυρισμός ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έθεσε θέμα λύσης δύο κρατών, παρακολουθούμε από ε/κ κόμματα να... κάνουν παιχνίδι αμφισβήτησης των προθέσεων του ηγέτη της ε/κ πλευράς, σε μια εποχή κατά την οποία άπαντες θα έπρεπε να είχαν υψώσει ασπίδα στήριξης και προστασίας, όχι στον Νίκο Αναστασιάδη αλλά στην Κυπριακή Δημοκρατία, έναντι των παραλογισμών της Άγκυρας.
Και μπορεί ως πρωταγωνιστής του περιγραφέντος πιο πάνω αντιπολιτευτικού παραληρήματος να είναι-κακά τα ψέματα- το ΑΚΕΛ, ωστόσο καμία αμφιβολία δεν υπάρχει πως αν και εφόσον με οποιονδήποτε τρόπο αρχίσουν ξανά οι διαπραγματεύσεις, τον ρόλο αυτό θ’ αναλάβουν με το καλημέρα της επανεκκίνησης, με διαφορετική βεβαίως επιχειρηματολογία, τα κόμματα εκείνα, του λεγόμενου ενδιάμεσου χώρου, που διά της σιωπής τους σήμερα στηρίζουν, τουλάχιστον θεωρητικά, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Όπως επίσης οι ρόλοι θα αντιστραφούν, όταν οι σημερινοί κυβερνώντες περάσουν στην αντιπολίτευση, όταν η σημερινή αντιπολίτευση γίνει Κυβέρνηση και πάει λέγοντας.
Το έργο αυτό το έχουμε δει σε πολλές επαναλήψεις το παρελθόν, σίγουρα θα το δούμε σε άλλες τόσες στο μέλλον. Αυτό είναι το πολιτικό μας σύστημα, αυτά είναι τα κόμματα μας, αυτή είναι η πολιτική ηγεσία μας. Μια πολιτική ηγεσία που ποτέ δεν συμφιλιώθηκε και ουδέποτε θα συμφιλιωθεί με τη λέξη ενότητα, μια πολιτική ηγεσία που με κάθε ευκαιρία φροντίζει να απογοητεύει και να αναγκάζει τον λαό να στοχάζεται. Να διερωτάται, κατ' ακρίβεια, αν έχει ή όχι, τελικά, την ηγεσία που του αξίζει…
Το κοινό ανακοινωθέν της 11ης Φεβρουάριου 2014 αποτέλεσε την καλύτερη αφορμή-καθώς ήταν ούτως ή άλλως προλειμμένη η απόφαση- που έψαχνε το συγκυβερνών μέχρι την περίοδο εκείνη(σ.σ. του Νικόλα Παπαδόπουλου από τον Δεκέμβριο του 2013), ΔΗΚΟ, γι’ αποχώρηση από την Κυβέρνηση Νίκου Αναστασιάδη.
Έκτοτε, το ΔΗΚΟ αντιπολιτεύτηκε σφόδρα τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, ο οποίος σε αντίθεση με τους μήνες που προηγήθηκαν, βρήκε για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα στήριξη σε ό,τι αφορά τις πολιτικές και τις προσπάθειες του στο Κυπριακό, από το ΑΚΕΛ.
Το κόμμα της Αριστεράς στηρίζοντας-όπως το ίδιο με κάθε ευκαιρία φρόντιζε να ξεκαθαρίζει-, τη διαδικασία και όχι κατ’ ανάγκη τον Νίκο Αναστασιάδη, αληθές είναι πως «στάθηκε» του Προέδρου της Δημοκρατίας, πέραν φυσικά του ΔΗΣΥ, σε δύσκολους για τον ίδιο καιρούς στην εσωτερική πολιτική αρένα, όταν βαλλόταν κατά ρυπάς απ’ όλα τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης και οι χειρισμοί του στο Κυπριακό αμφισβητούνταν έντονα, ίσως και υπερβολικά.
Από τον Ιούλιο του 2017, αμέσως μετά την κατάρρευση της διαπραγματευτικής προσπάθειας στο Κρανς Μοντανά, το ΑΚΕΛ άλλαξε τη στάση του άρδην έναντι του Προέδρου Αναστασιάδη, θεωρώντας τον, λίγο-πολύ, υπαίτιο για την αποτυχία λύσης του Κυπριακού και προβάλλοντας, ως μέρος της επιχειρηματολογίας του, τις ίσες αποστάσεις που εν συνεχεία κράτησε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες αναφορικά με τους λόγους της αποτυχίας.
Η κριτική του ΑΚΕΛ προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας όλο αυτό το διάστημα μέχρι και σήμερα ακολούθησε αυξητική σε ό,τι αφορά την έντασή της τάση, με Προεδρικό και «Εζεκίας Παπαϊωάννου» να βρίσκονται σχεδόν καθημερινά στα χαρακώματα και να ανεβάζουν τους τόνους της μεταξύ τους αντιπαράθεσης για το Κυπριακό κατακόρυφα.
Σήμερα, ευρισκόμενοι όπως όλα δείχνουν στο παρά πέντε της πραγματοποίησης μιας τριμερούς συνάντησης ανάμεσα στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και τους δύο ηγέτες, αλλά και σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία η Τουρκία πραγματοποιεί κυριολεκτικά εισβολή στην κυπριακή ΑΟΖ, θ’ ανέμενε κανείς από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων, και ειδικά από το ΑΚΕΛ ως το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, να επιδείξουν μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση και να περιορίσουν τον αντιπολιτευτικό τους οίστρο, προσπαθώντας να κρατήσουν την ενότητα σε επίπεδα-αν μη τι άλλο-υποφερτά.
Αντ’ αυτού, παρακολουθήσαμε την περασμένη Παρασκευή άλλη μια κακόγουστη παράσταση του Εθνικού Συμβουλίου κατά την οποία-αν είναι δυνατό-η πολιτική ηγεσία δεν κατάφερε να συμφωνήσει σ’ ένα κοινό ανακοινωθέν καταδίκης των τουρκικών προκλήσεων, παρακολουθούμε να προβάλλεται από ε/κ κόμματα ο τουρκικός ισχυρισμός ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έθεσε θέμα λύσης δύο κρατών, παρακολουθούμε από ε/κ κόμματα να... κάνουν παιχνίδι αμφισβήτησης των προθέσεων του ηγέτη της ε/κ πλευράς, σε μια εποχή κατά την οποία άπαντες θα έπρεπε να είχαν υψώσει ασπίδα στήριξης και προστασίας, όχι στον Νίκο Αναστασιάδη αλλά στην Κυπριακή Δημοκρατία, έναντι των παραλογισμών της Άγκυρας.
Και μπορεί ως πρωταγωνιστής του περιγραφέντος πιο πάνω αντιπολιτευτικού παραληρήματος να είναι-κακά τα ψέματα- το ΑΚΕΛ, ωστόσο καμία αμφιβολία δεν υπάρχει πως αν και εφόσον με οποιονδήποτε τρόπο αρχίσουν ξανά οι διαπραγματεύσεις, τον ρόλο αυτό θ’ αναλάβουν με το καλημέρα της επανεκκίνησης, με διαφορετική βεβαίως επιχειρηματολογία, τα κόμματα εκείνα, του λεγόμενου ενδιάμεσου χώρου, που διά της σιωπής τους σήμερα στηρίζουν, τουλάχιστον θεωρητικά, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Όπως επίσης οι ρόλοι θα αντιστραφούν, όταν οι σημερινοί κυβερνώντες περάσουν στην αντιπολίτευση, όταν η σημερινή αντιπολίτευση γίνει Κυβέρνηση και πάει λέγοντας.
Το έργο αυτό το έχουμε δει σε πολλές επαναλήψεις το παρελθόν, σίγουρα θα το δούμε σε άλλες τόσες στο μέλλον. Αυτό είναι το πολιτικό μας σύστημα, αυτά είναι τα κόμματα μας, αυτή είναι η πολιτική ηγεσία μας. Μια πολιτική ηγεσία που ποτέ δεν συμφιλιώθηκε και ουδέποτε θα συμφιλιωθεί με τη λέξη ενότητα, μια πολιτική ηγεσία που με κάθε ευκαιρία φροντίζει να απογοητεύει και να αναγκάζει τον λαό να στοχάζεται. Να διερωτάται, κατ' ακρίβεια, αν έχει ή όχι, τελικά, την ηγεσία που του αξίζει…