Η τραγική αλήθεια για τον κατά συρροή βιαστή πατέρα και την απόσυρση της καταγγελίας της κόρης του
21:46 - 22 Δεκεμβρίου 2017
Ντόρο έχει προκαλέσει η είδηση ότι «πατέρας» ενδεχομένως να εκτίει ποινή φυλάκισης 12 ετών για βιασμό της ανήλικης κόρης του, η οποία 5 χρόνια μετά, και συγκεκριμένα το 2014 με επιστολή της στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, απέσυρε την καταγγελία της, «αθωώνοντας» τον πατέρα της.
Πρόκειται για μια υπόθεση η οποία πέρασε τόσο από το Κακουργιοδικείο όσο και από το Ανώτατο στο οποίο προσέφυγε ο κατηγορούμενος μετά την καταδίκη του, χωρίς όμως να καταφέρει να πείσει.
Ο καταδικασθέντας αιτήθηκε αίτηση αποφυλάκισης η οποία απορρίφθηκε και ως εκ τούτου προσέφυγε στο Διοικητικό Δικαστήριο το οποίο με τα νέα δεδομένα έκρινε ως παράνομη την άρνηση αποφυλάκισης του.
Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι τόσο το Πρωτόδικο Δικαστήριο όσο και το Ανώτατο καταδίκασαν αδίκως τον κατηγορούμενο.
Όλα όσα καταγράφηκαν στην απόφαση
Ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος σε 15 συνολικά κατηγορίες για αδικήματα άσεμνης επίθεσης, βιασμού, διαφθοράς νεαρής γυναίκας κάτω των 13 χρόνων, αιμομιξίας και σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανηλίκου.
Η παραπονούμενη ήταν η κόρη του, 18 ετών τότε, η οποία στις 18.12.2008, ύστερα από κάποιο οικογενειακό καυγά, αποκάλυψε στη μητέρα της, στον αρραβωνιαστικό και τη μικρή της αδελφή, ότι ο πατέρας της την παρενοχλούσε σεξουαλικά από τότε που ήταν 5½ χρόνων, ενώ την είχε βιάσει επανειλημμένα.
Όταν σε λίγο ο πατέρας της μπήκε στο σπίτι, σύμφωνα με την εκδοχή που δέχτηκε το δικαστήριο, παραδέχτηκε όσα του καταμαρτυρούσε η κόρη του, ζητώντας ταυτόχρονα συγγνώμη. Η υπόθεση καταγγέλθηκε στην αστυνομία λίγους μήνες αργότερα, ύστερα από προτροπή του παππού της.
Κατά την έφεση του στο Ανώτατο, ο κατηγορούμενος προέβαλλε το επιχείρημα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα τον καταδίκασε βασιζόμενο στη μαρτυρία της κόρης του, η οποία κρίθηκε αξιόπιστη, ώστε να μην αναζητήσει ενισχυτική μαρτυρία.
Μάλιστα όπως τόνισε το δικαστήριο, «η παραπονούμενη δεν είχε κανένα λόγο να προβεί στην καταγγελία αν δεν βίωνε όσα κατάθεσε στη μαρτυρία της» ενώ σχεδόν όλες οι θέσεις του κατηγορούμενου απορριφθήκαν.
Επίσης το δικαστήριο έκανε αποδεχτή τη θέση ειδικής κλινικής ψυχολόγου, η οποία κατέθεσε ότι «είναι δικαιολογημένο να περάσουν πέντε, δέκα ή ακόμα και είκοσι χρόνια πριν το πρόσωπο που βιώνει τέτοια εμπειρία να το αποκαλύψει, αν το αποκαλύψει καθόλου».
Είχε ερωτικά αισθήματα… Την πίεζε η μητέρα της να μην μιλήσει
Η τραυματική και συγκλονιστική εμπειρία, όπως χαρακτηρίζεται από το δικαστήριο, της ομολογίας του κατηγορούμενου ότι είχε ερωτικά αισθήματα για τη θυγατέρα του, συγκλόνισε την παραπονούμενη και την οδήγησε να αποκαλύψει στις 18.12.2008, παρουσία της μητέρας της, του αρραβωνιαστικού της και της αδελφής της, τη σεξουαλική κακοποίηση και τους βιασμούς που υπέστη.
Αυτό δε που οδήγησε την παραπονούμενη να καταγγείλει τα συμβάντα στην αστυνομία μετά πάροδο επτά μηνών ήταν αφ' ενός η πίεση της μητέρας της να μην το καταγγείλει και αφ' ετέρου η ψυχολογική της κατάσταση, η ανετοιμότητά της στο να αποκαλύψει σε εντελώς άγνωστά της πρόσωπα, όπως είναι οι αστυνομικοί, τα γεγονότα με κάθε λεπτομέρεια, καθώς και ιδιαίτερες πτυχές της προσωπικής της ζωής.
Την βίαζε από 5μιση ετών…
Το περιεχόμενο της κατάθεσής της έγινε πλήρως αποδεκτό από το δικαστήριο το οποίο επίσης κατέληξε στη διαπίστωση ότι η παραπονούμενη σε ηλικία 5μιση ετών υπέστη σεξουαλική κακοποίηση από τον πατέρα της. Αυτό συνέχισε να γίνεται και τα επόμενα χρόνια μέχρις ότου, όταν βρισκόταν στην πρώτη τάξη του Γυμνασίου το 2003, σε ηλικία 12μιση ετών βιάστηκε από τον πατέρα της.
Παρά τις προσπάθειες της παραπονούμενης να τον αποφεύγει και να μη μένει μόνη στο σπίτι μαζί του, δύο περίπου εβδομάδες αργότερα επανέλαβε το βιασμό, ενώ για τρίτη φορά την βίασε ξανά, ύστερα από άλλες δύο εβδομάδες.
Έριχνε ευθύνες στην κόρη του…
Έριχνε ευθύνες στην κόρη του…
Όπως αναφέρει στην απόφαση του το δικαστήριο, «η προσπάθεια του κατηγορούμενου να επιρρίψει ταπεινά κίνητρα στην παραπονούμενη με το να προσπαθήσει να δείξει ότι η καταγγελία έγινε με σκοπό την απόκτηση των μετοχών της οικογενειακής εταιρείας, δεν είχε αποτέλεσμα».
«Εκείνο που έχει σημασία στην παρούσα υπόθεση είναι η εξιστόρηση των γεγονότων και όχι η προσπάθεια σπίλωσης της παραπονούμενης με υπαινιγμούς για πράγματα που έγιναν ακόμα και μετά την καταγγελία της υπόθεσης. Το δικαστήριο δέχτηκε ως εντελώς αξιόπιστη τόσο τη μαρτυρία της, όσο και αυτή του αρραβωνιαστικού της, ενώ δεν είναι άσχετο και το γεγονός ότι η παραπονούμενη δεν αντεξετάστηκε καθόλου επί των πλέον σοβαρών και ενδιαφερόντων σημείων της μαρτυρίας της».
Ζήτησε συγνώμη και μετά έλεγε άλλα…
Επίσης έγινε δεκτό από το πρωτόδικο δικαστήριο, ότι ο κατηγορούμενος όταν κατηγορήθηκε ανοικτά από την παραπονούμενη για τις πράξεις του, τις παραδέχτηκε ζητώντας συγγνώμη.
Το δικαστήριο τόνισε ότι «η παραπονούμενη έκανε εξαιρετικά θετική εντύπωση και ύστερα από συνεχείς και έντονες αυτοπροειδοποιήσεις, κατέληξε ότι η ποιότητα, η δύναμη και η πειστικότητα της μαρτυρίας της ήταν τέτοια που μπορούσε με βεβαιότητα να βασιστεί με απόλυτη ασφάλεια σ' αυτήν, χωρίς αναζήτηση ενίσχυσης. Η παραπονούμενη δεν είχε κανένα λόγο, σύμφωνα πάντα με το πρωτόδικο δικαστήριο, να προβεί στην καταγγελία της, ενώ η υποβολή της υπεράσπισης περί οικονομικών κινήτρων, καταρρίφθηκε από τη μαρτυρία της ίδιας και του αρραβωνιαστικού της οι οποίοι αντεξεταζόμενοι ανέφεραν ότι δεν επιθυμούν να έχουν καμιά σχέση με τις μετοχές της εταιρείας».
Η απόσυρση της καταγγελίας…
Ο κατηγορούμενος υπέβαλε την 17.05.2013 και την 26.02.2014 (4 και 5 χρόνια μετά) αίτηση προς τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για αναστολή της ποινής του, ο οποίος με επιστολές του με ημερομηνίες 18.07.2013 και 06.03.2014, πληροφόρησε τον αιτητή ότι η αιτούμενη αναστολή δεν δικαιολογείται.
Την 01.02.2016 ο καταδικασθέντας υπέβαλε προς το Συμβούλιο γραπτό αίτημα για την υπό όρους αποφυλάκισή του επ' αδεία, και κατά τη συνέντευξη του υπέβαλε τη θέση ότι είναι αθώος και ότι υπήρξε θύμα σκευωρίας της παραπονούμενης θυγατέρας του, η οποία προέβη στις εναντίον του καταγγελίες κατόπιν προτροπής και εξαναγκασμού του, κατά το χρόνο εκείνο, συντρόφου της.
Ήταν δε το βασικό του επιχείρημα, στο οποίο στηρίζεται το μεγαλύτερο μέρος της επιχειρηματολογίας του και στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής, ότι, με σχετική επιστολή της προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 30.10.2014, η παραπονούμενη θυγατέρα του αιτήθηκε την απονομή χάριτος στον αιτητή, ανακαλώντας τους ισχυρισμούς της και δηλώνοντας, αφενός, ότι όσα κατέθεσε στην αστυνομία και στο Δικαστήριο ήταν όλα ψευδείς ισχυρισμοί και, αφετέρου, ότι ο πατέρας της ουδέποτε την είχε βιάσει ή παρενοχλήσει σεξουαλικά καθ' οιονδήποτε τρόπο.
Μάλιστα ανέφερε ενώπιο του Συμβουλίου ότι «μέσα στη φυλακή βρήκε καταφύγιο στην εκκλησία την οποία είναι πρόθυμος να υπηρετήσει» και ότι μετά την αποφυλάκισή του «θα πάει σε μοναστήρι γιατί μόνο εκεί θα βρει γαλήνη μετά που η πολιτεία του φέρθηκε άδικα και τον έκλεισε στη φυλακή ενώ ήταν αθώος».
Ωστόσο η αίτηση του απορρίφθηκε με αποτέλεσμα ο καταδικασθέντας να προσφύγει στο δικαστήριο το οποίο διέταξε όπως το αίτημα του εξεταστεί εκ νέου από το Συμβούλιο, δεδομένου της επιστολής της κόρης του.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τόσο το πρωτόδικο δικαστήριο όσο και το Ανώτατο που επικύρωσε την ποινή επέβαλαν εσφαλμένη απόφαση.
Η αλήθεια…
Αξίζει να αναφερθεί ότι πληροφορίες αναφέρουν ότι η νεαρή απέσυρε την καταγγελία κατόπιν πιέσεων και ότι η μαρτυρία της για τα όσα βίωσε δεν αμφισβητείται και δεν ήταν ψευδής.
Ωστόσο η νεαρή μετά από όλα αυτά, υπέστη ψυχολογικά προβλήματα και μάλιστα λάμβανε φαρμακευτική αγωγή ενώ βρήκε διέξοδο στα ναρκωτικά και σε κάποιο στάδιο μετέβη στην Αγία Σκέπη για απεξάρτηση.