Γ. Λιλλήκας: Οι υποχωρήσεις Αναστασιάδη οδηγούν σε κράτος-καζαντί
06:56 - 28 Σεπτεμβρίου 2016
Την εκτίμηση πως στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό βρισκόμαστε ήδη ενώπιον ενός ακήρυχτου αδιεξόδου και πως η Τουρκία ετοιμάζεται να αρχίσει να παίξει το παιχνίδι της επίρριψης ευθυνών, εκφράζει ο πρόεδρος της Συμμαχίας Πολιτών, Γιώργος Λιλλήκας.
Σε συνέντευξή του στον ΡΕΠΟΡΤΕΡ ΟΝLINE, ο κ. Λιλλήκας ασκεί έντονη κριτική στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη σε ό,τι αφορά τους χειρισμούς του στο Κυπριακό, υποστηρίζοντας χαρακτηριστικά πως οι υποχωρήσεις στις οποίες προέβη, μας οδηγούν σε κράτος-καζαντί. «Εκείνο που διαπιστώνω, τόσο από το αποτέλεσμα της τριμερούς της Νέας Υόρκης όσο και από το ακήρυχτο αδιέξοδο που υπάρχει σήμερα στις συνομιλίες, είναι ότι έχει χρεοκοπήσει η πολιτική του. Ο κ. Αναστασιάδης έχει αποδεχθεί πάρα-πάρα πολλά πράγματα και έχει οδηγήσει το Κυπριακό σε μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση», ισχυρίζεται ο πρόεδρος της Συμμαχίας Πολιτών.
-Ποια είναι η δίκη σας αποτίμηση της συνάντησης του Προέδρου της Δημοκρατίας με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και τον Τ/κ ηγέτη στη Νέα Υόρκη;
-Να πω κατ’ αρχήν ότι εμείς δεν προσδοκούσαμε να υπάρξει κάποιο θετικό αποτέλεσμα, δηλαδή να έχουμε θετικές εξελίξεις, δεδομένων των θέσεων της τουρκικής πλευράς όπως τις καταθέτει στις συνομιλίες, αλλά και των δημόσιων τοποθετήσεων, τόσο του κ. Ερντογάν όσο και του κ. Ακιντζί. Ταυτόχρονα, σημειώνουμε ότι αποφύγαμε δυσάρεστες και αρνητικές εξελίξεις. Γιατί ήταν γνωστό, και είμαι σε θέση να γνωρίζω από πληροφόρηση που έχω από τη Νέα Υόρκη, ότι η τουρκική πλευρά θα επιδίωκε δύο στόχους. Ο ένας στόχος θα ήταν τα χρονοδιαγράμματα με επιδιαιτησία, ενώ ο δεύτερος στόχος η σύγκληση πενταμερούς διάσκεψης. Και τα δύο, άκρως επικίνδυνα για την εθνική μας υπόθεση. Θεωρώ ότι αποτράπηκαν αυτές οι αρνητικές εξελίξεις, παρότι έτυχαν της στήριξης των ΗΠΑ, οι οποίες επιδιώκουν διακαώς αποκατάσταση των σχέσεων τους με τον Ερντογάν.
-Την επόμενη μέρα της συνάντησης πώς την βλέπετε σε σχέση με την προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού;
-Αναμένω ότι θα συνεχιστούν οι συνομιλίες. Όμως πιστεύω ότι η Τουρκία μετά και την τριμερή συνάντηση, θα επιδιώξει να ξεκινήσει το παιχνίδι της επίρριψης ευθυνών για να διευκολυνθεί η εφαρμογή του πλάνου Β’, την υλοποίηση του οποίου έχει αρχίσει και το οποίο αποσκοπεί σε πρώτη φάση στην πολιτική αναβάθμιση του ψευδοκράτους και σ’ ένα δεύτερο στάδιο στην πλήρη προσάρτηση των κατεχομένων.
-Συνεπώς, εκτιμάτε πως βρισκόμαστε ήδη απέναντι σε ένα νέο αδιέξοδο παρά το νέο γύρο ακόμη πιο εντατικών διαπραγματεύσεων που έχει προαναγγελθεί από τη Νέα Υόρκη;
-Δυστυχώς αυτή ήταν η εκτίμησή μου από την αρχή της έναρξης των συνομιλιών, όταν είχα προειδοποιήσει ότι δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για να οδηγηθεί αυτός ο γύρος των συνομιλιών σε επιτυχία. Η Τουρκία είναι ξεκάθαρο ότι επιδιώκει να ασκεί τον έλεγχο επί ολόκληρης της Κύπρου. Ταυτόχρονα διαπιστώνουμε πως τα τελευταία δύο χρόνια έχει ξεκινήσει με συγκεκριμένες ενέργειες να δημιουργεί προϋποθέσεις προσάρτησης. Κατά συνέπεια, δεν πιστέψαμε σε καμία περίπτωση ότι υπήρχαν προϋποθέσεις που θα οδηγούσαν την Τουρκία να συμβιβαστεί. Γι’ αυτό και είχαμε πει από πολύ νωρίς ότι με το δεδομένο διεθνές περιβάλλον και με δεδομένη την τουρκική πολιτική, οι συνομιλίες αυτές θα μπορούσαν να καταλήξουν, είτε σε αδιέξοδο είτε σε λύση τουρκικών προδιαγραφών. Δηλαδή, για να υπάρξει λύση θα πρέπει η ελληνική πλευρά, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, να υποχωρήσει και να αποδεχθεί όλες τις τουρκικές απαιτήσεις.
-Άρα, από τη στιγμή που διαβλέπετε ναυάγιο, κακώς επικρίνετε τον Πρόεδρο Αναστασιάδη για υποχωρήσεις. Γιατί αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, δεν θα οδεύαμε προς ναυάγιο, αλλά προς ένα νέο σχέδιο λύσης…
-Ο κ. Αναστασιάδης, αφού ικανοποίησε την τουρκική πλευρά στα πλείστα σοβαρά θέματα της διακυβέρνησης, της οικονομίας, στην κατανομή εξουσιών κλπ, στο τέλος η τουρκική πλευρά, στα ζητήματα του περιουσιακού, του εδαφικού, των εγγυήσεων και των στρατευμάτων, παραμένει αδιάλλακτη. Ο κ. Αναστασιάδης έχει αποδεχθεί πάρα-πάρα πολλά πράγματα και έχει οδηγήσει το Κυπριακό σε μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση.
-Με βάση και τα όσα είπατε πιο πάνω, δηλαδή την μη ύπαρξη προϋποθέσεων για επιτυχή κατάληξη των συνομιλιών, η θέση σας είναι πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έπρεπε να μπει σε διαπραγματεύσεις; Υπάρχει άλλος τρόπος επίλυσης του Κυπριακού πέραν από τις συνομιλίες;
-Ασφαλώς οι διαπραγματεύσεις είναι το εργαλείο για επίλυση του Κυπριακού. Δεν υπάρχει κανένας στην Κύπρο, που να μην συμφωνεί ότι το Κυπριακό θα λυθεί με πολιτικά μέσα. Το λάθος του κ. Αναστασιάδη είναι ότι χρησιμοποίησε μόνο τις συνομιλίες, και στις συνομιλίες ακολούθησε την πολιτική του εξευμενισμού της Τουρκίας με υποχωρήσεις, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή η Τουρκία θ’ ανταποδώσει τις υποχωρήσεις δείχνοντας πνεύμα συναίνεσης σε άλλα κεφάλαια. Πράγμα που δεν έγινε. Εμείς εκείνο που λέγαμε είναι ότι αφού όλοι συμφωνούμε πως διαχρονικά η μη λύση οφείλεται στην τουρκική αδιαλλαξία, θα έπρεπε να έχουμε μάθει ότι υποχωρώντας δεν πρόκειται να καμφθεί η τουρκική αδιαλλαξία. Για να συμβεί κάτι τέτοιο και να ανοίξει ο δρόμος για τη λύση, θα έπρεπε παράλληλα με τις συνομιλίες ο κ. Αναστασιάδης να εφαρμόσει μια διεκδικητική πολιτική, η οποία θα καθιστούσε την κατοχή ασύμφορη για την Τουρκία, ώστε η Τουρκία να μπει στο δίλημμα κατά πόσο τη συμφέρει να συνεχίσει αυτή την αδιαλλαξία ή κατά πόσο θα έπρεπε να επιδείξει πνεύμα συναίνεσης στο Κυπριακό για να μην πληρώνει άλλο πολιτικό ή οικονομικό κόστος.
-Αυτό που περιγράφετε δεν είναι κάπως θεωρητικό; Γιατί δεν είδαμε καμιά Κυβέρνηση και κανένα Πρόεδρο της Δημοκρατίας να εφαρμόζει μέχρι σήμερα κάτι ανάλογο με αυτό που εισηγείστε…
-Τον Φεβρουάριο του 2015, εμείς είχαμε καταθέσει ολοκληρωμένη στρατηγική στο Εθνικό Συμβούλιο με αυτή τη φιλοσοφία. Με συγκεκριμένους στόχους και συγκεκριμένα μέτρα επίτευξης των στόχων αυτών. Όχι θεωρητικά, δεν ήταν ακαδημαϊκή η στρατηγική μας. Το δεύτερο που θέλω να σημειώσω είναι ότι το 2006, ο αείμνηστος Τάσσος Παπαδόπουλος είχε αποφασίσει ότι θα περάσουμε σε μια τέτοια διεκδικητική στρατηγική. Τότε ξεκινήσαμε να παγώνουμε μονομερώς κεφάλαια της Τουρκίας. Στις 11 Δεκεμβρίου 2006 στο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών, που εκπροσώπησα εγώ την Κύπρο, μετά από δέκα ώρες διαπραγματεύσεις καταφέραμε να παγώσουμε ομόφωνα οκτώ κεφάλαια της Τουρκίας, αργότερα παγώσαμε τη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας με τον Οργανισμό Ασφάλειας της Ε.Ε. που υπέγραψε η Τουρκία, παγώσαμε το 2007 μονομερώς το κεφάλαιο ενέργεια. Με αυτόν τον τρόπο ξεκινήσαμε ακριβώς να κινούμε το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων, γιατί άρχισαν να θίγονται και τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα λόγω της πολιτικής που ακολούθησε η κυπριακή κυβέρνηση. Μόνο έτσι θα καταστίσουμε το Κυπριακό, πραγματικά ευρωπαϊκό πρόβλημα. Ενόσω ακόμα και μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες δεν επηρεάζονται από τη μη λύση του Κυπριακού, δεν έχουν κανένα λόγο να στηρίζουν την Κύπρο παρόλο που είμαστε εταίρος τους και παρά τις διακηρύξεις περί ευρωπαϊκών αρχών. Θα συνεχίσουν να στηρίζουν την τουρκική πολιτική.
-Θα μπορούσε βεβαίως να σας πει κανείς, πως παρά αυτή την διεκδικητική πολιτική που ακολουθήσατε, δεν είδαμε οποιαδήποτε αλλαγή στάσης από την Τουρκία. Συνεπώς, γιατί να δοκιμάσουμε ξανά μια συνταγή που δοκιμάστηκε, αλλά δεν απέδωσε τα προσδοκώμενα;
-Μα ουσιαστικά αυτή η πολιτική κράτησε ένα χρόνο. Μετά υπήρξε αλλαγή της Κυβέρνησης και εγκαταλείφθηκε αυτή η στρατηγική. Δεν δοκιμάστηκε σε βάθος χρόνου για να έχει αποτέλεσμα. Μια στρατηγική για να έχει αποτέλεσμα πρέπει να έχει συγκεκριμένους στόχους και απαιτείται κάποιος χρόνος για να μπορέσει να υλοποιηθεί.
-Για να επανέλθουμε λίγο στους χειρισμούς του Προέδρου Αναστασιάδη, είστε και εσείς εξ’ εκείνων των πολιτικών αρχηγών που πιστεύουν ότι θα τα δώσει όλα στην Τουρκία και ότι θα επιδιώξει την όποια λύση του Κυπριακού;
-Εγώ δεν θα κάνω δίκη προθέσεων. Είναι γεγονός ότι διαφωνώ κάθετα με την πολιτική και την φιλοσοφία του Προέδρου Αναστασιάδη. Εγώ πιστεύω στην διεκδικητική πολιτική, ο κ. Αναστασιάδης πιστεύει ότι με τον εξευμενισμό της Τουρκίας, με το να μην την καταγγέλλει στη διεθνή κοινότητα και με το να μην παίρνει μέτρα εναντίον της Τουρκίας, ή με το να αναβαθμίζει και να πιστώνει τον κ. Ακιντζί δημιουργώντας του ένα απόθεμα αξιοπιστίας, θα αλλάξει πολιτική η Άγκυρα. Ε, δεν θα αλλάξει πολιτική η Άγκυρα. Διαφωνώ με τις σοβαρές υποχωρήσεις που έκανε στις συνομιλίες, και διαφωνώ γιατί οι υποχωρήσεις που έκανε ο κ. Αναστασιάδης, δεν θα οδηγήσουν σε ένα σύγχρονο κράτος ή σε ένα κράτος δικαίου, αλλά θα μας οδηγήσουν σε ένα κράτος-καζαντί. Το οποίο θα είναι υπό παραλυσία, με ορατό τον κίνδυνο κατάρρευσής του. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει κράτος στον κόσμο που οι αποφάσεις στα σοβαρά θέματα λαμβάνονται με κλήρωση. Άρα έχω κάθετη διαφωνία με τον κ. Αναστασιάδη ως προς τον τρόπο που προσεγγίζει το Κυπριακό, αλλά απ’ εκεί και πέρα δεν θέλω να του αποδώσω προθέσεις και να κάνω δίκη προθέσεων. Εκείνο που διαπιστώνω, τόσο από το αποτέλεσμα της τριμερούς όσο και από το ακήρυχτο αδιέξοδο που υπάρχει σήμερα στις συνομιλίες, είναι ότι έχει χρεοκοπήσει η πολιτική του.
-Ποια είναι η δίκη σας αποτίμηση της συνάντησης του Προέδρου της Δημοκρατίας με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και τον Τ/κ ηγέτη στη Νέα Υόρκη;
-Να πω κατ’ αρχήν ότι εμείς δεν προσδοκούσαμε να υπάρξει κάποιο θετικό αποτέλεσμα, δηλαδή να έχουμε θετικές εξελίξεις, δεδομένων των θέσεων της τουρκικής πλευράς όπως τις καταθέτει στις συνομιλίες, αλλά και των δημόσιων τοποθετήσεων, τόσο του κ. Ερντογάν όσο και του κ. Ακιντζί. Ταυτόχρονα, σημειώνουμε ότι αποφύγαμε δυσάρεστες και αρνητικές εξελίξεις. Γιατί ήταν γνωστό, και είμαι σε θέση να γνωρίζω από πληροφόρηση που έχω από τη Νέα Υόρκη, ότι η τουρκική πλευρά θα επιδίωκε δύο στόχους. Ο ένας στόχος θα ήταν τα χρονοδιαγράμματα με επιδιαιτησία, ενώ ο δεύτερος στόχος η σύγκληση πενταμερούς διάσκεψης. Και τα δύο, άκρως επικίνδυνα για την εθνική μας υπόθεση. Θεωρώ ότι αποτράπηκαν αυτές οι αρνητικές εξελίξεις, παρότι έτυχαν της στήριξης των ΗΠΑ, οι οποίες επιδιώκουν διακαώς αποκατάσταση των σχέσεων τους με τον Ερντογάν.
-Την επόμενη μέρα της συνάντησης πώς την βλέπετε σε σχέση με την προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού;
-Αναμένω ότι θα συνεχιστούν οι συνομιλίες. Όμως πιστεύω ότι η Τουρκία μετά και την τριμερή συνάντηση, θα επιδιώξει να ξεκινήσει το παιχνίδι της επίρριψης ευθυνών για να διευκολυνθεί η εφαρμογή του πλάνου Β’, την υλοποίηση του οποίου έχει αρχίσει και το οποίο αποσκοπεί σε πρώτη φάση στην πολιτική αναβάθμιση του ψευδοκράτους και σ’ ένα δεύτερο στάδιο στην πλήρη προσάρτηση των κατεχομένων.
-Συνεπώς, εκτιμάτε πως βρισκόμαστε ήδη απέναντι σε ένα νέο αδιέξοδο παρά το νέο γύρο ακόμη πιο εντατικών διαπραγματεύσεων που έχει προαναγγελθεί από τη Νέα Υόρκη;
-Δυστυχώς αυτή ήταν η εκτίμησή μου από την αρχή της έναρξης των συνομιλιών, όταν είχα προειδοποιήσει ότι δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για να οδηγηθεί αυτός ο γύρος των συνομιλιών σε επιτυχία. Η Τουρκία είναι ξεκάθαρο ότι επιδιώκει να ασκεί τον έλεγχο επί ολόκληρης της Κύπρου. Ταυτόχρονα διαπιστώνουμε πως τα τελευταία δύο χρόνια έχει ξεκινήσει με συγκεκριμένες ενέργειες να δημιουργεί προϋποθέσεις προσάρτησης. Κατά συνέπεια, δεν πιστέψαμε σε καμία περίπτωση ότι υπήρχαν προϋποθέσεις που θα οδηγούσαν την Τουρκία να συμβιβαστεί. Γι’ αυτό και είχαμε πει από πολύ νωρίς ότι με το δεδομένο διεθνές περιβάλλον και με δεδομένη την τουρκική πολιτική, οι συνομιλίες αυτές θα μπορούσαν να καταλήξουν, είτε σε αδιέξοδο είτε σε λύση τουρκικών προδιαγραφών. Δηλαδή, για να υπάρξει λύση θα πρέπει η ελληνική πλευρά, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, να υποχωρήσει και να αποδεχθεί όλες τις τουρκικές απαιτήσεις.
-Άρα, από τη στιγμή που διαβλέπετε ναυάγιο, κακώς επικρίνετε τον Πρόεδρο Αναστασιάδη για υποχωρήσεις. Γιατί αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, δεν θα οδεύαμε προς ναυάγιο, αλλά προς ένα νέο σχέδιο λύσης…
-Ο κ. Αναστασιάδης, αφού ικανοποίησε την τουρκική πλευρά στα πλείστα σοβαρά θέματα της διακυβέρνησης, της οικονομίας, στην κατανομή εξουσιών κλπ, στο τέλος η τουρκική πλευρά, στα ζητήματα του περιουσιακού, του εδαφικού, των εγγυήσεων και των στρατευμάτων, παραμένει αδιάλλακτη. Ο κ. Αναστασιάδης έχει αποδεχθεί πάρα-πάρα πολλά πράγματα και έχει οδηγήσει το Κυπριακό σε μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση.
-Με βάση και τα όσα είπατε πιο πάνω, δηλαδή την μη ύπαρξη προϋποθέσεων για επιτυχή κατάληξη των συνομιλιών, η θέση σας είναι πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έπρεπε να μπει σε διαπραγματεύσεις; Υπάρχει άλλος τρόπος επίλυσης του Κυπριακού πέραν από τις συνομιλίες;
-Ασφαλώς οι διαπραγματεύσεις είναι το εργαλείο για επίλυση του Κυπριακού. Δεν υπάρχει κανένας στην Κύπρο, που να μην συμφωνεί ότι το Κυπριακό θα λυθεί με πολιτικά μέσα. Το λάθος του κ. Αναστασιάδη είναι ότι χρησιμοποίησε μόνο τις συνομιλίες, και στις συνομιλίες ακολούθησε την πολιτική του εξευμενισμού της Τουρκίας με υποχωρήσεις, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή η Τουρκία θ’ ανταποδώσει τις υποχωρήσεις δείχνοντας πνεύμα συναίνεσης σε άλλα κεφάλαια. Πράγμα που δεν έγινε. Εμείς εκείνο που λέγαμε είναι ότι αφού όλοι συμφωνούμε πως διαχρονικά η μη λύση οφείλεται στην τουρκική αδιαλλαξία, θα έπρεπε να έχουμε μάθει ότι υποχωρώντας δεν πρόκειται να καμφθεί η τουρκική αδιαλλαξία. Για να συμβεί κάτι τέτοιο και να ανοίξει ο δρόμος για τη λύση, θα έπρεπε παράλληλα με τις συνομιλίες ο κ. Αναστασιάδης να εφαρμόσει μια διεκδικητική πολιτική, η οποία θα καθιστούσε την κατοχή ασύμφορη για την Τουρκία, ώστε η Τουρκία να μπει στο δίλημμα κατά πόσο τη συμφέρει να συνεχίσει αυτή την αδιαλλαξία ή κατά πόσο θα έπρεπε να επιδείξει πνεύμα συναίνεσης στο Κυπριακό για να μην πληρώνει άλλο πολιτικό ή οικονομικό κόστος.
-Αυτό που περιγράφετε δεν είναι κάπως θεωρητικό; Γιατί δεν είδαμε καμιά Κυβέρνηση και κανένα Πρόεδρο της Δημοκρατίας να εφαρμόζει μέχρι σήμερα κάτι ανάλογο με αυτό που εισηγείστε…
-Τον Φεβρουάριο του 2015, εμείς είχαμε καταθέσει ολοκληρωμένη στρατηγική στο Εθνικό Συμβούλιο με αυτή τη φιλοσοφία. Με συγκεκριμένους στόχους και συγκεκριμένα μέτρα επίτευξης των στόχων αυτών. Όχι θεωρητικά, δεν ήταν ακαδημαϊκή η στρατηγική μας. Το δεύτερο που θέλω να σημειώσω είναι ότι το 2006, ο αείμνηστος Τάσσος Παπαδόπουλος είχε αποφασίσει ότι θα περάσουμε σε μια τέτοια διεκδικητική στρατηγική. Τότε ξεκινήσαμε να παγώνουμε μονομερώς κεφάλαια της Τουρκίας. Στις 11 Δεκεμβρίου 2006 στο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών, που εκπροσώπησα εγώ την Κύπρο, μετά από δέκα ώρες διαπραγματεύσεις καταφέραμε να παγώσουμε ομόφωνα οκτώ κεφάλαια της Τουρκίας, αργότερα παγώσαμε τη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας με τον Οργανισμό Ασφάλειας της Ε.Ε. που υπέγραψε η Τουρκία, παγώσαμε το 2007 μονομερώς το κεφάλαιο ενέργεια. Με αυτόν τον τρόπο ξεκινήσαμε ακριβώς να κινούμε το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων, γιατί άρχισαν να θίγονται και τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα λόγω της πολιτικής που ακολούθησε η κυπριακή κυβέρνηση. Μόνο έτσι θα καταστίσουμε το Κυπριακό, πραγματικά ευρωπαϊκό πρόβλημα. Ενόσω ακόμα και μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες δεν επηρεάζονται από τη μη λύση του Κυπριακού, δεν έχουν κανένα λόγο να στηρίζουν την Κύπρο παρόλο που είμαστε εταίρος τους και παρά τις διακηρύξεις περί ευρωπαϊκών αρχών. Θα συνεχίσουν να στηρίζουν την τουρκική πολιτική.
-Θα μπορούσε βεβαίως να σας πει κανείς, πως παρά αυτή την διεκδικητική πολιτική που ακολουθήσατε, δεν είδαμε οποιαδήποτε αλλαγή στάσης από την Τουρκία. Συνεπώς, γιατί να δοκιμάσουμε ξανά μια συνταγή που δοκιμάστηκε, αλλά δεν απέδωσε τα προσδοκώμενα;
-Μα ουσιαστικά αυτή η πολιτική κράτησε ένα χρόνο. Μετά υπήρξε αλλαγή της Κυβέρνησης και εγκαταλείφθηκε αυτή η στρατηγική. Δεν δοκιμάστηκε σε βάθος χρόνου για να έχει αποτέλεσμα. Μια στρατηγική για να έχει αποτέλεσμα πρέπει να έχει συγκεκριμένους στόχους και απαιτείται κάποιος χρόνος για να μπορέσει να υλοποιηθεί.
-Για να επανέλθουμε λίγο στους χειρισμούς του Προέδρου Αναστασιάδη, είστε και εσείς εξ’ εκείνων των πολιτικών αρχηγών που πιστεύουν ότι θα τα δώσει όλα στην Τουρκία και ότι θα επιδιώξει την όποια λύση του Κυπριακού;
-Εγώ δεν θα κάνω δίκη προθέσεων. Είναι γεγονός ότι διαφωνώ κάθετα με την πολιτική και την φιλοσοφία του Προέδρου Αναστασιάδη. Εγώ πιστεύω στην διεκδικητική πολιτική, ο κ. Αναστασιάδης πιστεύει ότι με τον εξευμενισμό της Τουρκίας, με το να μην την καταγγέλλει στη διεθνή κοινότητα και με το να μην παίρνει μέτρα εναντίον της Τουρκίας, ή με το να αναβαθμίζει και να πιστώνει τον κ. Ακιντζί δημιουργώντας του ένα απόθεμα αξιοπιστίας, θα αλλάξει πολιτική η Άγκυρα. Ε, δεν θα αλλάξει πολιτική η Άγκυρα. Διαφωνώ με τις σοβαρές υποχωρήσεις που έκανε στις συνομιλίες, και διαφωνώ γιατί οι υποχωρήσεις που έκανε ο κ. Αναστασιάδης, δεν θα οδηγήσουν σε ένα σύγχρονο κράτος ή σε ένα κράτος δικαίου, αλλά θα μας οδηγήσουν σε ένα κράτος-καζαντί. Το οποίο θα είναι υπό παραλυσία, με ορατό τον κίνδυνο κατάρρευσής του. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει κράτος στον κόσμο που οι αποφάσεις στα σοβαρά θέματα λαμβάνονται με κλήρωση. Άρα έχω κάθετη διαφωνία με τον κ. Αναστασιάδη ως προς τον τρόπο που προσεγγίζει το Κυπριακό, αλλά απ’ εκεί και πέρα δεν θέλω να του αποδώσω προθέσεις και να κάνω δίκη προθέσεων. Εκείνο που διαπιστώνω, τόσο από το αποτέλεσμα της τριμερούς όσο και από το ακήρυχτο αδιέξοδο που υπάρχει σήμερα στις συνομιλίες, είναι ότι έχει χρεοκοπήσει η πολιτική του.