Ισχυρό μήνυμα για πολιτική μετανάστευσης από συνέδριο Ευρωβουλής
08:01 - 22 Ιουνίου 2017
Κοινό μέτωπο αναφορικά με την ανάγκη ανάληψης δράσης για την πολιτική μετανάστευσης παρουσίασαν Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Τετάρτη, από το βήμα συνεδρίου, στις Βρυξέλλες, στέλνοντας ισχυρό μήνυμα προς τους ηγέτες των ευρωπαϊκών κρατών και κυβερνήσεων που συναντώνται στο πλαίσιο Συνόδου Κορυφής της ΕΕ τις αμέσως επόμενες ημέρες.
Μιλώντας από το προεδρείο του ημικύκλιου, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Αντόνιο Ταγιάνι, πρωτοβουλία του οποίου υπήρξε η διοργάνωση του συνεδρίου με τη συμμετοχή άνω των 700 συνέδρων, περιλαμβανομένων Ευρωπαίων Επιτρόπων, Ευρωβουλευτών, Βουλευτών, διεθνών και τοπικών φορέων, υπηρεσιών που ασχολούνται με θέματα μετανάστευσης, ΜΚΟ και δημοσιογράφων, αναφέρθηκε στην ανάγκη να έρθουν πιο κοντά οι Ευρωπαίοι πολίτες στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Για να γίνει αυτό, πρόσθεσε, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η φωνή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του κατεξοχήν αντιπροσωπευτικού οργάνου των πολιτών, «θα ακουστεί δυνατά και καθαρά».
Έστειλε το μήνυμα προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ότι «δεν πρέπει να χάσουμε άλλο χρόνο. Πρέπει να δράσουμε και με μεγάλη αποφασιστικότητα». Αναγνώρισε ότι η κατάσταση με την διαχείριση της μετανάστευσης δεν είναι απλή αλλά υπογράμμισε ότι σύμφωνα με το ευρωβαρόμετρο «οι πολίτες θέλουν να αντιμετωπίσουν το θέμα οι θεσμοί της ΕΕ».
Την ίδια ώρα προειδοποίησε εναντίον των «σειρήνων του λαϊκισμού», λέγοντας ότι μπορεί να κάνουν το μήνυμα τους ηχηρό βασισμένες «σε ένα κύμα φόβου».
«Δεν μπορούμε να απογοητεύσουμε τόσο πολλούς Ευρωπαίους, πρέπει να βρούμε λύσεις», είπε.
Ο επόμενος προϋπολογισμός της ΕΕ, ανέφερε, θα πρέπει να περιλαμβάνει προτεραιότητες πολιτικής για την μετανάστευση.
Αναφερόμενος στη πρόσφατη απόφαση της Κομισιόν να προχωρήσει στην έναρξη νομικών διαδικασιών εναντίον της Τσεχίας, της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, είπε ότι οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται και σημείωσε ότι η αλληλεγγύη δεν είναι μόνο για να παίρνει κανείς αλλά και για να δίνει.
Σύμφωνα με τον κ. Ταγιάνι το κλείσιμο των συνόρων δεν θα δώσει λύσεις, αλλά μάλλον θα ήταν ένα σοβαρό λάθος. Τάχθηκε υπέρ μιας στρατηγικής στην Αφρική, προσθέτοντας ότι πρέπει να είναι μια από τις προτεραιότητες των επόμενων χρόνων.
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ μίλησε για το τι έχει επιτευχθεί μέχρι στιγμής και έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ακτοφυλακής. Πρόσθεσε ότι έχουν αναπτυχθεί την Ελλάδα 997 μέλη της, στην Ιταλία 442, στη Βουλγαρία 168 και στην Ισπανία 65.
«Δεν θ’ αφήσουμε καμιά χώρα πίσω όταν υπάρχουν άνθρωποι με ανάγκες», διαβεβαίωσε.
Ο κ. Γιούνκερ εξέφρασε την εκτίμησή του για το έργο που έχουν κάνει μέχρι στιγμής Ιταλία και Ελλάδα, προσθέτοντας ότι δεν μπορούμε και δεν πρόκειται ν’ αφήσουμε αυτές τις δύο χώρες μόνες τους.
Προειδοποίησε επίσης ότι «η αλληλεγγύη δεν είναι μονόδρομος», προσθέτοντας ότι «κάθε χώρα πρέπει ν’ αναλάβει το δίκαιο μερίδιο της ευθύνης που της αναλογεί». Απαντώντας σε σχετική με τα νομικά μέτρα ερώτηση στο πλαίσιο διάσκεψης Τύπου λίγο αργότερα, ξεκαθάρισε ότι «δεν έχω αρχίσει πόλεμο εναντίον αυτών των χωρών. Δεν είμαι επιθετικός. Απλώς εφαρμόζω τους νόμους».
Εξέφρασε παράλληλα την εκτίμηση ότι πρέπει να γίνουν επενδύσεις επί τους εδάφους για να διασφαλιστεί ότι η Αφρική θα μπορεί να σταθεί στα πόδια της και να θέσει σε εφαρμογή τις φιλοδοξίες της.
Μιλώντας από την πλευρά της η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Διπλωματίας Φεντερίκα Μογκερίνι θυμήθηκε ότι μια μέρα πριν αναλάβει τα καθήκοντά της είχε βρεθεί στο νησί της Λαμπεντούσα σε τελετή εις μνήμην των θυμάτων «ακόμη μιας ανθρώπινης τραγωδίας».
«Και νοιώθω πολλή ντροπή για την ΕΕ και τον τρόπο που κλείσαμε τα μάτια μας για τους ανθρώπους που διασχίζουν την Μεσόγειο», είπε.
Ντροπή, πρόσθεσε, «για τους θανάτους που η ΕΕ υποκρινόταν ότι δεν έβλεπε για τόσα πολλά χρόνια».
Αναγνώρισε ότι πρέπει ακόμη να γίνουν πολλά, ιδιαίτερα από πλευράς της Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Πρόκειται, σημείωσε, για ένα πολιτικό αγώνα που πρέπει να κάνουμε. Ωστόσο αναφέρθηκε επίσης στο γεγονός ότι η μετανάστευση είναι «ένα παγκόσμιο φαινόμενο που χρειάζεται συντονισμένη δράση».
Μίλησε για τη δουλειά που έχει γίνει στο Νίγηρα και τη Λιβύη σε συνεργασία με τις χώρες αλλά και με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα σε μια προσπάθεια να «σώσουμε ζωές».
Η ίδια υπογράμμισε ότι «πρέπει να απαλείψουμε τους λόγους που οδηγούν τους ανθρώπους στη φυγή». Πρόκειται για μια πολύ μεγάλη επένδυση σε όρους οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, προώθησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοκρατίας, πρόσθεσε.
Στη δική του παρέμβαση ο Πρωθυπουργός της Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας της Λιβύης ο Φαγιέζ Ελ Σάρατζ ευχαρίστησε τα μέλη της ΕΕ που προσπαθούν να ενισχύσουν την συνεργασία με τη Λιβύη και ιδιαίτερα την Γερμανία και την Ιταλία που βοήθησαν την Λιβύη και τις χώρες από όπου προέρχονται οι μετανάστες. Μίλησε για την ανάγκη για οικονομική βοήθεια έτσι ώστε η χώρα να μπορεί να προσφέρει στους μετανάστες συνθήκες ασφάλειας και υγείας και πρόσθεσε ότι καθώς αυξάνεται ο αριθμός των μεταναστών αυξάνεται και η πίεση στον οικονομικό και κοινωνικό ιστό της χώρας.
«Η μετανάστευση πρέπει να είναι επιλογή, όχι αναγκαιότητα», ανέφερε από την πλευρά της Ειδική Εκπρόσωπος του ΟΗΕ για τη Διεθνή Μετανάστευση Λουίζ Άρμπουρ. Η ανάπτυξη από μόνη της, προειδοποίησε, δεν πρόκειται να απαλείψει την μετανάστευση και ούτε θα έπρεπε να είναι αυτός ο στόχος μας. Μάλλον, πρόσθεσε, θα έπρεπε να είναι «η διευκόλυνση της ασφαλούς και τακτικής μετανάστευσης. Σύμφωνα με τη ίδια, θα πρέπει να είναι κοινός στόχος «να αυξηθεί η γκάμα των οδών που προσφέρονται για την νόμιμη μετανάστευση». Προς αυτό υπενθύμισε ότι η ΕΕ θα έχει ανάγκη σε προσωπικό στους τομείς της υγείας και της τεχνολογίας ως το 2020.
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Περιφερειών Μάρκου Μαρκούλα μίλησε επίσης για την ανάγκη για αλληλεγγύη. Αναφέρθηκε επίσης στη βοήθεια που παρέχουν οι Δήμαρχοι πόλεων όπως η Μούρσια, η Τεργέστη και η Λευκωσία στους συνάδελφους τους από τη Λιβύη στην προσπάθειά τους να οικοδομήσουν ένα μέλλον για τις πόλεις και τους πολίτες της Λιβύης, καθώς και για την ανάγκη ανθρωπιστικής και εθελοντικής εργασίας.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Ζορζ Ντασίς είπε ότι ως Ευρωπαίοι «οφείλουμε να παρέχουμε προστασία σε όσους διαφεύγουν από πόλεμο. Είμαστε αναγκασμένοι νομικά στη βάση της Συνθήκης της Γενεύης». Υπενθύμισε επίσης ότι αυτή η συνθήκη είχε συνομολογηθεί για να προστατευθούν οι άνθρωποι που έρχονταν από χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Αναφερόμενος στους οικονομικούς μετανάστες είπε ότι θα ήταν αδύνατο να υποδεχθεί η Ευρώπη όλους όσοι έρχονται και τοποθετήθηκε επίσης υπέρ της συνεργασίας με τρίτες χώρες, με έμφαση στην προώθηση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ο Βοηθός Ύπατος Αρμοστής για την Ασφάλεια του ΟΗΕ Βολκέρ Τουρκ μίλησε για την ανάγκη να ληφθεί δράση επί του εδάφους. Οι άνθρωποι που πιστεύουν ότι οι πρόσφυγες αποτελούν απειλή στην ταυτότητά τους πιθανόν να μην έχουν ποτέ γνωρίσει ένα πρόσφυγα, είπε, προσθέτοντας ότι αντιθέτως «μπορούν να συμβάλλουν» και «θα συμβάλουν αν τους δώσουμε μια ευκαιρία για να το πράξουν». Σύμφωνα με τον ίδιο η μόνη οδός προς τα μπρος είναι αυτή της πολυμερούς συνεργασίας. Είναι προς όφελος όλων να λειτουργούν σε ένα διεθνές πλαίσιο, πρόσθεσε.
Ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων Ντάριο Σκαναπιέκο, ανέφερε ότι η τράπεζα έχει προχωρήσει σε επενδύσει και εντός και εκτός ΕΕ για θέματα μετανάστευσης. Μίλησε για έργα που έχουν χρηματοδοτηθεί από την ΕΤΕπ που είχαν ως αποτέλεσμα τη πρόσβαση σε ασφαλές νερό σε 6,7 εκατ. ανθρώπους, την διασύνδεση 1,2 εκατ. νοικοκυριών με δίκτυα ηλεκτρισμού και την πρόσβαση σε ασφαλή μέσα μεταφοράς σε 1,2 εκατ. επιβάτες. Τέτοιου είδους επενδύσεις οικοδομούν οικονομική ανθεκτικότητα, σημείωσε, προσθέτοντας ότι «πρέπει και πρόκειται να κάνουμε περισσότερα».