Η φρικιαστική δολοφονία της Ζωής - Την σκότωσε, την τεμάχισε σε 16 κομμάτια και την πέταξε στα σκουπίδια
20:27 - 25 Οκτωβρίου 2017
Η ιστορία του 27χρονου Παναγιώτη Φραντζή και της 18χρονης Ζωής Γαρμάνη μέχρι σήμερα φέρει τον τίτλο του πιο άγριου εγκλήματος στα χρονικά της Ελλάδας.
24 Ιουνίου 1987. Βρισκόμαστε στα Κάτω Πατήσια, στο σπίτι του ζευγαριού επί της οδού Νεμέσεως 21. Ο Παναγιώτης Φραντζής, φοιτητής της ΑΣΟΕΕ και η Ζωή Γαρμάνη, μαθήτρια Λυκείου, οι οποίοι έχουν παντρευτεί ένα χρόνο πριν, επιστρέφουν από νυχτερινή διασκέδαση και ένας από τους συνηθισμένους τους καβγάδες ξεσπά.
Εκείνη πολύ όμορφη, ξανθιά και κοινωνική κι εκείνος με το αίσθημα της ζήλειας να τον κυριεύει, δεν κατάφεραν ποτέ να συμβιώσουν αρμονικά. Το βράδυ εκείνο, αφορμή για τον τσακωμό τους στάθηκε η επιμονή της Ζωής να συνεχίσουν τη βραδιά τους εκτός σπιτιού, με τον ίδιο να της επιτίθεται λεκτικά μέχρι να ακούσει από το στόμα της τη φράση «είσαι ανίκανος».
«Βγήκα εκτός εαυτού. Τα’ χασα και δεν ήξερα τι έκανα. Την άρπαξα και την έσπρωξα με δύναμη στην άκρη του κρεβατιού, χτυπώντας το κεφάλι της, το οποίο έβγαλε και αίματα. Βρισκόμουν, όπως αντιλαμβάνεστε, σε πλήρη σύγχυση. Η Ζωή ήταν κάτω. Πλησίασα για να δω αν αναπνέει κι αν έχει σφυγμούς. Πιάνοντας το χέρι της, διαπίστωσα ότι δεν είχε σφυγμούς. Ήταν νεκρή», είπε αργότερα στην απολογία του. Παρόλα αυτά ο ιατροδικαστής στο πόρισμά του δήλωσε πως το κορίτσι είχε στραγγαλιστεί.
Τι συνέβη όμως όταν διαπίστωσε πως η σύζυγός του είχε πεθάνει; Ο Φραντζής δεν ήταν διατεθειμένος να πάει φυλακή. Έτσι συνέλαβε το «τέλειο» σχέδιο: Θα τεμάχιζε τη ζωή, θα την πετούσε στους κάδους απορριμμάτων και αργότερα θα δήλωνε την εξαφάνισή της. Έτσι κι έγινε. Οδήγησε το άψυχο σώμα της 18χρονης στη μπανιέρα του σπιτιού τους και επί 4 ώρες, από τις 03.30 τα ξημερώματα μέχρι τις 07.30 το πρωί, την τεμάχιζε χρησιμοποιώντας ένα κρητικό μαχαίρι και ένα σφυρί. «Ήμουν σε κακή κατάσταση. Έκανα εμετό όταν την τεμάχιζα και σταματούσα. Ξανάρχιζα. Υπήρχε και μια έντονη μυρωδιά από τα αίματα. Όμως την αγαπώ. Την αγαπώ πολύ», κατέθεσε στην αστυνομία.
Τα σχέδιά του ματαίωσε ο συλλέκτης γραμματοσήμων, Κώστας Βουζίκης ο οποίος ψάχνοντας στους κάδους εντόπισε μία από τις σακούλες. Κοιτώντας καλύτερα παρατήρησε πως μέσα σ’ αυτή βρίσκονταν κομμάτια γυναικείου κορμιού και ειδοποίησε την αστυνομία. Μέσα σε λίγες ώρες όλα τα κομμάτια της 18χρονης είχαν βρεθεί και οδηγηθεί στο τραπέζι του ιατροδικαστή. Όλα εκτός από το κεφάλι. Η αναγνώριση του πώματος ήταν εξαιρετικά δύσκολη.
Ο Φραντζής δεν έδωσε σημασία στη λεπτομέρεια και έκανε το μοιραίο λάθος να αφήσει μέσα σε μία από τις σακούλες μια απόδειξη κρεοπωλείου πάνω στην οποία αναγραφόταν η ημερομηνία και η ώρα της αγοράς. Η αστυνομία μίλησε με τον ιδιοκτήτη του καταστήματος κι εκείνος αμέσως θυμήθηκε πως ο άνθρωπος που είχε αγοράσει τα προϊόντα της απόδειξης ήταν ο Φραντζής. Η αστυνομία πλησίαζε στο δράστη. Προτού φτάσει στα ίχνη του, ο δολοφόνος της Γαρμανή σπεύδει στην αστυνομία για να παραδοθεί.
Τι δήλωσε ο ίδιος; Μιλώντας σαν η Ζωή να ζούσε ακόμα, είπε χαρακτηριστικά: «Ήταν εξαρτημένη από τους γονείς της που τη μεταχειρίζονταν με μεγάλη αυστηρότητα. Της είχαν δημιουργήσει ταμπού. Κάνουμε έρωτα μια φορά την εβδομάδα, κι αυτό ύστερα από δική μου πίεση. Μετά μαλώνουμε. Την πιάνει υστερία. Την κρατούσα από τα χέρια σφιχτά και αυτή με γρατζούναγε και με χτυπούσε. Πήγαινε μετά στους γονείς της κι έλεγε ότι τη χτύπησα. Δεν τη χτυπάω αλλά από το σφίξιμο τα χέρια της κάνουν σημάδια γιατί έχει ευαίσθητο δέρμα. Ποτέ οι γονείς της δεν πήραν το δίκιο μου. Όλο εγώ φταίω. Έπεσα σε μελαγχολία. Φοβάμαι να κάνω έρωτα μαζί της πλέον γιατί μετά θα μου επιτεθεί. Δεν τη σκότωσα. Ήταν ατύχημα. Δέχομαι μόνο την προσβολή νεκρού. Δεν τη στραγγάλισα. Δεν θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου που δεν έδειξα ψυχραιμία τη στιγμή που πέθανε η Ζωή. Φονιάς δεν είμαι εγώ και ούτε πρόκειται να γίνω. Για να φτάσω εγώ σ’ αυτό το σημείο, πάει να πει ότι φταίει η Ζωζώ. Δεν φταίω καθόλου εγώ».
Μάλιστα, όταν ρωτήθηκε από τον Πάνο Σόμπολο περί της διαδικασίας του τεμαχισμού, ο ίδιος έδωσε την πιο κυνική απάντηση που θα μπορούσε να σκεφτεί: «Δεν είναι ανάγκη να δουλεύω σε κρεοπωλείο για να ξέρω πώς να το κάνω. Είναι πολύ εύκολο. Δεν είναι τίποτα το δύσκολο, αρκεί να σημαδεύεις τις κλειδώσεις»
.
Τρία χρόνια μετά τη δολοφονία της Ζωής Γαρμανή, ο Φραντζής μοιάζει πιο συνειδητοποιημένος: «Αυτό που δεν σκέφτηκε κανείς ως τώρα είναι ο δικός μου πόνος. Δολοφονήθηκε η γυναίκα μου και δεν είχα κανέναν να κυνηγήσω. Ποιον να κυνηγήσω; Εγώ τη σκότωσα», παραδέχεται.
Ο Παναγιώτης Φραντζής καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και παρέμεινε στη φυλακή μέχρι τον Οκτώβριο του 2005, όταν και έγινε δεκτή η 6η κατά σειρά αίτηση αποφυλάκισής του, μετά από 18 χρόνια εγκλεισμού. Έχοντας εκμεταλλευτεί τη νομοθετική ρύθμιση περί εκπαιδευτικών αδειών των κρατουμένων, καταφέρνει να ολοκληρώσει της σπουδές του παράλληλα με την παραμονή του στις σωφρονιστικές εγκαταστάσεις.
Σήμερα, έχει ξαναφτιάξει τη ζωή του και διατηρεί κατάστημα mini market.
Πηγή: reader