Ο αλύγιστος Νικολής, η βρετανική λύσσα και η διαδρομή θανάτου με δύο μαύρα Μόρις
10:28 - 09 Δεκεμβρίου 2018
Για 24 ολόκληρες ώρες το κορμί του αγωνιστή της ΕΟΚΑ, δεχόταν τα χτυπήματα των Βρετανών, μετρώντας αντίστροφα τις πνοές ζωής που του απέμεναν. Κι όταν πια οι δυνάμεις του τον εγκατέλειψαν, οι δράστες του αποτρόπαιου εγκλήματος, προκειμένου να γλιτώσουν, τον έθαψαν μυστικά, στερώντας μια για πάντα από την οικογένειά του την παρηγορία έστω ενός μνήματος.
Ο εφιάλτης του Νικολή ξεκίνησε από το πρωί της 7ης Οκτωβρίου του 1958 στα κρατητήρια της Λεύκας, όπου οδηγήθηκε μετά την σύλληψή του. Ως το βράδυ το σώμα του καταμαυρισμένο από τα χτυπήματα δεν θα έχει τη δύναμη να μείνει στη θέση του, ούτε καν καθιστό. Αυτή ήταν η εικόνα που πρωτοαντίκρισε ο 15χρονος -τότε- συναγωνιστής του, Αντώνης Παπαευριπίδης όταν τον συνέλαβαν το βράδυ της ίδιας μέρας και τον έβαλαν στο ίδιο αυτοκίνητο μαζί του.
Σήμερα, στα 75 του χρόνια και συνταξιούχος εκπαιδευτικός, ο Αντώνης Παπαευριπίδης μίλησε στον ΡΕΠΟΡΤΕΡ και έφερε ξανά στην μνήμη του εκείνη την τραγική νύχτα... τη νύχτα που οι δυό τους θα βασανιστούν αλύπητα για ώρες και λίγο πριν το χάραμα ο ένας θα πάρει τον δρόμο για την αιωνιότητα.
Η πρώτη συνάντηση με τον Νικολή
Ο 15χρονος Αντώνης Παπαευριπίδης αν και μικρός είχε ενταχθεί ενεργά στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, όπως άλλωστε και όλη του η οικογένεια. Ο αδελφός του, μάλιστα, το 1958 που ο ίδιος συνελήφθη, ήταν ήδη κρατούμενος στην Ομορφίτα.
«Τη νύχτα της 7ης Οκτωβρίου 1958 ήρθαν οι Βρετανοί στο σπίτι μου και με συνέλαβαν. Μου φόρεσαν χειροπέδες και με έβαλαν στο πίσω κάθισμα ενός μάυρου Μόρις Μάινορ, ήταν αυτοκίνητα που χρησιμοποιούσε η αστυνομία τότε για να περνά απαρατήρητη. Δίπλα μου κάθισε ένας Εγγλέζος αξιωματικός. Στο τιμόνι, θυμάμαι, ήταν ο διαβόητος Ενίς -ένας Τ/κ επικουρικός των Εγγλέζων και γνωστός για τα βασανιστήριά του σε αγωνιστές- και συνοδηγός ο Νικολής με χειροπέδες. Το σώμα του Νικολή έγερνε ανάλογα με την πορεία του αυτοκινήτου. Τόσο κακοποιημένος ήταν», θυμάται, ο Αντώνης Παπαευριπίδης.
Οι Βρετανοί διψασμένοι για αίμα και εκδίκηση μετά την επιτυχημένη ενέδρα της ΕΟΚΑ στην Κάτω Ζώδια δυο μέρες πριν, ήθελαν πάση θυσία να μάθουν πού βρίσκεται ο Τομεάρχης της περιοχής και ενορχηστρωτής της, Γιάννης Κασίνης, ο οποίος όπως ο ίδιος μάς είπε μιλώντας στον ΡΕΠΟΡΤΕΡ εκείνη την περίοδο είχε διαφύγει με την ομάδα του στο Νικητάρι, κάτι που μόνο ο Νικολής γνώριζε.
Διαδρομή θανάτου
Τα δύο Μόρις των Βρετανών που είχαν ξεκινήσει από το Σπέσιαλ Μπραντς της Λεύκας, ακολουθούμενα από ένα φορτηγό με Βρετανούς στρατιώτες, μετά τη στάση στο σπίτι του Παπαευριπίδη και τη σύλληψή του, συνέχισαν την πορεία τους διασχίζοντας την Μόρφου. Μέσω ενός αγροτικού δρόμου και με κατεύθυνση προς τη θάλασσα οι δύο νεαροί, Νικολής και Αντώνης, οδηγήθηκαν σε μία ερημική περιοχή, όπου και άρχισαν τα φρικτά τους βασανιστήρια.
«Ήταν πανσέληνος θυμάμαι και το σημείο που μας οδήγησαν ήταν γύρω στο μισό χιλιόμετρο από το περβόλι μιας θείας μου. Μας χτυπούσαν πότε ταυτόχρονα και πότε εναλλάξ. Ζητούσαν να τους πούμε πού είναι ο Κασίνης, αλλά οι μόνες λέξεις που έβγαιναν από το στόμα μας ήταν ‘δεν ξέρω’. Οι κραυγές μας ακούγονταν μέσα στη νύχτα. Αφού την επομένη η θεία μου είπε στους γονείς μου πως άκουγε φωνές και κατάλαβε ότι κάποιους βασάνιζαν κοντά στη θάλασσα. Δεν ήξερε τότε ότι ήμουν κι εγώ ένας από αυτούς»
«Μας χτυπούσαν με γροθιές και με τις κάνες των όπλων στο στομάχι, μάς έριχναν πάνω σε αγκαθωτούς θάμνους, μας τραβούσαν από τα γεννητικά όργανα, ενώ σε κάποιες φάσεις μας έστηναν στα τρία μέτρα απειλώντας μας ότι θα μάς εκτελέσουν, αν δεν τους πούμε αυτό που ήθελαν»
«Ο μισοπεθαμένος από τα βασανιστήρια του που είχαν ξεκινήσει από το πρωί, Νικολής, αν και αδύνατος στο σώμα, ήταν αλύγιστος στην ψυχή, δεν τους είπε τίποτα μέχρι το τέλος», μάς λέει με συγκίνηση ο Αντώνης Παπαευριπίδης, ο οποίος αν και μόνο 15 ετών τότε, υπέμεινε κι αυτός την βρετανική βαναυσότητα, αρνούμενος να πει λέξη.
«Άνοιξε η πόρτα του αυτοκινήτου και το σώμα του Νικολή σερνόταν στο οδόστρωμα...»
Κοντά στις 2 τα ξημερώματα απηυδισμένοι οι Βρετανοί και χωρίς να έχουν καταφέρει να αποσπάσουν κάποια πληροφορία, ξανά βάζουν τους δύο αγωνιστές στα μαύρα Μόρις, και ξεκινούν για τον αστυνομικό σταθμό Μόρφου.
Σε κάποιο σημείο του δρόμου, μια απότομη στροφή, όπως θυμάται ο Αντώνης Παπαευριπίδης που καθόταν στο πίσω κάθισμα, το σώμα του Νικολή εντελώς αδύναμο πια να σταθεί, έγειρε απότομα πάνω στην πόρτα του αυτοκινήτου, αυτή άνοιξε, και για αρκετά μέτρα το κορμί του από την μέση και πάνω, σερνόταν πάνω στο οδόστρωμα, μέχρι που ο Ενίς σταμάτησε το αυτοκίνητο και τον έβάλε πίσω στη θέση του.
Στην Μόρφου τους τοποθέτησαν χωριστά και τον 15χρονο τότε Αντώνη, συνέχισαν, όπως μάς είπε, να τον βασανίζουν για μιάμιση ώρα, μέχρι δηλαδή τη στιγμή που θα τους βάλουν πάλι στα δύο μαύρα οχήματα, και θα κατευθυνθούν, γύρω στις 4 τα ξημερώματα, προς το Αργάκι.
«Στο μπροστινό αυτοκίνητο είχαν βάλει το Νικολή ενώ εμένα με έβαλαν στο πίσω. Εκεί στο Αργάκι σταματήσαμε έξω από ένα σπίτι και κατέβηκε ο Ενίς. Υπέθεσα ότι θα συλλαμβάνανε κάποιον, αλλά δεν είδα τίποτα»
Κοντά στο χάραμα της 8ης Οκτωβρίου 1958 κι ενώ τα δύο Μόρις μετά την ολιγόλεπτη στάση στο Αργάκι, έχουν πάρει την κατεύθυνση προς Μόρφου, ξαφνικά το προπορευμενο όχημα με τον Νικολή θα σταματήσει και πίσω του ακριβώς θα σταματήσει και το δεύτερο στο οποίο βρισκόταν ο Αντώνης.
«Επειδή το δικό μας Μόρις ακολουθούσε εκείνο στο οποίο είχαν βάλει τον Νικολή, μπορούσα και έβλεπα τα πάντα. Όταν λοιπόν σταμάτησε το μπροστινό, είδα τον Ενίς που το οδηγούσε και κατέβηκε κρατώντας ένα μαντήλι. Πήγε εκεί κοντά σε έναν όχτο που περνούσε ένα μικρό ρυάκι, έβρεξε το μαντήλι και επέστρεψε στο αυτοκίνητο. Κατάλαβα ότι ο Νικολής είχε σβήσει και προσπαθούσε με το βρεγμένο μαντήλι να τον συνεφέρει. Αμέσως μετά ο Ενίς αφού έκατσε και πάλι στο τιμόνι, ανέπτυξε ταχύτητα και χάθηκε μέσα στη νύχτα. Από τότε δεν ξανά είδα ποτέ τον Νικολή. Είπαν μετά από μερικές μέρες ότι δραπέτευσε, αλλά εγώ ήξερα... είχε πεθάνει εκεί μέσα στο αυτοκίνητο και πήραν το σώμα του και το έθαψαν κάπου για να μην έχουν μπλεξίματα»
Η συνέχεια θα βρει τον Παπαευριπίδη σε άθλια κατάσταση στον αστυνομικό σταθμό Λεύκας, όπου και θα μείνει για 17 μέρες.
«Από τα βασανιστήρια εκείνης της νύχτας το σώμα μου από την μέση και πάνω ήταν μαύρο, όπως το σαπισμένο κρέας. Πέρασε ένας μήνας για να αρχίσουν να φεύγουν οι μελανιές», θυμάται.
«Πού εθάψετε τον αδελφό μου;»
Μία από τις τακτικές των Βρετανών για να αποφύγουν έρευνες που θα μπορούσαν να τους βάλουν σε μπελάδες, ήταν να ισχυριστούν ότι κάποιος κρατούμενος δραπέτευσε. Αυτό είχαν κάνει στην περίπτωση του Χαράλαμπου Φιλιππίδη από τις Αρόδες, ο οποίος μέχρι σήμερα αγνοείται, και το ίδιο έκαναν και στην περίπτωση του Νικολή.
Ο αδελφός του ήρωα από την Ζώδια, Γιάννης Γιάγκου, επίσης μέλος του αγώνα και 87 ετών σήμερα, θυμάται την μέρα που έμαθε για την υποτιθμένη δραπέτευση του αδελφού του.
Οι μέρες περνούσαν και κανένας δεν είχε κάποιο νέο από τον νεαρό ομαδάρχη της Πάνω Ζώδιας. Όταν μάλιστα κάποια στιγμή ο Γιάννης Γιάγκου βρήκε τυχαία στον δρόμο τον Παπαευριπίδη και τον ρώτησε τι έγινε με τον αδελφό του, εκείνος του είπε ξεκάθαρα να μην πιστέψει τους Βρετανούς, γιατί ο Νικολής στην κατάσταση που ήταν μετά τα βασανιστήρια, ήταν αδύνατο ακόμη και να σταθεί στα πόδια του, πόσο μάλλον να δραπετεύσει.
Ο Γιάννης Γιάγκου σίγουρος πια ότι αδελφός του είναι νεκρός αποφασίζει να πάει να βρει τον ίδιο τον Τ/κ ανακριτή Ενις.
«Τον ρώτησα ευθέως, πού εθάψατε τον αδελφό μου. Εκείνος τότε, χωρίς να το αρνηθεί, μου λέει... ‘αυτό αποκλείεται να στο πω’»
Σύμφωνα με πληροφορίες μας πάντως, και από άλλους αγωνιστές που είναι σήμερα εν ζωή, ο πρωταγωνιστής της υπόθεσης Γιάγκου, ο αδίστακτος Ενίς, μετά την υπογραφή των συνθηκών Ζυρίχης-Λονδίνου, φυγαδεύθηκε στην Αγγλία με καινούργιο διαβατήριο και λεφτά, και πέθανε πριν οκτώ χρόνια, χωρίς ποτέ να πει τι απέγινε ο νεαρός ήρωας της Ζώδιας.
Ο Νικόλας Γιάγκου ήταν ένας από τους νεαρούς της ΕΟΚΑ που χωρίς δεύτερη σκέψη έβαλαν τα ιδανικά τους, πάνω κι από την ίδια τους τη ζωή. Το ίδιο μεγαλείο ψυχής έδειξε απέναντι στην αποικιοκρατική βαναυσότητα και ο Αντώνης Παπαυεριπίδης, καταφέροντας ωστόσο να γλυτώσει, γιατί όπως λέει κι ο ίδιος, έζησε «μόνο το μισό μαρτυριό από εκείνο που έζησε ο Νικολής».
Από τους 14 αγωνιστές που την περίοδο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ, έχασαν τη ζωή τους από βασανιστήρια, οι δύο -Νικόλας Γιάγκου και Χαράλαμπος Φιλιππίδης- παραμένουν μέχρι σήμερα αγνοούμενοι. Πριν μερικές μέρες η Πολιτεία τίμησε τα 14 αυτά θύματα. Ωστόσο η εκκρεμότητα των δύο αυτών ηρώων εξακολουθεί να βαραίνει το κράτος, το οποίο επιβάλλεται -έστω και με καθυστέρηση 60 χρόνων- να κινήσει όλες τις δυνατές διαδικασίες, για να βρεθούν τα λείψανά τους, και να ταφούν επιτέλους με τις τιμές που τους πρέπουν.