ΠτΔ: «Είναι αδιανόητο να επιβάλλονται «δασμοί» για ανθρωπιστική βοήθεια για τους εγκλωβισμένους»
09:31 - 08 Οκτωβρίου 2017
Αποφασισμένος να επιμένει με πείσμα πως η ειρηνική μέθοδος λύσης του Κυπριακού δεν αποτελεί παρά τη μόνο οδό και πως υπάρχουν όρια σε κάθε υποχώρηση, σε κάθε συμβιβασμό, δήλωσε το βράδυ του Σαββάτου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης.
Σε χαιρετισμό του στην εκδήλωση για την ημέρα μνήμης Αμμοχώστου, που πραγματοποιήθηκε στο Πολιτιστικό Κέντρο Αμμοχώστου στη Δερύνεια, ο Πρόεδρος ανέφερε ότι «για 43 χρόνια σε αυτό το οδόφραγμα, καταθέτουμε την ελπίδα μας, την πίστη μας, την προσήλωση μας σε ένα όραμα, αυτά τα συρματοπλέγματα να πέσουν και να ανοίξει ο δρόμος να βαδίσουμε στην πόλη που ενέπνευσε τα όνειρα μας, στην πόλη που αποτέλεσε το πεδίο της ελεύθερης σκέψης, της προόδου, της ανάπτυξης στη χώρα μας».
Σημείωσε πως «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως αυτό που ζούμε με την πόλη της Αμμόχωστου συνιστά ένα παραλογισμό που όμοιο του δεν έχει ζήσει η ανθρωπότητα. Μία πόλη όμηρος, η οποία παραμένει ακατοίκητη και έρμαιο των πολιτικών εκβιαστικών επιλογών της Άγκυρας». Πρόσθεσε πως «αυτή την κατάσταση δεν την αποδεχτήκαμε ποτέ και δεν πρόκειται ποτέ να το πράξουμε».
Η προσπάθεια μας, συνέχισε «να παραδοθεί η Αμμόχωστος στα χέρια των νομίμων κατοίκων της είναι διαρκής και θα παραμείνει πάντοτε ο κεντρικός στόχος κάθε διαπραγμάτευσης για την επίλυση του Κυπριακού».
Ανέφερε ακόμα ότι όπως έγραφε στις 4 Αυγούστου στον ΓΓ του ΟΗΕ και όπως του είπε πρόσφατα κατά τη Γενική Συνέλευση αλλά και όπως σημείωσε από του βήματος της Γενικής Συνέλευσης «η επανεγκατάσταση των Βαρωσιωτών στις εστίες τους, όπως άλλωστε προβλέπουν και τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, θα μπορούσε να συνιστά ένα γνήσιο μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο κοινοτήτων στη χώρα μας». Ιδιαίτερα, συνέχισε, «αυτή την περίοδο που ως αποτέλεσμα της τουρκικής αδιαλλαξίας ο διάλογος οδηγήθηκε σε ένα αδιέξοδο».
Ενα ανάλογο μέτρο, είπε ο ΠτΔ «πραγματικά θα αποτελούσε ένδειξη ειλικρινούς επιθυμίας και απόδειξη της βούλησης της κατοχικής δύναμης σε όσα στοιχειωδώς υπαγορεύει το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Όσοι θεωρούν πως η οικοδόμηση εμπιστοσύνης είναι κρίσιμο στοιχείο για την πρόοδο στο Κυπριακό, έχουν μπροστά τους μία επιλογή που μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα, αλλά και να συμβάλει καθοριστικά στην επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό, με την επίτευξη μιας συνολικής διευθέτησης».
Πραγματικά είπε «εάν υπήρχε η βούληση, η καλή διάθεση, η πρόθεση, ή τα όσα δια της ρητορικής η Τουρκία διακήρυττε και διακηρύττει, ότι τάχα θα ήταν δυο βήματα πιο μπροστά από εμάς για τη λύση του Κυπριακού, ως ένα πρώτο βήμα, ως πρώτη ένδειξη καλής θέλησης θα ήταν η επιστροφή της Αμμοχώστου ακόμη και υπό τη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών».
Πρόσθεσε πως «αντ’ αυτού δυστυχώς, παρατηρούμε να σκληρύνεται η στάση, να παίρνονται μέτρα, τα οποία δυστυχώς αντί να οικοδομούν την εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο κοινοτήτων καλλιεργούν ένα κλίμα καχυποψίας, ένα κλίμα εχθρότητας. Δεν θα τους ακολουθήσουμε στα βήματα, όπως εκείνοι επιδιώκουν να καθορίσουν την ημερήσια διάταξη, αλλά και την ίδια ώρα δεν πρόκειται να συνεχίσουμε να ανεχόμαστε την υποκρισία όσων παρακολουθούν απαθώς τα όσα συμβαίνουν».
Χαρακτήρισε «αδιανόητο» να επιβάλλονται «δασμοί» για ανθρωπιστική βοήθεια για τους εγκλωβισμένους και σημείωσε ότι «είναι αδιανόητο να παραβιάζεται η Συνθήκη της Βιέννης η οποία έγινε ενώπιον των Ηνωμένων Εθνών και να παρατηρούν ή να παρακολουθούν ή να μας εισηγούνται ότι τα δύο μέρη θα πρέπει να εξεύρουν τον τρόπο επίλυσης της διαφοράς».
Πραγματικά είναι με λύπη μου, συνέχισε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης «που παρακολουθώ να γίνεται μια προσπάθεια απόδοσης ευθυνών στην ελληνοκυπριακή πλευρά, και δεν αναφέρομαι σε όσους φέρουν την κύρια ευθύνη, που έχουν κάθε λόγο να το πράττουν. Αναφέρομαι δυστυχώς στα όσα διαμείβονται μεταξύ μας».
Αφού ανέφερε πως «δεν είναι πρόθεση μου να έρθω σε αντιπαράθεση με κανέναν» είπε ότι θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι «δεν πλήττουμε εκείνον που διαπραγματευόταν. Πλήττουμε την ελληνοκυπριακή πλευρά και το δίκαιο αίτημα της ελληνοκυπριακής πλευράς για δικαίωση. Όταν αθωώνουμε την Τουρκία, η οποία επέμεινε να συνεχίζει τα επεμβατικά δικαιώματα, τις εγγυήσεις, την παρουσία εσαεί τουρκικών στρατευμάτων. Όταν η τουρκική πλευρά επέμενε ότι πρέπει να ελέγχει την τουρκοκυπριακή κοινότητα, η οποία μέσα στα πλαίσια του διαμοιρασμού της εξουσίας αξιώνει για κάθε απόφαση της Κυπριακής Δημοκρατίας, της υπό μετεξέλιξη ομοσπονδίας, του κράτους σε ομοσπονδία θα πρέπει να έχει τουλάχιστον μια θετική ψήφο».
Πρόσθεσε πως «υπήρξα θετικός, υπήρξα αποφασιστικός, υπήρξα τολμηρός με γραπτές προτάσεις, κατέθεσα τις δικές μας θέσεις που λάμβαναν υπό τις ανησυχίες όλων ανεξαίρετα και των Τουρκοκυπρίων και των Ελληνοκυπρίων και δεν δίστασα γιατί ήμουν επτά μήνες προ των προεδρικών εκλογών να το πράξω. Έθεσα όμως όρους, ότι απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνουν οι δικές μας προτάσσεις δεκτές ή για να παραμείνουν στο τραπέζι θα έπρεπε πριν και πάνω από όλα η Τουρκία να αποδεχθεί τον τερματισμό των εγγυήσεων, ενός αναχρονιστικού συστήματος ασφάλειας και ταυτόχρονα να πάψουν τα όποια επεμβατικά δικαιώματα και να αποχωρήσει επιτέλους ο κατοχικός στρατός».
Μπορούμε, συνέχισε ο Πρόεδρος «να ζήσουμε μόνοι μας και έχουμε το δικαίωμα να διεκδικούμε ένα κανονικό κράτος μακρά της οποιασδήποτε εξάρτησης. Μακρά της όποιας κηδεμονίας που παρακολουθούμε να καταγράφεται μέρα με τη μέρα, όχι πρόσφατα, αλλά εδώ και 43 χρόνια. Επίτροπος για αθλητισμό, θρησκευτικά θέματα, σύνδεση απευθείας για την προμήθεια νερού στα κατεχόμενα, προγραμματιζόμενη σύνδεση για παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, ισλαμοποίηση των κατεχομένων, πλήρης εξάρτηση εν τη ουσία. Και αυτοί οι εξαρτώμενοι διεκδικούσαν να έχουν δικαίωμα για κάθε απόφαση».
Δεν είναι διότι περιφρονώ, συνέχισε «αντίθετα εγώ είχα πει εκεί και όπου η τουρκοκυπριακή κοινότητα μπορεί να επηρεάζεται από τις αποφάσεις, θα μπορούσαν να έχουν θετική ψήφο φτάνει να υπήρχε ταυτόχρονα ένας μηχανισμός αποτελεσματικής επίλυσης των διαφορών, για να μην οδηγηθούμε σε κατάρρευση τους κράτους την επομένη της λύσης».
Στον χαιρετισμό του ο ΠτΔ, είπε επίσης ότι «θετική ήταν και η στάση μας σε όσα ο ΓΓ θεώρησε ότι θα μπορούσε να οδηγήσουν σε μια ιστορική ή σε μια στρατηγική συμφωνία προκειμένου να οδηγηθούμε σε μια οριστική λύση του Κυπριακού. Όταν όμως ο κ. Τσαβούσογλου επέμενε ότι θα έπρεπε για 15 ή 10 χρόνια αν ήμασταν καλά παιδιά, να αναθεωρηθούν οι συνθήκες εγγύησης, αλλά και επέμενε στα μονομερή επεμβατικά δικαιώματα, αλλά και δεν εγκατέλειπε την αξίωση ότι θα έπρεπε να δημιουργηθεί στρατιωτική βάση στα κατεχόμενα με την παρουσία 1800 Τούρκων στρατιωτών εσαεί, αντιλαμβάνεστε ποιες ήταν οι επιλογές μου».
Αφού είπε ότι «δεν υπήρξε ανταπόκριση στις γραπτές μας προτάσεις» ο Πρόεδρος εξήγησε πως «ούτε καν προφορικές απαντήσεις δεν είχαμε πάρει εκτός από τις θέσεις ότι ονειρευόμαστε, ότι είναι ανόητες οι προτάσεις μας, ότι δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτό ποτέ το μηδέν εγγυήσεις, μηδέν στρατεύματα».
Ο Πρόεδρος εξήγησε επίσης πως «όταν λέμε μηδέν εγγυήσεις εννοούμε μηδέν τουρκικές εγγυήσεις, διότι μέσα από το έγγραφο που καταθέσαμε για τη στρατηγική ασφάλεια της νέας κατάστασης πραγμάτων, προβλέπονται όλα όσα τόσο ο Χάρτης των ΗΕ όσο και η ιδρυτική πράξη της ΕΕ προβλέπει αλλά και ταυτόχρονα η παρουσία πολυεθνικής αστυνομικής δύναμης για να διαφυλάττουν και την εσωτερική ειρήνη, αλλά και μέσω των μηχανισμών των ΗΕ την τήρηση των όσων θα συμφωνηθούν. Αντ΄ αυτού» είπε «η απάντηση της τουρκικής πλευράς ήταν τα όσα αποκαλύφθηκαν περί το τέλος του δείπνου στο Κραν Μοντανά».
Ταυτόχρονα επανέλαβε ότι «δεν έχω πρόθεση να αντιπαραταχθώ με τον οποιονδήποτε ούτε και το εθνικό πρόβλημα προσφέρεται για να νομίζουμε ότι κατ΄ αυτό τον τρόπο θα κερδίσουμε τις προεδρικές εκλογές. Αυτό που απαιτείται αυτή την ώρα από όλους δεν είναι τα μεγάλα λόγια, είναι η αξιολόγηση των όσων πραγματικά συνέβησαν».
Εξέφρασε επίσης την έκπληξη του να ακούει ότι «τάχα η Ελλάδα, η Αγγλία, η Τουρκία ήταν έτοιμες και ο Αναστασιάδης απέρριψε τον τερματισμό των εγγυήσεων. Να το πράξω γιατί; Nα καταθέσω γραπτές προτάσεις για να διευκολύνω έτσι ώστε να οδηγηθούμε και στην παρουσία των Πρωθυπουργών να καταλήξουμε στον τερματισμό της κατοχικής παρουσίας, γιατί να απορρίψω τον τερματισμό των εγγυήσεων όταν εκείνος που την έθεσε στο τραπέζι ήταν ο Νίκος Αναστασιάδης», διερωτήθηκε.
Όταν ο ΓΓ του ΟΗΕ, συνέχισε, «ακριβώς λόγω των διαβημάτων μας αποδεχόταν στις 4 Ιουνίου ότι χωρίς τη λύση του θέματος ασφάλειας δεν μπορεί να υπάρξει λύση στο θέμα του Κυπριακού. Είναι καλή η κριτική και καλοδεχούμενη, αλλά όταν ο ΓΓ δεν αποδίδει ευθύνες στην ελληνοκυπριακή πλευρά όπως δεν αποδίδει ούτε στην Τουρκία ούτε στην τουρκοκυπριακή, όσοι κατανοούν από διπλωματία και διεθνείς σχέσεις και διεθνείς πρωτοβουλίες το αντιλαμβάνονται γιατί δεν το πράττει. Γιατί απλά θέλει να αφήσει ανοικτή την πόρτα της συνέχισης του διαλόγου και αυτό είναι που όλοι θα έπρεπε να επιδιώκουμε».
Και είναι αδιανόητο, σημείωσε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης «όταν ο ΓΓ δεν αποδίδει ευθύνες στην ελληνοκυπριακή πλευρά, κάποιοι να λένε ότι τα έδωσα όλα και κάποιοι άλλοι γιατί τάχα δεν αξιοποίησα την καλή πρόθεση του ΓΓ ή τις θέσεις του Γενικού Γραμματέα, που διαμόρφωσε κατόπιν δικών μου πρωτοβουλιών».
Δεν γνωρίζω εξήγησε ο Πρόεδρος «εάν μπορεί να ξεχωρίσουμε κάποια στιγμή τι ο Γενικός Γραμματέας εισηγείτο και ποιες είναι οι θέσεις της Τουρκίας. Άλλο είναι τι ο ΓΓ αποδεχόμενος τις θέσεις μας εισηγήθηκε και άλλο είναι τι η Τουρκία είπε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, εκτός αν θέλουμε να πιστεύουμε την Τουρκία και απλά να αμφισβητούμε τη δική μας πολιτική ηγεσία χάρη των προεδρικών εκλογών».
Αναφερόμενος στην Αμμόχωστο ο Πρόεδρος είπε πως «η Αμμόχωστος δεν προσφέρεται, η λύση του Κυπριακού δεν προσφέρεται ούτε για μένα ούτε για κανέναν προς εκμετάλλευση και αξιοποίηση για να κερδίσουμε μερικές ψήφους. Αυτό που πρέπει να μας διακρίνει όλους είναι η αγάπη μας, το ενδιαφέρον μας, η αποφασιστικότητα για να επαναληφθεί ο διάλογος».
Είπε επίσης πως το έχει δηλώσει «ρητά και απερίφραστα και γραπτώς προς τον ΓΓ. Είμαι έτοιμος να επανέλθω στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων οποτεδήποτε εκείνος θελήσει, άμεσα, αρκεί να υπάρξει καλή προετοιμασία ώστε μια νέα σύνοδος για την Κύπρο να είναι καλά προετοιμασμένη. Να μην αντιμετωπίσουμε τα ίδια φαινόμενα και να αναλώνουμε μια νύκτα ή μια μέρα για να διαπιστώσουμε τις ειλικρινείς και πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας».
Είμαι αποφασισμένος, συνέχισε «όσο θα βρίσκομαι στη θέση που κατέχω ως αποτέλεσμα της λαϊκής εντολής, να συνεχίσω με πείσμα να επιμένω πως η ειρηνική μέθοδος λύσης του Κυπριακού δεν αποτελεί παρά τη μόνη οδό, αλλά και ταυτόχρονα πως υπάρχουν όρια σε κάθε υποχώρηση, σε κάθε συμβιβασμό. Θα πρέπει να λαμβάνεις υπόψη πάντοτε τις ανησυχίες της μιας πλευράς αλλά ταυτόχρονα να μην παραγνωρίζεις ποτέ τις έγνοιες και τις εύλογες επιδιώξεις της άλλης».
Και εκείνοι, σημείωσε «που πρέπει να κατανοήσουν ή θα έπρεπε να κατανοήσουν τους Ελληνοκύπριους δεν είναι άλλοι από όσους κατέχουν τις περιουσίες μας. Και δεν είναι χάρη που κάνουν εάν θα επιστρέψουν την Αμμόχωστο, ή τη Μόρφου ή άλλα εδάφη που κατέχουν. Είναι ελληνοκυπριακές περιουσίες που παρανόμως κατέχονται και είναι καιρός επιτέλους και η διεθνής κοινότητα να το κατανοήσει».
Σύμφωνα με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη «όταν κάνουμε αναλύσεις για πολιτικό κόστος που θα προκαλέσουμε, οικονομικό κόστος που θα προκαλέσουμε, καλό είναι να αναλογιστούμε πόσα δράματα εξελίσσονται και εκτυλίσσονται καθημερνά που αφορούν εκατομμύρια προσφύγων και πόσο δύσκολη είναι η δική μας θέση ύστερα από 43 χρόνια να διεκδικούμε τα αυτονόητα».
Εξήγησε επίσης πως «αυτό που πρέπει να πράξουμε και θα συνεχίσουμε να πράττουμε είναι να ενεργοποιήσουμε όλους τους μηχανισμούς, της ΕΕ, του ΣΑ, της Ισλαμικής Διάσκεψης, του Αραβικού κόλπου, των κρατών που μέσα από την πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που έχουμε κτίσει επιτέλους έχουμε φωνή και λόγο και δεν είναι τυχαίο ότι αποτρέπεται τα τελευταία χρόνια η έκδοση του οποιουδήποτε ψηφίσματος από την Ισλαμική Διάσκεψη. Δεν είναι τυχαία» σημείωσε «που κτίστηκαν οι τριμερείς και πολυμερείς σχέσεις με τα γειτονικά κράτη, δεν είναι τυχαία που δεν εγκαταλείπουμε την παραδοσιακή φιλία που μας διέκρινε με τη Ρωσία ούτε και η προσπάθεια να εμβαθύνουμε τις σχέσεις μας με τις ΗΠΑ. Προσπαθούμε και θέλω να πιστεύω ότι σε μεγάλο βαθμό το έχουμε πετύχει».
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε ακόμα ότι «εκείνο που προσπαθούμε είναι επιτέλους – και το έχουμε πετύχει – να αναβαθμίσουμε το κύρος του κράτους μας. Η Κύπρος δεν είναι η χρεοκοπημένη και αναξιόπιστη χώρα, είναι μια χώρα που διεκδικεί και διαδραματίζει ρόλο στην περιοχή. Ρόλο που της αναγνωρίζουν όλοι» ανέφερε και σημείωσε πως «μόνο μέσα σε αυτά τα πλαίσια αν συνεχίσουμε ενωμένοι και μη δίδοντας ευκαιρίες και αφορμές να χρησιμοποιούν τα επιχειρήματα μας κάποιοι άλλοι, θα μπορέσουμε την πόλη που αγαπούμε να την ξαναδούμε ελεύθερη. Και όχι μόνο την Αμμόχωστο, αλλά και την πατρίδα μας ολόκληρη».
Πηγή: ΚΥΠΕ