Τα πήρε πάλι στο κρανίο με τον Έιντε ο Πρόεδρος
11:22 - 30 Μαΐου 2017
Απαράδεκτες χαρακτήρισε σήμερα τις αναφορές του Έσπεν Μπαρθ Έιντε ότι η καλύτερη συνταγή για αποφυγή θερμού επεισοδίου είναι η επανέναρξη των συνομιλιών, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης.
«Είχα κάμει κατ’ ιδίαν παραστάσεις, ότι θεωρώ απαράδεκτες ανάλογες αναφορές και ιδιαίτερα όταν εκπέμπονται υπό μορφή απειλής», ανέφερε σε δηλώσεις του ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, στο πλαίσιο επίσκεψης στον ΚΟΑΠ.
Τόνισε ότι θεωρεί τη χειρότερη συνταγή ή φάρμακο, να χρησιμοποιείς απειλές αντί την αντικειμενική έκθεση των γεγονότων.
«Και θεωρώ ακόμα χειρότερο, Ειδικός Αντιπρόσωπος του Γ.Γ. του ΟΗΕ να διαπιστώνει ότι υπάρχει ή να ισχυρίζεται ότι υπάρχει ενδεχόμενο παραβίασης του διεθνούς δικαίου και αντί να καταδικάζει τον παραβάτη του διεθνούς δικαίου να τον χρησιμοποιεί ως απειλή», πρόσθεσε.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ερωτηθείς για τη χθεσινή συνάντηση του κ. Έιντε με τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά, αλλά και κληθείς να αναφέρει τι αναμένει από τη σημερινή συνάντηση του Ειδικού Συμβούλου του Γ.Γ. του ΟΗΕ για το Κυπριακό με τον Τούρκο Υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, υπέδειξε πως ενημερώθηκε πλήρως από την ελληνική κυβέρνηση για τα όσα διημείφθησαν στη συνάντηση Κοτζιά-Έιντε.
«Για το τι αναμένω από τη συνάντηση Έιντε-Τσαβούσογλου, αναμένω όπως και εσείς, ποια θα είναι τα αποτελέσματα, ποια είναι η ετοιμότητα της Τουρκίας να συμμετάσχει, αλλά και να συμβάλει έτσι ώστε πραγματικά η οποιαδήποτε σύγκληση συνόδου για το Κυπριακό να φέρει αποτελέσματα. Αυτό είναι που επιδιώκουμε εμείς και όχι άσκοπη χρήση του χρόνου για άλλους λόγους, όπως δημοσιότητας, αντί ουσίας».
«Για το τι αναμένω από τη συνάντηση Έιντε-Τσαβούσογλου, αναμένω όπως και εσείς, ποια θα είναι τα αποτελέσματα, ποια είναι η ετοιμότητα της Τουρκίας να συμμετάσχει, αλλά και να συμβάλει έτσι ώστε πραγματικά η οποιαδήποτε σύγκληση συνόδου για το Κυπριακό να φέρει αποτελέσματα. Αυτό είναι που επιδιώκουμε εμείς και όχι άσκοπη χρήση του χρόνου για άλλους λόγους, όπως δημοσιότητας, αντί ουσίας».
Κληθείς να σχολιάσει αναφορά του κ. Έιντε ότι υπάρχει θέμα συναισθηματικής εμπιστοσύνης και όχι ουσιαστικό πρόβλημα, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι δεν θέλει να σχολιάζει τα όσα λέγονται και ο καθένας μπορεί να έχει την άποψη του.
«Αλλά είχα ακούσει και το άλλο, ότι στους δύο ηγέτες εναπόκειται αν θα πάνε στη Γενεύη. Με λυπεί πάρα πολύ, αλλά αν στη Γενεύη θα μεταβούν οι δύο ηγέτες, γιατί να μεταβούν; Τι έχει διαφορετικό η Γενεύη από το καλύτερο κλίμα της Κύπρου;
Το θέμα είναι να υπάρχει βούληση, να μπορούμε να είμαστε αποτελεσματικοί στον διάλογο. Εάν η Τουρκία δεν είναι έτοιμη, τότε διερωτώμαι γιατί οι δύο ηγέτες να πρέπει να πάνε στη Γενεύη; Ας συνεχίσουμε τον διάλογο και όταν είναι η Τουρκία έτοιμη να συζητήσει το θέμα της ασφάλειας, να προχωρήσουμε και στο επόμενο βήμα».
«Αλλά είχα ακούσει και το άλλο, ότι στους δύο ηγέτες εναπόκειται αν θα πάνε στη Γενεύη. Με λυπεί πάρα πολύ, αλλά αν στη Γενεύη θα μεταβούν οι δύο ηγέτες, γιατί να μεταβούν; Τι έχει διαφορετικό η Γενεύη από το καλύτερο κλίμα της Κύπρου;
Το θέμα είναι να υπάρχει βούληση, να μπορούμε να είμαστε αποτελεσματικοί στον διάλογο. Εάν η Τουρκία δεν είναι έτοιμη, τότε διερωτώμαι γιατί οι δύο ηγέτες να πρέπει να πάνε στη Γενεύη; Ας συνεχίσουμε τον διάλογο και όταν είναι η Τουρκία έτοιμη να συζητήσει το θέμα της ασφάλειας, να προχωρήσουμε και στο επόμενο βήμα».
Κληθείς να σχολιάσει άλλες αναφορές του κ. Έιντε, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπέδειξε ότι «πάντοτε τα τέσσερα κεφάλαια συζητούνταν σε αλληλεξάρτηση.
«Ουδέποτε έθεσα θέμα ότι θα μεταβαίναμε στη Γενεύη χωρίς να υπάρχει πρόοδος, εφόσον υπάρξει πρόοδος στο θέμα της ασφάλειας που παρέμεινε ανέγγιχτο μέχρι σήμερα, να συνεχίσει η αλληλοσύνδεση των θεμάτων υπό συζήτηση.
Παρά τη συμφωνία της 11ης Φεβρουαρίου 2014, εκείνοι που απέφευγαν την αλληλένδετη διαπραγμάτευση δεν ήταν η ελληνοκυπριακή πλευρά. Είναι σε όλους γνωστά τα επιχειρήματα του κ. Ακιντζί ότι τυχόν συζήτηση του εδαφικού ενδέχετο μέσα από διαρροές να προκαλέσουν προβλήματα στη δική του κοινότητα και δεύτερο, το θέμα των εγγυήσεων δεν αφορούσε εμάς μόνο, αλλά ήταν η διεθνής πτυχή κατά την οποία θα έπρεπε να παρίσταντο οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις, συν η Ευρώπη, για να συζητήσουν. Ουδέποτε εμείς αρνηθήκαμε, αντίθετα επιμέναμε στο ότι έπρεπε να συζητηθούν», τόνισε.
«Ουδέποτε έθεσα θέμα ότι θα μεταβαίναμε στη Γενεύη χωρίς να υπάρχει πρόοδος, εφόσον υπάρξει πρόοδος στο θέμα της ασφάλειας που παρέμεινε ανέγγιχτο μέχρι σήμερα, να συνεχίσει η αλληλοσύνδεση των θεμάτων υπό συζήτηση.
Παρά τη συμφωνία της 11ης Φεβρουαρίου 2014, εκείνοι που απέφευγαν την αλληλένδετη διαπραγμάτευση δεν ήταν η ελληνοκυπριακή πλευρά. Είναι σε όλους γνωστά τα επιχειρήματα του κ. Ακιντζί ότι τυχόν συζήτηση του εδαφικού ενδέχετο μέσα από διαρροές να προκαλέσουν προβλήματα στη δική του κοινότητα και δεύτερο, το θέμα των εγγυήσεων δεν αφορούσε εμάς μόνο, αλλά ήταν η διεθνής πτυχή κατά την οποία θα έπρεπε να παρίσταντο οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις, συν η Ευρώπη, για να συζητήσουν. Ουδέποτε εμείς αρνηθήκαμε, αντίθετα επιμέναμε στο ότι έπρεπε να συζητηθούν», τόνισε.
Κληθείς να σχολιάσει αναφορά του κ. Έιντε ότι το καλύτερο φάρμακο κατά ενός θερμού επεισοδίου είναι η συνέχιση των διαπραγματεύσεων, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπογράμμισε:
«Θεωρώ το χειρότερο φάρμακο ή συνταγή να χρησιμοποιείς απειλές αντί την αντικειμενική έκθεση των γεγονότων. Και θεωρώ ακόμη χειρότερο Ειδικός Σύμβουλος του Γ.Γ. των Η.Ε. να διαπιστώνει ότι υπάρχει, ή να ισχυρίζεται ότι υπάρχει, ενδεχόμενο παραβίασης του διεθνούς δικαίου και αντί να καταδικάζεις τον παραβάτη του διεθνούς δικαίου να τον χρησιμοποιείς ως απειλή.
Επομένως αυτό που λέω είναι να αξιολογήσει τις προτάσεις, αν πραγματικά θέλει να είναι θετικός στην πορεία και να σταματήσει να εκπέμπει ανάλογα μηνύματα.
Λυπούμαι που είμαι αυστηρός, αλλά είχα κάνει κατ’ ιδίαν παραστάσεις ότι θεωρώ απαράδεκτες ανάλογες αναφορές και ιδιαίτερα όταν εκπέμπονται υπό μορφή απειλής».
«Θεωρώ το χειρότερο φάρμακο ή συνταγή να χρησιμοποιείς απειλές αντί την αντικειμενική έκθεση των γεγονότων. Και θεωρώ ακόμη χειρότερο Ειδικός Σύμβουλος του Γ.Γ. των Η.Ε. να διαπιστώνει ότι υπάρχει, ή να ισχυρίζεται ότι υπάρχει, ενδεχόμενο παραβίασης του διεθνούς δικαίου και αντί να καταδικάζεις τον παραβάτη του διεθνούς δικαίου να τον χρησιμοποιείς ως απειλή.
Επομένως αυτό που λέω είναι να αξιολογήσει τις προτάσεις, αν πραγματικά θέλει να είναι θετικός στην πορεία και να σταματήσει να εκπέμπει ανάλογα μηνύματα.
Λυπούμαι που είμαι αυστηρός, αλλά είχα κάνει κατ’ ιδίαν παραστάσεις ότι θεωρώ απαράδεκτες ανάλογες αναφορές και ιδιαίτερα όταν εκπέμπονται υπό μορφή απειλής».