Συνεργασία κομμάτων για νομοθετικό πακέτο πάταξης διαφθοράς ζητά ο Ιωνάς
16:11 - 21 Σεπτεμβρίου 2016
Τη συνεργασία των πολιτικών κομμάτων για το πακέτο νομοσχεδίων που στοχεύει στην πάταξη της διαφθοράς, επιζητεί η Κυβέρνηση, με τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης Ιωνά Νικολάου να προειδοποιεί ότι αν δεν εγκριθούν από τη Βουλή έτσι ώστε να δοθεί η δυνατότητα στην Αστυνομία διερεύνησης περιπτώσεων διαφθοράς, τότε δεν θα μπορέσουν να αντιμετωπιστούν αυτά τα διαχρονικά φαινόμενα.
Ο κ. Νικολάου, ο οποίος μιλούσε μετά από συνεδρία της Επιτροπής Θεσμών όπου συζητήθηκε το πρόβλημα των διαρροών αλλά και της προστασίας πληροφοριοδοτών, αναφερόταν στο πακέτο οκτώ νομοσχεδίων που αποσκοπούν στην πάταξη της διαφθοράς που απέστειλε στα κόμματα χθες και απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων είπε ότι ο ίδιος θα προσπαθήσει εντός Οκτωβρίου να υπάρξει μια συνεννόηση με τα κόμματα.
«Από τη συζήτηση του θέματος στη Επιτροπή πέρα από την επεξήγηση των ενεργειών που έχουν γίνει μέχρι σήμερα για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου, έχω προβεί και σε μια ενημέρωση καθ` όσον αφορά τα μέτρα τα οποία προτιθέμεθα να πάρουμε σε σχέση με το θέμα της διαφθοράς», ανέφερε ο κ. Νικολάου στις δηλώσεις του.
Πρόσθεσε ότι η διαρροή αυτών των πληροφοριών – διότι πρόκειται για θέμα διαρροής και όχι θέμα αποκάλυψης κάποιων παραλήψεων - «είναι ένα από τα φαινόμενα τα οποία εντοπίζουμε ως ζήτημα διαφθοράς που επηρεάζει σίγουρα το ανακριτικό έργο και δυνατόν να επηρεάσει παρά τις αποφάσεις των δικαστηρίων, τα οποία έχουν δηλώσει σε πολλές αποφάσεις ότι δεν επηρεάζονται από δημοσιεύματα».
Όμως, συνέχισε ο Υπουργός, «μια διαρροή, η οποία γίνεται είτε επιλεκτικά είτε στο σύνολό της, είναι δυνατόν να επηρεάσει το ανακριτικό έργο κυρίως στα θέματα αιφνιδιασμού και δυνατότητας αποτελεσματικής διερεύνησης μιας υπόθεσης». Δυστυχώς, είπε, «αυτοί που προβαίνουν στις διαρροές είναι άτομα τα οποία προέρχονται από τις ίδιες τις διωκτικές αρχές, είτε αυτή είναι η Αστυνομία, είτε πρόκειται για την ΜΟΚΑΣ, είτε τα Τελωνεία είτε και από άλλες υπηρεσίες».
Διευκρίνισε για ακόμα μια φορά ότι «το Υπουργείο Δικαιοσύνης και εγώ ως Υπουργός δεν έχουμε καμία ενημέρωση καθ` όσον αφορά το θέμα των ανακρίσεων γιατί είναι εκτός των δικών μας αρμοδιοτήτων». Όπως γνωρίζετε, πρόσθεσε, «οι ανακρίσεις διεξάγονται μεν από τις διωκτικές αρχές, εποπτεύονται δε από το Γενικό Εισαγγελέα». Συνεπώς, επανέλαβε, «η αρμοδιότητα του Υπουργού και του Υπουργείου δεν έχει καμία σχέση με τα θέματα που αφορούν τις ανακρίσεις».
Επισήμανε ότι ο ίδιος από την πρώτη στιγμή ανάληψης των καθηκόντων του προώθησε την διεξαγωγή διαφόρων ερευνών διοικητικών και άλλων για το θέμα των διαρροών.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, εξήγησε, το πρώτο πράγμα που προσπαθούμε να επιτύχουμε είναι να συγκεκριμενοποιηθεί το άτομο από το οποίο προήλθαν αυτές οι διαρροές. Και αν γίνει αυτό τότε να συγκεντρωθούν τα απαραίτητα στοιχεία για να μπορέσουν κάποιοι είτε να οδηγηθούν ενώπιον δικαστηρίων, είτε για πειθαρχική δίωξη.
Δυστυχώς όμως, πρόσθεσε, «λόγω του γεγονότος ότι οι διαρροές αυτές κυρίως γίνονται σε δύο κατευθύνσεις, είτε προς μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία καλύπτονται από τη δυνατότητα των δημοσιογράφων να μην αποκαλύψουν τις δικές τους πληροφορίες, ή προς τον υπόκοσμο, οι οποίοι καλύπτονται με το δικό τους κανόνα της σιωπής, αντιλαμβάνεστε ότι αυτού του είδους οι υποθέσεις δεν είναι εύκολο να διερευνηθούν, παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει κατ` επανάληψη στο παρελθόν».
«Εκείνο το οποίο όμως πετυχαίνουμε είναι μέσα από την συγκεκριμενοποίηση και την επιβεβαίωση μιας πληροφορίας, έστω κι αν δεν υπάρχει επαρκές υλικό για να γίνουν διώξεις, τα πρόσωπα αυτά μετακινούνται από τις θέσεις τις οποίες κατέχουν ούτως ώστε να προστατευθεί όσο γίνεται περισσότερο το ανακριτικό έργο», είπε.
Ανέφερε ακόμη ότι από έρευνα που έγινε στην Αστυνομία διαφάνηκε ότι «η Διεύθυνση Επαγγελματικών Προτύπων και Ελέγχου στην Αστυνομία, η οποία συστάθηκε το 2009 δεν μπορούσε να ανταποκριθεί επαρκώς στο ρόλο και στα καθήκοντα που της είχαν απονεμηθεί».
«Αποφασίσαμε να προχωρήσουμε με μια σειρά από νομοθετικά μέτρα με κύριο μέτρο τη σύσταση μιας Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου». Μιας υπηρεσίας, πρόσθεσε, «η οποία θα έχει εκ του νόμου αρμοδιότητες και εξουσίες να μπορεί να συγκεντρώνει και να ερευνά αυτού του είδους τις πληροφορίες, περιλαμβανομένων και του θέματος των διαρροών πληροφοριών και στοιχείων που προέρχονται από ανακρίσεις».
Η νέα υπηρεσία θα μπορεί να έχει, σύμφωνα με τον κ. Νικολάου «μια αυτονομία τόσο σε σχέση με τα διοικητικά θέματα και τις επιχειρήσεις με απευθείας υπαγωγή στον Αρχηγό της Αστυνομίας αλλά και ανεξαρτησία σε σχέση με τα θέματα διερεύνησης ή συγκέντρωσης ή αξιοποίησης πληροφοριών, ο οποίος ρόλος θα εποπτεύεται από τον ίδιο το Γενικό Εισαγγελέα».
«Προσπάθειά μας είναι μέσα από τα μέτρα αυτά να μπορέσουμε ν` αντιμετωπίσουμε ή τουλάχιστον να διερευνήσουμε αποτελεσματικά πια, όλα αυτά τα φαινόμενα τα οποία διαχρονικά μαστίζουν το ρόλο και το έργο της Αστυνομίας», σημείωσε.
Συνέχισε λέγοντας ότι τα μέτρα αυτά που έχουν να κάνουν όχι μόνο με τη σύσταση της υπηρεσίας εσωτερικού ελέγχου, αλλά ακόμη με την ποινικοποίηση της συγκάλυψης, ή της μη αποκάλυψης ή της παρεμπόδισης ακόμα για την αποκάλυψη κάποιας πληροφορίας ή ενός θέματος που σχετίζεται με θέματα διαφθοράς, ή ακόμα και με την νομοθεσία που σχετίζεται με την δυνατότητα άρσης του απορρήτου της ιδιωτικής επικοινωνίας, νομοσχέδιο που περιλαμβάνεται στο πακέτο νομοθετικών μέτρων που απέστειλε χθες σε όλους τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων.
«Αναμένουμε ότι με βάση τα μέτρα αυτά θα μπορέσουμε να δώσουμε επαρκείς εξουσίες και αρμοδιότητες στις διωκτικές αρχές, ειδικότερα στην υπηρεσία αυτή που ονομάζουμε Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου για να μπορεί να διερευνήσει πλήρως αυτές τις περιπτώσεις και να οδηγηθούν τέλος πάντων κάποιοι ενώπιον των δικαστηρίων και για τιμωρία αλλά και παραδειγματισμό των άλλων», είπε.
Χαιρέτισε τις δηλώσεις που έχουν γίνει από τα κόμματα για την πρόθεσή τους να μελετήσουν τις προτάσεις και να καταθέσουν και τις δικές τους απόψεις.
Προσπάθειά μας, εξήγησε, είναι μέσα από αυτό το διάλογο με μια συνεργασία μαζί με τα κόμματα να ληφθούν εκείνα τα μέτρα τα οποία είναι αναγκαία για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε ένα φαινόμενο το οποίο δυστυχώς είναι διαχρονικό και πολλές φορές στάθηκε εμπόδιο στο έργο της Αστυνομίας.
Απαντώντας σε ερώτηση ανέφερε ότι η νέα Υπηρεσία θα μπορεί να διερευνήσει αποτελεσματικά τις υποθέσεις αυτές, αφού θα έχει σειρά αρμοδιότητες και εξουσίες. Ένα από τα σημαντικότερα μέσα που θα έχει στη διάθεσή της είναι να διερευνηθούν υποθέσεις διαφθοράς μέσω της άρσης του απορρήτου της ιδιωτικής επικοινωνίας, δυνατότητα που σήμερα δεν παρέχεται.
Είπε ακόμη ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης βρίσκεται σε συζητήσεις με τον Γενικό Εισαγγελέα για να παρέχεται η δυνατότητα να προστατεύονται όσοι δίνουν πληροφόρηση στις αρχές για θέματα διαφθοράς.
Σύμφωνα με τον ίδιο στο πλαίσιο των προτάσεων παρέχεται επίσης η δυνατότητα να λειτουργήσει ο θεσμός των υπό κάλυψη αστυνομικών, που θα προσφέρει στην Αστυνομία και ειδικότερα σ` αυτή την Υπηρεσία την δυνατότητα ελέγχου, διερεύνησης, μέσα από την παρακολούθηση περιπτώσεων που συνιστούν διαφθορά.
«Θέλω να πιστεύω ότι θα υπάρξει η επιζητούμενη συνεργασία μαζί με όλα τα κόμματα για να μπορέσουμε να καταλήξουμε σε ένα πακέτο νομοθετικών μέτρων που να μπορούν να εγκριθούν από την Βουλή και ν` αποτελέσουν για την Αστυνομία την απαρχή της δυνατότητας διερεύνησης αυτών όλων των περιπτώσεων, διαφορετικά – το λέω έτσι ξεκάθαρα – δεν θα μπορέσουμε ν` αντιμετωπίσουμε αυτά τα φαινόμενα», επισήμανε ο κ. Νικολάου.
Απαντώντας σε ερώτηση για τα χρονοδιαγράμματα που τίθενται σε σχέση με το πακέτο νομοσχεδίων ο Υπουργός Δικαιοσύνης είπε ότι είναι θέμα προτεραιότητας, εντός του μηνός Οκτωβρίου να καταστεί εφικτό να έχουμε μια συνεννόηση με τα κόμματα, προσθέτοντας ότι από εκεί και πέρα θα είναι θέμα νομοτεχνικού ελέγχου, και έγκρισης των νομοσχεδίων από την Βουλή.
Έχουμε ήδη από σήμερα αρχίσει να επικοινωνούμε με αρχηγούς κομμάτων για να διευθετήσουμε συναντήσεις, ανέφερε απαντώντας σε άλλη ερώτηση.
Πηγή: ΚΥΠΕ