Κατέθεσε ο πρώτος μάρτυρας για την υπόθεση της πρώην Λαϊκής
16:36 - 21 Νοεμβρίου 2017
Γύρω στα 385 τεκμήρια κατατέθηκαν και ολοκληρώθηκε η κατάθεση του πρώτου μάρτυρα κατηγορίας και μέλους της τριμελούς ανακριτικής ομάδας που χειρίστηκε την υπόθεση, Λοχία Χρυσόστομου Χρίστου, στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας της ποινικής υπόθεσης εναντίον τεσσάρων πρώην υψηλόβαθμων στελεχών της πρώην Λαϊκής τράπεζας ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας.
Κατηγορούμενοι στην υπόθεση είναι ο τότε Διευθύνων Σύμβουλος της τράπεζας Ευθύμιος Μπουλούτας, ο Αναπληρωτής Διευθύνοντας Σύμβουλος Παναγιώτης Κουννής, ο μη εκτελεστικός Αντιπρόεδρος Νεοκλής Λυσάνδρου και το εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας Μάρκος Φόρος.
Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο που εκδικάζει την υπόθεση, αποτελείται από την Πρόεδρό του, Έλενα Εφραίμ, τον Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή Νίκο Γερολέμου και την Ανώτερη Επαρχιακή Δικαστή Στέλλα Χριστοδουλίδου – Μέσσιου.
Το Δικαστήριο απέρριψε αρχικά με ενδιάμεση απόφαση του ενστάσεις που υποβλήθηκαν αναφορικά με τη σχετικότητα χρονικά, αλλά και σε περιεχόμενο, με την κατάθεση μεγάλου αριθμού εγγράφων που κατατέθηκαν ως τεκμήρια από πλευράς του εκ των συνηγόρων υπεράσπισης των Ευθύμιου Μπουλούτα και Μάρκου Φόρου Ανδρέα Χαβιαρά.
Απαντώντας σε ερωτήσεις της εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής Έλλης Παπαγαπίου, ο μάρτυρας ανέφερε ότι η ανακριτική ομάδα αποτελείται από τον επικεφαλή της, Ανώτερο Υπαστυνόμο Μάρκο Νικολεττή, τον ίδιο, και την αστυφύλακα Άννα Ανδρέου και ότι αφετηρία για τη διερεύνηση της υπόθεσης ήταν η έρευνα που έκανε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία αφορούσε στην μη απομείωση της υπεραξίας των εργασιών της Λαϊκής Τράπεζας στην Ελλάδα για το έτος 2010 και για την εξαμηνία του 2011.
Σε ερώτηση για την περίοδο που ερεύνησαν, ο Λοχίας Χρίστου απάντησε ότι διερευνήθηκε η εξαμηνία του 2011 και το εννιάμηνο του ίδιου έτους, καθώς και ότι λήφθηκαν ανακριτικές καταθέσεις από τους κατηγορούμενους Νεοκλή Λυσάνδρου στις 28/10/2015 και Παναγιώτη Κουννή στις 11/11/2015, τις οποίες και κατέθεσε ως τεκμήρια μαζί με έγγραφα που τους υποδείχθηκαν κατά τη διάρκεια των καταθέσεων τους.
Δεν λήφθηκαν καταθέσεις από τους κατηγορούμενους Ευθύμιο Μπουλούτα και Μάρκο Φόρο, επειδή οι ίδιοι όταν ρωτήθηκαν κατά πόσο επιθυμούσαν να προσέλθουν για σκοπούς ανάκρισης στην Κύπρο ή να πραγματοποιηθεί συνάντηση στην Ελλάδα, ανέφερε, αρνήθηκαν. Αντεξεταζόμενος από τον δικηγόρο Μιχάλη Πική για λογαριασμό του κ. Φόρου, ο Λοχίας Χρίστου ανέφερε ότι στην απαντητική του επιστολή αρνήθηκε το πλαίσιο κάτω από το οποίο θα γινόταν η διαδικασία για λήψη κατάθεσης.
Ο κ. Φόρος, είπε, ζήτησε όπως αυτό γίνει στα πλαίσια αιτήματος δικαστικής συνδρομής. Ουσιαστικά, πρόσθεσε, διαφοροποιήθηκε από το πλαίσιο που είχε τεθεί. Απάντησε αρνητικά σε ερώτηση αν η Αστυνομία προέβη σε οποιοδήποτε διάβημα για διαδικασία δικαστικής συνδρομής στην προκειμένη περίπτωση και εξήγησε ότι ο λόγος ήταν το χρονοβόρο της διαδικασίας λόγω διαφόρων προσκομμάτων από τα πρόσωπα από τα οποία θα λαμβανόταν η κατάθεση. Ερωτηθείς σχετικά, αναφέρθηκε σε εμπειρία που είχε η Αστυνομία σε προγενέστερη περίπτωση όπου υπήρξε αίτημα δικαστικής συνδρομής στο πλαίσιο άλλης υπόθεσης αναφορικά με τους δύο κατηγορούμενους.
Απαντώντας σε ερώτηση για το λόγο που δεν είναι άλλα πρόσωπα στο κατηγορητήριο, παρόλο που λήφθηκαν καταθέσεις και από άλλους, ο μάρτυρας ανέφερε ότι όταν συμπληρώθηκε το ανακριτικό έργο η μαρτυρία παρουσιάστηκε στο Γενικό Εισαγγελέα και κατόπιν συζήτησης, αποφάσισε όπως μόνο οι τέσσερις κατηγορούμενοι που είναι σήμερα ενώπιον του Κακουργιοδικείου, περιληφθούν στο κατηγορητήριο.
Θέμα σκοπιμότητας της ανακριτικής ομάδας και υποβολής ερωτήσεων ειδικά προς τον πελάτη του με στόχο την ενοχοποίησή του, έθεσε με ερωτήσεις και υποβολές, ο συνήγορος του Παναγιώτη Κουννή, Ρίκκος Μαπουρίδης. Ο μάρτυρας κατηγορίας απέρριψε τις υποβολές του δικηγόρου. «Δεν είχαμε καμία σκοπιμότητα και δεν έγινε κανένας διαχωρισμός όσον αφορά το οποιοδήποτε πρόσωπο ερχόταν για ανάκριση», είπε.
Σε ερωτήσεις αναφορικά με τα ερωτήματα που τέθηκαν ειδικά στον πελάτη του και όχι σε άλλα πρόσωπα από τα οποία λήφθηκαν καταθέσεις ο κ. Χρίστου ανέφερε ότι δεν θυμάται ειλικρινά το τί ρώτησε τον κάθε μάρτυρα ή τον κάθε ύποπτο.
Σε κάποιο σημείο αναφέρθηκε στον επίσης πρώην Αναπληρωτή Διευθύνων Σύμβουλο της πρώην Λαϊκής Χρίστο Στυλιανίδη και κληθείς να πει τους λόγους για τους οποίους το πρώην στέλεχος της τράπεζας δεν βρίσκεται σήμερα ενώπιον του Δικαστηρίου, απάντησε ότι όταν τέθηκε το μαρτυρικό υλικό ενώπιον του Γενικού Εισαγγελέα, ο ίδιος ο Γενικός Εισαγγελέας αποφάσισε όπως ο κ. Στυλιανίδης περιληφθεί ως μάρτυρας κατηγορίας.
Σε ερώτηση ποιους εισηγήθηκε να κατηγορηθούν με την έκθεσή της η ανακριτική ομάδα, ο μάρτυρας απάντησε ότι η εισήγηση ήταν το σύνολο της μαρτυρίας να μελετηθεί και ο ίδιος ο Γενικός Εισαγγελέας αποφάσισε. Σε επιπρόσθετη ερώτηση αν εισηγήθηκε η ανακριτική ομάδα ποιοι θα έπρεπε να κατηγορηθούν στην έκθεσή της απάντησε «ξεκάθαρα όχι».
Απέρριψε επίσης υποβολή ότι η ανακριτική ομάδα κατευθύνθηκε από τον Ράλλη Χριστοφόρου, ο οποίος είχε συντάξει την έκθεση για λογαριασμό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, σημειώνοντας ότι «προσωπικά πέραν από μια κατάθεση που έλαβα από τον κ. Χριστοφόρου τον Δεκέμβριο του 2015, ουδεμία επαφή ούτε επαγγελματική ούτε προσωπική είχα μαζί του».
Οι ερωτήσεις, είπε, διαμορφώθηκαν κατόπιν μελέτης του υλικού που είχε ενώπιον της η ανακριτική ομάδα στο οποίο περιλαμβανόταν και το πόρισμα του κ. Χριστοφόρου.
Επόμενη δικάσιμος έχει ήδη οριστεί η ερχόμενη Πέμπτη, 23 Νοεμβρίου 2017, στις 0900.
Οι κατηγορίες
Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν από κοινού δύο κατηγορίες, η πρώτη για το αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς και η δεύτερη για το αδίκημα των ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων και πληροφοριών ή απόκρυψης.
Συγκεκριμένα, οι κατηγορούμενοι κατηγορούνται ότι με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, χειραγώγησαν την αγορά. Δηλαδή, ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας, διέδωσαν πληροφορίες στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο κοινό που έδιναν παραπλανητικές ενδείξεις. Δηλαδή, ενώ γνώριζαν ότι υπήρξε απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της τράπεζας στην Ελλάδα (Marfin Egnatia Bank), η οποία ανερχόταν στα €330 εκ. τουλάχιστον, παρέλειψαν να το συμπεριλάβουν στη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011 και η οποία δημοσιεύθηκε στις 29/11/2011.
Κατηγορούνται, επίσης, ότι με την με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, και ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, προέβησαν σε παραπλανητική ανακοίνωση. Δηλαδή, στις 29/11/11 δημοσιοποίησαν στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου τη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011, αποκρύβοντας την απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της εταιρείας στην Ελλάδα, η οποία ανερχόταν στα €330 εκ τουλάχιστον.
Κατηγορούμενοι στην υπόθεση είναι ο τότε Διευθύνων Σύμβουλος της τράπεζας Ευθύμιος Μπουλούτας, ο Αναπληρωτής Διευθύνοντας Σύμβουλος Παναγιώτης Κουννής, ο μη εκτελεστικός Αντιπρόεδρος Νεοκλής Λυσάνδρου και το εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας Μάρκος Φόρος.
Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο που εκδικάζει την υπόθεση, αποτελείται από την Πρόεδρό του, Έλενα Εφραίμ, τον Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή Νίκο Γερολέμου και την Ανώτερη Επαρχιακή Δικαστή Στέλλα Χριστοδουλίδου – Μέσσιου.
Το Δικαστήριο απέρριψε αρχικά με ενδιάμεση απόφαση του ενστάσεις που υποβλήθηκαν αναφορικά με τη σχετικότητα χρονικά, αλλά και σε περιεχόμενο, με την κατάθεση μεγάλου αριθμού εγγράφων που κατατέθηκαν ως τεκμήρια από πλευράς του εκ των συνηγόρων υπεράσπισης των Ευθύμιου Μπουλούτα και Μάρκου Φόρου Ανδρέα Χαβιαρά.
Απαντώντας σε ερωτήσεις της εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής Έλλης Παπαγαπίου, ο μάρτυρας ανέφερε ότι η ανακριτική ομάδα αποτελείται από τον επικεφαλή της, Ανώτερο Υπαστυνόμο Μάρκο Νικολεττή, τον ίδιο, και την αστυφύλακα Άννα Ανδρέου και ότι αφετηρία για τη διερεύνηση της υπόθεσης ήταν η έρευνα που έκανε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία αφορούσε στην μη απομείωση της υπεραξίας των εργασιών της Λαϊκής Τράπεζας στην Ελλάδα για το έτος 2010 και για την εξαμηνία του 2011.
Σε ερώτηση για την περίοδο που ερεύνησαν, ο Λοχίας Χρίστου απάντησε ότι διερευνήθηκε η εξαμηνία του 2011 και το εννιάμηνο του ίδιου έτους, καθώς και ότι λήφθηκαν ανακριτικές καταθέσεις από τους κατηγορούμενους Νεοκλή Λυσάνδρου στις 28/10/2015 και Παναγιώτη Κουννή στις 11/11/2015, τις οποίες και κατέθεσε ως τεκμήρια μαζί με έγγραφα που τους υποδείχθηκαν κατά τη διάρκεια των καταθέσεων τους.
Δεν λήφθηκαν καταθέσεις από τους κατηγορούμενους Ευθύμιο Μπουλούτα και Μάρκο Φόρο, επειδή οι ίδιοι όταν ρωτήθηκαν κατά πόσο επιθυμούσαν να προσέλθουν για σκοπούς ανάκρισης στην Κύπρο ή να πραγματοποιηθεί συνάντηση στην Ελλάδα, ανέφερε, αρνήθηκαν. Αντεξεταζόμενος από τον δικηγόρο Μιχάλη Πική για λογαριασμό του κ. Φόρου, ο Λοχίας Χρίστου ανέφερε ότι στην απαντητική του επιστολή αρνήθηκε το πλαίσιο κάτω από το οποίο θα γινόταν η διαδικασία για λήψη κατάθεσης.
Ο κ. Φόρος, είπε, ζήτησε όπως αυτό γίνει στα πλαίσια αιτήματος δικαστικής συνδρομής. Ουσιαστικά, πρόσθεσε, διαφοροποιήθηκε από το πλαίσιο που είχε τεθεί. Απάντησε αρνητικά σε ερώτηση αν η Αστυνομία προέβη σε οποιοδήποτε διάβημα για διαδικασία δικαστικής συνδρομής στην προκειμένη περίπτωση και εξήγησε ότι ο λόγος ήταν το χρονοβόρο της διαδικασίας λόγω διαφόρων προσκομμάτων από τα πρόσωπα από τα οποία θα λαμβανόταν η κατάθεση. Ερωτηθείς σχετικά, αναφέρθηκε σε εμπειρία που είχε η Αστυνομία σε προγενέστερη περίπτωση όπου υπήρξε αίτημα δικαστικής συνδρομής στο πλαίσιο άλλης υπόθεσης αναφορικά με τους δύο κατηγορούμενους.
Απαντώντας σε ερώτηση για το λόγο που δεν είναι άλλα πρόσωπα στο κατηγορητήριο, παρόλο που λήφθηκαν καταθέσεις και από άλλους, ο μάρτυρας ανέφερε ότι όταν συμπληρώθηκε το ανακριτικό έργο η μαρτυρία παρουσιάστηκε στο Γενικό Εισαγγελέα και κατόπιν συζήτησης, αποφάσισε όπως μόνο οι τέσσερις κατηγορούμενοι που είναι σήμερα ενώπιον του Κακουργιοδικείου, περιληφθούν στο κατηγορητήριο.
Θέμα σκοπιμότητας της ανακριτικής ομάδας και υποβολής ερωτήσεων ειδικά προς τον πελάτη του με στόχο την ενοχοποίησή του, έθεσε με ερωτήσεις και υποβολές, ο συνήγορος του Παναγιώτη Κουννή, Ρίκκος Μαπουρίδης. Ο μάρτυρας κατηγορίας απέρριψε τις υποβολές του δικηγόρου. «Δεν είχαμε καμία σκοπιμότητα και δεν έγινε κανένας διαχωρισμός όσον αφορά το οποιοδήποτε πρόσωπο ερχόταν για ανάκριση», είπε.
Σε ερωτήσεις αναφορικά με τα ερωτήματα που τέθηκαν ειδικά στον πελάτη του και όχι σε άλλα πρόσωπα από τα οποία λήφθηκαν καταθέσεις ο κ. Χρίστου ανέφερε ότι δεν θυμάται ειλικρινά το τί ρώτησε τον κάθε μάρτυρα ή τον κάθε ύποπτο.
Σε κάποιο σημείο αναφέρθηκε στον επίσης πρώην Αναπληρωτή Διευθύνων Σύμβουλο της πρώην Λαϊκής Χρίστο Στυλιανίδη και κληθείς να πει τους λόγους για τους οποίους το πρώην στέλεχος της τράπεζας δεν βρίσκεται σήμερα ενώπιον του Δικαστηρίου, απάντησε ότι όταν τέθηκε το μαρτυρικό υλικό ενώπιον του Γενικού Εισαγγελέα, ο ίδιος ο Γενικός Εισαγγελέας αποφάσισε όπως ο κ. Στυλιανίδης περιληφθεί ως μάρτυρας κατηγορίας.
Σε ερώτηση ποιους εισηγήθηκε να κατηγορηθούν με την έκθεσή της η ανακριτική ομάδα, ο μάρτυρας απάντησε ότι η εισήγηση ήταν το σύνολο της μαρτυρίας να μελετηθεί και ο ίδιος ο Γενικός Εισαγγελέας αποφάσισε. Σε επιπρόσθετη ερώτηση αν εισηγήθηκε η ανακριτική ομάδα ποιοι θα έπρεπε να κατηγορηθούν στην έκθεσή της απάντησε «ξεκάθαρα όχι».
Απέρριψε επίσης υποβολή ότι η ανακριτική ομάδα κατευθύνθηκε από τον Ράλλη Χριστοφόρου, ο οποίος είχε συντάξει την έκθεση για λογαριασμό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, σημειώνοντας ότι «προσωπικά πέραν από μια κατάθεση που έλαβα από τον κ. Χριστοφόρου τον Δεκέμβριο του 2015, ουδεμία επαφή ούτε επαγγελματική ούτε προσωπική είχα μαζί του».
Οι ερωτήσεις, είπε, διαμορφώθηκαν κατόπιν μελέτης του υλικού που είχε ενώπιον της η ανακριτική ομάδα στο οποίο περιλαμβανόταν και το πόρισμα του κ. Χριστοφόρου.
Επόμενη δικάσιμος έχει ήδη οριστεί η ερχόμενη Πέμπτη, 23 Νοεμβρίου 2017, στις 0900.
Οι κατηγορίες
Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν από κοινού δύο κατηγορίες, η πρώτη για το αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς και η δεύτερη για το αδίκημα των ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων και πληροφοριών ή απόκρυψης.
Συγκεκριμένα, οι κατηγορούμενοι κατηγορούνται ότι με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, χειραγώγησαν την αγορά. Δηλαδή, ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας, διέδωσαν πληροφορίες στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο κοινό που έδιναν παραπλανητικές ενδείξεις. Δηλαδή, ενώ γνώριζαν ότι υπήρξε απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της τράπεζας στην Ελλάδα (Marfin Egnatia Bank), η οποία ανερχόταν στα €330 εκ. τουλάχιστον, παρέλειψαν να το συμπεριλάβουν στη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011 και η οποία δημοσιεύθηκε στις 29/11/2011.
Κατηγορούνται, επίσης, ότι με την με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, και ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, προέβησαν σε παραπλανητική ανακοίνωση. Δηλαδή, στις 29/11/11 δημοσιοποίησαν στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου τη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011, αποκρύβοντας την απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της εταιρείας στην Ελλάδα, η οποία ανερχόταν στα €330 εκ τουλάχιστον.
Πηγή: KYΠΕ