Το πρόβλημα δεν είναι οι Νταμπίζας και Κάρβερ

Η αιτία του κακού, τούτο δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, είναι αγωνιστική. Σε επτά επίσημα παιχνίδια στην τρέχουσα περίοδο η απόδοση της Ομόνοιας είναι -από αρκετά έως πάρα πολύ- κατώτερη των υποσχέσεων (των ιθυνόντων), των προσδοκιών (του κόσμου) και των απαιτήσεων (της ιστορίας του σωματείου).
Η ευθύνη, επίσης πρόδηλο, βαραίνει τον τεχνικό διευθυντή και τον προπονητή. Αυτοί επέλεξαν, στελέχωσαν και προετοίμασαν την ομάδα, αυτοί οριοθέτησαν στόχους. Αυτοί ήταν υπεύθυνοι, ώστε το «τριφύλλι» να εμφανίσει τον απαραίτητο βαθμό ετοιμότητας στο ξεκίνημα τόσο των ευρωπαϊκών υποχρεώσεών του όσο και του πρωταθλήματος. Αφ’ ης στιγμής η ομάδα -κόντρα στις δεσμεύσεις και διαβεβαιώσεις τους- εμφανίζεται ακόμη ασύνδετη και δυσλειτουργική, η κριτική στα πρόσωπά τους είναι και αναμενόμενη και δικαιολογημένη.
Ότι ταυτόχρονα αυτή η κριτική ίσως αποδειχθεί επαρκής, για να χάσει τη θέση του είτε ο ένας είτε και οι δύο, είναι η επιβεβαίωση πως το αγωνιστικό πρόβλημα στην Ομόνοια αποτελεί το δέντρο. Όχι το δάσος. Διότι, σοβαροί να είμαστε, ένα πλάνο διετίας ουδέποτε αξιολογείται τελεσίδικα μετά από επτά επίσημα παιχνίδια. Πόσο μάλλον μέσα σ’ ένα μήνα…
Σύντομη αναδρομή: ήταν 26 Ιουλίου, όταν σε συνέντευξη Τύπου ο Αντώνης Τζιωνής επαναβεβαίωνε την αδιατάρακτη στήριξη της διοίκησής του στο πλάνο Νταμπίζα. Και ήταν 27 Αυγούστου, όταν σε flash interview μετά τον αγώνα με τη Δερύνεια μέλος του Δ.Σ. (Χριστόδουλος Χριστοδούλου) δήλωνε πως η υπομονή κόσμου και διοίκησης έχει αρχίσει να εξαντλείται. Αδιατάρακτη στήριξη διάρκειας δύο αγώνων (τόσοι μεσολάβησαν σε αυτό το χρονικό διάστημα) δεν νοείται, εξ ου και η δικαιολογημένη δυσαρέσκεια Κάρβερ και Νταμπίζα.
Ότι εξ αυτής ορμώμενος ο Άγγλος τεχνικός αρνήθηκε να δώσει, πριν το παιχνίδι με τη Δόξα, το χέρι στον Χριστοδούλου, προφανώς του προσάπτεται, καταδεικνύει ωστόσο και το προβληματικό περιβάλλον στο σωματείο, καθώς ένα τέτοιο θέμα (αντί να συζητηθεί και να διευθετηθεί άμεσα, επ’ ευκαιρία και της διακοπής του πρωταθλήματος) αφέθηκε να συρθεί επί 15 μέρες και να έρθει ξανά στην επιφάνεια στην επόμενη επίσημη υποχρέωση της ομάδας.
Ακόμη μια απτή απόδειξη ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ομόνοιας είναι η κραυγαλέα αντίθεση ανάμεσα στις πρακτικές της καθημερινότητάς της και στο όνομά της. Η αδυναμία, δηλαδή, όσων υπηρετούν το «τριφύλλι» να ομονοήσουν στα βασικά: ποιοι είμαστε, τι θέλουμε, πώς και πότε μπορούμε να το πετύχουμε.
Πώς «παντρεύονται» ο οικονομικός πρωταθλητισμός (Νο1 προτεραιότητα της διοίκησης) και ο αντίστοιχος αγωνιστικός (Νο1 προτεραιότητα του κόσμου); Με το να πάψει η επίτευξη του πρώτου ν’ αποτελεί άλλοθι για την αποτυχία του δεύτερου. Κι αυτή η αλλαγή νοοτροπίας πρέπει να ξεκινήσει από την κορυφή της πυραμίδας.
Στην κατάσταση που έχει περιέλθει τα τελευταία χρόνια, η Ομόνοια περισσότερο κι από αγωνιστική ποιότητα χρειάζεται ισχυρές προσωπικότητες. Παίκτες που δεν θα εγγυώνται μεν την επικράτηση επί κάθε αντιπάλου, αλλά κατά την αποχώρησή τους από το γήπεδο δεν θα έχουν αφήσει (στο κοινό) ίχνος αμφιβολίας ότι έδωσαν το 101% για τη νίκη.
Ένδεκα… Μαργκάσα στο γήπεδο (κι άλλοι τόσοι στον πάγκο) δεν χρειάζονται υπέρβαση στο μπάτζετ, για να αποκτηθούν, και είναι ένας -εντιμότατος- συμβιβασμός που δίχως δεύτερη σκέψη θα υπέγραφε ο κόσμος του «τριφυλλιού».