Το Συριακό ζήτημα αναδεικνύει τη νέα Ρωσία
09:24 - 21 Οκτωβρίου 2019
Τα κράτη στο άναρχο και κατά συνέπεια ανασφαλές περιβάλλον, όπως είναι η Μέση Ανατολή είτε επιχειρούν να επιβιώσουν, όπως στην περίπτωση της Συρίας, είτε πέραν από την επιδίωξη της επιβίωσης να επιλέξουν την ηγεμονία, μέσω της παραγωγής ασφάλειας για άλλα κράτη, όπως σήμερα η Ρωσία με την ανάμειξή της στη Συρία.
Αν τα κράτη επιδιώξουν στις εξωτερικές τους σχέσεις να έχουν ηγεμονική συμπεριφορά μεγάλης δύναμης τότε αυξάνουν τους συντελεστές ισχύος (π.χ. εξοπλισμοί, οικονομικοί πόροι κ.λπ.). Επιχειρούν δηλαδή αύξηση της ισχύος τους, είτε με τη δημιουργία συμμαχιών ηγεμονικού περισσότερο χαρακτήρα είτε με την εφαρμογή μιας στρατηγικής επεμβάσεων χωρίς μεγάλο κόστος. Στο πλαίσιο αυτό χρησιμοποιήσουν την ισχύ τους επιθετικώς, είτε απροκάλυπτα σε πόλεμο με σκοπό την κατάκτηση είτε συγκεκαλυμμένα με την αποδυνάμωση των αντιπάλων, μέσω της καταναγκαστικής στρατηγικής. Ακόμη και στην περίπτωση της εξισορρόπησης έναντι της πολιτικής μίας άλλης μεγάλης δύναμης οι επιλογές είναι οι ίδιες.
Ο ηγεμονισμός είναι η άσκηση ηγεμονικής συμπεριφοράς είτε έναντι κάποιου κράτους είτε έναντι ομάδας κρατών, επί ενός πόλου, είτε μεγάλου είτε μικρού, του διεθνούς συστήματος. Η ηγεμονική συμπεριφορά είναι προϊόν της υπεροχή ισχύος, την οποία παρουσιάζει το ηγεμονικό κράτος και ως αποτέλεσμα είτε της άσκησής της είτε συγκυριών του διεθνούς συστήματος. Η συνηθέστερες συγκυρίες που οδηγούν στην ανάδειξη ενός ηγεμονικού κράτους είναι είτε ένας μεγάλος ή συστημικός πόλεμος είτε το κενό που δημιουργείται από χαμηλής εντάσεως συγκρούσεις. Όλα αυτά εξηγούν την ισχυρή πλέον παρουσία της Ρωσίας στο Συριακό Ζήτημα, η οποία σταθερά κατέστη ο ρυθμιστής των εξελίξεων.
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, η Ρωσία έχει ενισχύσει τη στρατιωτική παρουσία της στη Συρία και η ανάμειξή της στον τοπικό εμφύλιο πόλεμο αποτελεί την πρώτη απόπειρά της Μόσχας να διευρύνει τη γεωστρατηγική της πέρα από τα όρια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, μετά τα τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Η Συρία έχει μετατραπεί στο νέο πεδίο ψυχροπολεμικού ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας. Συνεπώς ο Πούτιν ήταν αποφασισμένος εξ αρχής να αποτρέψει οποιαδήποτε δυτική νίκη στη Συρία.
Τι επιδιώκει η Ρωσία με την ανάμειξή της στη Συρία; Η Ρωσία απέστειλε στρατιωτικές δυνάμεις στη Συρία όταν οι δυνάμεις του Άσαντ άρχισαν να υποχωρούν και να περιορίζονται στα δυτικά της χώρας. Αυτή η κατάσταση ενίσχυε το ενδεχόμενο της ασύντακτης κατάρρευσης του καθεστώτος ή της διενέργειας πραξικοπήματος από δυνάμεις εντός της κυβερνητικής ομάδας. Τυχόν εξέλιξη αυτού του ενδεχομένου σε γεγονός θα έθετε σε κίνδυνο τη ρωσική ναυτική βάση στο Ταρτούς και θα άφηνε οριστικά τα Ρωσία έξω από τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Επιπλέον, η ρωσική στρατιωτική ανάμειξη έδωσε στη Μόσχα το πλεονέκτημα ελέγχου των εξελίξεων στη Συρία, αφού η αμερικανική αδυναμία διαχείρισης της κρίσης δημιούργησε καθοριστικό κενό στην ανάμειξη του διεθνούς παράγοντα.
Για τη Ρωσία, η Συρία παρέχει το πλεονέκτημα για την ανάπτυξη πελατειακών σχέσεων λόγω, αφενός μεν της ολοένα ενισχυόμενης εξάρτησης του καθεστώτος Άσαντ από τη ρωσική διπλωματική και στρατιωτική υποστήριξη, αφετέρου δε από την αποτυχία των δυτικών δυνάμεων να αναχαιτίσουν την επέλαση του Ισλαμικού Κράτους. Συνεπώς όσο πιο αποδυναμωμένη είναι η Συρία άλλο τόσο ενισχύεται ο ρόλος της Ρωσίας, καθώς επίσης και του Ιράν. Για τη Ρωσία η επιβίωση του Άσαντ είναι περισσότερο ευθύνη και διακύβευμα παρά στρατηγικό κεφάλαιο. Η Ρωσία μπήκε σε ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος στη Συρία και θέλει να είναι σίγουρη ότι στο τέλος η σύγκρουση θα πρέπει να λειτουργήσει υπέρ της. Προς επίρρωση αυτού είναι η περίπτωση της Τουρκίας, η οποία μετά την επέμβαση της Ρωσίας είδε την όλη στρατηγική της να καταρρέει και γι’ αυτό έσπευσε να ευθυγραμμιστεί με τη Μόσχα προκειμένου να παραμείνει στο παιγνίδι.