Σάκι, Γκουαρδιόλα και Αντσελότι αποδομούν τους galacticos

Το Festival dello Sport πρόκειται για μία εκδήλωση που διαρκεί τρεις μέρες και διεξάγεται στην Ιταλία, υπό την αιγίδα της Gazzetta dello Sport και της Trentino. Πρόκειται για ένα αθλητικό φεστιβάλ που πραγματοποιείται για πρώτη φορά και που θα αποκτήσει ετήσιο χαρακτήρα. Φέτος, το θέμα ήταν τα «Ρεκόρ», με συνέπεια οι διοργανωτές να έχουν προσκαλέσει για να μιλήσουν αθλητές και προπονητές που συνδύασαν το όνομά τους με σπουδαίες επιδόσεις.
 
Μεταξύ των πάνελ στο Τρέντο όπου διεξήχθη η εκδήλωση μεταξύ 11 και 14 Οκτωβρίου βρέθηκαν και τρεις προπονητές που έχουν αφήσει το στίγμα τους στον χώρο του ποδοσφαίρου. Τρία κορυφαία ονόματα, δύο εν ενεργεία κι ένας βετεράνος εδώ και πολλά χρόνια.
 
Οι Αρίγκο Σάκι, Πεπ Γκουαρδιόλα και Κάρλο Αντσελότι προσκλήθηκαν για να μιλήσουν στο Festival dello Sport για το ποδόσφαιρο, τη φιλοσοφία τους αλλά και τις εμπειρίες τους. Η συζήτηση ήταν απολαυστική.
 
Ένας από τους βασικούς άξονες γύρω από τους οποίους περιστράφηκε η κουβέντα ήταν το δίλημμα μεταξύ όμορφου ποδοσφαίρου και αποτελεσματικού ποδοσφαίρου. «Θα ήλπιζα όποιος παίζει το καλύτερο ποδόσφαιρο να νικάει και όντως έχει καλύτερες ελπίδες νίκης, όμως δεν συμβαίνει πάντα. Στο ποδόσφαιρο πρέπει να βάλεις την μπάλα στα δίχτυα για να νικήσεις, οπότε είναι ξεχωριστό και λίγο τρελό άθλημα», τόνισε ο Γκουαρδιόλα.
 
Ο Αντσελότι δεν θα μπορούσε να διαφωνήσει: «Το να παίζεις καλό ποδόσφαιρο σου δίνει καλύτερες πιθανότητες νίκης, όμως παραμένει ένα απρόβλεπτο άθλημα. Υπάρχει μεγάλη συζήτηση γύρω από τα στατιστικά, όμως χρειάζονται περισσότερα για να το εξηγήσουν. Το μόνο πραγματικό στατιστικό που μετράει είναι ο αριθμός τερμάτων, όχι πόσα εύστοχα σουτ είχες».
 
Ο Σάκι διατήρησε την άτεγκτη στάση που είχε πάντοτε υπέρ του θεάματος: «Μπορείς να παίξεις καλύτερα και να χάσεις, όμως μόνο αν δεν ανταπεξέλθεις σε αυτά που οι αντίπαλοί σου έκαναν σε ατομικό επίπεδο. Η ομάδα που παίζει καλά και κερδίζει όχι μόνο αναγνωρίζεται ως νικήτρια, αλλά αποκτά και ηθική ανωτερότητα».
 
«Ο Ντι Στέφανο βαριόταν τους galacticos»
Μάλιστα, ο θρυλικός προπονητής της Grande Milan του '80 θυμήθηκε την περίοδο 2004-2005, όταν εργάστηκε ως διευθυντής ποδοσφαίρου στη Ρεάλ των galacticos και αποδόμησε τη λειτουργία εκείνης της ομάδας.
 
«Το καλό ποδόσφαιρο βασίζεται στις ιδέες, όχι στην ποιότητα των παικτών. Είδα μέτριες ομάδες να παίζουν πραγματικά καλά, ενώ η Ρεάλ όταν ήμουν τεχνικός διευθυντής και αρνήθηκα να γίνω ο προπονητής τους... Είχαμε τον Ντέιβιντ Μπέκαμ, τον Μάικλ Όουεν, τον Ρονάλντο, τον Ραούλ, τον Λουίς Φίγκο, τον Ζινεντίν Ζιντάν και πολλούς άλλους. Επίτμος πρόεδρος εκείνη την εποχή ήταν ο Αλφρέντο ντι Στέφανο, ο οποίος ποτέ δεν έβλεπε έναν αγώνα μέχρι τέλους, επειδή βαριόταν».
 
«Μπορείς να έχεις τεράστια παραγωγή ταινιών με τους καλύτερους ηθοποιούς, αλλά χωρίς πλοκή. Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ είπε ότι χωρίς σενάριο, υπάρχει μόνο αυτοσχεδιασμός και ασαφείς ιδέες. Η προσέγγιση του προπονητή βελτιώνεται ή χειροτερεύει από τους παίκτες. Οι παίκτες είναι εκεί στην υπηρεσία της τακτικής».
 
«Οι μικροί σύλλογοι εξελίσσονται»
Όσον αφορά στην εξέλιξη του ποδοσφαίρου με το πέρασμα των ετών, οι τρεις προπονητές συμφώνησαν ότι πλέον οι μικρότερες ομάδες δεν βρίσκουν απαραίτητο να κλείνονται στα καρέ τους, όταν παίζουν με θεωρητικά πιο ισχυρό αντίπαλο.
 
«Βλέπουμε ποδόσφαιρο καλά οργανωμένο τόσο σε άμυνα όσο και σε επίθεση. Είναι θετικό ποδόσφαιρο, επειδή ακόμα και οι μικρότερες ομάδες, που κάποτε δεσμεύονταν αποκλειστικά σε αμυντικό ποδόσφαιρο, τώρα προσπαθούν να δημιουργήσουν τη δική τους ταυτότητα. Το βλέπουμε αυτό σε όλη την Ευρώπη πλέον», εξήγησε ο Αντσελότι.
 
Ο Γκουαρδιόλα, ως τεχνικός της Μάντσεστερ Σίτι, υπερθεμάτισε: «Συμβαίνει και στην Premier League επίσης, οι μικρότεροι σύλλογοι εξελίσσονται. Αν δω τη Σασουόλο πια στη Serie A, μου δίνει την εντύπωση ότι είναι μία πολύ ομάδα με επιθετική νοοτροπία και θετική ομάδα».
 
Όταν δε, ο τελευταίος ρωτήθηκε αν θα προπονούσε ποτέ στην Ιταλία, απάντησε: «Γιατί όχι; Δεν μπορούσα να σκεφτώ ότι θα βρισκόμουν στη Γερμανία και θα μάθαινα γερμανικά κι όμως αυτό συνέβη. Τώρα είμαι στην Αγγλία. Ποιος ξέρει που θα με βγάλει το ποδόσφαιρο; Είμαι πεπεισμένος ότι στην Ιταλία υπάρχουν οι παίκτες για να αρχίσει να νικάει ξανά. Ως τεχνικός, αντιμετωπίζω ιταλικές ομάδες και λέω: “Ουάου, μας έκαναν να υποφέρουμε”. Ίσως πήραμε κάποια μαθήματα από αυτό στην Ισπανία. Ακολουθήσαμε έναν δρόμο και τα πήγαμε καλά».
 
Κρόιφ, Λίντχολμ και Σάκι οι 'γκουρού'
Στη συνέχεια, η κουβέντα έφτασε στους προπονητικούς μέντορές τους. Ο Γκουαρδιόλα αναπόφευκτα ανέφερε το όνομα του «ιπτάμενου Ολλανδού». «Ο Γιόχαν Κρόιφ ήταν το πιο σημαντικό πρόσωπο που δούλεψα μαζί του, αφού μου άνοιξε τα μάτια με το στιλ ποδοσφαίρου του. Μας βοήθησε να αντιληφθούμε έναν διαφορετικό τρόπο να βλέπουμε το ποδόσφαιρο. Ήταν σαν να πηγαίνουμε σχολείο κάθε μέρα. Μπορεί να κερδίζαμε και θα μας έλεγε τον λόγο που κερδίζαμε. Μας έκανε να ερωτευτούμε. Δεν είναι σύμπτωση που τόσοι πολλοί παίκτες οι οποίοι δούλεψαν με τον Σάκι και τον Κρόιφ είναι τώρα προπονητές, επειδή άνοιξε το μυαλό τους. Μας έδωσαν νέα αγάπη για το άθλημα».
 
Δεν παρέβλεψε να μιλήσει και για το περίφημο tiki taka: «Δεν εφηύρα το tiki taka. Κατακτήσαμε το Champions League με την Μπαρτσελόνα έχοντας μία ομάδα γεμάτη παίκτες που είχαν αρχίσει στην ακαδημία σε ηλικία 8-10 ετών. Ήταν μία μοναδική στιγμή ευθυγράμμισης των άστρων, με την πίστη του συλλόγου και ένα σύνολο παιδιών που όλοι έβλεπαν το ποδόσφαιρο με τον ίδιο τρόπο. Θα μπορούσαμε να αποκτήσουμε μεγαλύτερους αστέρες, όμως θέλαμε να καλλιεργήσουμε αυτήν την πείνα».
 
«Για να είμαι ειλικρινής, δεν μου αρέσει πολύ το tiki taka ως έννοια, όμως ξέραμε ακριβώς πού θέλαμε να πάμε με την μπάλα. Υπάρχει νοσταλγία γι' αυτό τώρα, όμως ήταν μία υπέροχη εμπειρία. Θα δούμε αν θα μιλάνε γι' αυτό ακόμα σε 10-20 χρόνια, όπως συμβαίνει με τις σπουδαίες ταινίες».
 
Ο νυν προπονητής της Νάπολι υπήρξε σημαντικό στέλεχος της μεσαίας γραμμής στη Μίλαν του Σάκι και βοηθός του στην εθνική Ιταλίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο 1994 και ως εκ τούτου, επηρεάστηκε και από αυτόν. «Είχα ορισμένους σημαντικούς δασκάλους και σε επίπεδο ανθρώπινης επαφής, κανείς άλλος δεν ήταν καλύτερος από τον Νιλς Λίντχολμ. Το '80 ήταν θεμελιώδης, αφού δεν έθετε καθόλου πίεση στους παίκτες».
 
«Ο ρόλος του προπονητή είναι περίπλοκος, αλλά απολαυστικός, αφού πρέπει να σκέφτεσαι ότι υπάρχουν 25 παίκτες και όλοι είναι σημαντικοί με τον ίδιο τρόπο. Από τον φροντιστή μέχρι το μεγαλύτερο αστέρι. Η ιδέα μου να συναναστρέφεσαι σε ένα σύνολο είναι να κάνω τους ανθρώπους να αισθάνονται όσο πιο άνετα είναι δυνατόν, να τους δίνω ευθύνες και να διαχειρίζομαι. Μερικές φορές ο κόσμος λέει ότι είμαι πολύ μαλακός, ότι χρειάζομαι μαστίγιο, όμως αν θέλεις κάποιον τέτοιον προπονητή, τότε πάρε άλλον, όχι εμένα. Η εμπειρία σε κάνει έτσι. Αν είμαι πολύ σκληρός μπροστά στους παίκτες μου, χάνω αξιοπιστία».
 
«Σε τεχνικούς όρους, ο Σάκι ήταν καθοριστικός, αφού προπονούμουν μαζί του για πέντε χρόνια και αντιλήφθηκα τη σημασία του να έχεις μία μέθοδο να προετοιμάζεις τις προπονήσεις και να προσπαθείς να μεταδόσεις τις ιδέες σου στους παίκτες. Πριν από αυτόν, οι προπονήσεις ήταν κυρίως 20 λεπτά ζέσταμα, μισή ώρα προπόνηση των γραμμών και 10 λεπτά στόχος. Ήταν σαν ένας άλλος κόσμος. Όταν πιέζαμε και κλέψαμε την μπάλα για να πάμε στην αντεπίθεση, τότε ενεργοποιούνταν οι αμυντικές κινήσεις, αντί να γίνουμε τελείως παθητικοί. Ήταν πολύ πιο ερεθιστικό».
 
Ο Σάκι, από την πλευρά του, εντόπισε τις επιρροές του στην Ολλανδία και τον Άγιαξ του '70, επιμένοντας ότι η τακτική είναι πάνω από το ατομικό ταλέντο. «Μία νίκη χωρίς αξία για μένα δεν είναι αληθινή νίκη. Επιχείρησα να εφαρμόσω μία μέθοδο σε κάθε ομάδα που είχα, αφού ήμουν ερωτευμένος με την Ολλανδία, τη Βραζιλία και τον Άγιαξ, προσπαθώντας να βρω πώς έπαιζαν έτσι. Τα τελευταία 50 χρόνια στο άθλημα υπήρχε διαρκής εξέλιξη από τον Άγιαξ, την Ολλανδία, τη Μίλαν στην Μπαρτσελόνα του Γκουαρδιόλα. Χωρίς εξέλιξη, το άθλημα θα ήταν νεκρό. Χωρίς ρίσκο, παραμένεις στο παρελθόν, ενώ η καινοτομία σε κάνει να αλλάζεις κάθε χρόνο».
 
«Στην Ιταλία, έχουμε αυτήν τη βραχυπρόθεσμη οπτική των πάντων και θέλουμε να σταματάμε τον χρόνο, να μένουμε στο παρελθόν. Ο πεσιμισμός μπλοκάρει το μυαλό. Αν παίζεις στην άμυνα, πώς θα αναπτυχθείς;»
 
«Θα ήθελα τα μαλλιά του Αντσελότι»
Το τέλος της κουβέντας βρήκε τους προπονητές να απαντούν ποιο στοιχείο θα ήθελε ο ένας να πάρει από τον άλλον. «Τα μαλλιά του», απάντησε ο Γκουαρδιόλα για τον Αντσελότι, αλλά συνέχισε πιο σοβαρά: «Όταν μιλάω στους παίκτες που συνεργάστηκε μαζί τους, ο καθένας τους τον επευφημεί ως σπουδαίο άνθρωπο και προπονητή».
 
Ο Αντσελότι αποκρίθηκε: «Σίγουρα δεν θέλω τα μαλλιά του Γκουαρδιόλα. Ίσως θα έπαιρνα την ταχύτητα με την οποία μεταδίδει τις ιδέες στην ομάδα, αφού σε αυτό το κομμάτι είναι φαινόμενο. Κάθε προπονητής έχει τις ιδέες του, όμως μόνο οι σπουδαίοι μπορούν να τις μεταφέρουν με ακρίβεια σε άλλους, που μετά πρέπει να τις εφαρμόσουν στο γήπεδο. Πρέπει να είσαι αρκετά αξιόπιστος στα μάτια τους».
 
Ο Σάκι, από την πλευρά του, σημείωσε: «Ο Αντσελότι εμπνέει εμπιστοσύνη και αυτοπεποίθηση. Μπορεί να μην έχει την εμμονική φύση που είχα με την τακτική, που νομίζω ότι ο Γκουαρδιόλα την έχει».
Πηγή: contra.gr

Δειτε Επισης

Τραμπ, Μασκ και Κένεντι τρώνε χάμπουργκερ και υπόσχονται: Να ξαναδώσουμε στην Αμερική την υγεία της από... αύριο
Τι σημαίνει η απόφαση Μπάιντεν να επιτρέψει στο Κίεβο να πλήξει τη Ρωσία με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς
Νέα σελίδα στην ιστορία με τα δελτία της ΚΥΠ-«Μαθαίνουμε λεπτομέρειες για το εσωτερικό μέτωπο»
Πώς θα εφαρμοστεί ο Νόμος για την πολιτική επιστράτευση-Ο ορισμός της «κρίσης» και οι συστάσεις σε πολίτες
Οι πολιτικές Κυβέρνησης για μεταναστευτικό με θετικό πρόσημο και η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολίτων
Ήρθε στην Κύπρο για να σπουδάσει δικηγόρος η άτυχη Ειρήνη, έσβησε δύο εβδομάδες πριν τα γενέθλια της
Θρήνος και οδύνη για τα τρία θύματα της ασύλληπτης τραγωδίας-Σε κρίσιμη κατάσταση ο τέταρτος νεαρός
Καταχωρούν αβέρτα υποθέσεις και στο τέλος αποσύρονται-Κατέρρευσε το 40% το 2022, πάνω από 100.000 σε πέντε χρόνια
Με πρόταση Νόμου θέλουν να αποφράξουν τους δρόμους μετά από τροχαία-Πάνω από 500 κάθε χρόνο
Η ακρίβεια φέρνει αύξηση στα ασφάλιστρα για εργατικά ατυχήματα-Οι αλλαγές που προωθούνται