Χώρισαν από το '76, όχι όμως στα χαρτιά, σκοτώθηκε ο σύζυγος της και ήθελε σύνταξη χηρείας
15:08 - 24 Δεκεμβρίου 2017
Στις 11.3.2012, η ηλικιωμένη υπέβαλε αίτηση για παροχή συντάξεως χηρείας και βοηθήματος κηδείας για το θάνατο του συζύγου της, ο οποίος απεβίωσε στις 21.12.2011, έπειτα από τροχαίο δυστύχημα.
Οι εν λόγω αιτήσεις της αιτήτριας συνοδεύονταν από α) το πιστοποιητικό θανάτου του συζύγου της, β) το πιστοποιητικό του γάμου τους, γ) βεβαίωση συμβίωσης από τον πρόεδρο της ενορίας Αγίας Τριάδος Λεμεσού και δ) αποδείξεις για τα έξοδα κηδείας, τα οποία ανέλαβε η αιτήτρια.
Ωστόσο μερικά χρόνια πριν, ο σύζυγος της, όταν είχε υποβάλει αίτηση για παροχή σύνταξη γήρατος, δήλωσε, ότι είναι διαζευγμένος ενώ και η σύζυγος του που είχε υποβάλει δήλωσε ότι, βρισκόταν σε διάσταση με τον σύζυγο της.
Από το μηχανογραφημένο σύστημα διαπιστώθηκε ότι ο σύζυγος διέμενε μόνιμα στη Λεμεσό, ενώ η γυναίκα του στη Λάρνακα.
Ως εκ τούτου, μετά την αίτηση της για σύνταξη χηρεία, διατάχθηκε περαιτέρω έρευνα για να διαπιστωθεί, κατά πόσο το ζευγάρι (αιτήτρια και σύζυγος) συζούσε κατά το χρόνο θανάτου του αποβιώσαντα ή, εάν δεν συζούσε, κατά πόσο ο σύζυγος, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο, συντηρούσε την αιτήτρια.
Τελικά χώρισαν αλλά όχι στα χαρτιά
Σε κατάθεση της η αιτήτρια ανέφερε ότι, παντρεύτηκε το σύζυγο της το 1960 και απέκτησε μαζί του τέσσερα παιδιά. Ο σύζυγος της δούλευε, αρχικά, στο λιμάνι Λεμεσού.
Το 1975 ο σύζυγος της μετέβη στη Τσεχοσλοβακία για εργασία και όταν, μετά την πάροδο ενός έτους, επέστρεψε στην Κύπρο, της ζήτησε διαζύγιο, διότι ήθελε να μεταβεί πίσω στη Τσεχοσλοβακία και να παντρευτεί εκεί.
Ωστόσο, η αιτήτρια αρνήθηκε να του το δώσει. Από τότε και έπειτα, η αιτήτρια διέμενε στη Λάρνακα και ο σύζυγος της στη Λεμεσό. Μέχρι το έτος 1988, έτος κατά το οποίο ο γιός τους ενηλικιώθηκε, ο σύζυγος της αιτήτριας της έστελνε λεφτά και τους συντηρούσε. Από τότε και έπειτα, δεν τους ξανάδωσε χρήματα.
Ο σύζυγος της αιτήτριας δεν επισκεπτόταν τα παιδιά του στο σπίτι της αιτήτριας, αλλά τα έβλεπε μόνο σε γάμους και όταν αυτά μετέβαιναν στη Λεμεσό.
Στις 21.12.2011, ο σύζυγος της αιτήτριας ενεπλάκη σε δυστύχημα με μοτοσυκλέτα και, μετά από μία βδομάδα νοσηλείας στο νοσοκομείο, απεβίωσε. Μετά το θάνατο του, τηλεφώνησε στην αιτήτρια ο αδελφότεκνος του συζύγου και την ενημέρωσε, ότι έπρεπε να μεταβεί στο νοσοκομείο για αναγνώριση του αποθανόντος. Την επόμενη του θανάτου του συζύγου της αιτήτριας, διενεργήθηκε νεκροψία στη σωρό του και η αιτήτρια την μετέφερε στη Λάρνακα, στην οποία και ετάφη. Δεν εκδόθηκε ποτέ διαζύγιο μεταξύ τους, παρόλο που δεν συζούσαν.
Ως εκ τούτου η αίτηση της απορρίφθηκε αλλά της καταβλήθηκε το βοήθημα για τα έξοδα της κηδείας καθώς κατέθεσε τις αποδείξεις.
Απορρίφθηκε η προσφυγή της
Η ηλικιωμένη προσέφυγε στο δικαστήριο το οποίο έκρινε ότι «προκύπτει με ασφάλεια, ότι εύρημα και λόγος απόρριψης του αιτήματος της αιτήτριας για μη καταβολή σε αυτήν συντάξεως χηρείας, ήταν, ότι η αιτήτρια δεν συζούσε με το σύζυγο της, ούτε αυτός την συντηρούσε, κατά τη στιγμή του θανάτου του, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο».
Οι εν λόγω αιτήσεις της αιτήτριας συνοδεύονταν από α) το πιστοποιητικό θανάτου του συζύγου της, β) το πιστοποιητικό του γάμου τους, γ) βεβαίωση συμβίωσης από τον πρόεδρο της ενορίας Αγίας Τριάδος Λεμεσού και δ) αποδείξεις για τα έξοδα κηδείας, τα οποία ανέλαβε η αιτήτρια.
Ωστόσο μερικά χρόνια πριν, ο σύζυγος της, όταν είχε υποβάλει αίτηση για παροχή σύνταξη γήρατος, δήλωσε, ότι είναι διαζευγμένος ενώ και η σύζυγος του που είχε υποβάλει δήλωσε ότι, βρισκόταν σε διάσταση με τον σύζυγο της.
Από το μηχανογραφημένο σύστημα διαπιστώθηκε ότι ο σύζυγος διέμενε μόνιμα στη Λεμεσό, ενώ η γυναίκα του στη Λάρνακα.
Ως εκ τούτου, μετά την αίτηση της για σύνταξη χηρεία, διατάχθηκε περαιτέρω έρευνα για να διαπιστωθεί, κατά πόσο το ζευγάρι (αιτήτρια και σύζυγος) συζούσε κατά το χρόνο θανάτου του αποβιώσαντα ή, εάν δεν συζούσε, κατά πόσο ο σύζυγος, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο, συντηρούσε την αιτήτρια.
Τελικά χώρισαν αλλά όχι στα χαρτιά
Σε κατάθεση της η αιτήτρια ανέφερε ότι, παντρεύτηκε το σύζυγο της το 1960 και απέκτησε μαζί του τέσσερα παιδιά. Ο σύζυγος της δούλευε, αρχικά, στο λιμάνι Λεμεσού.
Το 1975 ο σύζυγος της μετέβη στη Τσεχοσλοβακία για εργασία και όταν, μετά την πάροδο ενός έτους, επέστρεψε στην Κύπρο, της ζήτησε διαζύγιο, διότι ήθελε να μεταβεί πίσω στη Τσεχοσλοβακία και να παντρευτεί εκεί.
Ωστόσο, η αιτήτρια αρνήθηκε να του το δώσει. Από τότε και έπειτα, η αιτήτρια διέμενε στη Λάρνακα και ο σύζυγος της στη Λεμεσό. Μέχρι το έτος 1988, έτος κατά το οποίο ο γιός τους ενηλικιώθηκε, ο σύζυγος της αιτήτριας της έστελνε λεφτά και τους συντηρούσε. Από τότε και έπειτα, δεν τους ξανάδωσε χρήματα.
Ο σύζυγος της αιτήτριας δεν επισκεπτόταν τα παιδιά του στο σπίτι της αιτήτριας, αλλά τα έβλεπε μόνο σε γάμους και όταν αυτά μετέβαιναν στη Λεμεσό.
Στις 21.12.2011, ο σύζυγος της αιτήτριας ενεπλάκη σε δυστύχημα με μοτοσυκλέτα και, μετά από μία βδομάδα νοσηλείας στο νοσοκομείο, απεβίωσε. Μετά το θάνατο του, τηλεφώνησε στην αιτήτρια ο αδελφότεκνος του συζύγου και την ενημέρωσε, ότι έπρεπε να μεταβεί στο νοσοκομείο για αναγνώριση του αποθανόντος. Την επόμενη του θανάτου του συζύγου της αιτήτριας, διενεργήθηκε νεκροψία στη σωρό του και η αιτήτρια την μετέφερε στη Λάρνακα, στην οποία και ετάφη. Δεν εκδόθηκε ποτέ διαζύγιο μεταξύ τους, παρόλο που δεν συζούσαν.
Ως εκ τούτου η αίτηση της απορρίφθηκε αλλά της καταβλήθηκε το βοήθημα για τα έξοδα της κηδείας καθώς κατέθεσε τις αποδείξεις.
Απορρίφθηκε η προσφυγή της
Η ηλικιωμένη προσέφυγε στο δικαστήριο το οποίο έκρινε ότι «προκύπτει με ασφάλεια, ότι εύρημα και λόγος απόρριψης του αιτήματος της αιτήτριας για μη καταβολή σε αυτήν συντάξεως χηρείας, ήταν, ότι η αιτήτρια δεν συζούσε με το σύζυγο της, ούτε αυτός την συντηρούσε, κατά τη στιγμή του θανάτου του, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο».