Συνεχίστηκε η αντεξέταση της Α. Φιλιππίδου στην υπόθεση της πρώην Λαϊκής
17:47 - 22 Ιανουαρίου 2018
Συνεχίστηκε η αντεξέταση της τότε Οικονομικής Διευθύντριας Αννίτας Φιλιππίδου στην ποινική υπόθεση ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας εναντίον υψηλόβαθμων στελεχών της πρώην Λαϊκής Τράπεζας. Η αντεξέταση της μάρτυρα αναμένεται να ολοκληρωθεί αύριο, Τρίτη.
Η κ. Φιλιππίδου κλήθηκε να απαντήσει σε ερωτήματα που της έθεσαν οι συνήγοροι υπεράσπισης Ανδρέας Χαβιαράς και Ρίκκος Μαπουρίδης, μεταξύ άλλων, αναφορικά με το πόσο σημαντική έκρινε η ίδια ότι ήταν η απομείωση της υπεραξίας των εργασιών στην Ελλάδα, πόσο υποκειμενικός ή όχι είναι ένας τέτοιος υπολογισμός, κατά πόσο ήταν ή όχι αναγκαστικό το δεύτερο κούρεμα ομολόγων ελληνικού δημοσίου κατά την επίδικη περίοδο αλλά και τις δικές της αρμοδιότητες και ευθύνες αναφορικά με το ζήτημα της υπεραξίας.
Κατηγορούμενοι στην υπόθεση είναι ο Ευθύμιος Μπουλούτας τότε Διευθύνων Σύμβουλος του ομίλου της Λαϊκής, ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος Παναγιώτης Κουννής, ο μη εκτελεστικός Αντιπρόεδρος Νεοκλής Λυσάνδρου και το μη εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Μάρκος Φόρος.
Απαντώντας σε ερωτήσεις του κ. Χαβιαρά η κ. Φιλιππίδου αναγνώρισε ότι μέχρι τον Αύγουστο του 2011 και η ίδια πίστευε ότι τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι εργασίες στην Ελλάδα ήταν παροδικά.
Σε ερώτηση αναφορικά με πρακτικά του ΔΣ του ομίλου στις 3 Νοεμβρίου 2011 σύμφωνα με τα οποία πάρθηκε η απόφαση όπως αναμένεται να υπάρχει μεγαλύτερη σαφήνεια (clarity) ως προ το θέμα των ομολόγων ελληνικού δημοσίου και το PSI+ η μάρτυρας απάντησε ότι η απόφαση του ΔΣ και η απόφαση η οποία πάρθηκε από τους ελεγκτικούς οίκους ήταν άλλο θέμα.
Εγώ βασίστηκα στην απόφαση των μεγάλων ελεγκτικών οίκων για το θέμα και σε email το οποίο μου έστειλαν οι εξωτερικοί ελεγκτές ότι αν δεν υπάρχει απομείωση στο 50% των ελληνικών ομολόγων στους λογαριασμούς 9μήνου τότε δεν θα είναι συμβατοί με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, είπε.
Σε υποβολή του κ. Χαβιαρά ότι η σημείωση 10 η οποία περιλήφθηκε καλύπτει και την περίπτωση απομείωσης της υπεραξίας των εργασιών στην Ελλάδα η Αννίτα Φιλιππίδου διαφώνησε.
Σε ερώτηση αναφορικά με απάντηση που έδωσε στον συντάκτη έκθεσης για λογαριασμό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Ράκη Χριστοφόρου ότι το θέμα της απομείωσης της υπεραξίας «θεωρείτο επουσιώδες και λογιστικό θέμα», απάντησε καταφατικά υπό την έννοια, κατά την ίδια, ότι δεν επηρεάζονταν τα εποπτικά κεφάλαια δηλαδή την φερεγγυότητα της τράπεζας. Ήταν λογιστικό θέμα, πρόσθεσε.
Απαντώντας σε ερωτήσεις του κ. Μαπουρίδη για το γεγονός ότι η ίδια δεν θεωρούσε ότι έπρεπε να εξεταστεί τυχόν απομείωση της υπεραξίας των εργασιών της Ελλάδας για ο εξάμηνο και για τη διαφορά που υπήρχε μεταξύ εξαμήνου και εννιαμήνου η κ. Φιλιππίδου ανέφερε ότι υπήρχε το δεύτερο κούρεμα των ομολόγων ελληνικού δημοσίου (PSI+) στις 27/10/2011 και το γεγονός ότι η τράπεζα αντιμετώπιζε προβλήματα και είχε μπει στο ELA (Emergency Liquidity Assistance) στις 30/9/2011 ενώ οι ενδείξεις της οικονομίας ήταν πολύ χειρότερες.
Για το εξάμηνο ανέφερε ότι ήταν μικρό το κεφαλαιακό κόστος για την τράπεζα από το πρώτο κούρεμα και είχε υπολογιστεί ότι θα κέρδιζε και κεφάλαια ύψους €600 εκατ., δηλαδή, πρόσθεσε θα είχε περισσότερη δύναμη να υπάρξει κερδοφορία και να υποστηρίξει υπεραξία κάτι που «αντιστράφηκε πλήρως» με το 2ο PSΙ.
Σε δήλωση του κ. Μαπουρίδη ότι αφού εκείνη την ώρα δεν είχε καθοριστεί ακόμη ότι ήταν υποχρεωτική η συμμετοχή της τράπεζας και ακόμα ήταν εθελοντική, η κ. Φιλιππίδου απάντησε ότι το «εθελοντική ήταν ακαδημαϊκό». Σύμφωνα με την ίδια η ΕΕ δεν έκανε ανακοίνωση έχοντας υπόψη της «αν θέλετε παίρνετε, αν δεν θέλετε δεν παίρνετε». Ήξεραν ότι είχαν τρόπους να επιβληθεί και αυτό εφαρμόστηκε στο τέλος με νομοθεσίες, πρόσθεσε.
Σε ερώτηση αν τα μέλη του ΔΣ είχαν υπόψη τους ότι ήταν καταναγκαστικό το κούρεμα των ομολόγων εκτίμηση ότι ναι κάθε νοήμων άνθρωπος έβλεπε πως ο κάτοχος των ομολόγων ελληνικού δημοσίου θα είχε υποστεί 50% ζημιά στα ομόλογά του. Σε σχόλιο ότι η ανακοίνωση για το υποχρεωτικό του κουρέματος ήταν τον επόμενο Φεβρουάριο, απάντησε ότι τότε οριστικοποιήθηκε αλλά η απόφαση ήταν πριν.
Σε υποβολή του κ. Μαπουρίδη ότι η ίδια είχε μεγαλύτερη υποχρέωση να ενημερώσει το ΔΣ εν όψη μάλιστα και της παράλειψης όπως την άφησε η ίδια να νοηθεί της Επιτροπής Ελέγχου να αναφερθεί στο θέμα της απομείωσης, κάτι που δεν έπραξε απάντησε «άποψη σας».
Σε ερώτηση τι είπε εκείνη την ώρα στο ΔΣ όταν ο κ Μπουλούτας αναφέρθηκε στο θέμα της υπεραξίας η μάρτυρας απάντησε ότι δεν θυμάται. Σε υποβολή του δικηγόρου ότι «εγώ λέω ότι δεν είπες τίποτα», απάντησε «μπορεί, δεν θυμάμαι».
Σε σειρά ερωτήσεων για το γεγονός ότι η ίδια πήρε την πρωτοβουλία να εισάγει σημείωση για το θέμα των ομολόγων αλλά όχι για την υπεραξία, η κ. Φιλιππίδου ανέφερε ότι το θέμα το goodwill δεν θεραπεύεται με σημείωση. Σε επιπρόσθετη ερώτηση αν το θεωρούσε ήσσονος σημασίας απάντησε πως όχι, το θεωρούσα σημαντικό διότι προηγήθηκε και αλληλογραφία με τους εξωτερικούς ελεγκτές, κάτι σύμφωνα με την ίδια που πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη.
Απαντώντας σε άλλο σημείο της αντεξέτασης της σε ερώτηση γιατί κοινοποίησε στους Χρίστο Στυλιανίδη και Παναγιώτη Κουννή, στις 22 Νοεμβρίου 2011, το ηλεκτρονικό μήνυμα του Ευγένιου Ευγενίου του οίκου των εξωτερικών ελεγκτών PriceWaterhouseCoopers ότι το ποσό που η ίδια πρότεινε να περιληφθεί για την απομείωση της υπεραξίας στους εννιαμηνιαίους λογαριασμούς, δηλαδή τα €250 εκατ. ήταν ανεπαρκές, απάντησε ότι ήταν οι Αναπληρωτές Διευθύνοντες Σύμβουλοι και ήθελα την υποστήριξή τους σε αυτό το θέμα που είχα διαφωνία με τον κ. Μπουλούτα. Σε ερώτηση αν παρουσίασε ποτέ μια μικρή έστω περιγραφική έκθεση για το θέμα είπε ότι η ίδια θεώρησε ότι αν προωθούσε το email του κ. Ευγενίου ότι θα ήταν εμφανές το ζήτημα.
Η μάρτυρας απάντησε καταφατικά σε εισήγηση ότι είχε σύνδεση και αναφορά στον κ. Κουννή αλλά όχι για ζητήματα του ομίλου.
Στο μεταξύ, αίτημα των συνηγόρων υπεράσπισης Ανδρέα Χαβιαρά και Μιχάλη Πική για τοποθέτηση από πλευράς της εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής Έλλης Παπαγαπίου αναφορικά με το ακριβές ποσό για το οποίο κατηγορούνται οι κατηγορούμενοι ότι θα έπρεπε να είχαν ανακοινώσει ως απομείωση της υπεραξίας των εργασιών στην Ελλάδα απέτυχε.
Οι κατηγορίες
Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν από κοινού δύο κατηγορίες, η πρώτη για το αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς και η δεύτερη για το αδίκημα των ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων και πληροφοριών ή απόκρυψης.
Συγκεκριμένα, οι κατηγορούμενοι κατηγορούνται ότι με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, χειραγώγησαν την αγορά. Δηλαδή, ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας, διέδωσαν πληροφορίες στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο κοινό που έδιναν παραπλανητικές ενδείξεις. Δηλαδή, ενώ γνώριζαν ότι υπήρξε απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της τράπεζας στην Ελλάδα (Marfin Egnatia Bank), η οποία ανερχόταν στα €330 εκ. τουλάχιστον, παρέλειψαν να το συμπεριλάβουν στη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011 και η οποία δημοσιεύθηκε στις 29/11/2011.
Κατηγορούνται, επίσης, ότι με την με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, και ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, προέβησαν σε παραπλανητική ανακοίνωση. Δηλαδή, στις 29/11/11 δημοσιοποίησαν στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου τη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011, αποκρύβοντας την απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της εταιρείας στην Ελλάδα, η οποία ανερχόταν στα €330 εκ τουλάχιστον.
Για όλους τους κατηγορούμενους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους από το δικαστήριο πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο που εκδικάζει την υπόθεση, αποτελείται από την Πρόεδρό του, Έλενα Εφραίμ, τον Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή Νίκο Γερολέμου και την Ανώτερη Επαρχιακή Δικαστή Στέλλα Χριστοδουλίδου – Μέσσιου.
Η κ. Φιλιππίδου κλήθηκε να απαντήσει σε ερωτήματα που της έθεσαν οι συνήγοροι υπεράσπισης Ανδρέας Χαβιαράς και Ρίκκος Μαπουρίδης, μεταξύ άλλων, αναφορικά με το πόσο σημαντική έκρινε η ίδια ότι ήταν η απομείωση της υπεραξίας των εργασιών στην Ελλάδα, πόσο υποκειμενικός ή όχι είναι ένας τέτοιος υπολογισμός, κατά πόσο ήταν ή όχι αναγκαστικό το δεύτερο κούρεμα ομολόγων ελληνικού δημοσίου κατά την επίδικη περίοδο αλλά και τις δικές της αρμοδιότητες και ευθύνες αναφορικά με το ζήτημα της υπεραξίας.
Κατηγορούμενοι στην υπόθεση είναι ο Ευθύμιος Μπουλούτας τότε Διευθύνων Σύμβουλος του ομίλου της Λαϊκής, ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος Παναγιώτης Κουννής, ο μη εκτελεστικός Αντιπρόεδρος Νεοκλής Λυσάνδρου και το μη εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Μάρκος Φόρος.
Απαντώντας σε ερωτήσεις του κ. Χαβιαρά η κ. Φιλιππίδου αναγνώρισε ότι μέχρι τον Αύγουστο του 2011 και η ίδια πίστευε ότι τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι εργασίες στην Ελλάδα ήταν παροδικά.
Σε ερώτηση αναφορικά με πρακτικά του ΔΣ του ομίλου στις 3 Νοεμβρίου 2011 σύμφωνα με τα οποία πάρθηκε η απόφαση όπως αναμένεται να υπάρχει μεγαλύτερη σαφήνεια (clarity) ως προ το θέμα των ομολόγων ελληνικού δημοσίου και το PSI+ η μάρτυρας απάντησε ότι η απόφαση του ΔΣ και η απόφαση η οποία πάρθηκε από τους ελεγκτικούς οίκους ήταν άλλο θέμα.
Εγώ βασίστηκα στην απόφαση των μεγάλων ελεγκτικών οίκων για το θέμα και σε email το οποίο μου έστειλαν οι εξωτερικοί ελεγκτές ότι αν δεν υπάρχει απομείωση στο 50% των ελληνικών ομολόγων στους λογαριασμούς 9μήνου τότε δεν θα είναι συμβατοί με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, είπε.
Σε υποβολή του κ. Χαβιαρά ότι η σημείωση 10 η οποία περιλήφθηκε καλύπτει και την περίπτωση απομείωσης της υπεραξίας των εργασιών στην Ελλάδα η Αννίτα Φιλιππίδου διαφώνησε.
Σε ερώτηση αναφορικά με απάντηση που έδωσε στον συντάκτη έκθεσης για λογαριασμό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Ράκη Χριστοφόρου ότι το θέμα της απομείωσης της υπεραξίας «θεωρείτο επουσιώδες και λογιστικό θέμα», απάντησε καταφατικά υπό την έννοια, κατά την ίδια, ότι δεν επηρεάζονταν τα εποπτικά κεφάλαια δηλαδή την φερεγγυότητα της τράπεζας. Ήταν λογιστικό θέμα, πρόσθεσε.
Απαντώντας σε ερωτήσεις του κ. Μαπουρίδη για το γεγονός ότι η ίδια δεν θεωρούσε ότι έπρεπε να εξεταστεί τυχόν απομείωση της υπεραξίας των εργασιών της Ελλάδας για ο εξάμηνο και για τη διαφορά που υπήρχε μεταξύ εξαμήνου και εννιαμήνου η κ. Φιλιππίδου ανέφερε ότι υπήρχε το δεύτερο κούρεμα των ομολόγων ελληνικού δημοσίου (PSI+) στις 27/10/2011 και το γεγονός ότι η τράπεζα αντιμετώπιζε προβλήματα και είχε μπει στο ELA (Emergency Liquidity Assistance) στις 30/9/2011 ενώ οι ενδείξεις της οικονομίας ήταν πολύ χειρότερες.
Για το εξάμηνο ανέφερε ότι ήταν μικρό το κεφαλαιακό κόστος για την τράπεζα από το πρώτο κούρεμα και είχε υπολογιστεί ότι θα κέρδιζε και κεφάλαια ύψους €600 εκατ., δηλαδή, πρόσθεσε θα είχε περισσότερη δύναμη να υπάρξει κερδοφορία και να υποστηρίξει υπεραξία κάτι που «αντιστράφηκε πλήρως» με το 2ο PSΙ.
Σε δήλωση του κ. Μαπουρίδη ότι αφού εκείνη την ώρα δεν είχε καθοριστεί ακόμη ότι ήταν υποχρεωτική η συμμετοχή της τράπεζας και ακόμα ήταν εθελοντική, η κ. Φιλιππίδου απάντησε ότι το «εθελοντική ήταν ακαδημαϊκό». Σύμφωνα με την ίδια η ΕΕ δεν έκανε ανακοίνωση έχοντας υπόψη της «αν θέλετε παίρνετε, αν δεν θέλετε δεν παίρνετε». Ήξεραν ότι είχαν τρόπους να επιβληθεί και αυτό εφαρμόστηκε στο τέλος με νομοθεσίες, πρόσθεσε.
Σε ερώτηση αν τα μέλη του ΔΣ είχαν υπόψη τους ότι ήταν καταναγκαστικό το κούρεμα των ομολόγων εκτίμηση ότι ναι κάθε νοήμων άνθρωπος έβλεπε πως ο κάτοχος των ομολόγων ελληνικού δημοσίου θα είχε υποστεί 50% ζημιά στα ομόλογά του. Σε σχόλιο ότι η ανακοίνωση για το υποχρεωτικό του κουρέματος ήταν τον επόμενο Φεβρουάριο, απάντησε ότι τότε οριστικοποιήθηκε αλλά η απόφαση ήταν πριν.
Σε υποβολή του κ. Μαπουρίδη ότι η ίδια είχε μεγαλύτερη υποχρέωση να ενημερώσει το ΔΣ εν όψη μάλιστα και της παράλειψης όπως την άφησε η ίδια να νοηθεί της Επιτροπής Ελέγχου να αναφερθεί στο θέμα της απομείωσης, κάτι που δεν έπραξε απάντησε «άποψη σας».
Σε ερώτηση τι είπε εκείνη την ώρα στο ΔΣ όταν ο κ Μπουλούτας αναφέρθηκε στο θέμα της υπεραξίας η μάρτυρας απάντησε ότι δεν θυμάται. Σε υποβολή του δικηγόρου ότι «εγώ λέω ότι δεν είπες τίποτα», απάντησε «μπορεί, δεν θυμάμαι».
Σε σειρά ερωτήσεων για το γεγονός ότι η ίδια πήρε την πρωτοβουλία να εισάγει σημείωση για το θέμα των ομολόγων αλλά όχι για την υπεραξία, η κ. Φιλιππίδου ανέφερε ότι το θέμα το goodwill δεν θεραπεύεται με σημείωση. Σε επιπρόσθετη ερώτηση αν το θεωρούσε ήσσονος σημασίας απάντησε πως όχι, το θεωρούσα σημαντικό διότι προηγήθηκε και αλληλογραφία με τους εξωτερικούς ελεγκτές, κάτι σύμφωνα με την ίδια που πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη.
Απαντώντας σε άλλο σημείο της αντεξέτασης της σε ερώτηση γιατί κοινοποίησε στους Χρίστο Στυλιανίδη και Παναγιώτη Κουννή, στις 22 Νοεμβρίου 2011, το ηλεκτρονικό μήνυμα του Ευγένιου Ευγενίου του οίκου των εξωτερικών ελεγκτών PriceWaterhouseCoopers ότι το ποσό που η ίδια πρότεινε να περιληφθεί για την απομείωση της υπεραξίας στους εννιαμηνιαίους λογαριασμούς, δηλαδή τα €250 εκατ. ήταν ανεπαρκές, απάντησε ότι ήταν οι Αναπληρωτές Διευθύνοντες Σύμβουλοι και ήθελα την υποστήριξή τους σε αυτό το θέμα που είχα διαφωνία με τον κ. Μπουλούτα. Σε ερώτηση αν παρουσίασε ποτέ μια μικρή έστω περιγραφική έκθεση για το θέμα είπε ότι η ίδια θεώρησε ότι αν προωθούσε το email του κ. Ευγενίου ότι θα ήταν εμφανές το ζήτημα.
Η μάρτυρας απάντησε καταφατικά σε εισήγηση ότι είχε σύνδεση και αναφορά στον κ. Κουννή αλλά όχι για ζητήματα του ομίλου.
Στο μεταξύ, αίτημα των συνηγόρων υπεράσπισης Ανδρέα Χαβιαρά και Μιχάλη Πική για τοποθέτηση από πλευράς της εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής Έλλης Παπαγαπίου αναφορικά με το ακριβές ποσό για το οποίο κατηγορούνται οι κατηγορούμενοι ότι θα έπρεπε να είχαν ανακοινώσει ως απομείωση της υπεραξίας των εργασιών στην Ελλάδα απέτυχε.
Οι κατηγορίες
Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν από κοινού δύο κατηγορίες, η πρώτη για το αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς και η δεύτερη για το αδίκημα των ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων και πληροφοριών ή απόκρυψης.
Συγκεκριμένα, οι κατηγορούμενοι κατηγορούνται ότι με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, χειραγώγησαν την αγορά. Δηλαδή, ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας, διέδωσαν πληροφορίες στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο κοινό που έδιναν παραπλανητικές ενδείξεις. Δηλαδή, ενώ γνώριζαν ότι υπήρξε απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της τράπεζας στην Ελλάδα (Marfin Egnatia Bank), η οποία ανερχόταν στα €330 εκ. τουλάχιστον, παρέλειψαν να το συμπεριλάβουν στη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011 και η οποία δημοσιεύθηκε στις 29/11/2011.
Κατηγορούνται, επίσης, ότι με την με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, και ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, προέβησαν σε παραπλανητική ανακοίνωση. Δηλαδή, στις 29/11/11 δημοσιοποίησαν στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου τη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011, αποκρύβοντας την απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της εταιρείας στην Ελλάδα, η οποία ανερχόταν στα €330 εκ τουλάχιστον.
Για όλους τους κατηγορούμενους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους από το δικαστήριο πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο που εκδικάζει την υπόθεση, αποτελείται από την Πρόεδρό του, Έλενα Εφραίμ, τον Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή Νίκο Γερολέμου και την Ανώτερη Επαρχιακή Δικαστή Στέλλα Χριστοδουλίδου – Μέσσιου.
Πηγή: ΚΥΠΕ