Το Επισκοπικό Δικαστήριο έβλεπε ενοχή του ιερέα αλλά η Ιερά Σύνοδος τον αθώωσε
18:46 - 28 Μαρτίου 2018
Πρόθεση του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαΐα είναι να επανανοίξει ο φάκελος της υπόθεσης του ιερέα της περιφέρειας του ο οποίος ενέχεται σε άσεμνη συμπεριφορά κατά ανηλίκου και να επιληφθεί εκ νέου του θέματος η Ιερά Σύνοδος.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωση προς "αποκατάσταση της αλήθειας", με αφορμή τη δημοσίευση στον Τύπο αναφορών Μελών της Ιεράς Συνόδου, σε σχέση με την υπόθεση ιερέως της Μητροπολιτικής του Περιφέρειας, ο οποίος ενέχεται σε άσεμνη κατά ανηλίκου συμπεριφορά, ο ίδιος δράττεται της ευκαιρίας, να δηλώσει, ότι τα εν λόγω δημοσιεύματα στην πραγματικότητα δικαιώνουν την στάση του σε σχέση με την εξέλιξη της όλης υπόθεσης.
Με βάση τα δεδομένα αυτά, αναφέρει, «αποδεικνύεται περίτρανα ο από μέρους μου ορθός χειρισμός του όλου ζητήματος και αποκαθίσταται η αλήθεια, σε ό,τι αφορά την τελική απόφασή μου, λόγω δικαστικού αδιεξόδου από μέρους της Ιεράς Συνόδου, να εξαναγκασθώ και να εισηγηθώ την απόσυρση της υπόθεσης και να εφαρμόσω τις σχετικές πρόνοιες των Κανονισμών του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κύπρου».
Ωστόσο, σημείωσε, τον ανησυχεί και το γεγονός της «επιλεκτικής και αποσπασματικής δημοσίευσης των εν λόγω Πρακτικών και των αποσπασματικών θέσεων Μελών της Ιεράς Συνόδου, γεγονός το οποίο μπορεί να οδηγήσει στην παραπληροφόρηση και την αλλοίωση των πραγματικών γεγονότων. Και επί του προκειμένου, οδηγούμαι, ακόμη, και στη σκέψη, μήπως ο τρόπος αυτός δεν υπηρετεί την αλήθεια αλλά στοχεύει σε αλλότριους σκοπούς».
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα των κατηγοριών εναντίον του ιερέως, ο Μητροπολίτης Ταμασού είπε ότι χειρίστηκε το θέμα αρμοδίως από την πρώτη στιγμή, «θέτοντας τον υπό κατηγορία ιερέα σε αργία, με βάση τις σχετικές πρόνοιες του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κύπρου (Κ.Χ.Ε.Κ.)».
Εν συνεχεία, είπε, διόρισε Ανακριτική Επιτροπή, η οποία προέβη σε σειρά ανακρίσεων. Η Ανακριτική Επιτροπή παρέδωσε το πόρισμα και τον πλήρη φάκελο των ανακρίσεων στο Επισκοπικό Δικαστήριο, του οποίου προεδρεύει. Το Επισκοπικό Δικαστήριο, θεωρώντας ότι στοιχειοθετείται υπόθεση εναντίον του ιερέως και μη μπορώντας να επιβάλλει ποινή πέραν των αρμοδιοτήτων του, όπως προνοεί ο Κ.Χ.Ε.Κ., παρέπεμψε το όλο θέμα, με τον πλήρη φάκελο των ανακρίσεων στην Ανακριτική Επιτροπή της Ιεράς Συνόδου, ως αρμοδίου σώματος να εξετάσει περαιτέρω το ζήτημα.
Η Ανακριτική Επιτροπή της Συνόδου, στην οποία, σημειώνει, ο ίδιος, δεν συμμετέχει, μετά από έρευνες και ανακρίσεις που διήρκεσαν τρία χρόνια, αποφάνθηκε ότι δεν στοιχειοθετούνται, με βάση τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας και της πρόνοιες του Κ.Χ.Ε.Κ., οι εναντίον του ιερέως κατηγορίες. Ως εκ τούτου ενημέρωσε για την απόφασή της αυτή την Ιερά Σύνοδο με το ακόλουθο κείμενο, το οποίο είδε το φως της δημοσιότητας: «Η Επιτροπή, μελετήσασα τον φάκελον των ανακρίσεων και ακούσασα τον ανακριτήν, απεφάνθη ομοφώνως ότι δεν υφίστανται αποχρώσες ενδείξεις δια την άσκησιν διώξεως και παραπομπής του εν λόγω ιερέως ενώπιον του Συνοδικού Δικαστηρίου».
Ο Μητροπολίτης Ησαϊας αναφέρει ότι και μετά την απόφαση του Πρωτοδίκου Ποινικού Δικαστηρίου και του Εφετείου περί ενοχής και καταδίκης του υπό κατηγορίαν ιερέως, επανέφερα το θέμα με επιστολή του προς την Ιερά Σύνοδο, ημερομηνίας 4 Ιουλίου 2014, με την οποία, υποβάλλοντας και τη σχετική δικογραφία του Ποινικού Δικαστηρίου, ζητούσε την εκδίκαση της υπόθεσης από το Πενταμελές Συνοδικό Δικαστήριο. Το Πενταμελές Συνοδικό Δικαστήριο και ενώ είχε την αρμοδιότητα, κατά τον Κ.Χ.Ε.Κ., δεν επιλήφθηκε του θέματος και το παρέπεμψε στην Ιερά Σύνοδο.
Επισημαίνει ότι η Ιερά Σύνοδος δεν αποδέχθηκε την παραπομπή αυτή, ως αντικαταστατική, εφ’ όσον αυτό λειτουργεί ως Εφετείο. Αφού ανέλαβε εκ νέου την υπόθεση το Πενταμελές Συνοδικό Δικαστήριο, στο τέλος δια του τότε Προέδρου του, Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Πάφου, πρότεινε να επιληφθεί εκ νέου του θέματος η Ανακριτική Επιτροπή της Ιεράς Συνόδου. Η εισήγηση αυτή απορρίφθηκε από την εν λόγω Επιτροπή, με το δικαιολογητικό, ότι δεν προκύπτουν νεώτερα στοιχεία στην υπόθεση, ούτε και μέσα από την δικογραφία του Ποινικού Δικαστηρίου, όπως ακριβώς επιβεβαιώνει και το σχετικό δημοσίευμα στον Τύπο. «Έχοντας έτσι τα πράγματα, καθηκόντως βρέθηκα στην ανάγκη να ζητήσω την κατάθεσή του φακέλου στο αρχείο της Ιεράς Συνόδου», αναφέρει ο Μητροπολίτης Ησαϊας.
Στη συνέχεια, και συμμορφούμενος με τις αποφάσεις του Ποινικού Δικαστηρίου, για λόγους οικονομίας, που αφορούν στον ιερέα και σε όσους έρχονται σε επαφή μαζί του, προέβηκε σε μετάθεσή του από την κοινότητά του σε Ιερά Μονή, που βρίσκεται σε απομονωμένη περιοχή της Μητροπολιτικής του Περιφέρειας, αποστερώντας του όλα τα ποιμαντικά καθήκοντα, τα οποία μπορεί να τον φέρουν σε επαφή με άτομα νεαρής ηλικίας.
Ως προς την ηθική, την οικονομική, αλλά και την κοινωνική στήριξη της μακαριστής Έλενας Φραντζή, αφ’ ότου προέκυψε το υπό αναφορά θέμα, τόσο ο ίδιος προσωπικά, όσο και η Μητρόπολίς του, διά μέσου των αρμοδίων φορέων της, «σταθήκαμε αδιάλειπτα και ανεπιφύλακτα συμπαραστάτες και αρωγοί της, συνεργαζόμενοι και με τους αρμόδιους κρατικούς φορείς».
«Αυτή είναι όλη η αλήθεια», αναφέρει και «ειλικρινά, με λυπεί, και πάλιν, το γεγονός τόσο της επιλεκτικής και αποσπασματικής δημοσιοποίησης Πρακτικών ή και θέσεων Μελών της Ιεράς Συνόδου, οι οποίες αναπόφευκτα προκαλούν σάλο και σκανδαλισμό της κοινής γνώμης. Ωστόσο, επί του όλου θέματος η πρόθεσή μου είναι να επανανοίξει ο φάκελος και να επιληφθεί εκ νέου του θέματος τούτου η Ιερά Σύνοδος».
Τέλος ευχήθηκε όπως ενόψει των γεγονότων της Μεγάλης Εβδομάδος και της Αναστάσεως του Χριστού, να επικρατήσει σε όλους η αγάπη, η ηρεμία και η γαλήνη.
ΚΥΠΕ