Επίτιμος Διδάκτορας του Παν. Ιεροσολύμων αναγορεύθηκε ο Οικουμενικός Πατριάρχης
22:33 - 06 Δεκεμβρίου 2017
Επίτιμος Διδάκτορας του Εβραϊκού Πανεπιστημίου των Ιεροσολύμων, του δεύτερου παλαιότερου πανεπιστημίου του Ισραήλ και ενός εκ των πλέον διακεκριμένων στον κόσμο, αναγορεύθηκε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Η ειδική τιμητική εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου, στην Αίθουσα Τελετών του Ινστιτούτου Τρούμαν, στα Ιεροσόλυμα, παρουσία της Ακαδημαϊκής Κοινότητας του Πανεπιστημίου, πολλών Αρχιραβίνων, εκπροσώπων των χριστιανικών δογμάτων στην Αγία Πόλη, πολιτικών και πλήθους επισήμων.
Σύμφωνα με ανακοίνωση, στην ομιλία του ο Οικουμενικός Πατριάρχης σημείωσε ότι αποδέχεται την τιμητική για το πρόσωπό του απόφαση του Πανεπιστημίου ως μια έκφραση τιμής προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και αναγνώρισης των πρωτοβουλιών της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, την προώθηση της αλληλεγγύης και του διαθρησκειακού διαλόγου.
«Είναι βαθιά πεποίθησή μας ότι στους τομείς αυτούς, η συμβολή των θρησκειών παραμένει καθοριστική. Τις τελευταίες δεκαετίες, είδαμε μια επαναξιολόγηση του ρόλου της θρησκείας στη δημόσια σφαίρα και της συμβολής της στην αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων του σήμερα. Οι θρησκείες διατήρησαν υψηλές αξίες, μία πολύτιμη πνευματική και ηθική κληρονομιά, καθώς επίσης και μια βαθιά ανθρωπολογική γνώση. Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε και να αξιολογήσουμε κατάλληλα τους ανθρώπινους πολιτισμούς στην ολότητά και την ποικιλομορφία τους χωρίς αναφορά στις θρησκευτικές τους ρίζες», ανέφερε ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Είπε ακόμη ότι «δυστυχώς, η συνεχιζόμενη έκρηξη του θρησκευτικού φονταμενταλισμού και οι τρομερές πράξεις βίας στο όνομα της θρησκείας παρέχουν πρόσθετα επιχειρήματα κατά της πίστης στις σύγχρονες κριτικές της θρησκείας και υποστηρίζουν τον προσδιορισμό της θρησκείας με τις αρνητικές πτυχές της. Η αλήθεια είναι ότι η βία είναι η άρνηση των θεμελιωδών θρησκευτικών πεποιθήσεων και δογμάτων».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης σημείωσε ότι «για αρκετούς αιώνες στο παρελθόν, η περιοχή της Μεσογείου γνώρισε την ειρηνική συμβίωση μεταξύ Εβραίων, Χριστιανών και Μουσουλμάνων. Αυτή η εμπειρία καταδεικνύει ότι οι άνθρωποι από διαφορετικές θρησκείες μπορούν να ζήσουν μαζί, βρίσκοντας βασικές αρχές στις αντίστοιχες παραδόσεις τους που προωθούν την αλληλεγγύη και την κοινή μαρτυρία. Αυτό δείχνει ότι οι θρησκείες μπορούν να χρησιμεύσουν ως γέφυρες μεταξύ των ανθρώπων, ως μέσα ειρήνης, ανεκτικότητας και κατανόησης, καθώς επίσης και για την επαναπροσέγγιση των πολιτισμών».
Επεσήμανε ότι ο διαθρησκειακός διάλογος δεν σημαίνει να αρνηθεί κανείς την πίστη του, αλλά να αλλάξει τη σκέψη ή τη στάση του έναντι του άλλου.
"Υπό την έννοια αυτή, μπορεί επίσης να θεραπεύσει και να εξαλείψει τις προκαταλήψεις και να συμβάλει στην αμοιβαία κατανόηση και την ειρηνική επίλυση συγκρούσεων. Οι προκαταλήψεις και η επιθετικότητα προέρχονται από την παρερμηνεία της θρησκείας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο διαθρησκειακός διάλογος μπορεί να απομακρύνει τον φόβο και την καχυποψία και να προωθήσει ένα πνεύμα εμπιστοσύνης και σεβασμού», ανέφερε.
Στη συνέχεια υπενθύμισε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία διεξάγει διάλογο με τον Ιουδαϊσμό από το 1977 με στόχο την καλύτερη αλληλοκατανόηση και την αμοιβαία προσέγγιση.
Η ειδική τιμητική εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου, στην Αίθουσα Τελετών του Ινστιτούτου Τρούμαν, στα Ιεροσόλυμα, παρουσία της Ακαδημαϊκής Κοινότητας του Πανεπιστημίου, πολλών Αρχιραβίνων, εκπροσώπων των χριστιανικών δογμάτων στην Αγία Πόλη, πολιτικών και πλήθους επισήμων.
Σύμφωνα με ανακοίνωση, στην ομιλία του ο Οικουμενικός Πατριάρχης σημείωσε ότι αποδέχεται την τιμητική για το πρόσωπό του απόφαση του Πανεπιστημίου ως μια έκφραση τιμής προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και αναγνώρισης των πρωτοβουλιών της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, την προώθηση της αλληλεγγύης και του διαθρησκειακού διαλόγου.
«Είναι βαθιά πεποίθησή μας ότι στους τομείς αυτούς, η συμβολή των θρησκειών παραμένει καθοριστική. Τις τελευταίες δεκαετίες, είδαμε μια επαναξιολόγηση του ρόλου της θρησκείας στη δημόσια σφαίρα και της συμβολής της στην αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων του σήμερα. Οι θρησκείες διατήρησαν υψηλές αξίες, μία πολύτιμη πνευματική και ηθική κληρονομιά, καθώς επίσης και μια βαθιά ανθρωπολογική γνώση. Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε και να αξιολογήσουμε κατάλληλα τους ανθρώπινους πολιτισμούς στην ολότητά και την ποικιλομορφία τους χωρίς αναφορά στις θρησκευτικές τους ρίζες», ανέφερε ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Είπε ακόμη ότι «δυστυχώς, η συνεχιζόμενη έκρηξη του θρησκευτικού φονταμενταλισμού και οι τρομερές πράξεις βίας στο όνομα της θρησκείας παρέχουν πρόσθετα επιχειρήματα κατά της πίστης στις σύγχρονες κριτικές της θρησκείας και υποστηρίζουν τον προσδιορισμό της θρησκείας με τις αρνητικές πτυχές της. Η αλήθεια είναι ότι η βία είναι η άρνηση των θεμελιωδών θρησκευτικών πεποιθήσεων και δογμάτων».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης σημείωσε ότι «για αρκετούς αιώνες στο παρελθόν, η περιοχή της Μεσογείου γνώρισε την ειρηνική συμβίωση μεταξύ Εβραίων, Χριστιανών και Μουσουλμάνων. Αυτή η εμπειρία καταδεικνύει ότι οι άνθρωποι από διαφορετικές θρησκείες μπορούν να ζήσουν μαζί, βρίσκοντας βασικές αρχές στις αντίστοιχες παραδόσεις τους που προωθούν την αλληλεγγύη και την κοινή μαρτυρία. Αυτό δείχνει ότι οι θρησκείες μπορούν να χρησιμεύσουν ως γέφυρες μεταξύ των ανθρώπων, ως μέσα ειρήνης, ανεκτικότητας και κατανόησης, καθώς επίσης και για την επαναπροσέγγιση των πολιτισμών».
Επεσήμανε ότι ο διαθρησκειακός διάλογος δεν σημαίνει να αρνηθεί κανείς την πίστη του, αλλά να αλλάξει τη σκέψη ή τη στάση του έναντι του άλλου.
"Υπό την έννοια αυτή, μπορεί επίσης να θεραπεύσει και να εξαλείψει τις προκαταλήψεις και να συμβάλει στην αμοιβαία κατανόηση και την ειρηνική επίλυση συγκρούσεων. Οι προκαταλήψεις και η επιθετικότητα προέρχονται από την παρερμηνεία της θρησκείας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο διαθρησκειακός διάλογος μπορεί να απομακρύνει τον φόβο και την καχυποψία και να προωθήσει ένα πνεύμα εμπιστοσύνης και σεβασμού», ανέφερε.
Στη συνέχεια υπενθύμισε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία διεξάγει διάλογο με τον Ιουδαϊσμό από το 1977 με στόχο την καλύτερη αλληλοκατανόηση και την αμοιβαία προσέγγιση.