Χρηματοδότηση, αγνοούμενοι της Ασσιας και αρχεία οι βασικότερες ανησυχίες της ΔΕΑ
21:03 - 05 Απριλίου 2018

Οι επείγουσες ανάγκες χρηματοδότησης που συνδέονται με τις αναλύσεις DNA, οι αγνοούμενοι της κατεχόμενης Άσσιας, που έχουν μεταφερθεί από μαζικό τάφο σε άλλο χώρο στο Δίκωμο και οι έρευνες για αγνοούμενους σε αρχεία διαφόρων χωρών μεταξύ αυτών και της Τουρκίας, αποτελούν αυτή τη στιγμή τις βασικότερες ανησυχίες της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοούμενους (ΔΕΑ) σύμφωνα με το τρίτο μέλος της Πολ Χένρι Αρνί, ο οποίος παραχώρησε συνέντευξη στο ΚΥΠΕ.
Η συνέντευξη δόθηκε μια μέρα πριν την επίσκεψη στην Κύπρο αντιπροσωπείας της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η Επιτροπή είχε σειρά επαφών στο νησί με στόχο να καταγράψει την πρόοδο που σημειώνεται στο έργο της ΔΕΑ αναφορικά με τον εντοπισμό και την ταυτοποίηση των λειψάνων αγνοουμένων. Οι Ευρωβουλευτές είδαν και τα τρία μέλη της ΔΕΑ, τον κ. Αρνί , τον Νέστορα Νέστορος και την Γκιουλντέν Πλουμέρ Κιουτσούκ και εξέφρασαν στήριξη στο έργο της. Η ΕΕ να σημειωθεί ότι είναι ο μεγαλύτερος δωρητής της ΔΕΑ με προϋπολογισμό για τις ανάγκες της ύψους 2,6 εκατομμυρίων ευρώ.
Ο κ. Αρνί εμφανίστηκε ιδιαιτέρως ανήσυχος και προβληματισμένος για την εξασφάλιση χρηματοδότησης για τη ΔΕΑ και απηύθυνε επείγουσα έκκληση, μέσω του ΚΥΠΕ, σε διάφορες χώρες να στηρίξουν το έργο της Επιτροπής.
«Ναι όντως ανησυχώ ιδιαίτερα γιατί πήραμε ως Επιτροπή ένα ρίσκο και τώρα χρειαζόμαστε χώρες να μας στηρίξουν, να μας βοηθήσουν να διαχειριστούμε αυτό το ρίσκο. Στη στρατηγική μας για το 2017-2020 αναλάβαμε το ρίσκο να αυξήσουμε τον προϋπολογισμό μας από 3 εκατομμύρια σε 3,5 εκατομμύρια σε διάστημα ενός έτους για να επενδύσουμε στην έρευνα, σε νέες τεχνολογίες, σε νέες μεθόδους ανάλυσης του εδάφους, προκειμένου να βελτιώσουμε τόσο τις έρευνές μας και τις ανασκαφές όσο και την εργασία μας στο εργαστήριο, την έρευνα των αρχείων κλπ. » εξήγησε.
Σύμφωνα με τον κ. Αρνί το ρίσκο αυτό σχετίζεται περισσότερο με την επιθυμία της ΔΕΑ αυτή η προσπάθεια να αποτελέσει την τελευταία ώθηση «αν θέλουμε να δώσουμε την ευκαιρία να βρούμε και τους υπόλοιπους 900 τόσους αγνοούμενους και γι` αυτό πρέπει να πιέσουμε για χρηματοδότηση».
Για φέτος η ΔΕΑ έχει ανάγκες στον προϋπολογισμό της ύψους 400,000 χιλιάδων εξου και η έκκληση για χρηματοδότηση.
«Έχουμε λάβει μόνο δύο μικρές δωρεές από την Πορτογαλία και τη Βρετανία και παροτρύνουμε τις χώρες που μας υποστήριζαν στο παρελθόν να το πράξουν και πάλι για να καλύψουμε τα έξοδά μας, οι πιο επείγουσες ανάγκες συνδέονται με τις αναλύσεις DNA", εξήγησε.
Οι αναλύσεις αυτές γίνονται ως γνωστό σε εξειδικευμένο εργαστήριο στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ. Το κόστος για κάθε δείγμα οστού ανέρχεται στα 400 ευρώ. Όπως εξήγησε στο ΚΥΠΕ ο κ. Αρνί στο παρελθόν οι περισσότερες περιπτώσεις ήταν εύκολες και απαιτείτο μια και μόνο ανάλυση DNA και η διασταύρωση με αίμα ή σάλιο από την οικογένεια. Τώρα όμως επειδή κάποιες σοροί δεν εντοπίζονται ολόκληρες ή εντοπίζονται μόνο μικρά οστά απαιτούνται μέχρι και πέντε αναλύσεις, άρα το κόστος αναπόφευκτα εκτοξεύεται.
«Πέρσι οι ταυτοποιήσεις ήταν 118, αντιλαμβάνεστε ότι αυτό το γεγονός ανέβασε και τον προϋπολογισμό μας», ανέφερε.
Σημείωσε ότι κάθε χώρα δωρητής που ενδιαφέρεται όχι μόνο για να βοηθήσει τις οικογένειες των αγνοουμένων, αλλά και για να βοηθήσει την Κύπρο να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο κοινοτήτων, θα μπορούσε να βοηθήσει στη χρηματοδότηση της ΔΕΑ.
«Το έργο της ΔΕΑ δεν βοηθά μόνο αυτούς που έχουν φύγει από τη ζωή και τους ζωντανούς, τους συγγενείς τους, αλλά βοηθά επίσης τις κοινότητες να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη η οποία αυτή τη στιγμή δεν είναι επαρκής", πρόσθεσε ο κ. Αρνί.
«Εχουμε δει στο παρελθόν να αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη, το είδαμε στις οικογένειες που έλαβαν τα λείψανα των δικών τους ανθρώπων, είδαμε αυτή η εμπιστοσύνη να βοηθά και στη συνεργασία των χωρών της περιοχής, οπότε έχει σίγουρα αντίκτυπο στο έργο της συμφιλίωσης», αναφέρει.
Το τρίτο μέλος της ΔΕΑ πιστεύει ότι είναι δύσκολο να υπάρχει συμφιλίωση στην Κύπρο και λύση με τόσους ακόμη αγνοούμενους να μην έχουν εντοπιστεί.
Η περίπτωση των αγνοούμενων της Ασσιας
Περίπου 70 άνθρωποι από το κατεχόμενο χωριό Άσσια, που δολοφονήθηκαν από Τούρκους στρατιώτες κατά την εισβολή του 1974, πιστεύεται ότι βρίσκονται θαμμένοι σε περιοχή που παλαιότερα λειτουργούσε ως χώρος υγειονομικής ταφής στο κατεχόμενο Δίκωμο. Τα οστά τους μεταφέρθηκαν εκεί από άλλο χώρο στον οποίο είχαν αρχικά ταφεί.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις του κ. Αρνί στο ΚΥΠΕ, η περίπτωση της Άσσιας είναι από τις πιο μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΔΕΑ αυτή τη στιγμή.
Εξήγησε ότι έγιναν διεξοδικές έρευνες για δύο χρόνια και διαπιστώθηκε από μαρτυρίες ότι τα οστά αυτών των αγνοούμενων μεταφέρθηκαν στο Δίκωμο από δύο πηγάδια. Η μεταφορά αυτή έγινε στο διάστημα 1995 – 1996.
Ο κ. Αρνί χαρακτήρισε τη μεταφορά αυτή των οστών ως το ‘τέλειο έγκλημα’ καθώς ο χώρος της υγειονομικής ταφής αποτελούσε την καλύτερα κρυμμένη τοποθεσία και κανένας δεν θα μπορούσε να διερωτηθεί ή να εγείρει ερωτήματα για την άφιξη των φορτηγών καθώς τέτοια οχήματα μπαινόβγαιναν συχνά στο χώρο και ξεφόρτωναν.
Εξήγησε ότι η ΕΕ, εν αγνοία της καθώς δεν υπήρχαν ως τότε μαρτυρίες ή υποψίες και ούτε η ίδια η ΔΕΑ γνώριζε οτιδήποτε, χρηματοδότησε το κλείσιμο του χώρου αυτού.
«Εμείς μάθαμε πέρσι με βεβαιότητα 100% ότι τα οστά μεταφέρθηκαν στο Δίκωμο. Η ΕΕ λοιπόν, χωρίς να γνωρίζει τι συνέβη, χρηματοδότησε το τερματισμό της λειτουργίας του χώρου αποβλήτων που αποτελούσε μεγάλο περιβαλλοντικό κίνδυνο για την περιοχή», εξήγησε.
Σύμφωνα με τον κ. Αρνί Πορτογάλοι εμπειρογνώμονες ήρθαν στην Κύπρο και πραγματοποίησαν εργασίες την περίοδο 2009-2012 για να κλείσουν αυτό το χώρο αποβλήτων και να τον μετατρέψουν σε ένα λόφο όπου μάλιστα φυτεύτηκαν δέντρα.
«Τώρα λοιπόν αντιμετωπίζουμε μια κατάσταση όπου έχουμε μια τεράστια περιοχή που έχει σμικρυνθεί εν αγνοία της ΕΕ όπως εξήγησα, και χιλιάδες τόνοι χώματος έχουν μετατραπεί σε ένα λοφίσκο, μετά περισσότερο χώμα μεταφέρθηκε εκεί και από πάνω φυτεύτηκαν τα δέντρα. Πρέπει να προχωρήσουμε σε μια αξιολόγηση με διπλό στόχο. Έχουμε έρθει σε επαφή με τους ίδιους Πορτογάλους εμπειρογνώμονες, η ΕΕ έχει δεχθεί να χρηματοδοτήσει αυτή την αποστολή και θα τους έχουμε σύντομα στην Κύπρο. Πρέπει να μάθουμε αν είναι ασφαλές να σκάψουμε σε ένα βουνό που ενδεχομένως να έχει θαμμένα επικίνδυνα απόβλητα που μπορεί να εκραγούν. Πρέπει να γίνει αξιολόγηση κινδύνου και ασφάλειας. Στη συνέχεια χρειαζόμαστε μια οικονομική αξιολόγηση, διότι οι εργασίες σε αυτό το λόφο, εάν πρέπει να γίνουν, θα εκτοξεύσουν αναπόφευκτα τον προϋπολογισμό μας και πρέπει να γνωρίζουμε το κόστος πριν ξεκινήσουμε», εξήγησε στο ΚΥΠΕ ο κ. Αρνί.
Απαντώντας σε ερώτηση, είπε ότι όταν η ΔΕΑ έχει την επιβεβαίωση ότι μπορούν να γίνουν εκσκαφές στο χώρο θα απευθύνει νέα έκκληση για χρηματοδότηση για αυτό το συγκεκριμένο έργο.
Πρόσβαση σε στρατιωτικές περιοχές- Έρευνες σε αρχεία
Για το μεγάλο ζήτημα της πρόσβασης σε αρχεία του τουρκικού στρατού και της άδειας για εκσκαφές σε στρατιωτικές ζώνες στα κατεχόμενα, ο κ. Αρνί ανέφερε ότι για το δεύτερο δόθηκε άδεια από το 2006. Ανέφερε ότι η ΔΕΑ έχει προβεί σε εκσκαφές σε πενήντα μία τέτοιες περιοχές τα τελευταία 11 χρόνια.
Το 2015 υπήρξε συμφωνία για να αυξηθούν οι εκσκαφές σε στρατιωτικές περιοχές και σύμφωνα με τον κ. Αρνι ως τώρα ( από το 2006 δηλαδή) έχουν γίνει εκταφές λειψάνων 158 αγνοουμένων σε 51 τοποθεσίες.
Ανέφερε ότι φέτος με βάση τη συμφωνία θα γίνουν εκσκαφές σε 12 τοποθεσίες και το 2019-2020 η ευχή είναι οι τοποθεσίες αυτές να αυξηθούν περισσότερο.
Όσον αφορά την έρευνα σε αρχεία, το τρίτο μέλος της ΔΕΑ είπε στο ΚΥΠΕ ότι το 2016 επιτεύχθηκε συμφωνία και έχει συσταθεί μια τριμελής ερευνητική ομάδα ( ένας Ε/κ, ένας Τ/κ και ένας από άλλη ξένη χώρα) προκειμένου να ερευνηθούν αρχεία του ΟΗΕ και της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού (ICRC).
«Έτσι αποκτήσαμε πρόσβαση σε αυτά τα δύο αρχεία, τόσο στα ανοικτά αρχεία όσο και σε αυτά στα οποία δεν επιτρέπεται η δημόσια πρόσβαση. Υπενθυμίζω ότι πήγαμε δύο φορές στη Νέα Υόρκη για δύο εβδομάδες κάθε φορά κατά τη διάρκεια των οποίων ερευνήσαμε εκατοντάδες χιλιάδες αρχεία. Το ταξίδι στη Γενεύη για τα αρχεία της ICRC θα πραγματοποιηθεί το Μάιο», εξήγησε.
Ανέφερε επιπρόσθετα ότι η ΔΕΑ έχει υποβάλει γραπτά αιτήματα σε άλλες δώδεκα χώρες για να εξετάσουν τα δικά τους στρατιωτικά αρχεία, εξηγώντας ότι μια ΜΚΟ ή μια επιτροπή όπως η ΔΕΑ δεν μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτά τα αρχεία οπουδήποτε στον κόσμο.
«Ζητήσαμε συγκεκριμένα από τις χώρες αυτές να εξετάσουν τα αρχεία τους για συγκεκριμένες λέξεις, για λέξεις-κλειδιά, για συγκεκριμένες ημερομηνίες, τρεις από αυτές είναι η Τουρκία, η Ελλάδα και η Κύπρος και εννέα από αυτές είναι συμβαλλόμενες χώρες του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου. Όλοι συμφώνησαν να συνεργαστούν και η Τουρκία και η Ελλάδα έχουν δημιουργήσει μια ομάδα εργασίας εντός του στρατού τους για να εξετάσουν τα έγγραφα αυτά, δεν έχουμε λάβει ακόμη επίσημες πληροφορίες από τον τουρκικό στρατό αλλά ούτε και τον ελληνικό στρατό», ανέφερε ο κ. Αρνί.
Είπε ακόμα ότι το ΗΒ και ορισμένες σκανδιναβικές χώρες ζήτησαν από τη ΔΕΑ να εξετάσει η ίδια τα εθνικά του αρχεία και έτσι μια ομάδα έχει μεταβεί στο Λονδίνο πρόσφατα για το σκοπό αυτό. Εξήγησε επίσης ότι κάποιες σκανδιναβικές χώρες έχουν δηλώσει ότι δεν διατηρούν συγκεκριμένα αρχεία με αναφορές και ημερομηνίες όπως αυτές που θα ήταν χρήσιμες για τη ΔΕΑ και εισηγήθηκε να γίνει επικοινωνία με οργανώσεις Βετεράνων των ΗΕ που διατηρούσαν ημερολόγια αναφορών (log books).
«Τώρα λοιπόν είμαστε σε επαφή με Βετεράνους που κρατούσαν αυτά τα ημερολόγια και αυτό που συγκεκριμένα ψάχνουμε είναι οποιοδήποτε αναφορά για μεταφορές σορών από στρατιώτες που είχαν προχωρήσει σε εκκαθάριση πεδίων μαχών, που έθαψαν τραυματίες που απεβίωσαν σε νοσοκομεία, αυτού του είδους τις πληροφορίες που θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να εντοπίσουμε ή να επιβεβαιώσουμε τοποθεσίες ταφών», σημείωσε.
Ο κ. Αρνι ανέφερε ότι κατά τις έρευνες στα αρχεία στα ΗΕ και το ΗΒ υπήρξε πρόοδος στη συγκέντρωση πληροφοριών όμως θα χρειαστεί χρόνος για να γίνει αξιολόγηση. Αναφέρθηκε συγκεκριμένα στην περίπτωση του πολέμου στα Βαλκάνια όπου ερευνήθηκαν παρόμοια αρχεία και χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να γίνει επιβεβαίωση αυτών των πληροφοριών.
«Εμείς ως ΔΕΑ έχουμε μια τεράστια βάση πληροφοριών και δεδομένων που είναι γεμάτη εκθέσεις μαρτύρων για τοποθεσίες αλλά αυτό χρειαζόμαστε είναι ακριβέστερη πληροφόρηση», εξήγησε.
Ανέφερε ότι στην περίπτωση των Βαλκανίων στη διάρκεια πέντε ετών έγιναν εκταφές 43 σορών από αρχειακό υλικό πέντε χωρών.
Απαντώντας σε ερώτηση, ο κ. Αρνί είπε ότι οι άνθρωποι που έχουν πληροφορίες είτε φοβούνται είτε δεν επιθυμούν να μοιραστούν τις μαρτυρίες τους.
«Οι περισσότεροι από αυτούς είναι άνθρωποι μεγάλης ηλικίας. Θυμάμαι την περίπτωση μιας Τουρκοκύπριας τσοπάνισσας, ήταν πολύ ηλικιωμένη, στη δύση της ζωής της, είχε πληροφορίες και τις μοιράστηκε ένα μήνα πριν πεθάνει. Την συνάντησα…κάτι την οδήγησε να έρθει σε μας, ένιωσε ότι έπρεπε να καθαρίσει τη συνείδησή της και ένιωσε ότι δεν μπορούσε να φύγει από τη ζωή χωρίς να μοιραστεί αυτή την πληροφορία. Κάνουμε εκκλήσεις σε αυτούς τους ηλικιωμένους μάρτυρες, η επόμενη προσπάθειά μας θα είναι μέσω των κοινοταρχών, των μουκτάρηδων, για να πειστούν να έρθουν να δώσουν στοιχεία» , ανέφερε.
Υπενθύμισε ότι έγινε μια τηλεοπτική έκκληση από τους ηγέτες των δύο κοινοτήτων οι οποίοι θα μπορούσαν να την επαναλάβουν αλλά το σημαντικό είναι και οι Βετεράνοι που υπηρέτησαν στο στρατό να συνδράμουν προς αυτή την κατεύθυνση.
Κληθείς να σχολιάσει την επερχόμενη συνάντηση των ηγετών στις 16 Απριλίου, ο κ. Αρνί είπε ότι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης είναι το πρώτιστο θέμα και εναπόκειται στους δύο να αποφασίσουν με ποιο τρόπο θα το πράξουν. Επεσήμανε ότι όταν οι συνομιλίες ήταν σε εξέλιξη, η δυναμική που δημιουργήθηκε ήταν επωφελής για το έργο της ΔΕΑ.
«Το μήνυμά μου είναι ότι εάν βρεθεί μια λύση, αυτό θα έχει αναπόφευκτα όφελος και αντίκτυπο στο θέμα των αγνοουμένων. Τα δύο μέλη από την ε/κ και την τ/κ κοινότητα συνεργάζονται άψογα αυτή τη στιγμή αλλά χρειάζονται και τη συνεργασία των αρμοδίων αρχών των κοινοτήτων τους, σε περίπτωση λύσης σίγουρα αυτό θα είναι επωφελές για τη ΔΕΑ», σημείωσε.
Επίσκεψη στο Μπουένος Αϊρες
Τα μέλη της CMP συμμετείχαν πρόσφατα σε διεθνές συνέδριο στο Μπουένος Άιρες με τη συμμετοχή ΜΚΟ και ακαδημαϊκών από 20 χώρες της Νότιας Αμερικής και της Ευρώπης που έχουν εμπειρία στην αναζήτηση και μελέτη αρχείων, κυρίως σωμάτων ασφαλείας για σκοπούς σύστασης των επιτροπών αλήθειας.
Σύμφωνα με τον κ. Αρνί έγινε μια εξαιρετικά χρήσιμη ανταλλαγή απόψεων και πληροφοριών αλλά και τεχνογνωσίας γιατί όπως εξήγησε οι εμπειρογνώμονες θεωρούν ότι το ανθρωπολογικό εργαστήρι της ΔΕΑ είναι το καλύτερο εργαστήρι στον κόσμο σε ό,τι αφορά παλιά οστά και αυτό είναι καλό να το μοιράζεται η ΔΕΑ με άλλους.
Υπενθύμισε επίσης ότι επιστήμονες από την περιοχή ( Ιράκ, Συρία, Λίβανο) έχουν επισκεφθεί το νησί στο παρελθόν και ενημερώθηκαν από τη ΔΕΑ για το έργο της και έλαβαν πληροφόρηση χρήσιμη για τους ίδιους.
Ο κ. Αρνί υπενθύμισε ότι η περιοχή μας έχει το μεγαλύτερο αριθμό αγνοούμενων προσώπων και πολλές χώρες δεν έχουν την επάρκεια για έρευνες ή την πολιτική βούληση και η Κύπρος χρησιμοποιείται για άντληση παραδειγμάτων.
Την Κύπρο επισκέφθηκαν και επιστήμονες από Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Γεωργία, Βαλκάνια ενώ και η Σρι Λάνκα συνέστησε πρόσφατα ένα μηχανισμό παρόμοιο με τη ΔΕΑ και επιστήμονες από τη χώρα αυτή θα επισκεφθούν το νησί για άντληση τεχνογνωσίας.
Την περίοδο 2006-2018 ( στοιχεία ως Μάρτιο του 2018) έγιναν 1,218 εκταφές και αναγνωρίστηκαν τα οστά 868 ανθρώπων, 658 Ε/κ και 219 Τ/κ. Στον κατάλογο των αγνοουμένων αυτή τη στιγμή υπάρχουν 853 Ε/κ και 282 Τ/κ.
Η συνέντευξη δόθηκε μια μέρα πριν την επίσκεψη στην Κύπρο αντιπροσωπείας της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η Επιτροπή είχε σειρά επαφών στο νησί με στόχο να καταγράψει την πρόοδο που σημειώνεται στο έργο της ΔΕΑ αναφορικά με τον εντοπισμό και την ταυτοποίηση των λειψάνων αγνοουμένων. Οι Ευρωβουλευτές είδαν και τα τρία μέλη της ΔΕΑ, τον κ. Αρνί , τον Νέστορα Νέστορος και την Γκιουλντέν Πλουμέρ Κιουτσούκ και εξέφρασαν στήριξη στο έργο της. Η ΕΕ να σημειωθεί ότι είναι ο μεγαλύτερος δωρητής της ΔΕΑ με προϋπολογισμό για τις ανάγκες της ύψους 2,6 εκατομμυρίων ευρώ.
Ο κ. Αρνί εμφανίστηκε ιδιαιτέρως ανήσυχος και προβληματισμένος για την εξασφάλιση χρηματοδότησης για τη ΔΕΑ και απηύθυνε επείγουσα έκκληση, μέσω του ΚΥΠΕ, σε διάφορες χώρες να στηρίξουν το έργο της Επιτροπής.
«Ναι όντως ανησυχώ ιδιαίτερα γιατί πήραμε ως Επιτροπή ένα ρίσκο και τώρα χρειαζόμαστε χώρες να μας στηρίξουν, να μας βοηθήσουν να διαχειριστούμε αυτό το ρίσκο. Στη στρατηγική μας για το 2017-2020 αναλάβαμε το ρίσκο να αυξήσουμε τον προϋπολογισμό μας από 3 εκατομμύρια σε 3,5 εκατομμύρια σε διάστημα ενός έτους για να επενδύσουμε στην έρευνα, σε νέες τεχνολογίες, σε νέες μεθόδους ανάλυσης του εδάφους, προκειμένου να βελτιώσουμε τόσο τις έρευνές μας και τις ανασκαφές όσο και την εργασία μας στο εργαστήριο, την έρευνα των αρχείων κλπ. » εξήγησε.
Σύμφωνα με τον κ. Αρνί το ρίσκο αυτό σχετίζεται περισσότερο με την επιθυμία της ΔΕΑ αυτή η προσπάθεια να αποτελέσει την τελευταία ώθηση «αν θέλουμε να δώσουμε την ευκαιρία να βρούμε και τους υπόλοιπους 900 τόσους αγνοούμενους και γι` αυτό πρέπει να πιέσουμε για χρηματοδότηση».
Για φέτος η ΔΕΑ έχει ανάγκες στον προϋπολογισμό της ύψους 400,000 χιλιάδων εξου και η έκκληση για χρηματοδότηση.
«Έχουμε λάβει μόνο δύο μικρές δωρεές από την Πορτογαλία και τη Βρετανία και παροτρύνουμε τις χώρες που μας υποστήριζαν στο παρελθόν να το πράξουν και πάλι για να καλύψουμε τα έξοδά μας, οι πιο επείγουσες ανάγκες συνδέονται με τις αναλύσεις DNA", εξήγησε.
Οι αναλύσεις αυτές γίνονται ως γνωστό σε εξειδικευμένο εργαστήριο στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ. Το κόστος για κάθε δείγμα οστού ανέρχεται στα 400 ευρώ. Όπως εξήγησε στο ΚΥΠΕ ο κ. Αρνί στο παρελθόν οι περισσότερες περιπτώσεις ήταν εύκολες και απαιτείτο μια και μόνο ανάλυση DNA και η διασταύρωση με αίμα ή σάλιο από την οικογένεια. Τώρα όμως επειδή κάποιες σοροί δεν εντοπίζονται ολόκληρες ή εντοπίζονται μόνο μικρά οστά απαιτούνται μέχρι και πέντε αναλύσεις, άρα το κόστος αναπόφευκτα εκτοξεύεται.
«Πέρσι οι ταυτοποιήσεις ήταν 118, αντιλαμβάνεστε ότι αυτό το γεγονός ανέβασε και τον προϋπολογισμό μας», ανέφερε.
Σημείωσε ότι κάθε χώρα δωρητής που ενδιαφέρεται όχι μόνο για να βοηθήσει τις οικογένειες των αγνοουμένων, αλλά και για να βοηθήσει την Κύπρο να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο κοινοτήτων, θα μπορούσε να βοηθήσει στη χρηματοδότηση της ΔΕΑ.
«Το έργο της ΔΕΑ δεν βοηθά μόνο αυτούς που έχουν φύγει από τη ζωή και τους ζωντανούς, τους συγγενείς τους, αλλά βοηθά επίσης τις κοινότητες να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη η οποία αυτή τη στιγμή δεν είναι επαρκής", πρόσθεσε ο κ. Αρνί.
«Εχουμε δει στο παρελθόν να αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη, το είδαμε στις οικογένειες που έλαβαν τα λείψανα των δικών τους ανθρώπων, είδαμε αυτή η εμπιστοσύνη να βοηθά και στη συνεργασία των χωρών της περιοχής, οπότε έχει σίγουρα αντίκτυπο στο έργο της συμφιλίωσης», αναφέρει.
Το τρίτο μέλος της ΔΕΑ πιστεύει ότι είναι δύσκολο να υπάρχει συμφιλίωση στην Κύπρο και λύση με τόσους ακόμη αγνοούμενους να μην έχουν εντοπιστεί.
Η περίπτωση των αγνοούμενων της Ασσιας
Περίπου 70 άνθρωποι από το κατεχόμενο χωριό Άσσια, που δολοφονήθηκαν από Τούρκους στρατιώτες κατά την εισβολή του 1974, πιστεύεται ότι βρίσκονται θαμμένοι σε περιοχή που παλαιότερα λειτουργούσε ως χώρος υγειονομικής ταφής στο κατεχόμενο Δίκωμο. Τα οστά τους μεταφέρθηκαν εκεί από άλλο χώρο στον οποίο είχαν αρχικά ταφεί.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις του κ. Αρνί στο ΚΥΠΕ, η περίπτωση της Άσσιας είναι από τις πιο μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΔΕΑ αυτή τη στιγμή.
Εξήγησε ότι έγιναν διεξοδικές έρευνες για δύο χρόνια και διαπιστώθηκε από μαρτυρίες ότι τα οστά αυτών των αγνοούμενων μεταφέρθηκαν στο Δίκωμο από δύο πηγάδια. Η μεταφορά αυτή έγινε στο διάστημα 1995 – 1996.
Ο κ. Αρνί χαρακτήρισε τη μεταφορά αυτή των οστών ως το ‘τέλειο έγκλημα’ καθώς ο χώρος της υγειονομικής ταφής αποτελούσε την καλύτερα κρυμμένη τοποθεσία και κανένας δεν θα μπορούσε να διερωτηθεί ή να εγείρει ερωτήματα για την άφιξη των φορτηγών καθώς τέτοια οχήματα μπαινόβγαιναν συχνά στο χώρο και ξεφόρτωναν.
Εξήγησε ότι η ΕΕ, εν αγνοία της καθώς δεν υπήρχαν ως τότε μαρτυρίες ή υποψίες και ούτε η ίδια η ΔΕΑ γνώριζε οτιδήποτε, χρηματοδότησε το κλείσιμο του χώρου αυτού.
«Εμείς μάθαμε πέρσι με βεβαιότητα 100% ότι τα οστά μεταφέρθηκαν στο Δίκωμο. Η ΕΕ λοιπόν, χωρίς να γνωρίζει τι συνέβη, χρηματοδότησε το τερματισμό της λειτουργίας του χώρου αποβλήτων που αποτελούσε μεγάλο περιβαλλοντικό κίνδυνο για την περιοχή», εξήγησε.
Σύμφωνα με τον κ. Αρνί Πορτογάλοι εμπειρογνώμονες ήρθαν στην Κύπρο και πραγματοποίησαν εργασίες την περίοδο 2009-2012 για να κλείσουν αυτό το χώρο αποβλήτων και να τον μετατρέψουν σε ένα λόφο όπου μάλιστα φυτεύτηκαν δέντρα.
«Τώρα λοιπόν αντιμετωπίζουμε μια κατάσταση όπου έχουμε μια τεράστια περιοχή που έχει σμικρυνθεί εν αγνοία της ΕΕ όπως εξήγησα, και χιλιάδες τόνοι χώματος έχουν μετατραπεί σε ένα λοφίσκο, μετά περισσότερο χώμα μεταφέρθηκε εκεί και από πάνω φυτεύτηκαν τα δέντρα. Πρέπει να προχωρήσουμε σε μια αξιολόγηση με διπλό στόχο. Έχουμε έρθει σε επαφή με τους ίδιους Πορτογάλους εμπειρογνώμονες, η ΕΕ έχει δεχθεί να χρηματοδοτήσει αυτή την αποστολή και θα τους έχουμε σύντομα στην Κύπρο. Πρέπει να μάθουμε αν είναι ασφαλές να σκάψουμε σε ένα βουνό που ενδεχομένως να έχει θαμμένα επικίνδυνα απόβλητα που μπορεί να εκραγούν. Πρέπει να γίνει αξιολόγηση κινδύνου και ασφάλειας. Στη συνέχεια χρειαζόμαστε μια οικονομική αξιολόγηση, διότι οι εργασίες σε αυτό το λόφο, εάν πρέπει να γίνουν, θα εκτοξεύσουν αναπόφευκτα τον προϋπολογισμό μας και πρέπει να γνωρίζουμε το κόστος πριν ξεκινήσουμε», εξήγησε στο ΚΥΠΕ ο κ. Αρνί.
Απαντώντας σε ερώτηση, είπε ότι όταν η ΔΕΑ έχει την επιβεβαίωση ότι μπορούν να γίνουν εκσκαφές στο χώρο θα απευθύνει νέα έκκληση για χρηματοδότηση για αυτό το συγκεκριμένο έργο.
Πρόσβαση σε στρατιωτικές περιοχές- Έρευνες σε αρχεία
Για το μεγάλο ζήτημα της πρόσβασης σε αρχεία του τουρκικού στρατού και της άδειας για εκσκαφές σε στρατιωτικές ζώνες στα κατεχόμενα, ο κ. Αρνί ανέφερε ότι για το δεύτερο δόθηκε άδεια από το 2006. Ανέφερε ότι η ΔΕΑ έχει προβεί σε εκσκαφές σε πενήντα μία τέτοιες περιοχές τα τελευταία 11 χρόνια.
Το 2015 υπήρξε συμφωνία για να αυξηθούν οι εκσκαφές σε στρατιωτικές περιοχές και σύμφωνα με τον κ. Αρνι ως τώρα ( από το 2006 δηλαδή) έχουν γίνει εκταφές λειψάνων 158 αγνοουμένων σε 51 τοποθεσίες.
Ανέφερε ότι φέτος με βάση τη συμφωνία θα γίνουν εκσκαφές σε 12 τοποθεσίες και το 2019-2020 η ευχή είναι οι τοποθεσίες αυτές να αυξηθούν περισσότερο.
Όσον αφορά την έρευνα σε αρχεία, το τρίτο μέλος της ΔΕΑ είπε στο ΚΥΠΕ ότι το 2016 επιτεύχθηκε συμφωνία και έχει συσταθεί μια τριμελής ερευνητική ομάδα ( ένας Ε/κ, ένας Τ/κ και ένας από άλλη ξένη χώρα) προκειμένου να ερευνηθούν αρχεία του ΟΗΕ και της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού (ICRC).
«Έτσι αποκτήσαμε πρόσβαση σε αυτά τα δύο αρχεία, τόσο στα ανοικτά αρχεία όσο και σε αυτά στα οποία δεν επιτρέπεται η δημόσια πρόσβαση. Υπενθυμίζω ότι πήγαμε δύο φορές στη Νέα Υόρκη για δύο εβδομάδες κάθε φορά κατά τη διάρκεια των οποίων ερευνήσαμε εκατοντάδες χιλιάδες αρχεία. Το ταξίδι στη Γενεύη για τα αρχεία της ICRC θα πραγματοποιηθεί το Μάιο», εξήγησε.
Ανέφερε επιπρόσθετα ότι η ΔΕΑ έχει υποβάλει γραπτά αιτήματα σε άλλες δώδεκα χώρες για να εξετάσουν τα δικά τους στρατιωτικά αρχεία, εξηγώντας ότι μια ΜΚΟ ή μια επιτροπή όπως η ΔΕΑ δεν μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτά τα αρχεία οπουδήποτε στον κόσμο.
«Ζητήσαμε συγκεκριμένα από τις χώρες αυτές να εξετάσουν τα αρχεία τους για συγκεκριμένες λέξεις, για λέξεις-κλειδιά, για συγκεκριμένες ημερομηνίες, τρεις από αυτές είναι η Τουρκία, η Ελλάδα και η Κύπρος και εννέα από αυτές είναι συμβαλλόμενες χώρες του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου. Όλοι συμφώνησαν να συνεργαστούν και η Τουρκία και η Ελλάδα έχουν δημιουργήσει μια ομάδα εργασίας εντός του στρατού τους για να εξετάσουν τα έγγραφα αυτά, δεν έχουμε λάβει ακόμη επίσημες πληροφορίες από τον τουρκικό στρατό αλλά ούτε και τον ελληνικό στρατό», ανέφερε ο κ. Αρνί.
Είπε ακόμα ότι το ΗΒ και ορισμένες σκανδιναβικές χώρες ζήτησαν από τη ΔΕΑ να εξετάσει η ίδια τα εθνικά του αρχεία και έτσι μια ομάδα έχει μεταβεί στο Λονδίνο πρόσφατα για το σκοπό αυτό. Εξήγησε επίσης ότι κάποιες σκανδιναβικές χώρες έχουν δηλώσει ότι δεν διατηρούν συγκεκριμένα αρχεία με αναφορές και ημερομηνίες όπως αυτές που θα ήταν χρήσιμες για τη ΔΕΑ και εισηγήθηκε να γίνει επικοινωνία με οργανώσεις Βετεράνων των ΗΕ που διατηρούσαν ημερολόγια αναφορών (log books).
«Τώρα λοιπόν είμαστε σε επαφή με Βετεράνους που κρατούσαν αυτά τα ημερολόγια και αυτό που συγκεκριμένα ψάχνουμε είναι οποιοδήποτε αναφορά για μεταφορές σορών από στρατιώτες που είχαν προχωρήσει σε εκκαθάριση πεδίων μαχών, που έθαψαν τραυματίες που απεβίωσαν σε νοσοκομεία, αυτού του είδους τις πληροφορίες που θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να εντοπίσουμε ή να επιβεβαιώσουμε τοποθεσίες ταφών», σημείωσε.
Ο κ. Αρνι ανέφερε ότι κατά τις έρευνες στα αρχεία στα ΗΕ και το ΗΒ υπήρξε πρόοδος στη συγκέντρωση πληροφοριών όμως θα χρειαστεί χρόνος για να γίνει αξιολόγηση. Αναφέρθηκε συγκεκριμένα στην περίπτωση του πολέμου στα Βαλκάνια όπου ερευνήθηκαν παρόμοια αρχεία και χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να γίνει επιβεβαίωση αυτών των πληροφοριών.
«Εμείς ως ΔΕΑ έχουμε μια τεράστια βάση πληροφοριών και δεδομένων που είναι γεμάτη εκθέσεις μαρτύρων για τοποθεσίες αλλά αυτό χρειαζόμαστε είναι ακριβέστερη πληροφόρηση», εξήγησε.
Ανέφερε ότι στην περίπτωση των Βαλκανίων στη διάρκεια πέντε ετών έγιναν εκταφές 43 σορών από αρχειακό υλικό πέντε χωρών.
Απαντώντας σε ερώτηση, ο κ. Αρνί είπε ότι οι άνθρωποι που έχουν πληροφορίες είτε φοβούνται είτε δεν επιθυμούν να μοιραστούν τις μαρτυρίες τους.
«Οι περισσότεροι από αυτούς είναι άνθρωποι μεγάλης ηλικίας. Θυμάμαι την περίπτωση μιας Τουρκοκύπριας τσοπάνισσας, ήταν πολύ ηλικιωμένη, στη δύση της ζωής της, είχε πληροφορίες και τις μοιράστηκε ένα μήνα πριν πεθάνει. Την συνάντησα…κάτι την οδήγησε να έρθει σε μας, ένιωσε ότι έπρεπε να καθαρίσει τη συνείδησή της και ένιωσε ότι δεν μπορούσε να φύγει από τη ζωή χωρίς να μοιραστεί αυτή την πληροφορία. Κάνουμε εκκλήσεις σε αυτούς τους ηλικιωμένους μάρτυρες, η επόμενη προσπάθειά μας θα είναι μέσω των κοινοταρχών, των μουκτάρηδων, για να πειστούν να έρθουν να δώσουν στοιχεία» , ανέφερε.
Υπενθύμισε ότι έγινε μια τηλεοπτική έκκληση από τους ηγέτες των δύο κοινοτήτων οι οποίοι θα μπορούσαν να την επαναλάβουν αλλά το σημαντικό είναι και οι Βετεράνοι που υπηρέτησαν στο στρατό να συνδράμουν προς αυτή την κατεύθυνση.
Κληθείς να σχολιάσει την επερχόμενη συνάντηση των ηγετών στις 16 Απριλίου, ο κ. Αρνί είπε ότι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης είναι το πρώτιστο θέμα και εναπόκειται στους δύο να αποφασίσουν με ποιο τρόπο θα το πράξουν. Επεσήμανε ότι όταν οι συνομιλίες ήταν σε εξέλιξη, η δυναμική που δημιουργήθηκε ήταν επωφελής για το έργο της ΔΕΑ.
«Το μήνυμά μου είναι ότι εάν βρεθεί μια λύση, αυτό θα έχει αναπόφευκτα όφελος και αντίκτυπο στο θέμα των αγνοουμένων. Τα δύο μέλη από την ε/κ και την τ/κ κοινότητα συνεργάζονται άψογα αυτή τη στιγμή αλλά χρειάζονται και τη συνεργασία των αρμοδίων αρχών των κοινοτήτων τους, σε περίπτωση λύσης σίγουρα αυτό θα είναι επωφελές για τη ΔΕΑ», σημείωσε.
Επίσκεψη στο Μπουένος Αϊρες
Τα μέλη της CMP συμμετείχαν πρόσφατα σε διεθνές συνέδριο στο Μπουένος Άιρες με τη συμμετοχή ΜΚΟ και ακαδημαϊκών από 20 χώρες της Νότιας Αμερικής και της Ευρώπης που έχουν εμπειρία στην αναζήτηση και μελέτη αρχείων, κυρίως σωμάτων ασφαλείας για σκοπούς σύστασης των επιτροπών αλήθειας.
Σύμφωνα με τον κ. Αρνί έγινε μια εξαιρετικά χρήσιμη ανταλλαγή απόψεων και πληροφοριών αλλά και τεχνογνωσίας γιατί όπως εξήγησε οι εμπειρογνώμονες θεωρούν ότι το ανθρωπολογικό εργαστήρι της ΔΕΑ είναι το καλύτερο εργαστήρι στον κόσμο σε ό,τι αφορά παλιά οστά και αυτό είναι καλό να το μοιράζεται η ΔΕΑ με άλλους.
Υπενθύμισε επίσης ότι επιστήμονες από την περιοχή ( Ιράκ, Συρία, Λίβανο) έχουν επισκεφθεί το νησί στο παρελθόν και ενημερώθηκαν από τη ΔΕΑ για το έργο της και έλαβαν πληροφόρηση χρήσιμη για τους ίδιους.
Ο κ. Αρνί υπενθύμισε ότι η περιοχή μας έχει το μεγαλύτερο αριθμό αγνοούμενων προσώπων και πολλές χώρες δεν έχουν την επάρκεια για έρευνες ή την πολιτική βούληση και η Κύπρος χρησιμοποιείται για άντληση παραδειγμάτων.
Την Κύπρο επισκέφθηκαν και επιστήμονες από Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Γεωργία, Βαλκάνια ενώ και η Σρι Λάνκα συνέστησε πρόσφατα ένα μηχανισμό παρόμοιο με τη ΔΕΑ και επιστήμονες από τη χώρα αυτή θα επισκεφθούν το νησί για άντληση τεχνογνωσίας.
Την περίοδο 2006-2018 ( στοιχεία ως Μάρτιο του 2018) έγιναν 1,218 εκταφές και αναγνωρίστηκαν τα οστά 868 ανθρώπων, 658 Ε/κ και 219 Τ/κ. Στον κατάλογο των αγνοουμένων αυτή τη στιγμή υπάρχουν 853 Ε/κ και 282 Τ/κ.